Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

«Εδώ υπήρχε η Κάνδανος»

Στις 2 Ιούνη οι Ναζί επέστρεψαν στην έρημη Κάντανο. Εκτέλεσαν επί τόπου 6 ηλικιωμένους και την επόμενη μέρα, 3 Ιούνη 1941, κάτω από τις διαταγές του υπολοχαγού Χορστ Τρέμπες, δύναμη του 3ου τάγματος αλεξιπτωτιστών ξεκινάει η εκθεμελίωση της Κάντανου. Διάβασαν την διαταγή του Στρατιωτικού Διοικητή Κρήτης, με την οποία ανακοίνωναν ότι η Κάντανος θα καταστραφεί ολοσχερώς, οι κάτοικοί της θα εξοντωθούν και η πόλη δεν θα ξανακατοικηθεί πια

Σφοδροί αεροπορικοί βομβαρδισμοί ξεκίνησαν στις 6 το πρωί της 20 Μάη 1941, και οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές άρχισαν να πέφτουν στην περιοχή Χανίων, με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη πρώτα απ’ όλα του αεροδρομίου Μάλεμε, για την προσγείωση μεταγωγικών αεροπλάνων με δυνάμεις πεζικού και βαριά όπλα. Το απόγευμα της ίδιας μέρας το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο δέχτηκαν ισχυρή επίθεση. Η Μάχη της Κρήτης είχε αρχίσει.

Οι ελληνικές και βρετανικές στρατιωτικές δυνάμεις της Κρήτης, παρά τη μειονεκτική θέση στην οποία βρέθηκαν, εξ αιτίας κυρίως της κακής οργάνωσης, κακής προπαρασκευής και κακού συντονισμού των επιχειρήσεων από μέρους της συμμαχικής διοίκησης (στρατηγός Φράιμπεργκ), και της ολοκληρωτικής έλλειψης αεροπορίας, πολέμησαν με πείσμα τους επιδρομείς. Πολλά τμήματα έδειξαν πραγματικό ηρωισμό και εξαιρετική αυτοθυσία.

Εκείνο όμως που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τη Μάχη της Κρήτης, αυτό που την έκανε γνωστή σε όλο τον κόσμο, δεν είναι η δράση των οργανωμένων στρατιωτικών μονάδων και τμημάτων, όσο κι αν αυτή ήταν ηρωική, αλλά η μαζική συμμετοχή και ο απαράμιλλος ηρωισμός του λαού της Κρήτης σ’ αυτήν.

Μόλις άρχισε η γερμανική επιδρομή, όλος ο λαός σηκώθηκε στο πόδι, προσπάθησε να εξοπλιστεί με ό,τι και όπως  μπορούσε και ρίχτηκε στη μάχη για να υπερασπίσει με τη ζωή του την αιματοποτισμένη πατρική του γη. Από αυτή την άποψη, η Μάχη της Κρήτης αποτελεί την πρώτη σελίδα της ένοπλης παλλαϊκής Εθνικής Αντίστασης  κατά του κατακτητή.

Νεκρός Γερμανός αλεξιπτωτιστής.

 

Το έπος και η καταστροφή της Καντάνου

 

Η κωμόπολη Κάντανος, πρωτεύουσα της επαρχίας Σελίνου – Χανίων, με πληθυσμό 2.000 περίπου κατοίκων βρίσκεται νοτιοδυτικά της πόλης των Χανίων σε αρκετή απόσταση από τις βόρειες ακτές, πλησιέστερα προς τις νότιες, πάνω στο δρόμο που οδηγεί από Χανιά και Μάλεμε προς την Παλαιοχώρα στις νότιες ακτές της Κρήτης. Πάνω στο δρόμο, δηλαδή, που οι Γερμανοί ήθελαν να αποκόψουν για να εμποδίσουν τη διαφυγή των βρετανικών στρατευμάτων. Γι’ αυτό αμέσως μόλις κατέλαβαν, στις 21 του Μάη, το αεροδρόμιο του Μάλεμε και στις 22 του Μάη το χωριό Μάλεμε και απέκρουσαν τις επιθέσεις, που πολύ καθυστερημένα και πολύ άσχημα οργάνωσε στις 22 του Μάη ο στρατηγός Φράυμπεργκ για την ανακατάληψή τους, κινήθηκαν με ισχυρές δυνάμεις προς την περιοχή αυτή.

