Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η «Μνημειακή αναφορά» μας. Μια βιο-κοινωνική διαδικασία (2ο μέρος)

του Μανώλη Κλώντζα*

Η παρακάτω προσέγγιση αποτελεί το δεύτερο μέρος περίληψης μιας πραγμάτευσης για την κληρονομιά και συγκεκριμένα του τμήματος για την Μνημειακή..

Η παρακάτω προσέγγιση αποτελεί το δεύτερο μέρος περίληψης μιας πραγμάτευσης για την κληρονομιά και συγκεκριμένα του τμήματος για την Μνημειακή Αναφορά ως βιο-κοινωνική διαδικασία. Μια δουλειά που προέκυψε στην βάση της ίδιας της ανάγκης υπεράσπισης της κληρονομιάς μας. Των φυσικών ιστορικών τοπίων μας, και των πολιτιστικών μνημείων μας ως αδιάσπαστη ενότητα. Μια οργανικά αδιάσπαστη ενότητα που συν-διαμορφώνει ιστορικά την σχέση μας με την φύση. Που συν-διαμορφώνει την ίδια την εξελικτική διαδικασία ως τέτοια.  Θέλει να συμβάλει στην ολόπλευρη στοιχειοθέτηση ως ανθρώπινο δικαίωμα στα πλαίσια της υπεράσπισης της πανανθρώπινης κληρονομιάς μας από λογής συλλογικότητες. Συλλογικότητες που με διαφορετικά ελατήρια δίνουν ένα κοινό ανθρωπιστικό και δύσκολο αγώνα ενάντια στην αυξάνουσα βία που ασκούν μορφώματα εντελώς ξένα με την ίδια την φύση, εντελώς ξένα με τις πραγματικές ανάγκες μας. 

Το πρώτο μέρος εδώ  

Πλάι στις φυσικές-ιστορικές, περιβαλλοντικές, κοινοτικές ή κοινωνικές μνημειακές αναφορές που απαιτείται η συλλογική πρόσληψη και συλλογική αναφορά , εμφανίζονται ακόμα από την νεολιθική περίοδο, (όπως αναφέραμε λ.χ. για τα ρόντελς[1]) μνημειακά σύνολα αποτέλεσμα και συλλογικής ενασχόλησης. Είναι η συλλογική ανθρώπινη εργασία που μας εμφανίζεται σε σχέση με την κληρονομιά και την όποια μνημειακή αναφορά. Τέτοιας κατηγορίας αναφορές σε ανηρημένη μορφή μπορούν να αποτελούν και πολιτιστικές αναφορές  σε εξημερωμένα ζώα όπως η αγελάδα ή το άλογο[2]. Ξεπροβάλει έτσι μια ανθρώπινη φυσική ανάγκη για την ικανοποίηση της οποίας ο άνθρωπος επενδύει μεγάλο μέρος ενέργειας  και συλλογικής εργασίας. Αυτό αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία αν αναλογιστούμε ότι η εξέλιξη αυτή λαμβάνει χώρα σε συνθήκες απουσίας κρατικών θεσμών, δηλαδή σε συνθήκες απουσίας κάποιου θεσμικά οργανωμένου εξαναγκασμού.

Σταδιακά βλέπουμε να συνδέονται μέσα ακόμα και από διαδικασίες θεσμοθέτησης με την κυρίαρχη ιδεολογία. Με τις πρωταρχικές ελάχιστα σύνθετες και ανίσχυρες κρατικές δομές. Συνδέονται ακόμα με την μορφή παραγωγής.[3]  Με τον όρο Μορφή παραγωγής δεν εννοούμε αυτό που ως τώρα προσεγγίζεται ως τρόπος παραγωγής και που επικεντρώνει στους κοινωνικούς- οικονομικούς όρους ή σχέσεις στα πλαίσια των ανθρώπινων κοινωνιών. Ανάγεται, στα πλαίσια της εξέλιξης, στη δοσμένη φυσικο-ιστορική, πολιτιστική σχέση των ανθρώπινων κοινωνιών με την φύση. Μια σχέση που επίσης δεν είναι ιστορικά σταθερή στον χρόνο αλλά εξελίσσεται (όχι γραμμικά) έχοντας τις δικές της αρχές και “νομοτελειακά” χαρακτηριστικά που καθορίζουν εκτός των άλλων και τον τρόπο παραγωγής).

Οι μνημειακές αυτές εκφράσεις συνδέονται φυσικά και με τον τρόπο παραγωγής. Έτσι συνδέονται με τις ανάγκες της κυρίαρχης ελίτ των πρώιμων κρατικών μορφωμάτων όπως οι Πυραμίδες, περίτεχνα ή άλλα μνημειακά τεχνουργήματα ως εκφράσεις κρατικής ιδεολογίας π.χ. η πύλη των Λεόντων των Μυκηνών ή η αντίστοιχη πύλη της Hattusa στη Μικρά Ασία. Ακόμα  περίτεχνοι μνημειώδεις θολωτοί τάφοι ή μικροί οικισμοί νεκρών πχ Πετράς Σητείας κλπ. Φυσικά οι κρατικές ή οι συστημικές καταρρεύσεις (νοούμενες ως ραγδαίες απλοποιήσεις σύνθετων περιττών και ξεπερασμένων οικονομικά και κοινωνικά σχέσεων[4],[5])  διακρίνονται από διαχρονικά δοσμένα χαρακτηριστικά. Οι καταρρεύσεις αυτές έχουν ως αποτέλεσμα και την αναπροσαρμογή ή καλύτερα μετάλλαξη των μνημειακών αναφορών και εκφράσεων.[3] Μνημειακά σύνολα και αναφορές ολοένα και περισσότερο συν-διαμορφώνουν την κοσμοαντίληψη των τοπικών κοινωνιών και ευρύτερων κοινωνιών. Η σημασία και η ιδιαιτερότητά τους θα μας  γίνει καλύτερα κατανοητή αν σκεφτούμε πως δεν είναι λίγες οι φορές που ειδικά σε περιόδους κρίσεων, πολύ περισσότερο σε περιόδους καταρρεύσεων γίνονται αιτίες ή στόχοι βίας (π.χ. Μυκήνες, Παλαίκαστρο κατά την περίοδο των καταρρεύσεων του τρόπου παραγωγής στην ύστερη εποχή του χαλκού κλπ.)

Ιερά κορυφής Γιούχτα

Σταδιακά στο επόμενο ιστορικό στάδιο, και ειδικά στον πολιτιστικό χώρο του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου οι τέτοιου θεσμικού χαρακτήρα αναφορές γίνονται περισσότερο σύνθετες και δένονται με τις κρατικές δομές και τις ελίτ των πόλεων κρατών. Ξεκινούν όλο και περισσότερο να απαντούν μνημειακοί πολιτιστικοί τόποι με ευρύτερη αναφορά για τον τότε κόσμο.  

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανάπτυξη των δουλοκτητικών σχέσεων παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα την απελευθέρωση ικανής ομάδας ανθρώπων από την εργασία, στα πλαίσια των δουλοκτητικών κρατικών δομών (π.χ. των πόλεων κρατών ). Σε αυτά τα κοινωνικο-οικονομικά πλαίσια  οι θετικοί φυσικοί ιδιαίτεροι όροι (της σχέσης ανθρώπου και φύσης), ειδικά στον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου, σε συνδυασμό με την αύξηση της ταχύτητας μεταφοράς πληροφορίας, συν-διαμορφώνουν το κατάλληλο περιβάλλον για την ανάπτυξη της ανθρώπινης αφηρημένης σκέψης και της ικανότητας του ανθρώπου για προσαρμογή του φυσικού χώρου στις βιολογικές και φυσικές ανάγκες που προκύπτουν από την ανάπτυξη της σχέσης του με την φύση.

Η  ανάπτυξη με ραγδαίο τρόπο της αφηρημένης σκέψης επιδρά καταλυτικά και στην επιστημονική πρόσληψη της πραγματικότητας, στην ανάπτυξη του λόγου και της φιλοσοφίας. Αυτό βοήθησε τον άνθρωπο και τους  κοινωνικούς  θεσμούς του να αναπτύξουν πολυεπίπεδες μνημειακές εκφράσεις και αναφορές. Από την άλλη, και η ίδια η ανάπτυξη, εξέλιξη της μνημειακής αναφοράς επιδρούν θετικά και συνδιαμορφώνουν τους όρους εκείνους στην βάση των οποίων αναπτύσσεται παραπέρα η ανθρώπινη σκέψη και η ικανότητα του ανθρώπου να μεταλλάσσει όχι χαοτικά αλλά με αρχές τον φυσικό χώρο του. Ένα συμπέρασμα που όπως θα δούμε επιβεβαιώνεται και από τις συμπεριφορικές επιστήμες.[6]

