Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Τσιμέντο στην Ακρόπολη – Το περιβάλλον που ζούμε και δρούμε καθορίζει τις επιλογές μας

του Μανώλη Κλώντζα*

Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πάρα πολύ σύντομη προσπάθεια συμβολής για την κατανόηση των φυσικών, ιστορικών, κοινωνικών συνθηκών μέσα στις..

Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πάρα πολύ σύντομη προσπάθεια συμβολής για την κατανόηση των φυσικών, ιστορικών, κοινωνικών συνθηκών μέσα στις οποίες ήρθε στο φως της δημοσιότητας η παρέμβαση από τις ελληνικές κρατικές δομές στον χώρο της Ακρόπολης των Αθηνών με χρήση τσιμέντου. (Δεν θα γίνει αναφορά στο ιστορικό των αποφάσεων και στην ασυμφωνία λόγων και πράξεων γιατί αυτό έγινε με αρκετές δημοσιεύσεις και με άριστο τρόπο από τους Έλληνες συναδέλφους και ανθρώπους του Πολιτισμού. Δεν υπάρχει λόγος επανάληψης).

Αντίθετα εδώ θα προσπαθήσουμε να επικεντρώσουμε την προσοχή μας σε άλλες πλευρές . Για αντικειμενικούς αλλά και για πρακτικούς λόγους, κυρίως χώρου θα γίνει μια προσπάθεια με πολύ συνοπτικό τρόπο να φτάσουμε σε ορισμένα χρήσιμα συμπεράσματα.

Διαχρονικά από την γένεση του Ελληνικού κράτους αυτό που χαρακτηρίζει την σχέση του με το μνημειακό σύνολο της Ακρόπολης των Αθηνών είναι οι βίαιες παρεμβάσεις στον χώρο. (Καταστροφή των οθωμανικών καταλοίπων, μεσαιωνικού πύργου, νεότερων καταλοίπων κλπ). Παρεμβάσεις και καταστροφές που είχαν να κάνουν με την ανάγκη για επιβολή στην κοινωνία μιας μονολιθικής, ανιστόρητης, και σε μεγάλο βαθμό εθνικιστικής προσέγγισης για την Ακρόπολη. Μια Ακρόπολη που θα αναδείκνυε μια μόνο πλευρά από τον αποκλειστικά κλασικό της χαρακτήρα, εξαφανίζοντας ή περιθωριοποιώντας τον όποιο προϊστορικό, Μυκηναϊκό, Ρωμαϊκό, Χριστιανικό, μεσαιωνικό, Οθωμανικό ή Ρωμέικο χαρακτήρα. Ορισμένα στοιχεία των παραπάνω εποχών ακριβώς λόγω του υλικού τους χαρακτήρα εξακολουθούν να επιβιώνουν και να δηλώνουν την αντικειμενική τους ύπαρξη κόντρα στον χρόνο και την όλη βία που ασκείται συστηματικά πάνω τους εδώ και τουλάχιστον 150 χρόνια. Η βία αυτή μπορεί να κατανοηθεί σε τέσσερα επίπεδα.

Εκτός από το επίπεδο μιας μονολιθικής αρχαιολογικής εθνικιστικής παρέμβασης με τα χαρακτηριστικά που επιδερμικά θίξαμε την εντοπίζουμε:

Στο επίπεδο της φυσικής καταστροφής ως συνέπεια των άναρχων επιλογών και των δομικών αλλαγών στο περιβάλλον που το Ελληνικό κράτος διαμόρφωσε διαχρονικά γύρω και εντός του μνημειακού συνόλου. Από την διαχρονικά πλημμελή αντιμετώπιση του μνημείου με  ακατάλληλες υποδομές και υλικά για ένα τόσο μαζικά επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο.

Στο επίπεδο της βίαιης αποκοπής του μνημείου από την τοπική και ευρύτερη κοινωνία εξαφανίζοντας ή ελαχιστοποιώντας την κοινωνική μνήμη, την αρμονική σχέση του μνημειακού συνόλου με την τοπική κοινωνία. Ανάμεσα στα δύο αλληλεξαρτώμενα «όλα» υψώθηκαν κάγκελα , αλυσίδες, φρουρές κλπ. Πρόσφατα η θέσπιση ακριβών εισιτηρίων απέκοψε με ένα άλλο βίαιο τρόπο το μνημείο από την ζωή των ανθρώπων του. Τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποια θετικά βήματα στην προσβασιμότητα του χώρου από συνανθρώπους μας ορισμένων κατηγοριών ΑΜΕΑ.

Το άλλο επίπεδο είναι αυτό της τουριστικής φωτογραφικής βίας που κατακλύζει τις διάφορες διαφημιστικές καμπάνιες. Το ζήτημα έχει επιστημονικά τεθεί και υπάρχει σε μεγάλο βαθμό ενότητα των απόψεων στην διεθνή επιστημονική κοινότητα. Από την άλλη οι απόψεις των επιστημόνων ούτε είναι δυνατόν να γίνουν πράξη ούτε υπάρχει φυσικά η δυνατότητα μέσα στα σημερινά πλαίσια να γίνει προσπάθεια για κάτι τέτοιο. Αυτό συμβαίνει γιατί τα επιστημονικά συμπεράσματα συγκρούονται με την ίδια την οικονομία και στις κεντρικές επιλογές.

Όλα τα παραπάνω εκτός από τις εύκολα κατανοητές κοινωνικές οικονομικές αιτίες συμβαίνουν κύρια λόγο της απουσίας μιας δημοκρατικής διεπιστημονικής προσέγγισης σε σχέση με τα μικρά και μεγάλα προβλήματα που έχουν να κάνουν με τα μνημεία.

Εδώ κύρια εδράζεται η λανθασμένη ή η προβληματική  προσέγγιση σε σχέση με τα έργα τοποθέτησης σκυροδέματος στον βράχο της Ακρόπολης. 

Ας δούμε το πραγματικό, αντικειμενικό φυσικό πλαίσιο στο οποίο λαμβάνει χώρα η δοσμένη απόφαση- ενέργεια.

Το  μνημειακό σύνολο του βράχου της Ακρόπολης βιάζεται πρώτα από όλα από την υπερσυγκέντρωση τσιμέντου σε όλο το λεκανοπέδιο της Αττικής. Ελάχιστοι χώροι πρασίνου, ελάχιστα μνημεία προστατευμένα από την «τσιμεντένια» βία. Το τσιμέντο είναι ένα υλικό που σε διεθνές επίπεδο βρίσκεται στο στόχαστρο τόσο  ανθρωπιστικών όσο και φυσικών επιστημόνων ακριβώς την σημερινή περίοδο.   Επιλογές παλαιότερων εποχών πρέπει να τις κρίνουμε με βάση τις προσεγγίσεις της εποχής. Από αυτήν την άποψη οι διάφορες παρεμβάσεις που ιστορικά έλαβαν χώρα στον μνημειακό χώρο ή σε άλλα μνημεία δεν μπορούν να κριθούν αρνητικά τουλάχιστον ως προς τα υλικά που επέλεξαν, αν και το 2004 το θέμα του τσιμέντου είχε είδη μπει στον επιστημονικό διάλογο. Η επιλογή της παρέμβασης με τσιμέντο ανεξάρτητα από τα, ίσως και αγνά ελατήρια, μεταφέρει άμεσα την όλη βία, που σταθερά εδώ και χρόνια ασκείται από το δοσμένο τεχνικό υλικό στο περιβάλλον του μνημείου, τώρα και εντός του μνημειακού συνόλου. Κατακλύζει την καρδιά του ίδιου του μνημειακού συνόλου. Από αυτήν την άποψη αποτελεί μια λανθασμένη επιλογή. Το ότι υπάρχει και σήμερα σε κακή κατάσταση τσιμέντο ως επιλογή προηγούμενων ετών δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι αποκτά δια της επαφής με το μνημείο κάποιο ιερό η μόνιμο χαρακτήρα. Η απομάκρυνσή του και η επίλυση των ζητημάτων που σχετίζονται με την πρόσβαση του κοινού, των ζητημάτων που σχετίζονται με την ασφάλεια και την συνέχιση των εργασιών συντήρησης σε νέα βάση – μέσω μιας σύγχρονης, διεπιστημονικής, και ανοικτής στην κοινωνία διαδικασίας αποτελεί αναγκαιότητα. Εξάλλου σε μεγάλο βαθμό αποτελεί και διεθνή πρακτική στην αντιμετώπιση προβλημάτων που σχετίζονται με τέτοια μνημεία παγκόσμιας κληρονομιάς. Κι αν ακόμα σήμερα για αντικειμενικούς λόγους ολοκληρωθεί η παρέμβαση με σκυρόδεμα, δεν θα περάσει πολύς καιρός που η επιστημονική κοινότητα θα επιβάλει μια σύγχρονη λύση. Αλλωστε είναι γνωστό στην επιστημονική κοινότητα ότι τα προηγούμενα χρόνια ανά τον κόσμο μνημεία υπό την UNESCO αλλά και εθνικά ή περιφερειακά μνημεία υπό την πίεση που διαμόρφωνε η όποια εξέλιξη της επιστημονικής οπτικής σε πολλά θέματα, οδηγήθηκαν στο να αντικαταστήσουν υποδομές, υλικά και προσεγγίσεις. Ορισμένα μνημεία χρειάστηκε να αντικαταστήσουν πολύ ακριβές υποδομές ή υλικά.  Όχι τσιμέντο…

Η παρατήρηση που βγήκε επίσημα ότι σύγχρονες μέθοδοι δεν είναι δοκιμασμένες δεν μπορεί να σταθεί καν ως επιχείρημα. Το λιγότερο υποτιμά την επιστημονική κοινότητα. Δεν είχαν την δυνατότητα να το ερευνήσουν πρακτικά πχ μέσα από τα πανεπιστήμια ή μέσω διαφόρων κρατικών ιδρυμάτων;  Αν το έχουν κάνει ας το δημοσιοποιήσουν. Όπως είναι όμως προφανές δεν το έκαναν. Η διεπιστημονική δημοκρατική προσέγγιση ανοικτή όχι σε όλη την κοινωνία , όπως θα ήταν το ορθό, απουσίασε. Απουσίασε όμως και η προσέγγιση βασισμένη στις απόψεις της πολύ μικρής κοινότητας των αρχαιολόγων και των συναφών με τα μνημεία επιστημόνων-κρατικών υπαλλήλων.

Εξάλλου οι αρμόδιες κρατικές αρχές το διακήρυξαν άθελά τους σε όλες τις πτώσεις ξεκάθαρα: στόχος ήταν η πραγμάτωση του οράματος του κ. Κορρέ πράγμα που δεν θα μπορούσε να συμβεί φυσικά (ή δεν θα μπορούσε και μόνο από σεβασμό στους φορείς και συμμετέχοντες μιας τέτοιας διαδικασίας να ειπωθεί) αν η προσέγγιση ήταν διεπιστημονική, δημοκρατική, ανοιχτή στην κοινωνία.  Δεν θα υπήρχαν τέτοιες αντιδράσεις αν τουλάχιστον η ελληνική  επιστημονική κοινότητα είχε από νωρίς  πρόσβαση, εξέφραζε γνώμη και γνώριζε τους όποιους σχεδιασμούς, τις όποιες επιλογές από τεχνική, αρχαιολογική  μουσειολογική και γιατί όχι  από γεωλογική ή από επιστήμες που συνδέονται με ΑΜΕΑ. (Δεν θα έπεφταν στα μάτια της επιστημονικής κοινότητας και των ΑΜΕΑ και ενώ στην πρόσφατη απόφαση γράφεται ρητά ότι δεν εξασφαλίζεται η πρόσβαση των ΑΜΕΑ, λόγω των έντονων κλίσεων, σε τμήματα του προτεινόμενου δικτύου διαδρομών”  να χρησιμοποιούν τώρα ως επιχείρημα την πρόσβαση στους ΑΜΕΑ)!

Παρεμπιπτόντως ο Μ. Κορρες υποστήριξε ότι  “Την κλασική εποχή, οι περισσότερες επιφάνειες στην Ακρόπολη ήταν καλυμμένες με απολύτως επίπεδες διαστρώσεις με μείγμα χαλίκων, αργίλου και ασβέστη (χάριν των οποίων σε πολλές θέσεις ο βράχος είχε απολαξευθεί έως και 20 εκ χαμηλότερα)”.  Γεννάται το ερώτημα σε κάθε αρχαιολόγο γιατί δεν έχει αποκατασταθεί στην βάση της τεκμηρίωση που λογικά για να το υποστηρίζει πρέπει να έχει γίνει…πριν πέσουν τα μπετά…

Η επιστημονική κοινότητα και η κοινωνία λογικά αντέδρασε μη αποδεχόμενη αυθεντίες και επιλογές αποξενωμένες από αυτή. Η επιστημονική κοινότητα και η κοινωνία που έχει αναπτύξει μια σχέση με τα υλικά ή φυσικά  μνημεία του τόπου αντέδρασε άμεσα και πολύ γρήγορα. Αυτό συνέβη όχι τυχαία, αλλά γιατί έχουν πικρή πείρα ειδικά αυτή την τελευταία δεκαετία. Έχουν πικρή πείρα από τις επιστημονικά απαράδεκτες επιλογές στο μετρό Θεσσαλονίκης που γυρίζουν την προστασία μνημείων αλλά και την αρχαιολογία πολλές δεκαετίες πίσω.  Έχουν πικρή πείρα από τις αποφάσεις των υπεύθυνων για την προστασία των μνημείων κεντρικών κρατικών φορέων που βάζουν πλάτη στην τοποθέτηση βιομηχανικών αιολικών πάρκων ακόμα και εντός κηρυγμένων από το ίδιο το κράτος αρχαιολογικών χώρων όπως στον Ισθμό της Ιεράπετρας. Την αναλογία στην κοιλάδα των Μουσών κλπ. Έχουν την πείρα ακόμα και από την υποβάθμιση της ίδιας τους της εργασίας.  Οι κρατικοί υπεύθυνοι δεν μπορούν να επιτίθονται σε μια κοινωνία που αντιδρά σε ζητήματα τέτοιου χαρακτήρα. Δεν μπορεί να στοχοποιούνται οι επιστήμονες υπάλληλοι πρώτα και κύρια γιατί η εργασία τους είναι αυτή που παράγει νέες αξίες και νέα γνώση. Την πληρωμένη ή απλήρωτη εργασία τους κεφαλαιοποιεί το κράτος και ο επιχειρηματικός κόσμος. Σε άλλα μήκη και πλάτη του κόσμου μας η κάθε κριτική γίνεται στον ένα ή στον άλλο βαθμό θετικά αποδεκτή. Καμιά φορά ίσως προσχηματικά και χωρίς δημοκρατική επίφαση, μα σε κάθε περίπτωση ζητείται και αξιολογείται η συμμετοχή, η κριτική, και η ανταλλαγή απόψεων των ειδικών του κλάδου ακόμα και των συναδέλφων φοιτητών.

Εκτός όμως από την παντελή έλλειψη δημοκρατικής διεπιστημονικής προσέγγισης τι είναι αυτό που οδηγεί σε τέτοιες βίαιες ή λανθασμένες  επιλογές ακόμα και από κορυφαίους επιστήμονες;

Είναι ακριβώς το περιβάλλον που ζούμε και δρούμε. Αυτό το περιβάλλον είναι που διαμορφώνει τις όποιες επιλογές μας. Το περιβάλλον  φυσικά ορίζεται σε πολλά επίπεδα. Δεν είναι δυνατόν να πιάσουμε εδώ όλες τις παραμέτρους. Ας δούμε όμως το περιβάλλον γύρω μας ως μέρος του «είναι» μας, ως κάτι που το διαμορφώνουμε με την καθημερινή μας εργασία και που παράλληλα μας διαμορφώνει. Φτάνουμε μάλιστα στο σημείο να θεωρούμε ως λίγο-πολύ φυσικό υλικό το βιομηχανικό τσιμέντο. Να θεωρούμε ως φυσική κατάσταση την ηχορύπανση, την βιασύνη και το άγχος,  τον κόσμο των γραφείων και του πλαστικού φαγητού, των σκουπιδιών, της γρήγορης ατάκας. Να θεωρούμε την ταυτόχρονη συνύπαρξη ακραίας φτώχειας και πλούτου όπως και το δικαίωμα ορισμένων ελίτ στον καθορισμό των επιλογών σε σχέση με τον χώρο που ζούμε και δρούμε.  Να βλέπουμε από την άλλη πλευρά και ιδιαίτερα σε αστικό περιβάλλον ως μη κατανοητό ή ολότελα ως «κουζουλάδα» ορισμένων «γραφικών» να υπερασπίζονται π.χ. μνημεία του χώρου που ζουν την στιγμή που δεν τα έχουν δει ποτέ στην ζωή τους. Ακόμα περισσότερο άλλοι στην επαρχία με αντίθετη οπτική στο φυσικό ιστορικό τοπίο που τους καθορίζει να υπερασπίζονται με ανάλογη «κουζουλάδα» τις αρχαίες ελιές τους οι οποίες μόνο με παραπάνω κόστος και κόπο τους ανταμείβουν,  τις ξερολιθιές τους. Τα αρχαία ή νεότερα,  πολύ γνωστά ή λιγότερο γνωστά μνημεία του τόπου τους ακόμα και την γλώσσα ή τα ακούσματα των γονιών τους. Τι είναι αυτό αλήθεια που προκαλεί όλη αυτή την «κουζουλάδα»; Πολύ απλά βλέπουν την όλη βία να τους αλλάζει την φύση τους, την ζωή τους. Το «είναι» τους. Αυτός είναι ένας εξίσου σοβαρός λόγος γιατί η κεντρική κρατική προσέγγιση, ο τρόπος λήψης αποφάσεων, ή η όλη φιλοσοφία προσέγγισης ή ακόμα και το ίδιο το υλικό παρέμβασης προκαλεί αντιδράσεις σε πλατιά λαϊκά στρώματα. Ας σκεφτούμε ότι σε αντίστοιχες επιλογές πριν 10-20 χρόνια τέτοια ζητήματα δεν έβρισκαν χώρο παρά στα ψιλά μιας ή δύο εφημερίδων. Από την μία υπάρχει λοιπόν η εξελιγμένη, η διαφορετική οπτική της ίδιας της επιστήμης σε σχέση με το τσιμέντο από την άλλη όμως η ειδοποιός αλλαγή εδράζεται στην πηγαία αντίδραση πλατιών στρωμάτων  της κοινωνίας για τους παραπάνω εύκολα σχετικά διακριτούς λόγους.

Με τα ίδια «εργαλεία» και μεθοδολογία που εξηγούσε ο  Πουλιανός την πορεία των αρχαίων προγόνων μας από την ζωώδη στην ανθρώπινη όρθια εξέλιξή τους, με τα ίδια εργαλεία που εξηγούμε την γένεση της φιλοσοφίας και της επιστήμης στην αρχαία Ελλάδα, με τα ίδια εργαλεία ας προσεγγίσουμε και το σήμερα.  Η  σημερινή, κεντρική, απόλυτα λάθος προσέγγιση στο δοσμένο μνημειακό σύνολο  ή στα μνημεία θα ξεπροβάλει ξεκάθαρα στα μάτια μας.

Ας τα σκεφτούμε αυτά με γνώμονα το καλό των μνημείων ως μέρος του «είναι» μας. Ως ανώτατη μορφή της υλικής έκφραση του ιδρώτα και της σκέψης των προγόνων μας όλων των προϊστορικών και ιστορικών εποχών έως και σήμερα,  που αποτελούν σε τελική ανάλυση μέρος της ίδιας μας της φύσης.

Είναι κατάντια να γίνονται άσχημες  επιθέσεις προσωπικά στοχευμένες είτε για την υπουργό από την μια μεριά είτε κατά και του τελευταίου φοιτητή που λέει δημόσια την άποψη του από την άλλη. Αντιβαίνουν στον ανθρωπιστικό χαρακτήρα της αρχαιολογίας ως επιστήμης όπως και των άλλων επιστημών που συνδέονται με τα μνημεία και με τον άνθρωπο ιστορικά.

Υστερόγραφο

Ζω σε μια χώρα που όλοι σχεδόν οι αρχαιολόγοι και οι γύρω από τα μνημεία επιστήμονες ήταν και είναι αγαπημένοι μεταξύ τους . Βοηθάει ο ένας τον άλλο στην ερευνά του και ειδικά όλοι μαζί προσπαθούν να βοηθούν τους νέους τους συναδέλφους κατά τον ίδιο τρόπο που προσπαθούν να αναδείξουν τα μνημεία.  Αν και η κρίση ή καλύτερα ο χαρακτήρας της οικονομίας το τελευταίο διάστημα έχει αλλάξει πολλά εντούτοις αυτό αποτελεί ακόμα μια σταθερά.

Δεν μπορεί να διαρρέει από κορυφαίους κρατικούς παράγοντες ότι εκείνοι που αντιδρούν (πολλοί απ’ αυτούς κρατικοί υπάλληλοι) έχουν σχέση με τους κουκουλοφόρους με εκείνους τους μπαχαλάκιδες θρασύδειλους βιαστές της προσωπικότητας του κάθε ανυπεράσπιστου ανθρώπου. Εμείς ως ανθρωπιστικοί επιστήμονες γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά ποιοι φορούσαν και φορούν κουκούλες ιστορικά. Έχουμε μάθει μεταξύ άλλων να κάνουμε με μεθοδολογικά ορθό τρόπο και ιστορικές αναγωγές. Οι αγωνιστές του λαού μας ποτέ δεν φόρεσαν κουκούλες. Ακόμα και στον θάνατο πήγαιναν με ανοιχτά τα μάτια. Ξέρουμε πολύ καλά με ποιους συνδέονται οι κουκούλες.

Η σκέψη όλων των αρχαιολόγων κυρίως αυτές τις μέρες, σε όλο τον κόσμο, βρίσκεται στην κορύφωση του αγώνα για την διάσωση των μνημείων του Μετρό Θεσσαλονίκης απ’ τα οποία όπως και από την δουλειά των συναδέλφων εκεί είχαμε εντυπωσιαστεί κατά την επίσκεψη μας και ευελπιστούμε οι δικαστικές αρχές να επιτελέσουν το καθήκον τους ώστε να μην επιτραπεί ο βιασμός και η καταστροφή του μνημειακού συνόλου, ώστε να κερδίσει η επιστήμη, η κοινωνία αλλά και το ηθικά ορθό όπως έγινε και μη την πρόσφατη  δίκη της εγκληματικής φασιστικής συμμορίας. Επίσης η σκέψη μας βρίσκεται και στο μνημείο της «Χώρας» στην Τουρκία όπου και εκεί η διεθνής αρχαιολογική κοινότητα, ο κόσμος του πολιτισμού, δίνει μια τεράστια μάχη κατά μιας άλλης έκφρασης της βαρβαρότητας. Του φονταμενταλιστικού σκοταδισμού! Η σκέψη μας είναι δίπλα στους ανθρώπους,  στα μνημεία και στους συναδέλφους στο ευρύτερο νότιο Αιγαίο που ανεξάρτητα από υπηκοότητες, θρησκεύματα , και πολιτικούς διαχωρισμούς αντιμετωπίζουν τα ίδια ακριβώς προβλήματα.Η σκέψη μας βρίσκεται επίσης κοντά στους ανθρώπους και στα μνημεία της περιοχής του Ναγκόρνο Καραμπάχ που βιώνουν και δέχονται τα υλικά αποτελέσματα του εθνικισμού.

Μανώλης Κλώντζας, Αρχαιολόγος
Έδρα Αρχαιολογίας και Μουσειολογίας-Unesco MASARYK University

Ερευνητικό Επιστημονικό Κέντρο ARCHAIA Brno

Σχετικά θέματα

Απόψεις