Την ίδια μέρα πραγματοποιείται συνέλευση των Σελινιωτών στην Κάντανο όπου αποφασίζουν να αντισταθούν με όποιο τρόπο μπορούν: «Ντροπή να περάσουν το φαράγγι μας απολέμιστοι! Θα πολεμήσουμε κι ας χαθεί η Κάντανο!»

Στις 23 Μάη ένα γερμανικό τάγμα δύναμης 800 περίπου ανδρών με ισχυρό εξοπλισμό και μηχανοκίνητα μέσα, μοτοσυκλέτες, αυτοκίνητα κλπ κινείται προς το λεκανοπέδιο της Καντάνου. Η εμφάνισή του στα πρώτα χωριά της περιοχής σήμανε γενικό συναγερμό. Ολοι οι άνδρες ακόμη και οι γυναίκες και παιδιά από τα Ρούματα, τα Πλεμενιανά, την Κάντανο κλπ ξεκινούν για να φράξουν τον δρόμο στον επιδρομέα. Η πρώτη σύγκρουση των ενόπλων χωρικών με τις εχθρικές εμπροσθοφυλακές, που αποτελούνταν από ισχυρή δύναμη (διμοιρία) μοτοσυκλετιστών, γίνεται στα Φλώρια και καταλήγει ύστερα από δεκάωρη μάχη, στη διάρκεια της οποία οι εχθρικές δυνάμεις ενισχύονταν συνεχώς, με ήττα των Γερμανών, οι οποίοι αναγκάζονται να τραπούν σε φυγή, αφού εγκατέλειψαν στο πεδίο της μάχης περί του 20 νεκρούς.

«Είναι αδύνατον να συλλάβει κανείς μια τόσο άνιση πάλη στις λεπτομέρειές της. Οι αντάρται μας χωρίς ηγετικά στελέχη, χωρίς τροφή, φυσίγγια, χωρίς όπλα πολλές φορές, μάχονται λεονταρίσια, δίδοντας καιρό στον κύριο όγκο των δυνάμεών τους να οχυρωθούν προχείρως εις κατάλληλα φυσικά ερείσματα στο ορεινό συγκρότημα Φλωρίων, προς ά βραδέως υπεχώρουν ίνα συμπαρασύρουν τους Γερμανούς. Εδώ η μάχη πλέον καθίσταται αγών απογνώσεως. Οι γερμανοί κυκλούνται πανταχόθεν, κατασυντρίβονται, ζητούν καταφύγιον εις τα πέριξ οικίας, ας στενώς πολιορκούν οι ημέτεροι… Ανω των 21 νεκρών άφησαν οι Γερμανοί ενταύθα εκτός εκατοντάδος τραυματιών, ούς απεκόμισαν. Αι ημέτεραι απώλεια ήσαν πέντε νεκροί και επτά τραυματίαι» (Ι.Δ. Μουρέλλου, Η Μάχη της Κρήτης, σ. 389 – 390)

Την επομένη, 24 Μάη, ο εχθρός επαναλαμβάνει την επίθεσή του με πολύ ισχυρότερες δυνάμεις και μέσα. Τώρα και οι αντάρτες είναι καλύτερα εξοπλισμένοι από τα λάφυρα της χθεσινής μάχης. Αλλά καμιά σύγκριση δεν μπορεί να γίνει με τον εχθρό, που διαθέτει αφθονότατα και ισχυρότατα πολεμικά μέσα και απεριόριστες πια δυνάμεις. Από το πρωί ισχυρές δυνάμεις συγκρούονται με περιπολίες ένοπλων χωρικών στα Μεσαύλια, τις οποίες ο εχθρός απωθεί και προχωρεί προς τα Φλώρια, όπου είχε υποστεί πανωλεθρία την προηγούμενη μέρα. Υστερα από σκληρότατη μάχη και παρά την πεισματική αντίσταση των χωρικών κατορθώνει και προχωρεί προς το Φαράγγι, όπου γίνεται σκληρότατη μάχη, από ύψωμα σε ύψωμα και από βράχο σε βράχο.

«Ολοι με σφιγμένα τα χείλη και την καρδιά με σταθεράν απόφασιν να μην επιτρέψουν ποτέ στον εχθρό να πατήσει τ’ άγια χώματά τους σπεύδουν να κλείσουν το δρόμο προς την χιλιοτραγουδησμένη Κάνδανόν τους. Ηλπιζαν πάντοτε ότι κάποια βοήθεια θα έφθανε… από το συμμαχικόν Στρατηγείον, μη γνωρίζοντες την γενικήν υποχώρησιν. Ετσι έφθασεν η 25η Μαΐου κατά την οποίαν ήρχισεν ένας τιτάνιος αγών μεταξύ των Σελινιωτών και των Γερμανών, υπό μορφήν ριπιδίου προωθουμένων, από πολλά ελαφρά μηχανοκίνητα μέσα και αεροπλάνα υποστηριζομένων… Η μάχη αποκορυφούται σε πείσμα όταν ο Γερμανός ηγήτωρ ταγματάρχης πίπτει κοντά στα κορμιά τόσων δικών του στο Ξερόργιακο και στη μάχη παίρνουν μέρος, κοντά στους αποκαμωμένους ελεύθερους σκοπευτάς, γυναίκες, γέροι, ανάπηροι, που ευχαρίστως θα έδιναν την ζωήν τους, παρά να επιτρέψουν το πέρασμα του εχθρού προς την αιματοποτισμένην Κάνδανόν τους. Όμως φυσίγγια δεν υπάρχουν και οι πέτρες κύλησαν κι αυτές από τις χαράδρες, ενώ τα πολυβόλα του εχθρού κυλιούν αναπάντεχα κορμιά… Μόνος μένει ο αναστεναγμός και η κατάρα που βγαίνει από τα γιγάντια στήθη ενώ κυλά ένα ζεστό ακόμη δάκρυ για να ποτίσει αλμυρό το ματωμένο στόμα». (Ι.Δ. Μουρέλλου, σ. 390)

Πάνω από 45 νεκροί και άλλοι τόσοι περίπου τραυματίες ήταν οι απώλειες του εχθρού. Από τους ένοπλους χωρικούς 20 νεκροί (17 άνδρες και 3 γυναίκες) και 11 τραυματίες (7 άνδρες, 4 γυναίκες). Αυτός ήταν ο απολογισμός της σκληρής αυτής μάχης κοντά στην Κάντανο.

Το μεσημέρι της 25 του Μάη 1941 οι Γερμανοί μπήκαν στην κωμόπολη, η οποία είχε ερημώσει καθώς οι περισσότεροι κάτοικοι είχαν καταφύγει στα γύρω βουνά. Φτάνοντας στο κέντρο της πόλης έκαψαν το γραφείο της Κοινότητας, το Δικαστικό Μέγαρο, το Σχολείο, το Υποθηκοφυλακείο και το Αγορανομείο. Εστειλαν ειδοποίηση στους κατοίκους να επιστρέψουν στα σπίτια τους αλλιώς θα τα κάψουν, και αναχώρησαν προς νότο. 

Τελικά οι Γερμανοί κατόρθωσαν να διασχίσουν το φαράγγι και να φτάσουν στον τελικό τους προορισμό, που ήταν το λιμάνι της Παλαιόχωρας.

Λίγες μέρες αργότερα στις 2 Ιούνη επέστρεψαν στην έρημη Κάντανο. Εκτέλεσαν επί τόπου 6 ηλικιωμένους και την επόμενη μέρα, 3 Ιούνη 1941, κάτω από τις διαταγές του υπολοχαγού Χορστ Τρέμπες, δύναμη του 3ου τάγματος αλεξιπτωτιστών ξεκινάει η εκθεμελίωση της Κάντανου. Διάβασαν την διαταγή του Στρατιωτικού Διοικητή Κρήτης, με την οποία ανακοίνωναν ότι η Κάντανος θα καταστραφεί ολοσχερώς, οι κάτοικοί της θα εξοντωθούν και η πόλη δεν θα ξανακατοικηθεί πια.

Η Κάντανος κατέχει μια δραματική πρωτιά στην ιστορία, καθώς είναι το μέρος όπου για πρώτη φορά ελήφθη απόφαση για εκθεμελίωση ολόκληρου οικισμού.

Αμέσως οι ναζί, αφού λεηλάτησαν όλα τα σπίτια της κωμόπολης ξεκίνησαν να τα καίνε ή να τα ανατινάζουν με δυναμίτιδα και εκτέλεσαν όσους κατοίκους βρήκαν.

