Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

«Οράματα» και κληρονομιά (2ο)  – του αρχαιολόγου  Μανώλη Κλώντζα 

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι κορυφαίο μνημειακό σύνολο της χώρας (καθώς μνημειακά σύνολα δεν είναι μόνο οι αρχαιότητες). Το ΕΑΜ συνθέτει μια μνημειακή οντότητα που διαπερνά την αρχιτεκτονική ιστορικότητα του. Η σχέση του με την επιστημονική κοινότητα και η αναφορά του (μέσω των στοιχείων που συντηρεί ερευνά και εκθέτει) στα διάφορα οικοσυστήματα του Ελλαδικού χώρου το αναγάγει σε οργανική οντότητα της Ελληνικής κληρονομιάς. Ένα κορυφαίο μνημειακό σύνολο με το οποίο όλοι οι πολίτες έχουν (ή πρέπει να έχουν) ισότιμη σχέση και ισότιμη νομή.

Την προηγούμενη εβδομάδα ο Ελληνικός τύπος και τα άλλα ΜΜΕ με κωμικοτραγικά συντονισμένους, πανομοιότυπους τίτλους και κείμενα παρουσίασαν το πρότζεκτ για το νέο Μουσείο της Ακρόπολης. Τα λόγια του πρωθυπουργού της Ελλάδας έδιναν τον τόνο και αποκάλυπταν τους τρόπους προσέγγισης των ζητημάτων της κληρονομιάς.   

Αντιγράφουμε από ένα ΜΜΕ (protothema.gr)

 «Σήμερα έχω τη βαθιά πεποίθηση πως ένα προσωπικό μου όνειρο γίνεται πραγματικότητα» εξομολογήθηκε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης εξηγώντας πως από την εποχή που το πολιτικό του γραφείο βρισκόταν δυο δρόμους πιο κάτω, είχε στο μυαλό του πώς θα μπορούσε να γίνει μια παρέμβαση σε αυτό το εμβληματικό μουσείο. «Με σκληρή δουλειά έχουμε κάνει σήμερα ένα πολύ σημαντικό βήμα για την υλοποίηση αυτού του οράματος». 

 

Αντί στοιχειώδους τεκμηρίωσης δύο τρείς είναι οι φράσεις που δόθηκε βαρύτητα πέρα του “Εγώ”.  Πεποίθηση. Όνειρο, Υλοποίηση, Όραμα.  

Είναι, όπως είδαμε στο1ο μέρος, ακριβώς εκείνες οι έννοιες, οι τρόποι προσέγγισης, οι λογικές μας, οι πολιτιστικού χαρακτήρα δηλαδή συμπεριφορές μας, που στέκονται ως ένας από τους δύο πυλώνες στην βάση όλων των ανατροπών του οικοσυστήματος στο οποίο λειτουργούμε ως κοινωνικά όντα. Ανατροπές και μεταλλάξεις που κάνουν την νέα φυσική ιστορική εποχή μας μοναδική ακόμα και από εξελικτική άποψη. Παράλληλα, αιτία ανατροπών και καταστροφών της κοινής κληρονομιάς μας.  

Το λυπηρό ήταν ότι με εξαίρεση ελάχιστους αρχαιολόγους και συλλογικότητες υπεράσπισης του κοινωνικού χαρακτήρα των φυσικών ιστορικών τοπίων (συμπεριλαμβανομένων και των αστικών) η πνευματική και η πολιτική ελίτ της χώρας φάνηκε ανίκανη να κατανοήσει τις ανατροπές που θα προκαλέσει η επέκταση του Μουσείου.  

Θυμήθηκα την εποχή που τα ΜΜΕ βρισκόταν συγκεντρωμένα στην Αμφίπολη Συντονισμένα και τότε, μετέδιδαν σε πρώτο χρόνο το γρήγορο άνοιγμα και τον “καθαρισμό” του μνημειακού συνόλου από τα “μπάζα” ακόμα και με τη βοήθεια μηχανοκίνητων ταινιών μεταφοράς. Αν αυτό που βλέπαμε και ακούγαμε ήταν αλήθεια τότε στην ουσία μιλάμε για “καθαρισμό” από τα “μπάζα” εκατομμυρίων και ποικίλου χαρακτήρα υπεραιωνόβιων πληροφοριών. Ένας “καθαρισμός” πολιτισμού. Θα αναρωτηθούν πολλοί. Μα επειδή στα “μπάζα” αυτά βρισκόταν συσσωρευμένες πληροφορίες ανήκουν παράλληλα και στην σφαίρα του πολιτισμού; Και όμως! Γιατί (;) τι άλλο είναι αλήθεια ο πολιτισμός στον κόσμο μας, στην πιο απλή μορφή και σχέση του, πέρα από την μεταφορά πληροφορίας που δεν γίνεται γενετικά;).  

 Η παρακμιακή κατάσταση που χαρακτηρίζει τόσο την κεντρική πολιτική για τα μουσεία όσο και σε ότι αφορά το πρότζεκτ επέκτασης του ΕΑΜ έχει νομίζω τις αιτίες της στην απόλυτη κυριαρχία των πολιτιστικών προταγμάτων της τάξης των κεφαλαιοκρατών με τις γνωστές από την εποχή της επανάστασης πειρατικές πρακτικές της. Αυτό γίνεται φανερό, κύρια, από την απουσία ενδιαφέροντος ή έστω από την απουσία ώριμου αντιλόγου από τους κοινωνικούς φορείς, τις συλλογικότητες και ειδικά εκείνες των εργαζομένων. Στον έναν ή στον άλλο βαθμό αναδεικνύεται μια φαντασιακή προσέγγιση και μια σαθρότητα στην κατανόηση κεντρικών ζητημάτων πολιτισμού και κληρονομιάς. Ο μονόδρομος της κυρίαρχης ιδεαλιστικής προσέγγισης για την κληρονομιά και τον πολιτισμό δεν φαίνεται να μπορεί να αμφισβητηθεί από τους θεσμικούς κοινωνικούς φορείς τις κοινωνικές οργανώσεις και συλλογικότητες. (Ας φανταστούμε όμως στην θέση του ΕΑΜ  να ήταν άλλα μνημειακά σύνολα – τόποι της συλλογικής μας μνήμης).  

Μια από τις εξαιρέσεις, οι σύλλογοι των αρχαιολόγων που έθιξαν σημαντικές πλευρές του προβλήματος. Έτσι η επανάληψη είναι περιττή.  

Θα περιοριστούμε μόνο σε ορισμένες άλλες παραμέτρους που νομίζω θα ήταν χρήσιμο να δούμε.  

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο δεν αποτελεί μια απλή καλαίσθητη συγκέντρωση ανόργανης ύλης στον χώρο.  

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο είναι κορυφαίο μνημειακό σύνολο της χώρας (καθώς μνημειακά σύνολα δεν είναι μόνο οι αρχαιότητες). Το ΕΑΜ συνθέτει μια μνημειακή οντότητα που διαπερνά την αρχιτεκτονική ιστορικότητα του. Η σχέση του με την επιστημονική κοινότητα και η αναφορά του (μέσω των στοιχείων που συντηρεί ερευνά και εκθέτει) στα διάφορα οικοσυστήματα του Ελλαδικού χώρου το αναγάγει σε οργανική οντότητα της Ελληνικής κληρονομιάς. Ένα κορυφαίο μνημειακό σύνολο με το οποίο όλοι οι πολίτες έχουν (ή πρέπει να έχουν) ισότιμη σχέση και ισότιμη νομή.  

  • Ως τέτοιο, στο όνομα της κοινωνίας και των φυσικών ιστορικών τοπίων (της αναφοράς του) προστατεύεται από τις διεθνείς συμβάσεις προστασίας της κληρονομιάς. 
  • Ως τέτοιο πρέπει να προστατεύεται από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες προστασίας της κληρονομιάς. 
  • Ως τέτοιο πρέπει όμως να αποτελεί και κεντρικό αντικείμενο διαρκούς μέριμνας και από την ανώτατη θεσμική οργάνωση της τοπικής κοινωνίας του μνημείου που δεν είναι άλλη από των Δήμο των Αθηναίων.