Πολύ σύντομα ιστορικά, οι θεσμοί, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται την πολιτιστική σημασία των μνημείων και της κληρονομιάς και να την χρησιμοποιούν εργαλειακά.  Αυτό αν και ως διαδικασία ξεκινάει αρκετά πρώιμα αμέσως από την εποχή του χαλκού, λαμβάνει ξεκάθαρη μορφή και  γίνεται σε εμάς ευκολότερα αντιληπτό στην Ελληνιστική περίοδο, όταν λ.χ. οι κρατικές δομές, οι ελίτ, επιβάλουν κοσμολογικές αναφορές αποκομμένες από τις τοπικές κοινωνίες και από την ιστορικότητα του χώρου τους. Χαρακτηριστικές είναι πχ οι μνημειακές αναφορές σε θρησκευτικό, μνημειακό επίπεδο σε Αιγυπτιακές θεότητες (Θήρα, Δίον, Ολούντας κλπ). Αν και στην εποχή του χαλκού οι ανίσχυρες κρατικές δομές ήταν αναγκασμένες να βασίζουν τις αναφορές τους στις κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις, σταδιακά (και με μεγαλύτερη ένταση στην Κλασική και Ελληνιστική εποχή) το χαρακτηριστικό αυτό αλλάζει.

Η αγοραία επέκταση της μαζικής δουλικής εργασίας, η κρίση που αυτό προκάλεσε στις κρατικές δομές των πόλεων κρατών, έφερε ως συνέπεια τον αριθμητικό περιορισμό των κυρίαρχων ελίτ. Στην βάση αυτή δημιουργούνται μεγαλύτερα από γεωγραφική και πληθυσμιακή άποψη κρατικά μορφώματα. Σε αυτά τα πλαίσια εξελίσσεται και η επιβολή “υπεραστικών” (υπερτοπικών)  άρα και των όποιων μη ιστορικών σε δοσμένους τόπους κυρίαρχων κοσμοαντιλήψεων και μνημειακών αναφορών.

Η ανάπτυξη των πολιτιστικών αυτών αναφορών θα περάσει από τότε διάφορα στάδια και ποιοτικές αλλαγές που δεν θα δούμε εδώ. 

 Η πρόσληψη και η σχέση με τα μνημεία, η μνημειακή αναφορά,  αλλάζει ραγδαία με την εμφάνιση των κεφαλαιοκρατικών σχέσεων παραγωγής και τις αλλαγές που επέφεραν στον τρόπο κατανόησης της φύσης, του χώρου και του χρόνου. Αλλαγές που συνοπτικά μπορούμε να πούμε ότι χαρακτηρίζονται από την κυριαρχία της γραμμικής και τεμαχισμένης πρόσληψης του χρόνου, πλάι στην τεμαχισμένη πρόσληψη του χώρου και στην αποκομμένη από την κοινότητα ή τα γένη πρόσληψη της ίδιας της προσωπικότητας του ανθρώπου. Παράλληλα όμως αναπτύσσεται και η ιστορική πρόσληψη του έθνους και των εθνικών αναφορών στο παρελθόν. Έτσι ως ανάγκη εμφανίζονται επιστημονικοί κλάδοι της κληρονομιάς γνωστότερη εκ των οποίων είναι η αρχαιολογία. Η νέα σχέση των κοινωνιών με την κληρονομιά, πέρα από συγκρουσιακές εκφράσεις, οδηγεί και στην ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών της κληρονομιάς, την θεσμοθέτηση μνημείων και κληρονομιάς από τις κρατικές δομές.

Αργότερα ακολουθούν  διεθνείς συμφωνίες προστασίας της κληρονομιάς σε παγκόσμιο επίπεδο.  Νέες οπτικές αναμορφώνουν διαρκώς και με δυναμικό τρόπο, όχι μόνο την επιστημονική πρόσληψη αλλά και την κοινωνική πρόσληψη. Μάλιστα με την ανάπτυξη της τεχνολογίας και της ταχύτητας μεταφοράς πληροφορίας η πρόσληψη της κληρονομιάς και των μνημειακών χώρων ποιοτικά μεταλλάσσεται. Η κληρονομιά και τα μνημειακά σύνολα, οι νέες προσλήψεις κληρονομιάς διαπερνούν το τοπικό ή κρατικό επίπεδο και λαμβάνουν πανανθρώπινα χαρακτηριστικά. Από την άλλη η ένταση βίας της ορισμένης από τις φυσικές επιστήμες φυσικο-ιστορικής εποχής της ανθρωποκαίνου δένουν πολύ περισσότερο τις τοπικές κοινωνίες ως ζωντανά έλλογα τμήματα των μνημειακών συνόλων.[7] Αυτό άσχετα αν ο όρος “Ανθρωπόκαινη περίοδος” ως τέτοιος δεν έχει την σύμφωνη γνώμη των ανθρωπιστικών επιστημών (κυρίως γιατί εκτός από μεμονωμένες εξαιρέσεις δεν έχουν ακόμα δει την ανάγκη μέσα από την ερευνητική τους πρακτική να προκαλέσουν μια συζήτηση για το θέμα με τους γεωλόγους). Μιλάμε για την μετάβαση που οι φυσικές επιστήμες καταγράφουν με τρόπο αντικειμενικό άσχετα από το πως θα ονομάσουμε αυτή την σύγχρονη γεωλογική περίοδο)[8].

Το ιερό βουνό Γιούχτας

Τοπικές κοινωνίες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπερασπίζονται τις ιδιαίτερες αναφορές τους και αυτό άσχετα από τον χαρακτήρα τους, δηλαδή αν έχουν περισσότερο ιστορικό ή φυσικό χαρακτήρα. Πολύ σωστά, αφού πολιτιστική και φυσική εξέλιξη δεν μπορούν όπως θα αποδείξουμε να εκληφθούν διασπασμένα η μια από την άλλη  και αυτό άσχετα αν η νομική ή ακόμα και η κυρίαρχη επιστημονική πρόσληψη δεν προσεγγίζουν το θέμα μας σε τέτοια βάση. Τοπικές κοινωνίες, ακόμα όμως και  διεθνή ανθρωπιστικά κινήματα που φτάνουν μάλιστα να υπερασπίζονται όχι μόνο τα φυσικά ιστορικά τους τοπία ως μνημεία, όχι μόνο τον φυσικό πλούτο, όχι μόνο την πολιτιστική, αρχαιολογική κληρονομιά, μα και κοινωνικά ή οικονομικά (πολιτιστικά) μορφώματα και δομές όπως π.χ. βιομηχανίες, τεχνολογικά επιτεύγματα,  κλπ. Όλη αυτή η πολιτιστική ιδιαιτερότητα των ανθρώπινων κοινωνιών που με πολύ συνοπτικό τρόπο προσεγγίσαμε μερικές μόνο πλευρές της, θεωρώ ότι απαιτεί μια αυστηρότερη μορφή κατανόησης ώστε να μπορεί να μελετηθεί παραπέρα και να συμβάλει στην κατανόηση γενικά της εξέλιξης.

Έως σήμερα προσεγγίζουμε επιστημονικά κυρίως τις όποιες απτές ή αισθητηριακά αντιληπτές εκφράσεις της κληρονομιάς ή των μνημειακών συνόλων. Έχουμε πλήθος αξιόλογων νέων προσεγγίσεων για την κληρονομιά αλλά κυριαρχούν οι προσεγγίσεις που δεν ξεφεύγουν από το απτό και αισθητηριακά κατανοητό. Δεν ξεφεύγουν ως εκ τούτου από την στατική πρόσληψη.

Η μη διεπιστημονική προσέγγιση, η τεμαχισμένη εργαλειακά επιστήμη[9] βάση των ξένων προς αυτήν αγοραίων “αναγκών” περιορίζει ακόμα περισσότερο τις δυνατότητες πληρέστερης κατανόησης. Την διεπιστημονική και ανοικτή προς την κοινωνία προσέγγιση περιορίζει ακόμα η αυξανόμενη συγκέντρωση γνώσης και πληροφορίας σε ελάχιστα παγκόσμια κέντρα με τρόπο αντίστοιχο της συγκέντρωσης κεφαλαίου. Μια διαδικασία που αποκόπτει τις τοπικές κοινωνίες ως ζωντανές πλευρές των μνημειακών συνόλων τόσο από την επιστημονική κοινότητα όσο και από την ίδια την γνώση. Μια διαδικασία άκρως βίαιη που δεν πρέπει να αφήσει τους επιστήμονες της κληρονομιάς (και ειδικά τους ανθρωπιστικούς επιστήμονες) αδιάφορους.

Η κατάσταση είναι φυσικά πολύ περισσότερο προβληματική σε σχέση με την νομική πρόσληψη της κληρονομιάς. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε γύρω μας με αυξανόμενη ένταση. Κάθε μια από τις διασπασμένες επιστήμες τις κληρονομιάς αντιμετωπίζει πρόβλημα με την πλήρη και ολόπλευρη στοιχειοθέτηση. Κάθε μια ξεχωριστά ως εκ τούτου αντιμετωπίζει πρόβλημα με την παραπέρα έρευνα του ζητήματος της κληρονομιάς ως “όλον”. Εξέλιξη που δεν πρέπει να γίνει κατανοητή ως τυχαιότητα. Αυτό σημαίνει ότι επιστημονικά  υστερούμε γενικά και στην πληρέστερη κατανόηση της πολιτιστικής εξέλιξης, παράγοντας καθοριστικός για την ολόπλευρη κατανόηση της κοινωνικής ή φυσικο-ιστορικής εξέλιξης.

Εδώ γίνεται φανερό ότι παρά τα άλματα, επιστημονικά ακόμα βρισκόμαστε σε κατάσταση απλής αισθητηριακής πρόσληψης της κληρονομιάς, που επιτείνει προβλήματα εννοιολογικής σαθρότητας και χαοτικής περί του “όλου” πρόσληψης[6].

Στον πολυδιάστατο κόσμο μας, κανένα άλλο είδος δεν διαθέτει ούτε κατά προσέγγιση την μοναδική ανθρώπινη ικανότητα για πολιτιστική εξέλιξη και καινοτομία. Κανένα άλλο είδος δεν διαθέτει εγκεφαλική λειτουργία που μπορεί να μεταλλάξει με τρόπο στοχοπροσηλωμένο φυσικές ή βιολογικές πλευρές του κόσμου μας για την ικανοποίηση των όποιων στόχων.  Συνθέτουν ικανότητες, οι οποίες είναι ιστορικά σωρευτικές και  προσαρμόσιμες. Επίσης συνθέτουν ικανότητες ανοιχτές (δηλαδή, χωρίς a priori όρια στο μέγεθος ή το εύρος δυνατοτήτων). Με τον όρο πολιτισμό εννοούμε εκείνο το πλέγμα των πραγματικών σχέσεων που αναπτύσσονται τόσο μεταξύ της φύσης και του ανθρώπου, όσο και μεταξύ ατόμων μεταξύ τους και αυτό άσχετα από την βιολογική ή την γεωγραφική απόσταση. Με άλλα λόγια, πολιτισμός είναι το σύνολο των εξωσωματικών προσαρμογών – στάσεων, αρχών, προτύπων, ιδανικών, προτύπων συμπεριφοράς, συμπεριλαμβανομένων του ψυχισμού και της τεχνολογίας – που  μεταδίδονται κοινωνικά και όχι σεξουαλικά με τρόπο κάθετο ή οριζόντιο. Αποτελεί έννοια ευρύτατη αφού συμπεριλαμβάνει τόσο το παρελθόν όσο και το παρόν, όπου το ένα δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό δίχως το άλλο. Ο πολιτισμός δηλαδή αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του φυσικού κόσμου μας, της φυσικής και της βιολογικής μας εξέλιξης. Η προσέγγισή του ως ιδιαίτερο φυσικό-ιστορικό μόρφωμα δεν μπορεί παρά να απαιτεί ακόμα και για μια στοιχειώδη κατανόηση την συμβολή όλων των επιστημών. Εκείνων δηλαδή που αποκαλούμε φυσικές όσο και εκείνων που αποκαλούμε ανθρωπιστικές ή κοινωνικές.

Η βιολογική εξέλιξη εκφράζει το πως γίνονται από εμάς αντιληπτές οι πραγματικές ιστορικές αλλαγές στα χαρακτηριστικά των οργανισμών και του βιόκοσμου μας. Κατά αντίστοιχο τρόπο η πολιτιστική εξέλιξη είναι ένας τρόπος κατανόησης των ιστορικών αλλαγών στο επίπεδο των πολιτισμών. Τόσο η βιολογική εξέλιξη όσο και η πολιτιστική εξέλιξη χαρακτηρίζονται από 3 βασικά στοιχεία : (1) κληρονομιά, (2) μετάλλαξη, μετάβαση και (3) προσαρμογή σε νέες συνθήκες.

Στο πέρασμα του χρόνου, η βιολογική εξέλιξη, κατά ένα σχετικά ανάλογο τρόπο με την πολιτιστική, οδηγεί σε σημαντικές αλλαγές στους διάφορους πληθυσμούς μονάδων, έτσι ώστε η ικανοποιητική στις νέες φυσικές συνθήκες μετάβαση – μετάλλαξη που προήλθε από μια μονάδα να εμφανίζεται στην πλειονότητα των μονάδων στις μελλοντικές γενιές. Αυτό μπορεί να συμβεί αργά σε πολλές γενιές ή μπορεί να συμβεί πολύ γρήγορα υπό συνθήκες φυσικών πιέσεων.[10].

Μanolis Klontzas, Αρχαιολόγος
Έδρα Αρχαιολογίας και Μουσειολογίας-Unesco MASARYK University Ερευνητικό Επιστημονικό Κέντρο ARCHAIA Brno

 Συνεχίζεται…

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Květina,P. 2012(6) (PDF) Analysis and interpretation of finds from the Neolithic rondel ditch in Vchynice (Northern Bohemia) (researchgate.net)

[2] Klontza, V. (2020) Without  a horse will be no Sun: The role of horse in transformation processes of the Bronze Age.Slovenská archeológia. Supl.1,  327-336

[3] Βέρα Κλώντζα-Γιάκλοβα – Μανώλης Κλώντζας (2020), ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ.Το σημαντικότερο αρχαιολογικό εύρημα δεν θα βγει από τη γη, Αθήνα.

[4] Bárta,M.,  Kovář, M. eds ( 2019), Civilisations: Collapse and Regeneration: Rise, Fall and Transformation in History, Akademia, Praha.

 [5] Barta,M.  (2008) Něcopřekrasnéhosekončí- Kolapsy v přírodě a vespolečnosti. Praha

[6] M. Klontzas (2021), Našesvětovédědictví. Brno (Στα Ελληνικά υπό δημοσίευση)(*)

[7] Lewis,S. , Maslin,M.A. (2018) : The Human Planet Howwe created the anthropocene. Yale Univ. Press, New Heaven and London

[8] Κλώντζα, B.–  Κλώντζας, M.  (2020), ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ.Το σημαντικότερο αρχαιολογικό εύρημα δεν θα βγει από τη γη, Αθήνα.

[9] Πατέλης Δ. (2020) «Ερευνα, Τεχνολογία και Προοπτική Ενοποίησης της Ανθρωπότητας. Η Ερευνητική και Τεχνολογική Δραστηριότητα στη Διαλεκτική της Αλληλεπίδρασης της Ανθρωπότητας με τη Φύση» Εκδόσεις ΚΨΜ, Αθήνα.

[10] Gabora L. (2006). Self-otherorganization: Why early life did not evolve through natural selection. Journal of Theoretical Biology 241 (3): 443–450.

Gabora L, (2005). “Creative thought as a non-Darwinian evolutionary process.” The Journal of Creative Behavior 39 (4): 262–283.

Klontza, V. – Klontzas, M. (2018) “I fit was a state, it has collapsed.”  An examinations of reasons for the collapse of the Late Minoan IA state structures. , Studia Archaeologica Brunensia. Brno

Klontzas (2021), Našesvětovédědictví. Brno (Στα Ελληνικά υπό δημοσίευση)

Szathmáry, E. – Smith, J.M. (1995) The majore volutionary transitions. Nature 374(6519):227–232

Szathmáry, E. (2015) To ward majorevolutionary transitions theory 2.0, Center for the Conceptual Foundations of Science, Parmenides Foundation,  D-82049 Munich, Germany; Department of Plant Systematics, Ecology and Theoretical Biology, Biological Institute, Eötvös University, H-1117 Budapest, Hungary; and MTA-ELTE Theoretical Biology and Evolutionary Ecology Research Group, H-1117 Budapest, Hungary

Και ακόμα:

Μ. Klontzas (2021), Η κληρονομιά μας σε σταυροδρόμι… | Ημεροδρόμος (imerodromos.gr) — M. Klontzas (2021),Τσιμέντο στην Ακρόπολη – Το περιβάλλον που ζούμε και δρούμε καθορίζει τις επιλογές μας | Ημεροδρόμος (imerodromos.gr) — M. Klontzas (2021), Ακρόπολη: 200 χρόνια από την επανάσταση ο Οθωνισμός επισκιάζει την πολιτιστική μας κληρονομιά | Ημεροδρόμος (imerodromos.gr)

 

ΣΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ: «Μνημειακή Αναφορά – 3ο Μέρος»

«Μνημειακή Αναφορά – 1ο Μέρος»

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις