Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η κόλαση είναι εδώ

No exit. Βασισμένο στο Κεκλεισμένων των θυρών του Ζαν-Πωλ Σαρτρ. Σύλληψη-Χορογραφία: Αγγελική Τρομπούκη. Μικρό Θέατρο Κεραμεικού

Ο Γάλλος φιλόσοφος, ακτιβιστής, μαρξιστής και κύριος εκπρόσωπος της θεωρίας του Υπαρξισμού JeanPaul Sartre (Παρίσι, 1905-1980) γράφει το Κεκλεισμένων των θυρών (Huis Clos) το 1944, χρονιά άλλωστε που ανεβαίνει στο παρισινό θέατρο του Vieux-Colombier.

Έχοντας ως αξίωμα ότι  η ύπαρξη του ανθρώπου αποκλείει την ύπαρξη του Θεού, θα υποστηρίξει ότι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό που ο ίδιος φτιάχνει για τον εαυτό του. Αυτή η φιλοσοφική αρχή βρίσκεται στη βάση του Κεκλεισμένων των θυρών: τα τρία πρόσωπα, η Inès, ο  Garcin και η Estelle, τρεις καταδικασμένοι στην κόλαση για τις ίδιες τους τις πράξεις, ή, αλλιώς, τρεις νεκροί που εξακολουθούν να είναι «ζωντανοί», αυτό-αποκαλύπτονται και αυτό-βασανίζονται, έχοντας ο καθένας απέναντί του τους άλλους δύο ως αδιάψευστους καθρέφτες της ύπαρξής του. Η έννοια της υπευθυνότητας που υποστήριζε ο Σαρτρ υπονοεί αφενός την πράξη ως πεμπτουσία της ανθρώπινης ταυτότητας και αφετέρου τη μη αντιστρεψιμότητα των ήδη τετελεσμένων πράξεων.

Σε αυτή την υπαρξιακή κατάσταση, ο δειλός Γκαρσέν, η παιδοκτόνος Εστέλλα και η λεσβία Ινέζ αδυνατούν να αιτιολογήσουν τις εν ζωή διαπραχθείσες πράξεις τους και φυσικά να ανατρέψουν πλέον τα πεπραγμένα τους: οι Άλλοι είναι εκεί σε μια προσπάθεια να πεισθούν, ουδέποτε πειθόμενοι. Έτσι, για παράδειγμα, ο Γκαρσέν, ακόμα κι αν πείσει τον εαυτό του ότι τα κίνητρα της πράξης του δεν ήταν η δειλία του, δεν θα μπορέσει να πείσει ποτέ την Ινέζ, ενώ η Εστέλλα απλώς θα προσποιηθεί ότι τον πιστεύει. Ένας φαύλος κύκλος μεταξύ των τριών ανοίγει και συνεχίζεται ασταμάτητα, χωρίς πιθανότητα διαφυγής. Ο εσαεί αμοιβαίος βασανισμός τους είναι η μόνη τους διέξοδος.

Η κόλαση του Σαρτρ δεν είναι κάτι το μεταφυσικό. Βρίσκεται σε αυτό τον κόσμο, στις σχέσεις με τους άλλους, σε μια ζωή που εκτυλίσσεται κάτω από το βλέμμα των άλλων. Το μαρτύριο της κόλασης συνοψίζεται στο μαρτύριο του βλέμματος του άλλου, από το οποίο τα πρόσωπα αδυνατούν να ξεφύγουν. Τα τρία πρόσωπα, έγκλειστα σε ένα δωμάτιο, ανταλλάσσουν βλέμματα δημιουργώντας σκέψεις, σκέψεις συνυφασμένες με τον λόγο, ακόμη και όταν αυτός δεν εκφέρεται. Και εφόσον οι νεκροί δεν κοιμούνται, τα μάτια μένουν ανοιχτά, πάντα βλέπουν.

Με άξονα τις παραπάνω καταστάσεις, η Αγγελική Τρομπούκη συλλαμβάνει και χορογραφεί τη δική της αντίληψη της σαρτρικής κόλασης: σε ένα δωμάτιο με μόνα σκηνικά αντικείμενα τρεις πολυθρόνες, θα εισέλθουν σταδιακά τα τρία πρόσωπα μέσα από τρεις πόρτες που ανοίγουν ξαφνικά, ενώ πίσω τους διακρίνεται ο φλογερά κόκκινος φωτισμός (σχεδιασμός φωτισμών της Στέβης Κουτσοθανάση), που έρχεται σε αντίθεση με τον μάλλον ψυχρών τόνων φωτισμό της σκηνής. Η Τρομπούκη μεταγράφοντας τις σκέψεις σε κίνηση, δίνει έμφαση στον παραγωγό τους, δηλαδή στα βλέμματα: οι τρεις χορευτές καρφώνουν τα μάτια με ένταση στον συμπαίκτη τους σε κάθε τους συναναστροφή, ενώ τα κατεβασμένα βλέμματα κάποιου εκ των τριών σημαίνει τη στιγμιαία του απομόνωση από τους άλλους δύο και ανασυγκρότηση για μια νέα προσέγγιση-επίθεση. Καθώς, όλο το παιχνίδι μεταξύ τους έγκειται στο πώς ο ένας θα πείσει τον άλλο, στο πώς θα δημιουργήσει συμμαχίες με έναν από τους άλλους δύο, σε βάρος του τρίτου. Σχήμα, το οποίο συνεχώς εναλλάσσεται μεταξύ τους.

Αυτό είναι που επιτρέπει και τις ανά τριάδες και, εναλλακτικά, ανά ζεύγη ανάπτυξη των χορογραφιών, κινήσεις έλξης ή απώθησης του άλλου, ανάλογα με τα εκάστοτε διαμορφούμενα συναισθήματα μεταξύ τους. Κινησιολογίες έντονες, εχθρικές, απειλητικές, άλλοτε πάλι σχεδόν ρομαντικές που θυμίζουν κλασική χορογραφία, αναδεικνύουν όλη τη γκάμα εναλλαγών φιλότητας-εχθρότητας, δυσπιστίας-πειθούς που χαρακτηρίζουν τα τρία πρόσωπα και τις σχέσεις τους εντός του αενάως «νεκρού» χωροχρόνου τους.

Οι τρεις χορευτές δημιουργούν κινησιολογικά όλες τις διαβαθμίσεις συναισθημάτων των τριών προσώπων, ενώ καθιστούν απόλυτα σαφείς τους χαρακτήρες που υποδύονται. Στη σκηνή εισέρχεται θορυβωδώς πρώτος ο Γκαρσέν (Πλωτίνος Ηλιάδης) και στο χορευτικό του σόλο εκφράζει όλη την ένταση, την αγωνία για τον άγνωστο χώρο, την ανάγκη φυγής από αυτόν μέσω μιας χορογραφίας που αναδεικνύει το νευρώδες σώμα του, το αεικίνητο των δακτύλων, τα ξαφνικά τινάγματα προς τις σφραγισμένες πόρτες, τη μάταιη αναδιάταξη των επίπλων.

Με εντυπωσιακή είσοδο που καθηλώνει με τη ενεργειακή της δύναμη εισέρχεται στη σκηνή η Ινέζ της Λαμπρινής Γκόλια, ακολουθώντας στη συνέχεια μια δυναμική χορογραφία διεκδίκησης της νεαρής Εστέλλα και σύγκρουσης με τον Γκαρσέν, με καθηλωτικές κινήσεις, αλλά και έντονη εκφραστικότητα του προσώπου, δίνοντας συγκλονιστική ερμηνεία. Τέλος, η καταλυτική για τις σχέσεις είσοδος της Εστέλλα της Εμμανουέλας Πεχυνάκη, με την επικίνδυνα αθώα έκφραση και το άκρως πλαστικό σώμα της δίνει τη ρομαντική διάσταση στην όλη  χορογραφία, συμπληρώνοντας την τριάδα των προσώπων με το δικό της τέμπο.

Σημαντικός ο ρόλος των σε μαυρόασπρες διαβαθμίσεις κοστουμιών για τους χαρακτήρες των προσώπων τού ‒και σκηνογράφου‒ Βασίλη Παπατσαρούχα, ο οποίος έχει αναλάβει και τα βίντεο που προβάλλονται στο βάθος. Καθοριστικός ο ρόλος της μουσικής που συνέθεσε ο επί του υπερώου της σκηνής παρών μουσικός Ανδρέας Κουρέτας, ο οποίος, συμβολικά, κρατάει τον ρόλο του Θαλαμηπόλου (Le Garçon), οδηγώντας με ανάλογα μουσικά ακούσματα τους νεκρούς στο δωμάτιο. Η ζωντανή μουσική θα συνοδεύσει σε όλη την παράσταση τη χορογραφία, δημιουργώντας τα αντιπροσωπευτικά των καταστάσεων μουσικά μοτίβα, τα οποία και καθορίζουν τις εναλλασσόμενες σχέσεις των προσώπων. Ένα εξαιρετικό άκουσμα.

Η Αγγελική Τρομπούκη αναμετρήθηκε με ένα δύσκολο ιδεολογικό θεατρικό κείμενο και κατάφερε, μέσω της χορογραφίας της, να αναδείξει όλες τις περίπλοκες σχέσεις μεταξύ των τριών προσώπων μέσω χορογραφικών εναλλαγών και εκφραστικής κινησιολογίας, μεταστρέφοντας τον λόγο σε κίνηση και τονίζοντας τη σημασία του βλέμματος, δηλαδή της αμείλικτης ορατότητας από την οποία καταδιώκονται τα πρόσωπα. Καταθέτοντας μια σημαντική χορογραφική δουλειά.

*Οι φωτογραφίες της παράστασης είναι του Βασίλη Δημά.

*Ο Δημήτρης Τσατσούλης είναι  Ομότιμος Καθηγητής
Σημειωτικής του Θεάτρου και Θεωρίας της Επιτέλεσης Παν/μίου Πατρών

 

Απόψεις