Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η απονομή του 1ου βραβείου “Ευρωπαϊκής Αρχαιολογικής Κληρονομιάς” στην Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας στην Κρήτη

Η Ε.Π.Ι. μοιράζεται ορισμένες σκέψεις με τις άλλες συλλογικότητες υπεράσπισης της φυσικής και πολιτιστικής κληρονομιάς μας -- του Μανώλη Κλώντζα

Με αφορμή την επίσκεψη του προέδρου της επιτροπής βράβευσης της “Ευρωπαϊκής Ένωσης Αρχαιολόγων” στην Κρήτη για την παράδοση του “Ευρωπαϊκού Βραβείου Αρχαιολογικής Κληρονομιάς”  στην “Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας” (ΕΠΙ) ας μοιραστούμε ορισμένες σκέψεις για την κληρονομιά. Αρκετές επιτροπές και κινήσεις τοπικών κοινωνιών από την Θεσσαλονίκη έως την Εύβοια, από τα Δωδεκάνησα και τα νησιά του Αιγαίου έως την Μάνη δίνουν αυτή την στιγμή σε πολύ δύσκολες συνθήκες ένα αγώνα υπερασπιζόμενοι την κληρονομιά τους. Τα φυσικά ιστορικά τοπία τους, τα μνημεία τους που αποτελούν για αυτούς αδιάσπαστη ενότητα. Η βράβευση της ΕΠΙ στον έναν ή στον άλλο βαθμό αντανακλά κοινές αντιλήψεις και στάσεις όλων των συλλογικοτήτων.

Η χωροθέτηση βιομηχανικού τύπου ΑΠΕ εντός του κηρυγμένου μνημειακού χώρου του ισθμού Ιεράπετρας με την σύμφωνη γνωμοδότηση της κρατικής υπηρεσίας που είναι από τον νόμο υπεύθυνη για τα μνημεία  βρήκε την τοπική κοινωνία απέναντι. Υπήρξε ομόφωνη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ιεράπετρας. Οι οικονομικού και πολιτικού χαρακτήρα πιέσεις οδήγησαν στην αθέτηση των αποφάσεων του Δημοτικού Συμβουλίου. Η Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας από την πρώτη στιγμή δίνει έναν πολυεπίπεδο αγώνα για την προστασία της φυσικο-ιστορικής κληρονομιάς. 

 Αξίζει να σκεφτούμε ότι στο πλαίσιο του ιστορικού φυσικού τοπίου του “Ενιαίου Αρχαιολογικού Χώρου του ισθμού Ιεράπετρας”, των αρχαιολογικών χώρων και θέσεων  που τον συνθέτουν, τα αρχαιολογικά συμφραζόμενα ή στοιχεία, διαπερνούν τα όρια των αρχαιολογικών θέσεων που μπορούμε να αντιληφθούμε με τις αισθήσεις μας. Με διαφορετικές πυκνότητες , αλλά και ποιότητες που δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές με τις αισθήσεις μας, τα αρχαιολογικά κατάλοιπα και στοιχεία, οι ενδείξεις πολιτισμού (δηλαδή στην απλούστερη μορφή και σχέση η πληροφορία ως τέτοια), εντάσσονταν ιστορικά (και σήμερα) στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων του τόπου ως λ.χ. τμήματα των τράφων τους (ξερολιθιές), των σπιτιών τους κ.λπ. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο επέδρασαν σε ότι ζωντανό συμβιώνει δίπλα μας, στον τοπικό ακόμα πολιτισμό ως τέτοιο.   Αυτό το γεγονός αποδεικνύει την οργανική ενότητα των αρχαιολογικών στοιχείων με την ενότητα τοπικής κοινωνίας και φύσης. Αναδεικνύει το αδιάσπαστο της σχέσης των αρχαιολογικών στοιχείων με την τοπική κοινωνία όπως και με κάθε τι ζωντανό γύρω τους. Μια σχέση που οι στενές, εμπειρικά αισθητηριακές ή μεταμοντέρνες οπτικές δεν αντιλαμβάνονται. Αναδεικνύει επίσης το γιατί η κάθε βίαιη, αυταρχική και ανιστόρητη εξωτερική παρέμβαση ανατρέπει και καταστρέφει την κληρονομιά μας. Ο αρχαιολογικός και ο φυσικός μας πλούτος, τα μνημεία μας, συνθέτουν μια οργανική ενότητα.  Μια οργανική ενότητα  που δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή σε διάσταση από την τοπική κοινωνία την ζωντανή φύση γύρω μας και το αντίθετο. Η ζωντάνια , η ποιότητα, και η ισονομία της σχέσης αυτής είναι ο βασικός παράγοντας που ορίζει και την όποια “μνημειακότητα”. 

