Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Το ανυπέρβλητο άλγος του δημιουργού

Γιάννης Μαυριτσάκης, Rayman ούρλιαξε. Σκηνοθεσία: Περικλής Μουστάκης. Θέατρο Σφενδόνη

Ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους θεατρικούς μας συγγραφείς, ο Γιάννης Μαυριτσάκης, επανέρχεται στη θεατρική σκηνή με ένα αποκρυφικό όσο και αποκαλυψιακό του κείμενο, το Rayman ούρλιαξε (εκδόσεις Αθηνά Σοκόλη, 2023). Ένας τίτλος που λειτουργεί αμφίσημα, αφού δεν είναι σαφές αν πρόκειται για μια διαπίστωση ή προσταγή, ενώ η απουσία άρθρου ως προσδιοριστικού μπροστά από το παράξενο όνομα ή ενός «προστακτικού» σημείου στίξης στο τέλος εντείνει την αμφισημία.

Ο «άνθρωπος ακτίνα» δεν είναι παρά ένας επιστήμονας στον προθάλαμο της καθυστερημένης, κατά την άποψή του, βράβευσης με ένα σημαντικό βραβείο, βράβευση την οποία υποδέχεται με ανάμικτα συναισθήματα ως προς αν πρέπει να την αποδεχτεί  ή όχι, όντας ο ίδιος αποτραβηγμένος εδώ και καιρό από τον κόσμο, πάσχων σχεδόν από αγοραφοβία. Ο μακροσκελής λόγος του είναι ο λόγος που υποτίθεται ότι εκφέρει τελικά μπροστά στην Επιτροπή βράβευσής του και στους συναδέλφους του και περικλείει με λεπτομέρειες όλη την εσωτερική του αμφιθυμία μέχρι να απαντήσει θετικά στην προτεινόμενη από την Επιτροπή τιμή. Περικλείει όχι μόνο τις υποχόνδριες πρακτικές προετοιμασίες του για την έξοδό του από το άνδρο του, αλλά και την αυτοκριτική του: αν και καταλήγει ότι τελικά το βραβείο του αξίζει έναντι των συνυποψηφίων του, αναρωτιέται κατά πόσο θα έπρεπε, για να πιστοποιήσει την αξία του, να παρουσιάσει ενώπιον όλων μια νέα θεωρία που να καταπλήξει τους παρευρισκομένους, κάτι ωστόσο ανέφικτο.

Και αν ο Rayman εκφέρει έναν ήδη επιτελεστικό λόγο, δηλαδή έναν λόγο που οδηγεί στην πράξη, ένα άλλο πρόσωπο που διακόπτει την αφήγησή του, έρχεται να αμφισβητήσει τις λεκτικές του πράξεις. Πρόκειται για έναν τυχαίο Οδηγό, ο οποίος διακρίνει τον άνθρωπο σε ένα σκοτεινό δρόμο και προσφέρεται να τον οδηγήσει στον τόπο προορισμού του, μέσω, όμως, μιας χαώδους διαδρομής που ο ίδιος ο Rayman επιβάλλει. Έως ότου, σε μια αναγκαία στάση, ο Οδηγός θα διακρίνει τον Rayman να ατενίζει τον ουράνιο θόλο και μετά από λίγο, βγάζοντας ένα ουρλιαχτό, να χάνεται από προσώπου γης. Η μαρτυρία του Οδηγού ανατρέπει έτσι την υπόθεση ότι ο λόγος που εκφέρει όλη αυτή την ώρα ο Rayman εκφωνήθηκε στην τελετή βράβευσής του, αφού ποτέ δεν έφθασε σε αυτήν.

Αυτή την παράδοξη εμπειρία διηγείται ο Οδηγός σε μια γυναίκα Συνοδηγό του, σε μια άλλη διαδρομή, όταν αυτή, μέσω του ελεύθερου συνειρμού λέξεων, θα θυμηθεί έναν παλιό της εραστή ζογκλέρ και λίγο μετά, ανεξήγητα επιθετική προς τον Οδηγό, σαν η αφήγησή του να της προκάλεσε οργανική αναταραχή, φωνάζει ότι χάνει το δέρμα της, μετουσιώνεται σε κάτι άλλο.

Παράλληλα, ο Rayman, αφηγείται (συμπληρώνοντας έτσι το κενό που δημιούργησε η ξαφνική του εξαφάνιση) πως εξακτινώθηκε στην Ανδρομέδα, αντίκρυσε εκεί το εξωγήινο είδωλό του, ενώ στο δωμάτιο του, η μοναδική του συντροφιά, μια ορχιδέα σε γλάστρα, πνέει τα λοίσθια αποβάλλοντας το νερό, για να αισθανθεί σε λίγο ότι οι σάπιες ρίζες της περνούν μέσα του, διατρέχουν το σώμα του, μεταλλάσσοντάς τον.

Αν σε πρώτη ανάγνωση το έργο θέτει το πρόβλημα της δημιουργίας, πνευματικής και καλλιτεχνικής, την αγωνία του δημιουργού για αναγνώριση και καθιέρωση και ταυτόχρονα την αυτο-αμφισβήτησή του, δηλαδή το τεράστιο αυτό άλγος του κάθε δημιουργικού νου, σε ένα δεύτερο επίπεδο θέτει σε προβληματισμό τις «τιμές αληθείας» του εκφερόμενου λόγου. Ο λόγος του Μαυριτσάκη, πληθωρικός και περίτεχνος, παραπέμποντας σε σύγχρονους Γάλλους δραματουργούς, όπως ο Κολτές ή ο Μινιανά, αφήνει, μέσα στην απόλυτη σαφήνειά του, να παρεισφρήσει το ανορθολογικό, το υπερβατικό που δημιουργεί ένας σε πνευματική υπερένταση νους.

Θα έλεγε κανείς ότι αυτές οι σωματικές μεταλλάξεις που μπορεί να βιώνει τόσο ο Rayman όσο και η Συνοδηγός θα δικαιολογούνταν ίσως από την κατανάλωση ναρκωτικών ουσιών. Αυτό, ωστόσο, που λειτουργεί και στις δύο περιπτώσεις ως ναρκωτικό είναι ο ίδιος ο λόγος και εδώ θριαμβεύει η  επιτελεστική του λειτουργία: για τον μεν  Rayman  είναι ο δικός του εκφερόμενος λόγος, ενώ για την Συνοδηγό είναι ο αφηγηματικός λόγος του Οδηγού, ο οποίος, εν αγνοία του, επιφέρει αυτό το αποτέλεσμα. Η δύναμη του λόγου προκαλεί τη σκέψη, σωματοποιείται, γίνεται αποκαλυψιακός.

Ο Περικλής Μουστάκης αναμετράται σκηνοθετικά με ένα υπερβατικό κείμενο, δημιουργώντας μια σκηνική τελετουργία, η οποία κρατά το κοινό καθηλωμένο έως το τέλος. Τους θεατές υποδέχονται οι εντυπωσιακές άριες της υψιφώνου Λητώς Μεσσήνη, η οποία θα είναι παρούσα σε όλη την παράσταση με τις φωνητικές της παρεμβάσεις, έως το τέλος, όταν, υπερυψωμένη σε ένα βάθρο που το κάλυπτε ένα τεράστιο εντυπωσιακό φόρεμα, θα κλείσει την παράσταση με ένα ύμνο από τον Μεσσία του Χέντελ – με τον οποίο, άλλωστε, λέει ο Rayman, ότι κλείνει τη δική του «ομιλία» στην τελετή βράβευσης. Συμμετέχουμε έτσι, ως θεατές, στην επί σκηνής επιτελεστικότητα ενός «ψευδούς» λόγου.

Σε ένα στρογγυλό βάθρο στέκεται ο Rayman με ρούχα και μαλλιά ασβεστωμένα, παραπέμποντας, ως εικόνα,  στον μονόλογο του Paolo Musio, όταν ερμήνευε τον οραματικό, επιθανάτιο ρόγχο του ήρωά του στην Έρημο του Michaelstaedter, σε σκηνοθεσία Θεόδωρου Τερζόπουλου. Η αμφίεση, άλλωστε, αυτή, έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την περιγραφή της ενδυματολογικής φροντίδας που ο ίδιος λέει ότι έκανε, κατά την προετοιμασία της βράβευσής του.  Ο Χάρης Φραγκούλης με υποχθόνια αρχικά φωνή, με διαφορετικές φωνητικές αποχρώσεις στη συνέχεια, έδωσε στην αινιγματική όσο και εσωτερικά πάσχουσα περσόνα του Rayman μια καθηλωτική ερμηνεία όντας στη  ουσία ακίνητος, αλλά υποβάλλοντας μέσω της δύναμης του λόγου την κινητικότητά του, έως και την «εκτόξευσή» του στο σύμπαν. Επιβεβαιώνει έτσι, για άλλη μια φορά, το πόσο σημαντικός ηθοποιός είναι.

Ευχάριστη έκπληξη η ερμηνεία του Κώστα Νικούλι στον ρόλο του Οδηγού, ο οποίος επιβάλλει με σθεναρό λόγο τη δική του αφήγηση/τομή σε εκείνη του Rayman, μεταπίπτοντας σε καθημερινές φωνητικές  αποχρώσεις στους διαλόγους του, μετά την είσοδο, στη δραματική εξέλιξη, της Συνοδηγού. Η είσοδος της τελευταίας στον διάλογο αποκαλύπτει μόνον τότε τον πραγματικό αποδέκτη της αφήγησής του Οδηγού. Οι συνηχήσεις που προκαλούνταν, ανά διαστήματα, σε λέξεις του από τη φωνητική παρέμβαση της Λητώς Μεσσήνη, δημιουργούσαν ένα ηχητικό τοπίο, που έδινε υπερβατικές προεκτάσεις στον λόγο.

Η Φραγκίσκη Μουστάκη, στον ρόλο της Συνοδηγού, από τη στιγμή που, με ανεξήγητο τρόπο, περνά στη μετάλλαξη, περιπίπτει σε μια ενδιαφέρουσα εξπρεσιονιστική λεκτικά και σωματικά ερμηνεία, ως σε κατάσταση έκστασης, θυμίζοντας εν μέρει την υποκριτική γραμμή του «Θεάτρου Άσκηση» που διηύθυνε παλαιότερα ο Περικλής Μουστάκης.

Στο κέντρο της σκηνής, μια διαφανής δεξαμενή με νερό θα υποδεχτεί στο τέλος το σώμα του Rayman, παραπέμποντας πλέον στην ανάγκη του για νερό μετά τη μετάλλαξή του σε ορχιδέα. Το νερό, άλλωστε, επανέρχεται στο κείμενο με διαφορετικές ευκαιρίες, ακόμη και με τη μορφή του χιονιού. Τα λιτά, λειτουργικά σκηνικά, όπως και τα κοστούμια είναι της Νίκης Ψυχογιού, οι υποβλητικοί φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου, ενώ η καταπληκτική μουσική που συνοδεύει όλη την παράσταση με συχνά εξώκοσμους ήχους είναι του Τηλέμαχου Μούσα.

Ο Περικλής Μουστάκης πέτυχε να δώσει σκηνικά τον μυστικισμό του κειμένου, όπως και την εισβάλλουσα μεταφυσική του διάσταση, με μελετημένη στη λεπτομέρεια διδασκαλία και σκηνική σύνθεση, δημιουργώντας, όπως είπα και στην αρχή, μια καθηλωτική παράσταση. 

Οι φωτογραφίες είναι της Ματθίλδης Τούμπουρου.

 

*Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών. Τελευταίο βιβλίο του:
Θεόδωρος Τερζόπουλος. Ο σκηνοθέτης στο μεταίχμιο, 24γράμματα, 2024.

 

Απόψεις