Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

ΣΔΙΤ: Πακτωλός χρήματων, δεσμεύσεις που βαραίνουν τις επόμενες γενιές, νέες «φούσκες» και υπερκοστολογήσεις

ΣΔΙΤ και παραχωρήσεις παντού. Το είπαν και το κάνουν. Στις κτιριακές υποδομές, στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους, στο σιδηροδρομικό δίκτυο, στα δίκτυα..

ΣΔΙΤ και παραχωρήσεις παντού. Το είπαν και το κάνουν. Στις κτιριακές υποδομές, στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους, στο σιδηροδρομικό δίκτυο, στα δίκτυα ύδρευσης, στα φράγματα, στις αναπλάσεις. Παντού. Μικρό ρίσκο, μεγάλα συμβόλαια για τους ιδιώτες. Επικοινωνιακή ρελάνς από την κυβέρνηση και διανομή της πίτας προς τα συμφέροντα που την στηρίζουν.  Ένας πακτωλός χρημάτων για έργα αναγκαία πολλές φορές, αλλά με όρους που (θα) δεσμεύουν πολλές γενιές φορολογουμένων και με υπερτριπλάσιο κόστος για το Δημόσιο. Παρακάτω θα εξηγήσουμε πώς.

Τα «ψιλά» γράμματα των ΣΔΙΤ

Για την ώρα, ας κρατήσουμε ότι η μόνιμη επωδός της κυβέρνησης Μητσοτάκη περί μικρότερου κόστους σε σύγκριση με το όφελος που προκύπτει από τις ΣΔΙΤ μάλλον στέκεται σε πήλινα πόδια.

Σε έρευνα που υπογράφει ο Ηλίας Ξανθάκος, Τοπογράφος Μηχανικός- Σύμβουλος συγκοινωνιακών έργων, π. Γ.Γ. Υπ. Οικονομίας και Ανάπτυξης, αναφέρει ότι η υποδομή ή οι παρεχόμενες υπηρεσίες των ΣΔΙΤ κατά κανόνα «είναι ακριβότερες από τις παραδοσιακές συμβάσεις». Ο λόγος; Όπως ο ίδιος υπογραμμίζει στην έρευνα του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ, η κύρια αιτία έγκειται στην  πολυπλοκότητα των συμβάσεων, τόσο κατά τη διαδικασία του διαγωνισμού όσο και κατά τη φάση της υλοποίησης και λειτουργίας του έργου.

Επιπλέον η επιλογή των ΣΔΙΤ φαίνεται να είναι ακριβότερη σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση, αφού το κόστος της ιδιωτικής χρηματοδότησης είναι υψηλότερο από εκείνο της άμεσης κρατικής χρηματοδότησης.

Να δεις, τι σου ‘χω για μετά…

Αυτή η επισήμανση δεν έχει εγκυκλοπαιδικό περιεχόμενο.

Στις πρόσφατες εθνικές εκλογές η χώρα κοίταξε «Σταθερά. Τολμηρά. Μπροστά» το μέλλον της χαρίζοντας 41% στο κόμμα της Νέας Δημοκρατίας. Όμως, σ’ αντίθεση με το προεκλογικό σλόγκαν της Πειραιώς, το βλέμμα στην μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας μάλλον δεν (θα) είναι το ίδιο «σταθερό» και «τολμηρό». Οι ειδικοί χτυπούν καιρό τώρα τα καμπανάκια εκτάκτου ανάγκης, μιας και οι υποχρεώσεις πληρωμών του δημοσίου τομέα για έργα ΣΔΙΤ που αναβάλλονται για μεταγενέστερες περιόδους, ενδεχομένως να έχουν αρνητική επίδραση στους μελλοντικούς δημοσιονομικούς δείκτες. Σύμφωνα με τον κύριο Ξανθάκο, αν ο μηχανισμός δημοσιονομικής παρακολούθησης δεν εκτιμήσει σωστά, τότε θα οδηγηθούμε σε υπερβολικές δημοσιονομικές δεσμεύσεις, απειλώντας ξεκάθαρα τη μακροπρόθεσμη δημοσιονομική βιωσιμότητα.

Το ακόμη χειρότερο; Να καταστεί αδύνατη στο μέλλον η υλοποίηση δράσεων ή προγραμμάτων που σε άλλη περίπτωση θα κρίνονταν ως πρώτης προτεραιότητας.

Νόμος μικρής εμβέλειας

Την υπονόμευση των δημόσιων οικονομικών, όπως και των έργων με σαφές κοινωνικό όφελος είχε αναδείξει το 2020 σε ανάλυσή του ο οικονομολόγος και δημοσιογράφος Λεωνίδας Βατικιώτης. Τότε, ο οικονομικός αναλυτής επεσήμανε ότι το όριο του 10% επί του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) που τέθηκε ετησίως (με απόφαση του 2012) σχετικά με τις αμοιβές διαθεσιμότητας δεν εξασφάλιζε ότι ένα όλο και μεγαλύτερο μέρος του ΠΔΕ δεν θα στρέφεται σε ΣΔΙΤ.

Το ίδιο προβληματική ήταν και η προηγούμενη επιχείρηση εισαγωγής των Συμπράξεων σε ένα νομοθετικό πλαίσιο κανόνων.

Το 2005 νομοθετήθηκε ο ν. 3389 («Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα»), ο οποίος σύμφωνα με τις διακηρύξεις αφορούσε τόσο τη διαδικασία ανάθεσης μιας ΣΔΙΤ όσο και την εκτέλεσή της.  Παρόλα αυτά, δηλαδή παρά το γεγονός ότι  επιχειρούσε να αντιμετωπίσει τις διάφορες δυσχέρειες που προκαλούνταν στις διαπραγματεύσεις για τη χρηματοδότηση των έργων και τις καθυστερήσεις της υλοποίησής τους, καθώς και να καλύψει νομικά κενά, μα και να απλοποιηθεί η διαδικασία υλοποίησης έργων κοινωνικού χαρακτήρα από ιδιώτες, ουσιαστικά λειτούργησε ως νόμος-πλαίσιο, αφού δεν ρύθμιζε εξαντλητικά όλα τα ζητήματα ούτε και εφάρμοζε έναν ενιαίο κανονιστικό κώδικα σε διαφορετικά έργα και υπηρεσίες. Για το θέμα ανατρέξαμε και πάλι στην Έκθεση του ΕΝΑ, στην οποία διαβάσαμε ότι ο 3389/2005 πρακτικά ενθάρρυνε την επεξεργασία ad hoc λύσεων που προσαρμόζονταν στις συγκεκριμένες ανάγκες κάθε περίπτωσης.

Κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα στη Βουλή

Βλέποντας και κάνοντας πηγαίνει το πράγμα, σε περίπτωση που δεν το καταλάβατε. Άραγε, να είναι αυτή η αιτία για την ανύπαρκτη διαδικασία ελέγχου και κύρωσης των συμπράξεων από τη βουλή;

Δεν γνωρίζω. Πάντως είναι γεγονός ότι το υπάρχον νομοθετικό πλέγμα ρυθμίσεων δεν προβλέπει την υποχρεωτική κύρωση των ΣΔΙΤ με νόμο από τη βουλή ούτε την υποχρέωση δημοσίευσης τους σε ΦΕΚ. Σαν να μην αφορούν δημόσιο χρήμα, μάλιστα τη στιγμή που έρχονται σε πλήρη αντίθεση με ό, τι ισχύει για τις συμβάσεις παραχώρησης, οι οποίες υποχρεωτικά κυρώνονται με νόμο.

Ανοργάνωτοι ή συμφεροντολόγοι;

Το αδιαφανές νομικό καθεστώς των ΣΔΙΤ ίσως δεν βρίσκεται τυχαία στο σκοτάδι. Πώς αλλιώς; Η παρούσα κυβέρνηση έχει αποδείξει με κάθε τρόπο την εμμονική της προσκόλληση στην ταύτιση συγκεκριμένων μεγάλων ιδιωτικών συμφερόντων με την υγεία (; ) της ελληνικής οικονομίας.

Χαρακτηριστικό της κατάστασης αυτής είναι το γεγονός ότι από το 2005 (χρονιά ψήφισης του νόμου για τις ΣΔΙΤ) μέχρι και τις εκλογές του 2019, οι συμπράξεις που είχαν υπογραφεί δεν ξεπερνούσαν συνολικά τα 783 εκατ. ευρώ. Τρία χρόνια μετά, το ποσό αυτό είχε εκτιναχθεί ξεπερνώντας τα 6 δισεκατομμύρια, με την εξόφληση να μετατίθεται στο βάθος του χρόνου, δεσμεύοντας έτσι τους μελλοντικούς προϋπολογισμούς για έργα που είτε δεν χρειάζονται καν, είτε δεν χρειάζονται τώρα είτε δεν χρειάζονται στις διαστάσεις που επιλέχθηκαν.

Μην φανταστείτε ότι υπήρχε κανένα σοβαρό σχέδιο, έστω με βραχυπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα. Όχι… Απλώς κάποιες…διακριτικές οχλήσεις από τον τραπεζικό και τον κατασκευαστικό τομέα.  Όπως μου έλεγαν για τις ανάγκες του ρεπορτάζ άνθρωποι με καλή γνώση των πραγμάτων, είναι χαρακτηριστικό ότι για την προετοιμασία αυτών των έργων πολλές φορές δεν υπάρχει ένας στοιχειώδης φάκελος που να περιλαμβάνει τις κατάλληλες μελέτες, τις αναγκαίες αδειοδοτήσεις, άρα και την ορθή εκτίμηση του κόστους και της κατανομής των κινδύνων ανάμεσα στο Δημόσιο και τους ιδιώτες για τα έργα.

Άραγε, στις πλάτες ποιων θα πέσει το κόστος κατασκευής, λειτουργίας και συντήρησης των έργων;

Φούσκα με γεύση…μνημόνιο;

Αν δεν είχαμε περάσει κοντά μια 15ετία όπου γονατίσαμε, τα παραπάνω θα αποτελούσαν ένα εξαιρετικό σκετς σε κάποια σατιρική εκπομπή ή παράσταση.

Όμως, σε τούτο τον τόπο γνωριζόμαστε… Άλλωστε, δεν είναι πολύ μακριά το 2010, τότε που φορτωθήκαμε τον λογαριασμό των τραπεζικών «Bunga bunga» της δεκαετίας του 1990 και του «μιλένιουμ».

Σε ό,τι έχει να κάνει με τις ΣΔΙΤ  είναι προφανές ότι απαιτούν μια μεγάλη κινητοποίηση του κατασκευαστικού τομέα· μια κινητοποίηση η οποία ενδεχομένως να μπορεί να συγκριθεί μόνο με την προ-ολυμπιακή περίοδο 1999- 2004.

Όμως σύμφωνα με τον κύριο Ξανθάκο, η παγίδα της νέας εποχής βρίσκεται ακριβώς σε αυτό το σημείο. «Είναι αναπόφευκτη», υποστηρίζει, μια «φούσκα» η οποία «θα παρασύρει όλα τα κόστη προς τα πάνω, σε μια ‘’ υπερθέρμανση’’ της αγοράς με άδηλο επί του παρόντος όριο και αποτέλεσμα».

Και όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις όταν το πάρτι τελειώνει τη νύφη την πληρώνει το συνεργείο καθαρισμού…

 Δεν υπάρχει πιθανότητα να διατηρηθούν οι αμοιβές και τα κόστη της «φούσκας» της προηγούμενης περιόδου. Ναι, αλλά οικονομικές δεσμεύσεις των τρεχουσών ΣΔΙΤ θα συνεχίσουν να αλυσοδένουν όλες τις επόμενες κυβερνήσεις αναφορικά με τα δημόσια έργα, την ίδια στιγμή που και οι ιδιώτες είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα μπορούν να υποστηρίξουν μια τέτοια προοπτική στην ευρύτερη οικονομία.

Αλήθεια, τι λέτε να ακολουθήσει μετά;

ΣΔΙΤ που στάζουν φαρμάκι

Όλα τα ερωτήματα συγκλίνουν προς την ίδια κατεύθυνση. Ίσως όμως δεν πρέπει να ανησυχούμε. Το νταβατζιλίκι άλλωστε ποτέ δεν έλειψε από την οικονομική ζωή του τόπου.

 Συμβαίνει αυτή τη στιγμή που μιλάμε: Ακριβό ιδιωτικό χρήμα και φτηνό δημόσιο.  Όπως εξηγεί η Έκθεση του ΕΝΑ, αν έχουμε ένα έργο Χ με ΣΔΙΤ,  κατά τον πρώτο χρόνο λειτουργίας του (δηλαδή, πέντε χρόνια μετά την υπογραφή της σύμβασης), το ελληνικό δημόσιο θα πληρώσει, όμως το ποσό που θα καταβάλει θα υπολογίζεται σαν να έχει μικρότερη αξία από το 70% της τρέχουσας ονομαστικής τιμής, ενώ την ίδια ώρα για τον κρατικό προϋπολογισμό η αξία του έργου θα είναι πολύ πιο κοντά στην τρέχουσα τιμή.

 Με λίγα λόγια αν το δημόσιο καταβάλει 712 εκατομμύρια, θα υπολογίζονται για 344. Αν για παράδειγμα στην τελευταία ετήσια πληρωμή (26η) το δημόσιο καταβάλλει 712 εκατομμύρια ευρώ, θα υπολογίζονται για 81, καθώς η τελευταία ετήσια πληρωμή υπολογίζεται ως να έχει αξία λίγο πάνω από το 10% της ονομαστικής τιμής της.

Αυτό συμβαίνει, γιατί στη χώρα μας  χρησιμοποιείται στις ΣΔΙΤ ένας εξαιρετικά υψηλός συντελεστής προεξόφλησης που αγγίζει το 7,53% και είναι πολύ υψηλότερος από τον συνήθη στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής; Το δημόσιο σε βάθος 25ετίας να πληρώνει ποσά υπερτριπλάσια του αρχικού κόστους.

Θα μου πεις: Υπάρχει κάποια άλλη λύση; Πάντα έτσι δεν γίνονταν οι δουλειές στην Ελλάδα; Μπορεί ναι. Όμως, ας είμαστε ειλικρινείς: Εξετάσαμε όλες τις δυνατότητες πριν αποφασίσουμε ότι οι ΣΔΙΤ, ειδικά υπ’ αυτούς τους όρους, αποτελούν τον μόνο δρόμο; Και, στην τελική, γιατί ρε παιδιά να μην αλλάξει ο τρόπος που γίνονται αυτές οι «δουλειές»;

*[email protected]

 

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις