Ο Κοραής Δαμάτης επεξεργάζεται δραματουργικά, κάνοντας τις αναγκαίες συντμήσεις, και σκηνοθετεί το έργο του Γιώργου Δαμιανού με τίτλο Ο μονόλογος του Δημήτρη Τσαφέντα, ένα βιβλίο που επαναφέρει στην επικαιρότητα την περίπτωση του Δημήτρη Τσαφέντα, ο οποίος, εργαζόμενος ως κλητήρας στο Κοινοβούλιο της Νότιας Αφρικής, στις 6 Σεπτεμβρίου 1966, δολοφονεί, με τέσσερις μαχαιριές στο στήθος, τον πρωθυπουργό της Νότιας Αφρικής Hendrik Frensch Verwoerd, τον αποκαλούμενο «Αρχιτέκτονα του Απαρτχάιντ». Ο Τσαφέντας συλλαμβάνεται, καταδικάζεται αλλά δεν εκτελείται, καθώς κρίνεται σχιζοφρενής. Παρόλα αυτά, δεν οδηγείται σε ψυχιατρείο αλλά στις φυλακές, στην πτέρυγα μελλοθανάτων, όπου και υφίσταται βασανιστήρια. Η μη εκτέλεσή του θεωρήθηκε σκόπιμη, ώστε να μην ηρωποιηθεί. Θα πεθάνει έγκλειστος στο ψυχιατρείο, όπου μεταφέρεται τα τελευταία χρόνια, το 1999. Φυσικά, το Απαρτχάιντ δεν θα λήξει με τη δολοφονία του Φέρβουρντ, καθώς θα βρει άξιους συνεχιστές του για πολλά χρόνια ακόμα.
Θα πλανάται όλα αυτά τα χρόνια η απορία αν η πράξη του ήταν απόρροια της σχιζοφρένειας ή μια αμιγώς ηθικο-πολιτική πράξη ενάντια στο επαίσχυντο σύστημα του Απαρτχάιντ, όπως είχε άλλωστε δηλώσει και ο ίδιος στην κατάθεσή του, σε πρακτικά της αστυνομίας, που είδαν πολύ αργότερα το φως της δημοσιότητας. Κατά άλλους, υπήρξε το εκτελεστικό όργανο ομάδας που συνωμοτούσε κατά του πρωθυπουργού. Γεγονός είναι ότι δεν αναγνωρίστηκε ποτέ από κανένα από τα διάφορα απελευθερωτικά κινήματα της Νότιας Αφρικής, ούτε από το African National Congress, καθώς η πράξη του θεωρήθηκε «ασήμαντη». Η περίπτωσή του θα έλθει στην επιφάνεια με το θεατρικό έργο του Νοτιοαφρικανού συγγραφέα και πανεπιστημιακού Anton Krueger, ένα θέατρο-ντοκυμαντέρ με τίτλο Living in Strange Lands: The Testimony of Dimitri Tsafendas, το οποίο βραβεύεται και ανεβαίνει και σε άλλες χώρες με μεγάλη επιτυχία.
Ο Δημήτρης Τσαφέντας γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1918 στη Μοζαμβίκη, από τον Χανιώτη Μιχάλη Τσαφεντάκη και τη Μοζαμβικιανή Αμέλια Γουίλιαμς. Η μητέρα του πεθαίνει, ο πατέρας του τον στέλνει στη γιαγιά του, που ζει στην Αλεξάνδρεια. Μετά τον θάνατό της θα σταλεί και πάλι στον πατέρα του, ο οποίος έχει πλέον εγκατασταθεί στη Νότιο Αφρική. Οι διάφορες μαρτυρίες για τα χρόνια ως την εφηβεία του δεν συγκλίνουν απόλυτα. Γεγονός είναι ότι γύρω στα δεκαεπτά του θα μπαρκάρει, θα ταξιδέψει σε πολλά μέρη, ενώ είναι αξιοθαύμαστη η ικανότητά του να μαθαίνει γρήγορα διάφορες γλώσσες – μιλούσε οκτώ γλώσσες. Κατά τη δεκαετία του ’30 θα γίνει μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Νοτίου Αφρικής. Λόγω του ότι ήταν μιγάς, αντιμετώπιζε ρατσιστικά σχόλια από τους λευκούς Νοτιοαφρικανούς, αλλά ούτε από τους μαύρους γινόταν αποδεκτός. Έχει καταγραφεί ότι ζήτησε να καταχωρηθεί ως «έγχρωμος», αίτηση που απορρίφθηκε, γεγονός που από κάποιους χρησιμοποιήθηκε ως αιτιολογία για την πράξη δολοφονίας του πρωθυπουργού.
Το κείμενο του Γιώργου Δαμιανού αποτελεί έναν φορτισμένο συναισθηματικά, ποιητικό ταυτόχρονα μονόλογο του έγκλειστου και βασανισμένου Τσαφέντα, μια αναδρομή σε ολόκληρη τη ζωή του, ήδη από τη γέννησή του, συνδυάζοντας έντεχνα ιστορικά και μυθοπλαστικά στοιχεία. Αφήνοντας εμμέσως ανοιχτό το ζήτημα της σχιζοφρένειάς του ή απλώς παρουσιάζοντας τα παιχνίδια του μυαλού ενός επί δεκαετίες φυλακισμένου στην απομόνωση, δημιουργεί έναν διαλογικό μονόλογο μεταξύ του σκηνικά παρόντος εαυτού και του «Άλλου». Ο οποίος, στη σκηνοθετική οπτική του Κοραή Δαμάτη, παρουσιάζεται, ανά διαστήματα, ως ρευστή βιντεοσκοπημένη εικόνα, ενός εαυτού καλοντυμένου που σταδιακά ξεφτίζει, κατά τόπους απογυμνωνόμενος. Είναι αυτός ο Άλλος που παραμένει σκληρός και αμετανόητος καθοδηγητής των πράξεων του Τσαφέντα, ο οποίος προκαλεί φόβο και στον ίδιο, έως ότου τα δύο εγώ συγχωνευτούν σε ένα μπροστά στο επικείμενο τέλος.
Μέσα σε ένα σκηνικό από μετακινούμενες σιδεριές του Παύλου Ιωάννου και επιβλητικούς φωτισμούς, ο Νίκος Ιωαννίδης εκθέτει ένα κυριολεκτικά πάσχων σώμα, σχεδόν ολόγυμνο, με εμφανή τα σημάδια των βασανιστηρίων, εκφέροντας με ένταση αλλά και πλήρη έλεγχο των φωνητικών του τονικοτήτων τον ανά διαστήματα ποιητικό του μονόλογο, αφηγούμενος με μυθοπλαστική ελευθερία αλλά και ταυτόχρονα ντοκυμαντερίστικη ακρίβεια τα πεπραγμένα της ζωής του Τσαφέντα: από την επώδυνη γέννα της πεταμένης στα χώματα μάνας του, η οποία θα πεθάνει αμέσως μετά τη γέννησή του, την απόρριψη που γνωρίζει ο ίδιος από τους συγγενείς της, στην πλειοψηφία τους εργάτες του πατέρα του, έως τα χρόνια που θα περάσει στην Αλεξάνδρεια με τη γιαγιά του, τα ταξίδια του, τη φιλοδοξία του να σκοτώσει τον Μεταξά, έπειτα τον Χίτλερ, όλα αυτά με τα οποία τον προκαλεί διαρκώς αυτός ο Άλλος εαυτός. Και πέρα από αυτά, είναι ο ουρανός, και εκείνο το σύννεφο στο βάθος, που είναι η μητέρα που δεν γνώρισε.
Ο ηθοποιός, με την κινησιολογική καθοδήγηση της Άννας Αθανασιάδη, κινείται πίσω από τα κάγκελα, τα μετακινεί, δημιουργεί νέα κλουβιά όπου άλλοτε κουβαριάζεται εντός τους και άλλοτε ορθώνει το παράστημά του, ανάλογα με τον ρου της ιστορίας του, δοσμένος ολοκληρωτικά στον ρόλο του. Η επιτυχημένη παρουσία του «Άλλου» εαυτού, σε μιαν άκρη της σκηνής είναι δημιούργημα του video artist Πορφύρη Καρόλου.
Η μουσική επιμέλεια, που φέρει την υπογραφή ab–occasion, δημιουργεί διακριτικά τους διαφορετικούς χωρο-χρόνους της αφήγησης, με ακούσματα άλλοτε από τη Μοζαμβίκη, άλλοτε από την Αίγυπτο, κ.ά., κάνοντας σκηνικά αισθητούς, αν και απόντες, τους τόπους στους οποίους βρέθηκε ή ταξίδεψε ο Τσαφέντας.
Η παράσταση του Κοραή Δαμάτη, λιτή στα μέσα, αλλά καθηλωτική στην όψη της, ρέει με τη συνεχή ενέργεια του ηθοποιού της και κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του θεατή της.
Οι φωτογραφίες είναι του Γιώργου Στριφτάρη.
*Ομότιμος Καθηγητής Παν/μίου Πατρών. Πρόσφατο βιβλίο του:
Θεόδωρος Τερζόπουλος – Ο Σκηνοθέτης στο Μεταίχμιο. Εκδόσεις 24γράμματα