Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Το θρίλερ της επιβίωσης

Ο Γιάννης Τσίρος («Αξύριστα πηγούνια», «Αόρατη Όλγα», «Ελεύθερα Ύδατα») επανέρχεται, με τον «Άγριο σπόρο», στην προσφιλή του τεχνική του αστυνομικού..

Ο Γιάννης Τσίρος («Αξύριστα πηγούνια», «Αόρατη Όλγα», «Ελεύθερα Ύδατα») επανέρχεται, με τον «Άγριο σπόρο», στην προσφιλή του τεχνική του αστυνομικού θρίλερ θίγοντας σε ένα δεύτερο, και σημαντικότερο επίπεδο, κοινωνικά ζητήματα που αφορούν προκαταλήψεις απέναντι στον «άλλο», είτε αυτός είναι ξένος είτε ακολουθεί μια «αντικανονική» συμπεριφορά που τον περιθωριοποιεί. Όμως, ο Τσίρος, στη συγκεκριμένη περίπτωση, βάζοντας στο επίκεντρο ένα άτομο με παρεκκλίνουσα συμπεριφορά που το ίδιο αντιλαμβάνεται ως θεμιτή και δίκαιη μοιάζει να μιλάει μεταφορικά για την ίδια την σύγχρονη Ελλάδα, για τον τρόπο που ως κράτος έμαθε να διοικείται και να επιβιώνει και που, ξαφνικά, βρίσκεται υπόλογη απέναντι σε τρίτους (Ευρωπαίους) που η ορθολογιστική τους αντίληψη δεν αποτρέπει, αντίθετα ενισχύει, τις προϋπάρχουσες προκαταλήψεις σε βάρος της. «Άγριος σπόρος», με αυτή τη λογική, είναι όχι συγκεκριμένος Έλληνας αλλά ολόκληρη η Ελλάδα, ατίθαση, λάθρα επιβιώσασα για σειρά ετών, με νόμους ανεφάρμοστους, στο κενό δικαίου, αναπτυσσόμενη χωρίς λίπασμα και φροντίδα, ανεξέλεγκτα. Έως ότου προκύψει το μη αναμενόμενο και όλα ανατραπούν.

Foto 1 - Άγριος Σπόρος

«Αυτοφυής» παρανομία

Ο Σταύρος έχει παράνομη καντίνα με χοιρινά σουβλάκια από δικό του χοιροστάσιο σε μια ανεκμετάλλευτη τουριστικά παραλία απ’ όπου όμως δεν λείπουν οι ξένοι παραθεριστές που καταλύουν στο παραπλήσιο χωριό του. Ο γνωστός γραφειοκρατικός κυκεώνας με τα κενά του δεν του έχουν επιτρέψει να πάρει άδεια για την καντίνα, η επίσης γνωστή ρουσφετολογία είναι η οδός μέσω της οποίας την αναμένει. Οι τοπικές αρχές κάνουν τα στραβά μάτια, από την άλλη πιέζουν για το νομότυπο των αποδείξεων. Η χαλασμένη ταμειακή μηχανή, το πρόσθετο λίπος στα σουβλάκια, το πολυχρησιμοποιημένο τηγανόλαδο στις πατάτες, η μουχλιασμένη φέτα είναι συνειδητές όσο και αυτονόητες συνθήκες διαχείρισης της καντίνας που θεωρούνται μέσον επιβίωσης του ίδιου και της οικογένειας για τον άνυδρο οικονομικά χειμώνα. Εκμετάλλευση του τουρίστα, σίγουρα. Αλλά, για τον Σταύρο, μικρή η παρανομία σε σχέση με αυτή που επικρατεί στους μεγαλοκαρχαρίες με την αδήλωτη εργασία και άλλα πολλά. Η παρανομία αντιμετωπίζεται ως «αυτοφυής» όπως η καντίνα, όπως ο ίδιος, φυτεμένος χρόνια τώρα στο παραθαλάσσιο τοπίο. Σαν «άγριος σπόρος».

Ο ίδιος, άπλυτος, απεριποίητος, ελάχιστα επαγγελματίας, σκοτώνοντας μύγες, όμως έξω καρδιά, έτοιμος να κεράσει τα ούζα, να χορέψει, στην ουσία βιοπαλαιστής αλλά με τους δικούς του ρυθμούς. Αλλά και σφαγέας γουρουνιών που τα σκουξίματά τους, χώρια η βρόμα του χοιροστάσιου, αναστατώνουν το χωριό, δηλαδή ειδικά τους ξένους που αγόρασαν εκεί σπίτια για εξωτικό παραθερισμό. Και βάζουν κλασική μουσική που υπερκαλύπτει τα σκουξίματα. Ο Σταύρος τους ειρωνεύεται: αυτός έτσι έχει μάθει να κινείται, έξω από (άγνωστούς του) κανόνες. Κι άλλωστε, όταν βουλώνει ο βόθρος τους και βρομά ο τόπος, αυτός διαμαρτύρεται; Ο Σταύρος εκπροσωπεί την παλιάς κοπής ανεκτικότητα για τον άλλο και το ίδιο απαιτεί για τον εαυτό του.

Foto 2 - Άγριος Σπόρος

Δίπλα του, η κόρη του Χαρούλα, τον βοηθάει, τον συμπονάει, τον επιπλήττει. Μια άλλη γενιά, περισσότερο συνειδητοποιημένη ως προς την τήρηση κανόνων, που από φιλότιμο και ανάγκη συμπορεύεται. Αντίθετα με τη σύζυγο που εγκαταλείπει αυτή τη ζωή για την Αθήνα, που ζητάει διαζύγιο.

Τον χαρακτηριστικό ωχαδερφισμό του Σταύρου θα ταράξει το γεγονός της εξαφάνισης ενός εικοσάχρονου Γερμανού που για κάμποσες μέρες κοιμόταν στην παραλία, έτρωγε στην καντίνα, κολυμπούσε γυμνός, έκανε παρέα με τη Χαρούλα. Η λογική τού ότι αποχώρησε για άλλον τόπο κλονίζεται όταν καταφτάνουν από τη Γερμανία οι ανήσυχοι γονείς του, μαζί με Γερμανό ντετέκτιβ, κινητοποιώντας τις αρχές έρευνας στην Αθήνα. Η παραλία κλείνει, οι έρευνες αρχίζουν με πρώτους «ύποπτους» τον Σταύρο και τη Χαρούλα που τον είδαν τελευταίοι, από τους οποίους θα ζητηθούν επανειλημμένες καταθέσεις. Το αστυνομικό θρίλερ μόλις αρχίζει.

Ο σφαγέας

Το έργο αρχίζει με τον Σταύρο να περιγράφει τη διαδικασία που ακολουθεί όταν σφάζει γουρούνια. Στην παράσταση, η περιγραφή του γίνεται βιντεοσκοπημένη καθώς πρόκειται για συμβάν εν μέσω της ιστορίας. Ωστόσο, η αγριότητα της πράξης, σε συνδυασμό με την αποστασιοποιημένη, «επαγγελματική» περιγραφή του Σταύρου προκαταλαμβάνει τον θεατή -ταυτίζοντας την οπτική του με εκείνη των Γερμανών αποδεκτών της. Όπως μαθαίνουμε αργότερα, οι ερευνητές τον υποχρέωσαν σε μια από τις καταθέσεις του να περιγράψει τη σφαγή με ένα κομμάτι ξύλο (αντί για μαχαίρι) στο χέρι.

Ο κλοιός σιγά-σιγά σφίγγει γύρω από το Σταύρο. Αλλά και οι μισές αλήθειες των καταθέσεων των δικών του και της Χαρούλας κατά την ανακριτική διαδικασία ενισχύουν την ούτως ή άλλως διάχυτη προκατάληψη για τον «παράξενο» καντινιέρη. Και ανοίγουν τον δρόμο για παραβίαση κάθε ανθρώπινου δικαιώματος χάριν της τάξης που πρέπει να επιδειχτεί απέναντι στους αυστηρούς Ευρωπαίους. Οι ξένοι τουρίστες, οι πελάτες του -ειδικά οι βόρειοι, κάτι που δεν φαίνεται να γίνεται τυχαία- ενισχύουν τις υποψίες σε βάρος του άξεστου Σταύρου.

Foto 3 -Άγριος Σπόρος

Ο Σταύρος είχε τελικά κίνητρα να σκοτώσει τον νεαρό. Αυτό του αποκαλύπτει ο αστυνομικός του χωριού που μετέχει στις έρευνες, γνωστός του από παιδί, ερωτευμένος με τη Χαρούλα αλλά όμως σταδιακά πεπεισμένος από τους ξένους ότι ο άνθρωπος δεν είναι αυτό που δείχνει. Αυτό θα τονίσει ακόμη και στη Χαρούλα για τον πατέρα της.

Η μέγγενη των απόντων προσώπων

Το έργο διαθέτει μόνο τρία δραματικά πρόσωπα επί σκηνής: τον Σταύρο, την Χαρούλα και τον Τάκη, τον αστυνομικό. Τα εξωσκηνικά πρόσωπα, ωστόσο, φαίνεται να καθορίζουν αποφασιστικά τη δράση με πρώτο τον εξαφανισμένο νεαρό που επανέρχεται διαρκώς μέσω του λεκτικού των παρόντων σκηνικά προσώπων σε πλείστες αλληλοσυμπληρούμενες περιγραφές που διαγράφουν το, παρόλα αυτά, ανολοκλήρωτο πορτραίτο του. Ακόμα, με τον υπερβάλλοντα σε καθήκον ερευνητή Χέρμαν, με τους γονείς του νεαρού, με τους διαφορετικών εθνικοτήτων τουρίστες, με τον Δήμαρχο και άλλους που σπεύδουν στην παραλία ή σχολιάζουν στο χωριό. Λεκτικά πολυπρόσωπο και πολυτοπικό δραματικά, το έργο δημιουργεί έναν μη ορατό από τον θεατή αλλά ασφυκτικό κλοιό γύρω από τον σκηνικό του χώρο.

Το κείμενο αποδεικνύεται έτσι πολυφωνικό και πολλαπλών οπτικών θέασης των συμβάντων ώστε η αλήθεια να γίνεται πάγιο ζητούμενο που διαφεύγει. Μια αλήθεια που ίσως δεν μπορεί να συλληφθεί πραγματικά καθώς, πέρα από τα άλλα, τέμνεται αναγκαστικά από σύγκρουση νοοτροπιών και, εν τέλει, πολιτισμών. Μια αλήθεια που ίσως επιδιώκεται να εκμαιευτεί εξαναγκαστικά από ένα σύστημα που κινείται υποκριτικά και που αυτό ακριβώς θέλησε να εγκαταλείψει, αηδιασμένος, ο εξ οικογενείας υψηλής κοινωνικής θέσης εξαφανισθείς νεαρός Βόλφγκανγκ.

Πληθυντική αλήθεια

Απέναντι σε ένα πολυδαίδαλο, ανοιχτό έργο, η σκηνοθεσία δεν μπορεί παρά να είναι ρευστή, αφήνοντας πιθανότητα επαλήθευσης σε όλες τις εκδοχές. Και αυτό κάνει η Ελένη Σκότη: ακολουθώντας τη ρεαλιστική οδό που απαιτεί το έργο και η ίδια γνωρίζει να χειρίζεται εξαιρετικά, οδηγεί τους ηθοποιούς της σε ένα παιχνίδι διαρκούς αμφισημίας και αμφιθυμίας. Παιχνίδι περίτεχνο καθώς διανθίζεται από κωμικές εκρήξεις, συνεχές χιούμορ που αγγίζει τα όρια της αυτο-παρωδίας.

Το σκηνικό του Γιώργου Χατζηνικολάου παίζει μεταξύ αφενός της σύμβασης των ζωγραφισμένων πανώ που, ως αναληθές ψευδαισθητικό φόντο, ενισχύει το «παίξιμο» του ηθοποιού και αφετέρου του ενσωματωμένου σε αυτό σκηνικού της καντίνας, με πρόσθετα σκηνικά αντικείμενα ένα τραπέζι καφενείου, δυο καρέκλες και ένα ψυγείο αναψυκτικών. Σε μια γωνιά, μεγάλα βότσαλα λειτουργούν ως μετωνυμία της παραλίας. Το φόντο αναπαριστά αγροτικό τοπίο ζωγραφισμένο λεπτομερειακά και περίτεχνα με λευκή κιμωλία πάνω στο ξύλινο ταμπλώ που ανοίγει για να σχηματιστεί η καντίνα.

Οι φωτισμοί του Αντώνη Παναγιωτόπουλου ενισχύουν την αίσθηση του καλοκαιριάτικου ελληνικού φωτός ενώ στις περιγραφικές -εκτός σκηνικού χώρου και χρόνου- αναδρομές δημιουργούν φωτιστικές εστίες πάνω στα σκηνικά πρόσωπα. Ξαφνικά κοψίματα με σκοτάδι σηματοδοτούν τις αλλαγές σκηνών αλλά και δημιουργούν αιωρούμενες ανησυχαστικές απορίες που εντείνονται από το σχεδόν διαρκές, διακριτικά απειλητικό, ηχητικό background του Στέλιου Γιαννουλάκη.

Foto 5 - Άγριος Σπόρος (2)

Ο ρόλος του Σταύρου, αρχετυπικού Ελληνάρα, με τα εγγενή ελαττώματα, την αδυσώπητη ειλικρίνεια, την καλοσύνη και την αποκοτιά ευτύχησε να ερμηνευτεί από τον Τάκη Σπυριδάκη. Η βαριεστημένη εκφορά λόγου με τους μάγκικους τονισμούς, η νωχελική κίνηση, οι πλατειές χειρονομίες, τα αχτένιστα μαλλιά, τα άτσαλα φορεμένα (επιτυχούς επιλογής) ρούχα συνέθεταν το πλέον πειστικό πορτραίτο του Σταύρου. Η ερμηνευτική δεξιότητα το ηθοποιού φάνηκε, ωστόσο, στο σταδιακό πέρασμά του από τον ζεμανφουτισμό και την εγωιστική αντιμετώπιση στην οργή, όταν αισθάνεται να θίγεται η αξιοπρέπειά του, έως την απορημένη έκφραση του υποταγμένου ζώου όταν ο κόσμος γύρω του αναποδογυρίζει καθώς συνειδητοποιεί ότι αποτελεί τον αποδιοπομπαίο τράγο μιας κοινωνίας, για να φτάσει τελικά στην πλήρη στωικότητα αλλά και στην αποφασιστικότητα για μια νέα αρχή. Ο Σπυριδάκης γεμίζει τη σκηνή και δίνει το προσωπικό του ρεσιτάλ.

Δίπλα του, ο Ηλίας Βαλάσης προσωποποιεί πειστικότατα το επαρχιώτη αστυνομικό, διχασμένο ανάμεσα στο νέο καθήκον εφαρμογής των νόμων και συνηθισμένο να συμβιώνει χωρίς ερωτηματικά με τους συντοπίτες του και τις παραξενιές τους, συναισθηματικός αλλά και ευκολόπιστος απέναντι σε αυτούς που θεωρεί ανώτερους. Μπρούτα εκφορά λόγου, αδέξιες χειρονομίες, αναποφάσιστη στάση του σώματος σχεδίασαν με εύγλωττο τρόπο σκηνικά τον χαρακτήρα του Αστυνομικού.

Η νεαρή Ντάνη Γιαννακοπούλου, λιγότερο πειστική στις πρώτες σκηνές και με πρόβλημα στην σωστή τοποθέτηση της φωνής, βρίσκει σωστότερους ρυθμούς στη συνέχεια στον ρόλο της Χαρούλας.

Η Ελένη Σκότη έδωσε μια ολοκληρωμένη πρώτη σκηνική ανάγνωση του κοινωνικού θρίλερ του Γιάννη Τσίρου, με μεγάλο προσόν της παράστασής της ότι κρατάει απερίσπαστο το ενδιαφέρον του θεατή στην αστυνομικής πλοκής ιστορία χωρίς να υποτιμά τις παράλληλες πολλαπλές αναγνώσεις του έργου. Η πολιτικής διάστασης καταγγελία γίνεται έτσι σαφώς αποτελεσματικότερη και λοξά επίκαιρη.

*Καθηγητής Σημειωτικής του Θεάτρου και Θεωρίας της Επιτέλεσης στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών.

Απόψεις