Στην είσοδο της πόλης έστησαν μια πρόχειρη ξύλινη επιγραφή, στα ελληνικά και τα γερμανικά, για να δείχνει το μέρος όπου άλλοτε υπήρχε η Κάντανος:

«Διά την κτηνώδη δολοφονία Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του Μηχανικού από άνδρας, γυναίκας, παιδιά και παπάδες μαζί και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ, κατεστράφη την 3-6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων, διά να μη επανοικοδομηθή πλέον ΠOTE»

Και στην έξοδο μια δεύτερη επιγραφή:

«Ως αντίποινον των από οπλισμένων πολιτών ανδρών και γυναικών εκ των όπισθεν δολοφονηθέντων Γερμανών στρατιωτών κατεστράφη η Κάνδανος»

Το 1943 ετοίμασαν μια τρίτη επιγραφή, μαρμάρινη αυτή τη φορά, για να την τοποθετήσουν εκεί που υπήρχε η Κάντανος, σε ένα μόνιμο μνημείο:

 

«Εδώ υπήρχε Η
ΚΑΝΔΑΝΟΣ
Κατεστράφη προς εξιλασμόν
της δολοφονίας 25 Γερμανών
Στρατιωτικών»

 

Το πέρασμα κάθε Ελληνα από  την Κάντανο απαγορεύτηκε, με ποινή τον άμεσο τυφεκισμό του παραβάτη. Στο μεταξύ αποφασίστηκε η γύρω περιοχή να καλλιεργηθεί  για λογαριασμό του Ράιχ.  Ενάμιση χρόνο μετά εκδίδεται  Διαταγή «Περί καλλιεργείας της Καντάνου»:

«Στρατιωτική Διοίκησις Κρήτης
Δ/σις Εσωτερικών

Χανιά 9/11/1942

Περί της καλλιεργείας της Καντάνου

1.– Ως αντίποινα δια τον φόνον 45 γερμανών στρατιωτών κατεστράφη τέλος Μαΐου (του 1941) το χωρίον Κάντανος. Συγχρόνως απηγορεύθη η εποικοδόμησις ταύτης.

2.– Η διαταγή αύτη παραμένει ισχύουσα. Το κέντρον του χωρίου, ήτοι το συγκρότημα οικιών, το οποίον ευρίσκετο επί της οδού Χανίων – Παλαιοχώρας ως και εις τας εξόδους του χωρίου, εις ας ευρίσκονται δυο ελαιοτριβεία, δεν επιτρέπεται ν’ ανοικοδομηθούν. Μάλιστα πρέπει να φροντίσετε, ώστε το μέρος εκείνο του χωρίου δέον όπως κατεδαφισθή. Αυτό τούτο επιβάλλεται και για λόγους ασφαλείας, τα δε υλικά δύνανται να χρησιμοποιηθούν αλλού».

(«Εκθεσις της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη»,
Ηράκλειο 1983, σελ. 18)

Οι ωμότητες, οι εκτελέσεις και η βαρβαρότητα των αντιποίνων αδιάκριτα απέναντι στον λαό της Κρήτης, άνδρες, γυναίκες, γέροντες και παιδιά, δεν περιορίστηκαν στην Κάντανο.

Την προηγούμενη μέρα, στην περιοχή των Χανίων,  στις 2 Ιούνη στο μικρό χωριό Κυρτομάδο εκτέλεσαν 23 άνδρες αφήνοντας το χωριό χωρίς ανδρικό πληθυσμό.

Στο άλλο μαρτυρικό χωριό τον Αλικιανό, οι Γερμανοί είχαν τουφεκίσει 6 άνδρες στις 24 Μάη και μετά την επικράτησή τους, στις 2 Ιούνη,  εκτέλεσαν 42 άνδρες, στο περίβολο της εκκλησίας, ως αντίποινα για τους εισβολείς αλεξιπτωτιστές που σκοτώθηκαν στην περιοχή. Ανάμεσά τους δυο στρατιώτες με την στολή τους.

Κοντομαρί 2 Ιούνη 1941. Οι Γερμανοί συγκεντρώνουν τους κατοίκους και λίγο αργότερα διαλέγουν και εκτελούν 25 από αυτούς. (φωτ. Φραντς Πέτερ Βάιξλερ – συλλογή Β. Μαθιόπουλου)
Κοντομαρί 2 Ιούνη 1941. Οι Γερμανοί συγκεντρώνουν τους κατοίκους και λίγο αργότερα διαλέγουν και εκτελούν 25 από αυτούς. (φωτ. Φραντς Πέτερ Βάιξλερ – συλλογή Β. Μαθιόπουλου)

Την ίδια μέρα, 2 Ιούνη 1941, εκτέλεσαν 25 στο Κοντομαρί, 12 στην Αγιά, 6 στο Πατελάρι και διάφορους μεμονωμένους σε άλλα χωριά. Την επόμενη μέρα στο χωριό Στέρνες, στο Ακρωτήρι εκτέλεσαν όλους τους άνδρες.

Το φονικό συνεχίστηκε σε όλη την Κρήτη ασταμάτητα, με κορυφαίο δράμα, την 1η του Αυγούστου, όταν οι Γερμανοί συνέλαβαν από τον Αλικιανό και τα γύρω χωριά (Ρουμάτα, Πρασές, Ρουθούνι, Κάρες, Φουρνές, Σκινές, Κουφός και Βατόλακκος) 118 άνδρες και τους εκτέλεσαν αυθημερόν στη γέφυρα του ποταμού Κερίτη, έξω από τον Αλικιανό, με την κατηγορία ότι είχαν πολεμήσει κατά την εισβολή των Γερμανών. Η διαφορά με τις άλλες εκτελέσεις είναι ότι αυτή τη φορά οι Γερμανοί σκηνοθέτησαν και δίκη ενώπιον εκτάκτου στρατοδικείου…

Αριστερά το μνημείο μέσα στον Αλικιανό για τους 42 εκτελεσθέντες της 24 Μάη και δεξιά το μνημείο έξω από το χωριό στις όχθες του ποταμού Κερίτη για τους 108 εκτελεσμένους της 1ης του Αυγούστου 1941

Ο κρητικός λαός πλήρωσε ακριβά την ηρωική αντίστασή του. Οι Γερμανοί κατακτητές ρίχτηκαν με εκδικητική μανία κατά του αδούλωτου λαού της Κρήτης. Οι Κρητικοί – άνδρες, γυναίκες ακόμα και παιδιά – πιάνονταν και τουφεκίζονταν χωρίς καμιά διαδικασία, με την κατηγορία, ότι είχαν πολεμήσει κατά των Γερμανών.

Τα ανεξέλεγκτα αντίποινα για τον ηρωικό αγώνα του κρητικού λαού εναντίον της γερμανικής εισβολής στο νησί τους κράτησαν μέχρι τα μέσα του Σεπτέμβρη 1941, όταν με τη μεσολάβηση της κυβέρνησης των δωσίλογων της Αθήνας, δόθηκε αμνηστεία.

Υπολογίζεται ότι ως τον Αύγουστο του 1941 οι χιτλερικοί εκτέλεσαν πάνω από 2.000 Κρητικούς. Χωριά και κωμοπόλεις, ξεθεμελιώθηκαν, γιατί οι κάτοικοι είχαν αντισταθεί στους επιδρομείς.

Μοναδικά ιστορικά τεκμήρια της ναζιστικής κτηνωδίας αποτελούν οι φωτογραφίες του Franz Peter Weixler που ήταν ο πολεμικός ανταποκριτής της Βέρμαχτ ο οποίος φωτογράφισε την εκτέλεση στο Κοντομαρί. 2 Ιούνη 1941. Μετά την εκτέλεση, κάτω από τα ελαιόδεντρα. Εδώ ο ναζί ρίχνει την χαριστική βολή στους εκτελεσμένους (φωτ. Φραντς Πέτερ Βάιξλερ – συλλογή Β. Μαθιόπουλου)

Αυτό που συνέβη στην Κρήτη δεν ήταν μια «κατανοητή ανθρώπινη αντίδραση θυμωμένων ναζί απέναντι στους άνανδρους Κρητικούς που με την βρώμικη αντίστασή τους προκάλεσαν τα αντίποινα και τον εκβαρβαρισμό του πολέμου».

Λίγο μετά τις 6 του Απρίλη 1941 που οι Γερμανικές φασιστικές δυνάμεις με τους συμμάχους τους επιτέθηκαν στη Γιουγκοσλαβία και την Ελλάδα, οι λαοί της περιοχής άρχισαν αμέσως την συγκρότηση οργανώσεων και ένοπλων ομάδων αντίστασης.

Από την αρχή κιόλας ο Διοικητής της 2ης Στρατιάς, Μαξιμίλιαν Βάιχς, εκδίδει διαταγή με τις πρώτες κατευθυντήριες οδηγίες για την αντιμετώπιση και την πάταξη της αντίστασης των λαών.

«Όταν σε κάποια περιοχή εμφανίζεται μια ένοπλη συμμορία (αντάρτες δηλαδή) θα τουφεκίζονται όλοι οι άνδρες που είναι ικανοί να φέρουν όπλο και βρίσκονται κοντά στους συμμορίτες, επίσης και όταν δεν είναι σε θέση να αποδείξουν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι δεν έχουν σχέση με τους συμμορίτες. […] Όλοι οι εκτελεσθέντες θα πρέπει να απαγχονίζονται. […] Τα πτώματά τους πρέπει να αφήνονται στην κρεμάλα. Συλλήψεις έπειτα από επιθέσεις συνιστούν λάθος και αποκλείονται».

Τα αντίποινα κατά του άμαχου πληθυσμού νομιμοποιούνται. Ενάμιση περίπου μήνα πριν «εκνευριστούν και χάσουν την ψυχραιμία τους» οι Ναζί από τον ηρωικό αγώνα των Κρητικών και προχωρήσουν στην σφαγή και εκ θεμελίων καταστροφή της Κανδάνου (κατά τον «ιστορικό» κ. Ρίχτερ τη σφαγή της Κανδάνου προκάλεσαν «οι άμαχοι» που «διέπραξαν απίστευτες τραγωδίες εις βάρος των νεκρών» και «οι τραυματίες σφαγιάσθηκαν από τους αντάρτες»). Ηταν μόλις 28 Απρίλη του 1941.

Στις  16 Δεκέμβρη 1942, ο ίδιος ο Χίτλερ εκδίδει διαταγή που αφορά τον πολεμικό κανονισμό της κατοχής στην οποία αναφέρει ότι:

«Αν υπάρχει η παραμικρή υπόνοια ότι ένα κτίριο ή σπίτι χρησιμοποιείται από την Αντίσταση, τότε το κτίριο αυτό πρέπει να καεί με όλους τους κατοίκους του, γυναίκες και παιδιά, ακόμα κι αν οι ένοικοι δεν ήταν μέλη της Αντίστασης. Με την στρατιωτική υψηλοφροσύνη και τη Συνθήκη της Γενεύης ο αγώνας μας δεν έχει πλέον σχέση… Ο στρατός δικαιούται να χρησιμοποιεί στον αγώνα αυτόν κάθε μέσο και εναντίον γυναικών και παιδιών, αρκεί να εξασφαλίζεται έτσι η επιτυχία…».

Αμυράς. Οι σταυροί στα σπίτια είναι τόσοι, όσοι και τα θύματα που είχε το κάθε σπίτι…
Οι σταυροί στα σπίτια είναι τόσοι, όσοι και τα θύματα που είχε το κάθε σπίτι…

«Μας κατηγόρησαν ότι ελάβαμεν μέρος εις τας επιχειρήσεις της καταλήψεως παρά τους διεθνείς κανόνας του πολέμου και επομένως έπρεπε να χυθή αίμα προς αντεκδίκησιν… Και ποιος εδίδαξεν τους χωρικούς Κρήτας τους παλιονόμους σας, τους οποίους σεις κατά πάσαν στιγμήν και δια παν συμφέρον σας παραβιάζετε και καταπατείτε με τα παλιοπάπουτσά σας;

Αλλωστε ευρισκόμεθα εις εμπόλεμον κατάστασιν και είχαμεν γενικήν επιστράτευσιν».

(Από το Ημερολόγιο του 16χρονου Λούλη Παναγιωτάκη, που τον εκτέλεσαν στην Αγιά τον Αύγουστο του 1944. — «Εκθεσις της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη» σελ. 11)

 

ΒΑΣΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ:

–«Η Μάχη της Κρήτης», Αλέκος Ψηλορείτης (Γιώργης Χ. Αγγουράκης), Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις 1965, από όπου και τα αποσπάσματα του Ι.Δ. Μουρέλλου, Η Μάχη της Κρήτης.

 –«Εκθεσις της Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», Δήμος Ηρακλείου, Ηράκλειο 1983.

 Ημεροδρόμος 3 Ιούνη 2020

 

Απόψεις