 Έτσι, για την κάθε παρέμβαση στην μνημειακή οργανική οντότητα του ΕΑΜ, κατά ανάλογο τρόπο με άλλα μνημεία, απαιτείται αυστηρά καθορισμένη διαδικασία. Μια διαδικασία που σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις πρέπει να είναι διεπιστημονική και κοινωνικά ανοιχτή. Η προστασία και η διατήρηση της κοινής μας κληρονομιάς (άσχετα από την κατηγοριοποίηση της), δεν συνάδει με ιδιωτικά όνειρα και οράματα. Αυτό ισχύει ακόμα και για μοναρχίες ή Θρησκευτικής αναφοράς κρατικές οντότητες όπως λ.χ. το Βατικανό ή το Ιράν ή για άλλα Θρησκευτικής αναφοράς κοινωνικά μορφώματα όπως η Αθωνική κοινωνία.  

 Όπως το κάθε μνημειακό σύνολο, έτσι και το ΕΑΜ έχει το “περιβάλλον” του* με το οποίο συνθέτει μια αδιάσπαστη ενότητα που δεν τεμαχίζεται και τα ιστορικά χαρακτηριστικά του οποίου επίσης προστατεύονται σε ενότητα με το ΕΑΜ. Η κάθε παρέμβαση που αλλάζει τα ιστορικά χαρακτηριστικά της ενότητας αυτής στην ουσία ανατρέπει όλο το μνημειακό σύνολο.  

Γίνεται φανερό ότι ο τρόπος προσέγγισης στο μνημειακό σύνολο έγινε με τρόπο αντιεπιστημονικό, μη διεπιστημονικό, χωρίς τις απαιτούμενες από τις θεμελιώδεις αρχές προστασίας της κληρονομιάς, ανοιχτές στην τοπική κοινωνία διαδικασίες (επιστημονικές μελέτες, κοινωνικό διάλογο, συνέδρια κλπ).  

Με βάση τα παραπάνω το ορθό θα ήταν να μην ασχοληθούμε καθόλου με το συγκεκριμένο πρότζεκτ.  

Αξίζει όμως νομίζω να το δούμε και στην ουσία του για δυο λόγους. Ο πρώτος λόγος είναι ότι εξαιτίας του χαρακτήρα της εποχής μας τέτοιου είδους ζητήματα προστασίας και διατήρησης θα συσσωρεύονται και αυτό άσχετα ακόμα και από την πολιτική διαχείριση. Ο δεύτερος λόγος που εδράζεται στον πρώτο, είναι ότι θα κάνει καλύτερα αντιληπτή την όλη φιλοσοφία προσέγγισης θεμάτων κληρονομιάς και διατήρησης πέρα από τους κλειστούς ακαδημαϊκούς, υπηρεσιακούς ή επαγγελματικούς κύκλους σε κοινωνικές συλλογικότητες, κυρίως πολιτισμού και διατήρησης.    

Περνώντας τώρα στην ίδια την πρόταση, δεν μπορούμε παρά να την προσεγγίσουμε υπό το πρίσμα της σύγχρονης φυσικής ιστορικής εποχής μας και της ιστορικής γνώσης της εξέλιξης του μνημείου.  

 Αυτό, εκτός των άλλων μεθοδολογικών λόγων, γιατί το παρελθόν, άρα και η κάθε έκφραση κληρονομιάς, ορίζονται πάντα υπό το πρίσμα (και τις αντικειμενικές ανάγκες) της κάθε εποχής εντός της οποίας ζούμε και λειτουργούμε.  

Η σημερινή φυσική-ιστορική εποχή της Ανθρωποκαίνου, αποδεδειγμένα και συγχρονισμένα σε παγκόσμια βάση, όπως εξηγήσαμε παραπάνω, αφήνει το ανεξίτηλο και ανεπίστρεπτο “αποτύπωμά” της στα διαφορετικά οικοσυστήματα και κυρίως σε ότι ζωντανό, ιστορικό και κοινωνικό.  

Μέσω αυτής της οδού εύκολα μπορούμε να διαπιστώσουμε πως το ζωντανό φυσικό ιστορικό τοπίο του μνημείου από μια τέτοια χωροθέτηση μεταλλάσσεται. 

Αυτό γιατί τα βασικά χαρακτηριστικά της Ανθρωποκαίνου φυσικής ιστορικής εποχής όπως κύρια : 

1) το τσιμέντο, 

2) οι λοιπές βιομηχανικού χαρακτήρα οργανώσεις ανόργανης ύλης,  

3) η ανατροπή του ιστορικού γεωλογικού ανάγλυφου, 

4) η αλλαγή χρήσης του ανοιχτού χώρου κ.α.  κατακλύζουν άρα και ανατρέπουν το μνημειακό σύνολο.  

[Φυσικά η ανατροπή του μνημειακού συνόλου από τις προτεινόμενες παρεμβάσεις  τεκμηριώνεται ακόμα και δίχως την εμπλοκή των συμπερασμάτων των φυσικών επιστημών όπως αυτά για τον χαρακτήρα της εποχής μας. Εξάλλου, πολλά χρόνια τώρα σε διεθνές επίπεδο αποφεύγεται η ανατροπή του επονομαζόμενου “φυσικού περιβάλλοντος” χώρου, η αλλαγή χρήσης γης, όπως και το τσιμέντο. Μια στοιχειοθέτηση όμως τέτοιου χαρακτήρα που δεν θα ενσωμάτωνε “σκληρά” δεδομένα από τις φυσικές επιστήμες θα χαρακτηριζόταν από σαθρότητα και σε τελική ανάλυση θα ήταν ιδεοληπτική. Ίσως θα αρκούσε πριν μερικά χρόνια αλλά σήμερα δεν αρκεί. ]  

Να δούμε όμως και μια άλλη πλευρά, που αν και δεν έχει ενσωματωθεί στις προσεγγίσεις των ανθρωπιστικών επιστημών της κληρονομιάς και στις διεθνείς συνθήκες, συμβάσεις κλπ θεωρώ ότι στην νέα φυσική ιστορική εποχή μας συνθέτει μια επιστημονικά, εργαστηριακά αποδεδειγμένη πλευρά που δεν μπορούμε να περιφρονούμε.  

 Θα ήθελα λοιπόν να δώσουμε μια παραπάνω βαρύτητα στο ότι εξαφανίζουμε από το μνημειακό σύνολο, αλλά και από την ευρύτερη περιοχή, ακόμα και τα τελευταία δείγματα ιστορικής-τοπικής μη ανθρώπινης ζωής.  

Φυσικά σήμερα, πέρα από το “θεαθήναι”, οι εγωκεντρικές και ανθρωποκεντρικές “ανάγκες” μας, στην ουσία, δεν ανέχονται δικαιώματα ακόμα και στο παραμικρό ίχνος μη ανθρώπινης ζωής. Στις περιπτώσεις που παρατηρούμε μια κάποια ανοχή στην μη ανθρώπινη ζωή αυτό γίνεται με όρους σκηνικού για τις πολιτιστικού χαρακτήρα ανάγκες μας.  

  Ας σκεφτούμε ότι στον μνημειακό αυτό ζωντανό χώρο (όσο το επιτρέψαμε ) πέρα από τα ιστορικά δέντρα, ζουν έντομα, πουλιά, άλλα ζωύφια που όλα μαζί συν διαμορφώνουν το οικοσύστημα του δοσμένου (αστικού χαρακτήρα) φυσικού ιστορικού τοπίου.  Άλλοι θα μπορούσαν να πουν πως διαμορφώνουν το ιδιαίτερο και μοναδικό, πολιτιστικό περιβάλλον.  Αν και σε μεγάλο βαθμό ο όρος “περιβάλλον” έχει καταστεί από τις φυσικές επιστήμες προβληματικός θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για πολιτιστικό περιβάλλον για να καταλάβουμε μια άλλη μη ανθρωποκεντρική διάσταση.  

 Όπως θίξαμε στο πρώτο μέρος, τα φυτά ανταλλάσσουν και συσσωρεύουν πολιτιστικού χαρακτήρα πληροφορίες με διαφορετικό μεν αλλά ανάλογο τρόπο με τον δικό μας ζωικό κόσμο. Δημιουργούν πολιτιστικά δίκτυα μεταφοράς πληροφοριών, κοινωνικού χαρακτήρα σχέσεις, πολιτιστικού χαρακτήρα μηχανισμούς άμυνας. Πονούν !  

Για αυτό, υπό το πρίσμα των κοσμογονικών αλλαγών που έχει επιφέρει η νέα φυσική ιστορική εποχή της Ανθρωποκαίνου στο γήινο σύστημα, θεωρώ αυτή τη διάσταση ως σημαντική, ειδικά για το Αθηναϊκό αστικό οικοσύστημα. Αυτό γιατί, όπως έχουν τονίσει αρκετοί ερευνητές των φυσικών επιστημών του γήινου συστήματος, η εποχή της Ανθρωποκαίνου αναδεικνύει την ανθρώπινη ευθύνη για οντότητες που δεν έχουν φωνή ούτε τρόπους να προστατευτούν από την μεγαλύτερη ιστορικά μαζική εξαφάνιση ειδών την οποία έχει προκαλέσει ο πολιτισμός μας. Ο πολιτισμός μας όπως τον έχουν διαμορφώσει, σε παγκόσμιο επίπεδο, οι έως τώρα τρόποι παραγωγής μας, τα εγωκεντρικά οράματά μας, οι ιδεολογίες μας και οι “ανάγκες μας”. 

Για τους παραπάνω λόγους δεν πρέπει λ.χ. να αποδεχόμαστε τις λογικές του “κόψει δέντρο – φυτέψει δέντρο” τουλάχιστον για προστατευόμενα, μνημειακού χαρακτήρα, φυσικά ιστορικά τοπία. Έχει αποδειχθεί εργαστηριακά ότι τα φυτά ή δένδρα από βιομηχανικού τύπου φυτώρια είναι στην ουσία οντότητες “ζόμπι”.  Απολίτιστα, εγωκεντρικά και ακοινώνητα θα έλεγε κανείς. Ως τέτοια, από πολιτιστική πάντα άποψη, ελάχιστα διαφέρουν στον χώρο από τις οργανώσεις ανόργανης ύλης. Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι αποτελούν οντότητες “ζόμπι” που τις ακολουθούν πλήθος παθογενειών. Το ίδιο εξάλλου έχει αποδειχθεί πως ισχύει και στον ζωικό κόσμο. Μάλιστα, οι αποδείξεις για τον ζωικό κόσμο δεν βασίζονται μόνο στις διαπιστώσεις των φυσικών επιστημών, αλλά δείχνουν να προκύπτουν ξεκάθαρα και από αρχαιολογικού χαρακτήρα έρευνες (λχ από το αρχαιολογικό- ιππολογικού χαρακτήρα υλικό).   

 

Ας επιστρέψουμε τώρα στα “ανθρωπιστικά” ιδεώδη καθώς σίγουρα πολλοί δεν θα είναι έτοιμοι να συμμεριστούν την παραπάνω διάσταση. Επιστρέφοντας λοιπόν  στα “ανθρώπινα”, ας αναλογιστούμε ότι η επέκταση του Ε.Α.Μ. στο μνημειακό φυσικό ιστορικό τοπίο, ανατρέπει ακόμα περισσότερο την σχέση της Αθηναϊκής τοπικής κοινωνίας με τον μνημειακό σύνολο και κυρίως με τον ελεύθερο φυσικό-ιστορικό χώρο. Επαγωγικά ανατρέπει και την οπτική επαφή των κατοίκων με ένα από τα κορυφαία μνημειακά τοπόσημα.  

Ας σκεφτούμε όμως παράλληλα ότι η όλη ανατροπή εντάσσεται σε μια ευρύτερη διαδικασία ανατροπών μνημειακών συνόλων- φυσικών ιστορικών τοπίων η οποία είναι μακροχρόνια. Αναλογίες έχουμε ακόμα και σε επίσημα αναγνωρισμένους μνημειακούς χώρους με αρχαιολογικού χαρακτήρα αναφορές. Είναι κάτι που όπως είδαμε προκύπτει ξεκάθαρα από τον ίδιο τον χαρακτήρα της Ανθρωποκαίνου φυσικής ιστορικής εποχής μας. 

Οι ανατροπές ελεύθερων φυσικών ιστορικών χώρων (όπου δηλαδή υπάρχει ακόμα η ζωή περικυκλωμένη ασφυκτικά από πολιτιστικού χαρακτήρα συσσωρεύσεις νεκρής ύλης) είναι κληρονομιά μας και κοινωνικό δικαίωμα για τους κατοίκους που οι επιστήμες της κληρονομιάς και κοινωνικές οργανώσεις πρέπει να υπερασπιστούν. Να το υπερασπιστούν όχι μόνο ως κάτι στενά ανθρώπινο που μας ανήκει και συμβάλει στην ποιότητα της ζωής μας, αλλά και ως ΖΩΗ που ανεπιστρεπτί απονεκρώνουμε.  

 Μέσα από αυτό το πρίσμα μπορούμε να πούμε πως όλες αυτές οι ανατροπές και συγκρούσεις που κατακλύζουν όπως είδαμε εισαγωγικά τον χώρο του πολιτισμού, εκτός από τους όποιους οικονομικο-κοινωνικούς όρους, εδράζονται και στην αρνητική αλληλεπίδραση του πολιτισμού μας με τα μεταλλαγμένα οικοσυστήματα. Έτσι, τα κυρίαρχα οράματα ως μια αντανάκλαση της κυρίαρχης νεκρής ύλης βάλουν κατά της ζωής, της κληρονομιάς μας και της πηγαίας ζωντανής πολιτιστικής δημιουργικότητας. 

Είναι δηλαδή τα εγωκεντρικά μας οράματα που (λόγω της άναρχης χρήσης της τεχνολογίας και των οικονομικών “αναγκών μας”), με κλιμακούμενο τρόπο, επιβάλουμε στα περιβάλλοντα που λειτουργούμε. Που δεν σταματούν ούτε εμπρός στους μνημειακούς χώρους της κοινής μας κληρονομιάς. 

Είναι οι ιδεολογίες μας και τα οράματά μας, ή ορθότερα, υπό το πρίσμα των σύγχρονων φυσικών θεωριών, οι ιδεοληψίες μας. 

Είναι σίγουρα ο εγωκεντρισμός και ο ανθρωποκεντρισμός.  

Είναι ίσως η αποκαλούμενη “παγκοσμιοποίηση”.  

Είναι και ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής σε κρίση.  

Ναι (!) είναι όλα αυτά. 

Είναι όλα αυτά μαζί ίσως.  

Το καθοριστικό όμως και το ποιοτικά νέο, που ανατρέπει ακόμα και τις έως τώρα αξιόπιστες μεθοδολογίες και πρακτικές μας, είναι η μεταλλαγμένη αντικειμενική υλική βάση του σύγχρονου πολιτισμού μας. 

Είναι τα “άρρωστα” μεταλλαγμένα από συσσωρεύσεις νεκρής ύλης οικοσυστήματα της Ανθρωποκαίνου που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όχι μόνο οι κυρίαρχες ελίτ αλλά και εμείς οι ίδιοι αναπαράγουμε στις κοσμοαντιλήψεις μας και στις συμπεριφορές μας. 

 

* Ο όρος “περιβάλλον” χρησιμοποιείται εδώ σε σχέση με το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο για την καλύτερη κατανόηση.
Ο όρος αυτός ειδικά στην εποχή μας είναι προβληματικός.
Ο ορθός όρος για εδώ θα ήταν ο “ανοιχτός χώρος”.
 

Manolis Klontzas, Αρχαιολόγος

 Ερευνητικό Ινστιτούτο ARCHAIA Brno. 
Επιτροπή Πολιτών Ιεράπετρας – 
Our World Heritage

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις