Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Διαφθορά και κατάχρηση εξουσίας στην… Αυτοκρατορία

Νικολάι Γκόγκολ, Ο Επιθεωρητής. Σκηνοθεσία: Γιάννης Κακλέας. Θέατρο Γκλόρια.

Ο Νικολάι Γκόγκολ γεννήθηκε από κοζάκικη οικογένεια στην Ουκρανία το 1809 και θα πεθάνει στη Μόσχα το 1852. Παλεύοντας συχνά με τη λογοκρισία (και την εκλαμβανόμενη από τον ίδιο αποτυχία) των έργων του, θα εγκαταλείπει ανά διαστήματα τη Ρωσία για το Παρίσι. Ο Επιθεωρητής ανεβαίνει στο θέατρο «Αλεξάνδρα» στην Αγία Πετρούπολη την 1η Μαΐου του 1836 και δημιουργεί αφενός έντονες διαμαρτυρίες, κινδυνεύοντας να λογοκριθεί και, αφετέρου, ενθουσιασμό για την κωμική του ποιότητα. Ο Τσάρος Νικόλαος ο Α’ θα παρακολουθήσει την πρεμιέρα, βρίσκοντας το έργο απολαυστικά κωμικό και έτσι θα λήξουν οι όποιες αντιδράσεις, επιτρέποντάς του να παραστεί και σε θέατρα της Μόσχας.

Το έργο αναφέρεται σε μια απομακρυσμένη πόλη της ανατολικής Ρωσίας, της οποίας ο Έπαρχος και οι λοιποί προύχοντες, διευθυντές σχολικών, τραπεζικών, αστυνομικών και λοιπών Ιδρυμάτων,  είναι βουτηγμένοι  σε καταχρήσεις, διαφθορά, εκμετάλλευση, σπαταλώντας προς ίδιον όφελος τα κρατικά χρήματα. Έως ότου έρχεται η είδηση ότι καταφθάνει  ινκόγκνιτο από την Αγία Πετρούπολη ένας κρατικός Επιθεωρητής. Με τη γνωστή καπατσοσύνη της συγκάλυψης, επιχειρούν όλοι τους να δημιουργήσουν μια άλλη εικόνα, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ανακαλύψουν, μεταξύ των ξένων στην πόλη τους, την ταυτότητα του Επιθεωρητή.

Για κακή τους τύχη, εκλαμβάνουν ως Επιθεωρητή έναν 23άχρονο δανδή, έναν αριστοκρατικής καταγωγής πεινασμένο και άφραγκο τεμπέλη δημόσιο υπάλληλο, που τρώει τα εμβάσματα που του στέλνει ο πατέρας του, και ο οποίος, ερχόμενος από την Αγία Πετρούπολη, σταματά για λίγο στην πόλη τους. Τον ανακαλύπτουν απένταρο, μαζί με τον υπηρέτη του, σε ένα ξενοδοχείο, καταχρεωμένο, εκλιπαρώντας για λίγο φαγητό. Ο Έπαρχος και οι λοιποί, βέβαιοι ότι πρόκειται για τον Επιθεωρητή που χρησιμοποιεί τεχνάσματα για να μην αποκαλυφθεί η ταυτότητα του, θα του πληρώσουν τα χρεωστούμενα, ο Έπαρχος θα τον φιλοξενήσει στο σπίτι του παρέχοντάς του τα πάντα εν αφθονία, θα αποπειραθούν όλοι με τη σειρά να τον δωροδοκήσουν για να αποκτήσουν την εύνοιά του. Ο Ιβάν Αλεξάντροβιτς Χλιεστακώφ  θα αντιληφθεί έγκαιρα την παρεξήγηση και θα εκμεταλλευτεί την κατάσταση, θα δεχτεί τα χρήματα όλων, θα φτάσει ακόμα και να αρραβωνιαστεί την Μαρία Αντόνοβνα, κόρη του Έπαρχου και να φλερτάρει τη γυναίκα του Άννα Αντρέγιεβνα, εξευτελίζοντάς τους, έως ότου όλα αποκαλυφθούν, όταν ο ίδιος θα έχει ήδη φύγει από την πόλη. Και τότε, ο πραγματικός Επιθεωρητής θα κάνει την εμφάνισή του.

Δραματουργικό όσο και κοινωνικό ενδιαφέρον συνιστά το γεγονός ότι ο Γκόγκολ, κατευνάζοντας τις τυχόν αντιδράσεις των συμπολιτών του, τοποθετεί τη δράση σε μια απομακρυσμένη πόλη της Αυτοκρατορίας, την οποία  δεν κατονομάζει, όπου όλα αυτά μπορούν να συμβαίνουν, όχι όμως και στην Αγία Πετρούπολη, πόλη όπου παρακολουθούν την παράσταση οι θεατές του, από την οποία, άλλωστε, θα εκδράμει τόσο ο ψεύτης όσο και ο  κανονικός «Επιθεωρητής» του έργου.

Το στοιχείο αυτό εκμεταλλεύεται ο Γιάννης Κακλέας, όταν την έναρξη της παράστασης συνοδεύει ένα βίντεο, το οποίο υποτίθεται ότι δίνει στοιχεία και εικόνες της εν λόγω απομακρυσμένης, χιονισμένης πόλης με χιουμοριστικό ύφος και σαρκαστικό σχολιασμό με ρωσική προφορά, ονοματίζοντάς τη συγχρόνως ως «Καμτσάτκα», παραπέμποντας στο ανατολικότερο άκρο της Ρωσίας, στη χερσόνησο Καμτσάτκα. Πρόκειται για ένα απολαυστικό  βίντεο του Γρηγόρη Πανόπουλου, το οποίο θα επανέλθει, άλλωστε, και αργότερα.

Ο Γιάννης Κακλέας αποδίδει το κείμενο, εμπλουτίζοντάς το με σύγχρονες αναφορές, καθώς η διαφθορά και η κατάχρηση εξουσίας από τους «κυβερνώντες» απλώνεται από την τσαρική Ρωσία του 19ου αιώνα απαράλλακτη έως τις μέρες μας. Οι παρεμβάσεις του, ωστόσο, δεν είναι τόσο ως προς τη δομή του κειμένου (αν εξαιρέσει κανείς τις αρκετές ‒και αναγκαίες ‒  περικοπές-συντμήσεις) όσο σκηνοθετικές-παραστασιακές, καθώς η σκηνή δίνει, στις πρώτες ήδη εικόνες της, μια κατάσταση ακολασίας, στην οποία επιδίδονται όλοι οι μεσήλικες προύχοντες, με μεθύσια, γυναίκες, έντονες μουσικές, χωρίς ηθικούς φραγμούς.

Απέναντι σε αυτούς, ο Κακλέας δεν τοποθετεί κάποιον ξεπεσμένο αλλά γοητευτικό νεαρό, που εύκολα θα μπορούσε να εκληφθεί ως ο «Επιθεωρητής», αλλά έναν ακόμα περισσότερο χυδαίο και βρομερό μεσήλικα, δείχνοντας, έτσι, αφενός την ηλιθιότητα των προυχόντων και, αφετέρου, το ότι μόνο ένας περισσότερο χυδαίος και από τους ίδιους μπορεί να τους χειριστεί επάξια, να τους εξαπατήσει και εκμεταλλευτεί.

Η Ηλένια Δουλαδίρη δημιουργεί ένα ενδιαφέρον μοντέρνο σκηνικό με σιδεριές πολλών επιπέδων, από τις οποίες, ωστόσο, κρέμονται κρυστάλλινοι  πολυέλαιοι, ενώ η αλλαγή στους εσωτερικούς χώρους του σπιτιού του Επάρχου Άντον Αντόνιτς Σκβόζνικ δηλώνονται με λιτά πρόσθετα στοιχεία, όπως ένα κρεβάτι και εντυπωσιακούς τεράστιους «πίνακες» εύστοχων σχολιασμών. Καθοριστικό ρόλο παίζουν οι πολυσύνθετοι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου, οι οποίοι αναδεικνύουν τις εναλλαγές των επιμέρους χώρων εντός του σταθερού σκηνικού.

Τα κοστούμια της Ηλένιας Δουλαδίρη συνδυάζουν σύγχρονα ενδύματα με στρατιωτικές στολές, σε μια πανδαισία χρωμάτων και εμπριμέ πουκαμίσων πάνω σε ημίγυμνα πλαδαρά σώματα, που εντείνουν την αίσθηση του κιτς όλων των αντρικών προσώπων, ενώ τα λαμέ τοπ και μίνι των γυναικών με τις υπερβολικές κουάφ ενισχύουν τη γενικευμένη κενότητα και μωροφιλοδοξία των κατοίκων της πόλης. Στην ίδια λογική κινείται και το κοστούμι του ψευτο-επιθεωρητή,  δείχνοντας ότι είναι ένας εξ ίσου αχρείος με αυτούς. Μόνοι, με σοβαρά κοστούμια και διαφοροποιούμενοι από τους προύχοντες, ιστάμενοι στα υπερώα της σιδηροκατασκευής, οι δύο απλοί πολίτες που πρώτοι θα ενημερώσουν για την παρουσία του ψευτο-επιθεωρητή, ονόματι Πιοτρ Ιβάνιτς Μπομπτσίνσκι και Πιοτρ Ιβάνιτς Ντομπτσίνσκι, και οι οποίοι θα κατηγορηθούν στο τέλος για τη λανθασμένη τους πληροφορία.

Η μουσική του Βάιου Πράπα δίνει ξέφρενο ρυθμό στην παράσταση και εμπνέει την κίνηση των ηθοποιών και τις χορογραφίες της Στεφανίας Σωτηροπούλου.

Ο Θοδωρής Σκυφτούλης, στον ρόλο του ψευτο-επιθεωρητή Ιβάν Αλεξάνδροβιτς Χλιεστακώφ, δημιουργεί μια μποφόνικη περσόνα, κυριολεκτικά αλωνίζοντας τη σκηνή, με μια ίσως υπερβολή στη φωνητική εκφορά του λόγου του που δηλώνει το συνεχές μεθύσι του, έχοντας δίπλα του τον υπηρέτη του Όσιπ, ένα νεανικό του ομόλογο σε χυδαιότητα και αγένεια, όπως τον ερμηνεύει με νεανική ορμή και ραπ διάθεση ο υπερκινητικός Άρης Κακλέας. Στην αντίπερα όχθη, ο Στέλιος Μάινας, ως Έπαρχος Άντον Αντόνιτς δημιουργεί την υπερφίαλη περσόνα του με εναλλαγές αυτοπεποίθησης και μίζερης κατάπτωσης στο τέλος, καθώς προΐσταται ενός μπουλουκιού καταχραστών, των απόλυτα εναρμονισμένων στα ζητούμενα της παράστασης Δημήτρη Διακοσσάβα, Στράτου Λύκου, Παναγιώτη Παπαϊωάννου, Γιάννη Λατουσάκη, Νίκου Κωνσταντόπουλου, Αργύρη Λάμπρου και του πάντα απολαυστικού εκφραστικά και φωνητικά Αλέξανδρου Ζουριδάκη.

Εξαιρετική στις αβροφροσύνες της και στις ερωτικές της προσκλήσεις προς τον ψευτο-επιθεωρητή η Άνδρη Θεοδότου ως Άννα Αντρέγιεβνα, γυναίκα του Έπαρχου, εντυπωσιακή στην εμφάνιση και πειστική στην αφέλειά της, αλλά και διεκδικητική απέναντι στη μητέρα της για τη καρδιά του Ιβάν Αλεξάνδροβιτς η Φραγκίσκη Μουστάκη ως κόρη του Έπαρχου. Η Φαίη Φραγκαλιώτη και η Μάιρα Γραβάνη συμπληρώνουν με τις ωραίες παρουσίες τους και την κινησιολογική τους ένταση την πολυπρόσωπη διανομή.

Ο Γιάννης Κακλέας δίνει μια εκδοχή του Επιθεωρητή ως μουσικό υπερθέαμα και σπιρτόζικη κωμωδία, χωρίς να στερεί διόλου το κοινωνικο-πολιτικό του μήνυμα, αυτό της διαφθοράς και της κατάχρησης εξουσίας των δημοσίων αρχόντων, αυτών που θα έπρεπε, αντίθετα, να είναι προστάτες του δημοσίου συμφέροντος. Αποδεικνύοντας ότι το έργο του Γκόγκολ είναι το ίδιο επίκαιρο σήμερα, όσο και την εποχή της τσαρικής αυτοκρατορίας, καθώς αυτά που καυτηριάζει για την εποχή του δεν έπαψαν να ταλανίζουν τις σύγχρονες κοινωνίες, των οποίων οι προύχοντες είναι σίγουρο ότι θα γελάσουν με την παράσταση (όπως ο Νικόλας Α’), προσποιούμενοι ότι αυτά αφορούν κάποιους άλλους, σε μια μακρινή «Καμτσάτκα».

Οι φωτογραφίες είναι το Πάτροκλου Σκαφίδα.

 

*Ομότιμος Καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών. Πρόσφατο βιβλίο του: Θεόδωρος Τερζόπουλος – Ο σκηνοθέτης στο μεταίχμιο, Εκδ. 24γράμματα      

    

Απόψεις