Η Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας, εκτός των άλλων, προσπαθεί με διάφορούς τρόπους να αναδείξει αυτήν την διάσταση όχι μόνο σε εθνικό επίπεδο, αλλά και σε διεθνές καθώς εντάχθηκε ως πρώτο μέλος από την Ελλάδα στον νέο παγκόσμιο οργανισμό για την κληρονομιά Our World Heritage (OWH).  Να υπερασπιστεί το δικαίωμα της τοπικής κοινωνίας στην κληρονομιά της, στην προστασία του ιστορικού φυσικού τοπίου , του περιβάλλοντος, κόντρα στις ευκαιριακές και ανορθολογικές επιλογές των κυρίαρχων ελίτ  και των λογής τοπικών παραγοντίσκων.

 Ο πολυεπίπεδος αγώνας, η ίδια η μεθοδολογική προσέγγιση της ΕΠΙ καθώς και οι νέες οπτικές που με ανοιχτό – συλλογικό τρόπο ανέδειξε εκτιμήθηκε και επιβραβεύτηκε στο τελευταίο  συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Αρχαιολόγων (ΕΑΑ) που έλαβε χώρα στο Κίελο της Γερμανίας. Η επιτροπή βράβευσης της ΕΑΑ απένειμε το πρώτο βραβείο “Ευρωπαϊκής Αρχαιολογικής Κληρονομιάς”. Λόγω της πανδημίας η τελετή απονομής έγινε διαδικτυακά. Η απόφαση του προέδρου της που έκανε την απονομή να έρθει στην Κρήτη και να παραδώσει το βραβείο στην ΕΠΙ μας τιμά ιδιαίτερα.  

 Οι άνθρωποι της Επιτροπής Πολιτών Ιεράπετρας είναι μια οργανική ενότητα βιοπαλαιστών από την τοπική κοινωνία του ισθμού Ιεράπετρας (δηλαδή εργαζομένων, αγροτών, κτηνοτρόφων κλπ)  με επιστήμονες, που ως συλλογικότητα σε εθελοντική, δημοκρατική, και ανοιχτή βάση υπερασπίζονται τον ιστορικό φυσικό χώρο, τον δικό τους τόπο, από κάθε βιασμό και ανατροπή της φυσικής και ιστορικής του υπόστασης . Ταυτόχρονα, χρησιμοποιούν όλη αυτή την γνώση για την καλυτέρευση της ποιότητας ζωής τους μέσα από αυτή ακριβώς την παραπάνω σχέση με τον μνημειακό χώρο, δηλαδή με το “φυσικό ιστορικό τοπίο” τους.  Αυτό γιατί είναι οι άνθρωποι που πολλά χρόνια τώρα με την προσωπική τους εργασία διέσωσαν και προστάτευσαν τις αρχαίες ελιές του μνημειακού χώρου και της γύρω περιοχής. Είναι εκείνοι που εργάζονται για την διάσωση του ιστορικού Γιοργαλίδικου αλόγου (ως μοναδική κληρονομιά, ως ζωντανή “τράπεζα πληροφοριών”), της παραδοσιακής κεραμικής, της άυλης τους ακόμα κληρονομιάς κλπ.

 Μαζί με αρχαιολόγους και άλλους επιστήμονες, με τρόπο ανοιχτό και συλλογικό, κατόρθωσαν να ορίσουν την καταστροφή και ανατροπή που προκάλεσε η χωροθέτηση βιομηχανικού ΑΠΕ εντός του μνημειακού χώρου με τρόπο απόλυτο και αντικειμενικό, κύρια,  γιατί ένιωθαν και κατανοούσαν το μεγαλείο της σχέσης τους με τον μνημειακό χώρο ως ζωντανό φυσικό ιστορικό τοπίο. Δηλαδή ως ενότητα φύσης και πολιτισμού.

 Βοήθησαν έτσι και εμάς τους αρχαιολόγους να προσαρμόσουμε τις μεθοδολογίες μας και να ξεφύγουμε από την χαοτική πρόσληψη του πολιτισμού. Σήμερα, όλοι μαζί, ως επιτροπή, είμαστε σε θέση να κατανοούμε τον πολιτισμό ως ανάπτυγμα του φυσικού κόσμου μας. Ακόμα, καταφέραμε να ορίσουμε την ανατροπή του μνημειακού χώρου από την χωροθέτηση του βιομηχανικού ΑΠΕ εντός του μνημειακού χώρου με τρόπο αντικειμενικό. Να καταδείξουμε επίσης την εσφαλμένη μεθοδολογία προσέγγισης, και τις ξεπερασμένες πρακτικές που ακολουθούνται πολλές φορές από τις κρατικές υπηρεσίες προστασίας της κληρονομιάς.

  Οι προσεγγίσεις μας αυτές συγκρούονται και αποδομούν τις κυρίαρχες  ανθρωποκεντρικές προσεγγίσεις. Για εμάς, ο ανθρωποκεντρισμός εδράζεται σε ένα ξεπερασμένο (από τα ίδια τα νέα συμπεράσματα των φυσικών και ανθρωπιστικών επιστημών) “στενό” αισθητηριακό ορθολογισμό που ως καταλύτης διαμορφώνει ρατσιστικού χαρακτήρα νοοτροπίες . Προσπαθούμε να δούμε τον κόσμο μας, τα μνημεία μας, τα φυσικά ιστορικά τοπία μας με τρόπο διαλεκτικό και ολιστικό.

   Για παράδειγμα, μέσω των αισθήσεών μας, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε πλήρως ποικίλων ποιοτήτων στοιχεία, πολύ περισσότερο καταστάσεις, αλλαγές, (ακόμα δυσκολότερα τις όποιες συνέπειες τους)  που συντελούνται γύρω μας, στις αρχαιολογικές έρευνες, στους μνημειακούς χώρους κλπ. Οι λογής ανατροπές του ιστορικού ζωντανού φυσικού κόσμου, οι ανατροπές του γεωλογικού ανάγλυφου, οι λογής παρεμβάσεις με τσιμέντο ή με βιομηχανικού τύπου κατασκευές, έχουν επιστημονικά από τις φυσικές επιστήμες ευκρινώς  επιβεβαιωμένες συνέπειες λ.χ. στην γεωχημεία και γεωστρωματογραφία των τοπίων.

Όταν αυτό δεν λαμβάνεται υπόψη  από την αρχαιολογία, από τις επιστήμες της κληρονομιάς στο σύνολό τους, στην ουσία, αποξενώνουν την αρχαιολογία από την λοιπή επιστημονική κοινότητα καθώς τα επιβεβαιωμένα και αντικειμενικού χαρακτήρα συμπεράσματα των φυσικών επιστημών δεν βρίσκουν εφαρμογή στις αρχαιολογικές και μνημειολογικές πρακτικές.

Ακόμα, μπαίνοντας σε ζητήματα στενότερης αρχαιολογικής προσέγγισης  μπορούμε εύκολα να σκεφτούμε ότι ακόμα και τα στενά αρχαιολογικά στοιχεία και συμφραζόμενα μετά από τέτοιες βίαιες παρεμβάσεις, αλλάζουν χαρακτήρα έξω από αυτό το αυστηρά ορισμένο ιστορικό- φυσικό τους πλαίσιο, καθώς, κύρια, κατ’ αυτόν τον τρόπο αλλάζει ο χαρακτήρας και η ποιότητα της όποιας αφηγηματικής και επεξηγηματικής δυνατότητας.

Όλα τα παραπάνω συμβάλουν ώστε να δημιουργείται ένα τσουνάμι ιδεοληψιών και προκαταλήψεων. Άρα,  η όποια απόφαση για έγκριση χωροθέτησης του χ ή του ψ έργου δεν μπορεί να εδράζεται σε μια στενή αισθητηριακού χαρακτήρα εποπτεία ή άποψη ενός αρχαιολόγου. Στην περίπτωση φυσικά μνημειακών συνόλων που ταυτίζονται με φυσικά ιστορικά τοπία, με επίσημα κηρυγμένα μνημεία (όπως στον αρχαιολογικό χώρο του ισθμού Ιεράπετρας), η κάθε παρέμβαση είναι καταστροφική, καθώς έρχεται σε σύγκρουση με την νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις αλλά κύρια με τα σύγχρονα συμπεράσματα των επιστημών της κληρονομιάς (αρχαιολογία, ανθρωπολογία, γεωλογία, μουσειολογία, αρχιτεκτονική κλπ) .

Η αρχαιολογία ως ιστορική επιστήμη συμβάλει μεν,  δεν επαρκεί δε, για την κατανόηση και την σωστή ανάδειξη των μνημειακών χώρων. Η στενή αρχαιολογική προσέγγιση δεν επαρκεί γιατί τόσο η “μνημειακή αναφορά” του ανθρώπου, των τοπικών κοινωνιών, ως βιο-κοινωνικό (και δυναμικά εξελισσόμενο) ανάπτυγμα του πολιτισμού μας , όσο και ολιστική φυσικο-ιστορική κατανόηση των φυσικών ιστορικών τοπίων, δεν αποτελεί αντικείμενο της σημερινής αρχαιολογικής εκπαίδευσης και επιστήμης (με την στενή έννοια) .

 Για εμάς στην Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας ο πολιτισμός (άρα και η ανθρώπινή μας μνημειακή αναφορά) δεν αποτελεί κάποιο απροσδιόριστο, φαντασιακό και χαώδες “φαινόμενο”.  Συνθέτει μια οργανική οντολογική  ποιότητα της κοσμικής φύσης μας και ως τέτοια την προσεγγίζουμε. Αξίζει να σκεφτούμε ότι στον πλανητικό κόσμο μας, το πολιτιστικό ανάπτυγμα στην ουσία του, στην απλούστερη μορφή και σχέση του, δεν είναι τίποτε άλλο από μεταφορά πληροφορίας που δεν γίνεται γονιδιακά. Η επίδραση του πολιτισμού ήταν καθοριστική από τα πρώτα στάδια της έμβιας ζωής και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ίδιας της γένεσης και της εξέλιξης της ζωής από τα πρώτα στάδιά της.

 Στην φυσικο-ιστορική εποχή μας, (άσχετα αν μπορούμε ή όχι με τρόπο άμεσο να αντιληφθούμε αισθητηριακά τις ποικίλου χαρακτήρα ποιοτικές αλλαγές) ο πολιτισμός ως φυσικό ανάπτυγμα, όπως καταδεικνύουν και οι σύγχρονες διαπιστώσεις των βιολόγων, όλο και περισσότερο καταλυτικά επιδρά στην βιολογία και την φύση μας. Αυτό γιατί ως φυσικό ανάπτυγμα αντλεί και μεταλλάσσει ενέργεια και πόρους από τις κατώτερες εξελικτικά σφαίρες: Από την Γεώσφαιρα ή την Βιόσφαιρα έως τις νεότερες όπως λ.χ. η τεχνόσφαιρα.  Έτσι, στην εποχή μας, με την επίδραση του δικού μας ανθρώπινου πολιτισμού στον κόσμο μας, γιγαντώνεται κατά τρόπο ανάλογο της στρεβλής ανάπτυξής του, μια ραγδαία αλλαγή η οποία έχει οριστεί επακριβώς από τις φυσικές επιστήμες. Οι επιστήμες της φύσης όπως η Γεωλογία, η Γεωχημεία κλπ έχουν επακριβώς εντοπίσει και ορίσει αυτού του χαρακτήρα τις αλλαγές στον πλανητικό κόσμο μας. Την σημερινή εποχή την ορίζουν ως στάδιο της “μεγάλης επιτάχυνσης”. Συνθέτει γεωστρωματογραφικά- γεωχημικά -βιοχημικά το τελευταίο στάδιο της “Ανθρωποκαίνου” γεωλογικής περιόδου. Δηλαδή της αντικειμενικά ορισμένης εποχής μας στην βάση σκληρών και διεπιστημονικά αποδεκτών στοιχείων. Άρα οι διάφοροι ορισμοί για την εποχή μας που χρησιμοποιούμε συχνά ευρέως όπως λ.χ “εποχή της παγκοσμιοποίησης”, ενώ μπορούν φυσικά να αποδώσουν ένα μέρος της πραγματικότητας, σε μεγάλο βαθμό χαρακτηρίζονται από ανθρωποκεντρική ιδεοληψία.

 Ο “ανθρώπινος μας πολιτισμός” είναι ίσως η συστηματικότερη και η πιο καταλυτική συσσωρευμένη έκφραση του “κοσμικού πολιτιστικού αναπτύγματος” που συν-εξελίσσεται ανταλλάσσοντας και μεταλλάσσοντας ενέργεια και πόρους  με τη βιόσφαιρα.   Ο “ανθρώπινος πολιτισμός” έχει σωρευτικό και κλιμακούμενα αναπτυσσόμενο χαρακτήρα σε ένα ασαφές και όχι αυστηρά καθορισμένο πλαίσιο.  Τον χαρακτηρίζει δηλαδή σύμφωνα με τον Tomasello M. το “φαινόμενο της καστάνιας”. Οι συχνά κοινές μα ποτέ ταυτόσημες ανθρώπινες μας κοσμοθεωρίες και οι διαφορετικές οπτικές γωνίες που βλέπουμε το κάθε τι στον κόσμο γύρω μας είναι ίσως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα για το ασαφές πλαίσιο ανάπτυξης του πολιτισμού μας. Συνθέτει εκτός των άλλων και την βιο-κοινωνική προσαρμογή μας στο περιβάλλον.  Έτσι ο πολιτισμός μας συνθέτει τον μηχανισμό για την βιο-κοινωνική προσαρμογή των ανθρώπινων κοινωνιών στις μεταβαλλόμενες περιβαλλοντικές συνθήκες. Παράλληλα, μέσω της επενέργειας του κοινωνικά δρώντος ανθρώπου στην φύση, μεταλλάσσονται τα ιστορικά φυσικά τοπία αφήνοντας ένα ευκρινές και αυστηρά ορισμένο (πολιτιστικό) αποτύπωμά στο γεωλογικό ανάγλυφο, στα στρώματα της γης και στην γεωχημεία της βιόσφαιρας. 

Όπως πολύ καλά οφείλουν να γνωρίζουν οι αρχαιολόγοι, οι ανθρωπολόγοι κλπ, στα πλαίσια της ιστορικής εξέλιξης, ο πολιτισμός μας, τα μνημεία μας, αντανακλούν και αφήνουν διαφόρων ποιοτήτων “αποτυπώματα” στα στρώματα της γης, στην γεωχημεία κλπ. Έτσι στη βάση λ.χ. των στρωμάτων της γης οι αρχαιολόγοι ή οι γεωλόγοι κλπ εξάγουν χρήσιμα αντικειμενικού χαρακτήρα ιστορικά συμπεράσματα.

 Η νέα “Ανθρωπόκαινος περίοδος”, η σύγχρονη φάση της, δηλαδή αυτή της “μεγάλης επιτάχυνσης” έχει με αυστηρό τρόπο οριστεί στρωματογραφικά και γεωχημικά από τους επιστήμονες της φύσης. Εκφράζει ένα διακριτό και παγκοσμίως σχεδόν συγχρονισμένο επίπεδο στρωμάτων, γεωχημικών και βιοχημικών δεδομένων. Γεωλογικά, ορίζεται από ένα ευρύ φάσμα στρωματογραφικών και γεωχημικών δεικτών. Στις μέρες μας τα στρώματα αυτά της “Ανθρωποκαίνου” αναπτύσσονται με διαρκώς αυξανόμενη ταχύτητα λόγω ακριβώς των  στρεβλών μας “πολιτιστικών πιέσεων”.  Ο ακριβής προσδιορισμός τόσο του πολιτιστικού αναπτύγματος με ολιστικό τρόπο από το σύνολο των επιστημών όπως και ο προσδιορισμός της εποχής μας από τους επιστήμονες της φύσης και ειδικά τους Γεωλόγους, Γεωχημικούς, έχει αντικειμενικό, αυστηρό και όχι ιδεοληπτικό  ή χαοτικό χαρακτήρα. Αντίθετα, ιδεοληπτικό και χαοτικό χαρακτήρα έχουν συχνά οι προσεγγίσεις των ανθρωπιστικών επιστημών και των επιστημών της κληρονομιάς όταν απομακρύνονται από τις διεπιστημονικές, ολιστικές θεωρήσεις.  Πολύ περισσότερο αυτό απαντά στο σημερινό σαθρό εννοιολογικά και αυταρχικό νομικό καθεστώς που διέπει την σχέση μας με τον πολιτισμό και την κληρονομιά και που καθορίζει μέσω των χρηματοδοτήσεων την ερευνητική και γενικά την επιστημονική παραγωγή.

 Ας σκεφτούμε επίσης πως η έρευνα που επικεντρώνει στην βιολογική κληρονομικότητα  προσπαθεί να κατανοήσει το πλαίσιο λειτουργίας και ανάπτυξης των ανθρώπινων κοινωνιών και την σχέση του με την εξέλιξη ως τέτοια. Να απαντήσει ακόμα σε κρίσιμα ζητήματα που άπτονται του πολιτισμού όπως η ενδογένεση κλπ. Αν και πολύ χρήσιμη πηγή γνώσεων, η μονόπλευρη εντατικοποίηση αυτών των προσπαθειών εδράζεται κύρια στο ενδιαφέρον των ΜΜΕ. Εδράζεται ίσως επίσης στην πρόκληση για νέου τύπου απαντήσεις. Όμως, οι προσπάθειες αυτές αν και χρήσιμες στην πλειοψηφία τους, στην ουσία, δεν ξεφεύγουν από το ιστορικά παραδοσιακό και κυρίαρχο (από την εποχή του Διαφωτισμού ή την εποχή γένεσης των πρώτων εθνικών κρατών) πλαίσιο προσεγγίσεων για την φυσική και ιστορική εξέλιξη.

   Η μονόπλευρη ένταση αυτής της κυρίαρχης σήμερα οδού κατανόησης της εξέλιξης έχει τις ρίζες της, ίσως, στην κυρίαρχη αντίληψη που περισσότερο ή λιγότερο “κουβαλούν” όλες σχεδόν οι κοσμοθεωρίες του 19ου και 20ου αιώνα. Εδράζεται κύρια στην θεωρία της “επιλεκτικής φυσικής επιλογής” που κατακλύζει κατά την γνώμη μας τις κυρίαρχες κοσμοθεωρίες και που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υποβιβάζει τον ρόλο του πολιτισμού στην εξελικτική διαδικασία.  Η εντατικοποίηση όμως αυτού του χαρακτήρα των προσπαθειών για την κατανόηση της φυσικής και ιστορικής εξέλιξης σε συνδυασμό με τον πολύ-τεμαχισμό των επιστημών και την αγοραία “ανάγκη” “υπερ-εξειδίκευσης” έχουν σε μεγάλο βαθμό τα τελευταία 70 – 60 χρόνια παραμερίσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο της μελέτης της πολιτιστικής εξέλιξης που υπό διαφορετικές συνθήκες θα μπορούσε να είχε λάβει.  Δεν είναι τυχαίο ότι επαναστατικές προσεγγίσεις της εποχής του μεσοπολέμου όπως των φυσικών επιστημόνων Παβλόφ, Βερνάνσκι, ή το συνδεόμενο με το πολιτιστικό ανάπτυγμα έργο του ψυχολόγου Βιγκότσκι, κ.λπ., για πολλές δεκαετίες ξεχάστηκαν και ουσιαστικά μόλις τα τελευταία χρόνια αρχίζει να γίνεται κατανοητή η συμβολή τους και η τεράστια σημασία τους.  Έτσι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αναπαράγεται ο ανθρωποκεντρισμός, ο ρατσισμός και ο εθνικισμός. Αναπαράγεται σε επίπεδο κοσμοθεωριών η εκμεταλλευτική σχέση μεταξύ των ανθρώπων, η βίαιη και εκμεταλλευτική σχέση με την ζωντανή φύση γύρω μας. Μια αναπτυσσόμενη βίαιη και εκμεταλλευτική σχέση που χαρακτηρίζει την μορφή παραγωγής που κυριαρχεί στον κόσμο μας στην μεγα-εποχή μας από την νεολιθική εποχή.

 Η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρωπιστικών και κοινωνικών επιστημόνων,  των επιστημόνων ακόμα του πολιτισμού και της κληρονομιάς, μα κατά “παράξενο” τρόπο και οι αρχαιολόγοι, στις όποιες προσεγγίσεις τους συχνά ξεχνούν ή απαξιούν να εντάξουν στην έρευνα τους και στις μεθοδολογίες τους τα αυστηρά δεδομένα της στρωματογραφίας και τα γεωχημικά ή βιοχημικά δεδομένα.  Παράλληλα τα αντικειμενικά αυτά στοιχεία, όλο και περισσότερο δεν είναι δυνατό να προσεγγίζονται στη βάση του εμπειρισμού. Ακόμα, πάρα πολλοί αρχαιολόγοι και επιστήμονες της κληρονομιάς θεωρούν ότι επειδή δεν ασχολούνται με  σύγχρονες ιστορικές φάσεις ο ακριβής προσδιορισμός των νεότερων λ.χ. στρωμάτων και γεωχημικών δεδομένων δεν είναι αναγκαίος. Κάτι ανάλογο, εξάλλου, συνέβαινε ακόμα και πριν λίγες δεκαετίες, σε σχέση με τα μεσαιωνικά ή νεότερα αρχαιολογικά στρωματογραφικά δεδομένα, με αποτέλεσμα να χαθούν οριστικά πολύτιμες πληροφορίες και να εξάγονται λανθασμένα ιστορικά συμπεράσματα. Επειδή όμως το παρελθόν μας, η φυσική και η ιστορική εξέλιξη (ο πολιτισμός στα πλαίσια τους), γίνονται πάντα αντιληπτά μέσα από τις οπτικές και τις ανάγκες του σήμερα, θέλοντας και μη, ο ακριβής ή μη προσδιορισμός της εποχής μας καθορίζει τόσο την ποιότητα όσο και την ακρίβεια των επιστημονικών προσεγγίσεων. Καθορίζει δηλαδή την ποιότητα και την ακρίβεια των προσεγγίσεων μας για τα μνημεία μας, την κληρονομιά μας, τα μουσεία μας, αλλά και για τον ίδιο τον πολιτισμό μας ως ανάπτυγμα της κοσμικής φύσης μας.

  Σε λογής παρεμβάσεις ιδιωτών και κρατικών φορέων σε μνημειακούς χώρους, σε φυσικά ιστορικά τοπία, παρατηρούμε ότι στις στοιχειοθετήσεις από τους επιστήμονες της κληρονομιάς κυριαρχούν προσεγγίσεις σε κάθε περίπτωση ιδεοληπτικές του στυλ: “συνάδει με το μνημείο”  ή “δεν συνάδει με το μνημείο”. Για παράδειγμα, συνάδει το μπετόν (ή επίσημα: ο τεχνητός λίθος) με το μνημειακό σύνολο της Ακρόπολής ή όχι; Το ίδιο ισχύει και για το πως αντιλαμβανόμαστε την αντικειμενικού χαρακτήρα καταστροφή του μνημειακού συνόλου στο μετρό Θεσσαλονίκης, για την καταστροφή των φυσικών ιστορικών τοπίων από τις βιομηχ. ΑΠΕ κλπ.  Στην ουσία, οι προσεγγίσεις αυτές, αντανακλούν λιγότερο ή περισσότερο τις κυρίαρχες οικονομικές και θεσμικές ανάγκες, παρά μια επιστημονική κατανόηση. Καθώς δεν λαμβάνονται υπόψη τα γεωλογικού, γεωχημικού, βιοχημικού, περιβαλλοντικού  χαρακτήρα κλπ συμπεράσματα, αναπαράγονται και γιγαντώνονται τα όποια προβλήματα εννοιολογικής σαθρότητας που χαρακτηρίζουν κύρια την θεσμική μνημειολογική προσέγγιση. , Αναπαράγονται όμως πολλές φορές άκριτα και από την ίδια την επιστημονική κοινότητα. Αποτέλεσμα τούτου όμως είναι, εκτός των άλλων και μια μυστικιστικού χαρακτήρα σχέση με τον πολιτισμό και την κληρονομιά που αποξενώνει τις επιστήμες της κληρονομιάς από την κοινωνία. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σε σχέση με άλλες κυρίαρχες προσεγγίσεις για τον πολιτισμό, για τα μουσεία και τον χαρακτήρα τους κλπ. 

Αξίζει να σκεφτούμε πως κατά παρόμοιο τρόπο ανάλογες είναι και οι προσεγγίσεις των πολιτικών για τον χαρακτήρα της εποχής μας. Εγκλωβισμένοι στα προτάγματα και τις ανάγκες του κοινωνικού-οικονομικού σχηματισμού μας, ούτε θέλουν μα ούτε μπορούν να αντιληφθούν αυτή την ποιότητα και έτσι δεν μπορούν να ξεφύγουν από τις ιδεοληψίες που προκαλούν όλη αυτή την βία και τους πολέμους της εποχής μας.  

Η προσέγγιση της “οργανικής – οντολογικής” κατανόησης του πολιτισμού και της κληρονομιάς μας από την ΕΠΙ βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στα σύγχρονα συμπεράσματα των βιολόγων, και των ανθρωπιστικών κοινωνικών επιστημόνων της Εκτεταμένης Εξελικτικής Σύνθεσης. Έτσι, μπορούμε να απελευθερωθούμε από κάθε ψήγμα “κοινωνικού Δαρβινισμού” και από τις ξεπερασμένες λογικές της “κυριαρχίας και επιβολής του ισχυρότερου”.  Επίσης, στις νέες προσεγγίσεις για την επιβεβαιωμένη ύπαρξη και την εξέλιξη του πολιτισμού στον μη ανθρώπινο κόσμο μας. Για να μπορέσουν οι προσεγγίσεις αυτές να ενταχθούν με τρόπο παραγωγικό στο πεδίο έρευνας των επιστημών της κληρονομιάς  βασιζόμαστε στην διαλεκτική και ολιστική μεθοδολογία του “Οργανικού Όλου” από το πεδίο των κοινωνικών επιστημών. Έχουμε έτσι την δυνατότητα να συμβάλουμε πολυεπίπεδα στην οντολογική προσέγγιση του πολιτισμού και της κληρονομιάς αφού μέσω της παραπάνω οδού οι έννοιες αυτές προσεγγίζονται με τρόπο απελευθερωμένο από τον ορθολογισμό που εδράζεται μόνο στις ανθρώπινες μας αισθήσεις και “ανάγκες”. Κατανοούμε δηλαδή τον πολιτισμό, και την κληρονομιά ως ένα φυσικό “μέγεθος”. Ως ένα ανάπτυγμα του πλανητικού κόσμου μας, όπου όλες οι ζωντανές εκφράσεις πολιτισμού έχουν ισότιμη θέση. Μέσα από αυτό το πρίσμα η ΕΠΙ υπερασπίζεται την φυσική- ιστορική – πολιτισμική κληρονομιά μας όχι μόνο ως ανθρώπινο δικαίωμα αλλά και ως δικαίωμα της ίδιας της φύσης.

 Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η “οργανική – οντολογική” προσέγγιση του πολιτισμού και της κληρονομιάς  (χωρίς να παραβλέπει τα όποια επιβεβαιωμένα συμπεράσματα και διαπιστώσεις)  αναπτύσσει την μελέτη του πολιτισμού όπως (και της ίδιας της κληρονομιάς) εντός του ίδιου του εσωτερικού δεσμού τους. Έτσι μπορούν να ενταχθούν ομαλά στην έρευνα για την κατανόηση της ιστορικής και φυσικής εξέλιξης, της ιστορίας ως τέτοιας, πλευρές άλλων επιβεβαιωμένων εργαστηριακά και άρα αντικειμενικά υπαρκτών και ισότιμων ποιοτήτων πολιτισμού. Δημιουργούνται έτσι εκτός των άλλων, νέα πεδία αρχαιολογικής έρευνας, νέες μεθοδολογίες κατανόησης της πραγματικότητας, της φυσικής και ιστορικής εξέλιξης κλπ. 

Αναπτύσσεται όμως και με τρόπο οριζόντιο η ίδια η επιστημονική έρευνα του πολιτισμού, της κληρονομιάς καθώς η οργανική οντολογική μεθοδολογική προσέγγιση του πολιτισμού εντάσσει την ίδια την ζωντανή φύση και την κοινωνία με τρόπο ισότιμο στην ερευνητική διαδικασία. (Έτσι, δεν επιβάλλεται η όποια επιστημονική παραγωγή στην κοινωνία και στις άλλες ζωντανές υποστάσεις των ιστορικών φυσικών τοπίων). Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν συνεργούμε στην εξελισσόμενη απαλλοτρίωση φυσικών και πολιτιστικών αγαθών από τα φυσικά ιστορικά τοπία και από τις τοπικές κοινωνίες. Τοπικές κοινωνίες που αποτελούν για εμάς ισότιμες πολιτιστικές οργανικές μονάδες μιας εν δυνάμει ενοποιημένης ανθρωπότητας.

Μεταφέροντας αυτές τις σκέψεις μας σε όλες τις άλλες τοπικές κοινωνίες και συλλογικότητες που σε πολύ δύσκολές συνθήκες υπερασπίζονται την κληρονομιά τους κόντρα στην βία  και στον δεσποτισμό  κρατικών θεσμών ή των λογής οικονομικών συμφερόντων,  θέλουμε να ευχαριστήσουμε για άλλη μια φορά την Ευρωπαϊκή Ένωση Αρχαιολόγων για την βράβευση με το βραβείο “Ευρωπαϊκής Αρχαιολογικής Κληρονομιάς”.

  Ειδικά θέλουμε να ευχαριστήσουμε τον πρόεδρό της Επιτροπής. Βράβευσης της ΕΑΑ Franco NIKOLIS για την μεγάλη τιμή που μας έκανε να έρθει στην Κρήτη για να μας παραδώσει το βραβείο καθώς οι περιορισμοί της πανδημίας επέβαλαν η απονομή να γίνει  διαδικτυακά. Η συμβολή του μέσα από τις εγκάρδιες και μεστές ανταλλαγές απόψεων με νέες ιδέες και οπτικές πιστεύουμε ότι θα βοηθήσουν να αναβαθμίσουμε την δράση μας και τις πρακτικές μας.

Θα θέλαμε επίσης να ευχαριστήσουμε τον Σύλλογο Εκτάκτων Αρχαιολόγων για την αμέριστη στήριξη στην προσπάθειά μας. Ακόμα τις άλλες συλλογικότητες και κοινωνικές οργανώσεις  ανά την Ελλάδα που μοιράστηκαν μαζί μας την αλληλεγγύη τους.

Ταυτόχρονα θέλουμε να εκφράσουμε την αγανάκτησή μας για τα εντεινόμενα φαινόμενα εκφοβισμού και δικαστικών διώξεων σε επιστήμονες μέλη και συνεργάτες της Επιτροπής μας από κρατικές υπηρεσίες. Αυτές οι πρακτικές δεν περνούν σε εμάς και δεν θα σταματήσουν την συλλογική προσπάθειά μας. Καλούμε τους κοινωνικούς φορείς και τους επιστήμονες να αντιταχθούν σε τέτοια παρακμιακά φαινόμενα.

Μανώλης Κλώντζας , Αρχαιολόγος,
– Επιτροπή πολιτών Ιεράπετρας

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις