Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ο αθηναϊκός 5ος αι. π.Χ. υπό το βλέμμα μιας εταίρας

Θοδωρής Καλλιφατίδης, Τιμάνδρα. Σκηνοθεσία: Χρύσα Καψούλη. Θέατρο ΕΛΕΡ

Ο Θοδωρής Καλλιφατίδης, γεννημένος στους Μολάους το 1938, μετανάστευσε στη Σουηδία το 1964, όπου σπούδασε φιλοσοφία, εργάστηκε ως καθηγητής, έκανε οικογένεια και μένει μόνιμα εκεί, θεωρούμενος ως ένας από τους σημαντικότερους Σουηδούς συγγραφείς. Προηγουμένως, στην Αθήνα, είχε τελειώσει το Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, ενώ δεν είχε γίνει δεκτός στο Πανεπιστήμιο, για πολιτικούς λόγους.

Πολλά από τα έργα του είναι γραμμένα στα σουηδικά, κάποια ωστόσο, τα έγραψε πρώτα στα ελληνικά, μεταξύ των οποίων και την Τιμάνδρα. Έχει τιμηθεί με πολλά βραβεία, μεταξύ των άλλων με το Μέγα Βραβείο Μυθιστορήματος της Σουηδίας (1981), ενώ και στην Ελλάδα βραβεύτηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας κ.ά. Στα έργα του έχει ασχοληθεί, μεταξύ άλλων, με τη ζωή των μεταναστών, ενώ αίσθηση είχε αποτελέσει παλιά στο ελληνικό κοινό η προβολή της ταινίας Με λένε Στέλιο, που βασιζόταν σε δικό του έργο.

Η Τιμάνδρα είναι μια γνωστή εταίρα των Αθηνών, της οποίας η σχέση της με τον Αλκιβιάδη υπήρξε καθοριστική για τη ζωή της, ενώ  στάθηκε δίπλα του μέχρι το τέλος του, τη δολοφονία του στην Φρυγία το 404 π.Χ.  Πρόκειται για ένα αμιγώς ιστορικό μυθιστόρημα, το οποίο, μέσω του προσώπου της Τιμάνδρας, αναφέρεται σε όλα τα γεγονότα που στιγμάτισαν την Αθηναϊκή Δημοκρατία, ειδικά κατά την περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου, στον οποίο η συμβολή του Αλκιβιάδη υπήρξε καθοριστική είτε με τις νίκες του ως στρατηγού είτε με τις «προδοσίες» του. Ταυτόχρονα, μέσω κυρίως του Αλκιβιάδη, θα έρθει σε επαφή και θα γνωρίσει φιλοσόφους, όπως τον Σωκράτη, τον πλέον επιστήθιο φίλο του Αλκιβιάδη και δάσκαλό του, και ταυτόχρονα την κίνηση των φιλοσοφικών ιδεών της αρχαίας Αθήνας.

Στο κείμενο, επομένως, συνυπάρχουν και εναλλάσσονται τα ιστορικά γεγονότα της εποχής, οι φιλοσοφικές ιδέες όσο και η λατρεία της Τιμάνδρας για τον Αλκιβιάδη, καθώς είναι δίπλα του στη δόξα και στην κατάρρευσή του, ακόμα και μετά τον γάμο του με την Ιππαρέτη και την απόκτηση των παιδιών τους. Συναισθήματα, ερωτισμός, φιλοσοφικοί στοχασμοί και πολιτικές θέσεις απέναντι στην ιστορία διαπλέκονται στην αφήγηση, αναδεικνύοντας τον λόγο της Τιμάνδρας πολυφωνικό, ταυτόχρονα επικό, συγκινησιακά φορτισμένο, ερωτικό, ένα κράμα που αντανακλά ή εκπηγάζει από τη σχέση της με τον Αλκιβιάδη, τα ίδια τα έργα και τις ημέρες του.

Η Χρύσα Καψούλη, η οποία ανέλαβε τη σκηνοθεσία, προχώρησε, μαζί με τον Γιάννη Τσαπαρέγκα, και στη δραματουργική μετάπλαση του πρωτοπρόσωπου μυθιστορηματικού λόγου του Καλλιφατίδη σε δραματικό. Θέλοντας να δείξει τις πολλαπλές όψεις της Τιμάνδρας, τη ρευστότητα του προσώπου της εσωτερικά και εξωτερικά, μοίρασε τον μονόλογο σε τρεις ικανές όσο και διαφορετικές υποκριτικά και εμφανισιακά (ξανθή, μελαχρινή, κοκκινομάλλα) ηθοποιούς, οι οποίες συνυπάρχουν επί σκηνής και αναλαμβάνουν, με διαφοροποιημένο  ύφος η κάθε μία, αποσπάσματα της αφήγησης με επαναλαμβανόμενες χρονικές προλήψεις και αναλήψεις, ήτοι με μια αφήγηση χωρίς χρονική σειρά των γεγονότων. Σε αυτή εναλλάσσονται προσωπικές/συναισθηματικές εικόνες με απαρίθμηση ιστορικών καταστάσεων και συμβάντων, αλλά και έντονες ερωτικές εξιστορήσεις, όπως αυτή ενός ερωτικών οργίων πλατωνικού σπηλαίου, στο οποίο οδηγείται η Τιμάνδρα από τον ίδιο τον Αλκιβιάδη.

Είναι προφανές ότι η Δήμητρα Χατούπη, ως υποκριτικό πολυεργαλείο, αναλαμβάνει ως επί το πλείστον τις πλέον συναισθηματικές εικόνες με πλήθος φωνητικών αποχρώσεων, εκφράσεων, δουλεμένης κίνησης, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τον υπόγειο δυναμισμό του προσώπου και δεσπόζοντας στη σκηνή. Δίπλα της, η Βάλια Παπαχρήστου  εκπροσωπεί περισσότερο την ερωτική διάσταση της Τιμάνδρας, την οποία υλοποιεί με τη θαυμάσια κινησιολογία/χορογραφία της με ένα ακμαίο όσο και εύπλαστο σώμα, δικαιολογώντας την προσκόλληση σε αυτήν του Αλκιβιάδη μέχρι τη δολοφονία του. Πιστεύω, ωστόσο, ότι η διδασκαλία ως προς την εκφορά του λόγου της, αναμφισβήτητα καθαρού όσο και ευκρινούς, θα έπρεπε να διαθέτει περισσότερες ερωτικές αποχρώσεις, συμβαδίζοντας έτσι με την όλη σκηνική κινησιολογία της, ειδικά από τη στιγμή που τον αμιγώς απαγγελτικό λόγο είχε αναλάβει η τρίτη ηθοποιός, η Νάνα Παπαδάκη, αφηγούμενη με επικούς τόνους κυρίως τα ιστορικά γεγονότα.

Αυτό που μου έλειψε από τη σκηνική συνύπαρξη των τριών ηθοποιών/εκδοχών της Τιμάνδρας ήταν η απουσία μιας μεταξύ τους επαφής, ώστε να δημιουργείται η μεταξύ τους σύζευξη, να γεννιέται η μία μέσα από την άλλη. Στην απλούστερη μορφή του, κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επιτευχθεί αν η μία αναλάμβανε να ολοκληρώσει τον λόγο που η προηγούμενη άρχιζε, αλλά άφηνε μετέωρο, πατώντας πάνω στην τελευταία λέξη ή συλλαβή.

Δραματουργικά, επίσης, αν και οι εναλλαγές μεταξύ προσωπικών και ιστορικών αφηγήσεων διασκέδαζαν μια τυχόν μονοτονία, κάποιες εικόνες, όπως αυτή του ερωτικού σπηλαίου, έμοιαζε να προκύπτουν ασύνδετες με το κλίμα εκείνων που είχαν προηγηθεί, δηλαδή χωρίς ένα είδος πρότερης ζεύξης. Επίσης, παρόλο που ο άθλος σύντμησης του μυθιστορήματος σε θεατρικό κείμενο είναι αναντίρρητος, η παράσταση θα είχε περισσότερο ωφεληθεί αν είχε μικρότερη διάρκεια.

Ο λιτός σκηνικός χώρος με τα μεγάλα πουφ και τις αέρινες κουρτίνες στο βάθος, που εμπνεύστηκε η Άση Δημητρολοπούλου, εμπλουτιζόμενος με σκηνικά αντικείμενα όπως μπίλιες ή κόκκινα μήλα, αναδείχτηκε αποφασιστικά από τους υπέροχους φωτισμούς του Γιώργου Αγιαννίτη, οι οποίοι κινήθηκαν σε μεγάλη γκάμα χρωματικών αποχρώσεων. Τα αέρινα παλ κοστούμια της σκηνογράφου εντάσσονταν απόλυτα στην ατμόσφαιρα, με εξαίρεση εκείνο της Παπαδάκη, το οποίο, για ανεξήγητο λόγο, ακολουθούσε μια τελείως διαφορετική ενδυματολογική γραμμή ως προς το ύφος και το λευκό του χρώμα. Η επιμέλεια κίνησης ήταν της πάντα αξιόλογης χορογράφου Βάλιας Παπαχρήστου. Ιδιαίτερα επιτυχημένες οι μουσικές επιλογές της Κατερίνας Κέντρου.

Η Χρύσα Καψούλη σκηνοθέτησε με σωστούς ρυθμούς και αισθητική αρτιότητα ένα μυθιστορηματικό κείμενο σύνθετο και δύσκολο στη σκηνική του μετάπλαση, βοηθούμενη από τις τρεις καλές ηθοποιούς της, με, αναμφισβήτητα, μέγα ατού την πολυσχιδή υποκριτική δεινότητα της Δήμητρας Χατούπη.

Οι φωτογραφίες είναι της Κατερίνας Τζιγκοτζίδου.

 

 *Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών. Τελευταίο βιβλίο του:
Θεόδωρος Τερζόπουλος. Ο σκηνοθέτης στο μεταίχμιο, 24γράμματα, 2024.

 

Απόψεις