Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑ — Βασίλης Παπαβασιλείου: Τους δασκάλους μου τους έλεγαν Κάρολο και Στάθη

Τι δύναμη πρέπει να έχεις για να βρίσκεις μέσα στην άθλια ζωή που ζούμε, στιγμές συγκίνησης, εφήμερης ευτυχίας, να μεταδίδεις σκέψεις φιλοσοφικές και σκηνοθετική γνώση. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου σημάδεψε με την παρουσία του την ιστορία του θεάτρου.

 

Επιμέλεια: Εύα Νικολαΐδου

Τι δύναμη πρέπει να έχεις για να βρίσκεις μέσα στην άθλια ζωή που ζούμε, στιγμές συγκίνησης, εφήμερης ευτυχίας, να μεταδίδεις σκέψεις φιλοσοφικές και σκηνοθετική γνώση. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου σημάδεψε με την παρουσία του την ιστορία του θεάτρου.

Τα ταλέντα του, τα εκφράζει συμπυκνωμένα και μέσα απ’ αυτά δίνει απλόχερα τη πρωινή ανατολή. Έτσι ώστε να μην κοιμόμαστε. Δύο δάσκαλοι σημάδεψαν τη ζωή του. Ο Κάρολος Κουν και ο Στάθης Καραζήσης.

«Ήμουν τυχερός γιατί έχοντας πολλούς δασκάλους, χρωστάω πολλά σε πολλούς. Αυτό δημιουργεί κι ένα αίσθημα δικαιοσύνης καθώς γίνεται ένας εκδημοκρατισμός απ’ το «ευχαριστώ» το οποίο απευθύνεται σε πολλούς αποδέκτες.

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου

Μ’ αυτή την έννοια λοιπόν χαίρομαι που υπάρχουν τόσα πολλά σχετικά «ευχαριστώ» για μένα. Αυτό είναι χαρακτηριστικό, φαντάζομαι, ανθρώπων που κάνουν τη δουλειά του θεάτρου. Όπου τα πράγματα γίνονται και την ίδια στιγμή αναλώνονται, χάνονται. Μια παράσταση είναι η συνύπαρξη δύο στιγμών. Μια στιγμής κυριολεκτικής και του μνημόσυνου της στιγμής. Αυτό, λοιπόν, είναι ένα προνόμιο για μας. Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό γιατί μπόρεσα να μοιραστώ πολλούς δασκάλους.

Ονόματα τα οποία μπορεί να μη σας λένε και τίποτα. Για μένα λένε, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα. Το θέμα είναι τι λένε για αυτούς που λένε για μένα. Η νομιμοποίηση, δηλαδή.

Δεν έχω πρόβλημα να πω ότι ο καλύτερος δάσκαλός μου είναι ο μακαρίτης ο Στάθης Καραζήσης. Ο άνθρωπος ο οποίος με πήρε στα χέρια του από την τρίτη δημοτικού μέχρι την έκτη δημοτικού. Πέρασαν κοντά 40 χρόνια και μια μέρα χτυπάει το τηλέφωνό μου και μου λέει μια φωνή, γεροντική, σπασμένα: «Βασιλάκη»; Ρώτησα ποιος είναι και είπε: «Ο δάσκαλός σου ο Στάθης ο Καραζήσης». Λέω: «Δάσκαλε τι κάνεις, πώς ήταν αυτό»; Λέει: «Σε πήρα για να σ’ ευχαριστήσω».

«Εσύ να μ’ ευχαριστήσεις; Εγώ θα έπρεπε να λέω ευχαριστώ». Συμπληρώνει: «Γιατί μου έδωσες τη χαρά να έχω προσφέρει σ’ αυτόν τον τόπο έναν μεγάλο δημιουργό».

Από τις Σέρρες. Ήταν πια πόσων ετών, 80 και. Η αφορμή του τηλεφωνήματος ήταν η παράσταση που είχα κάνει με το Εθνικό στο Κολοσσαίο, το 2000, Οιδίπους Τύραννος. Μια παράσταση με τον Γρηγόρη Βαλτινό.

 

Ο Κάρολος Κουν

Ο δεύτερος ήταν ο Κουν. Είχε όχι απαραιτήτως μόνο θετικά, αλλά μια προίκα μιας ιδιαιτερότητας η οποία έχει να κάνει μ’ αυτό που λέμε, το χάρισμα, το οποίο το είχε κατ’ εξοχήν. Το χάρισμα του να σε γειώνει στα πράγματα τα λεγόμενα πεζά, οδηγώντας το βλέμμα σου σε απροσδόκητες καταστάσεις, και κάνοντάς σε να μην έχεις αυτό τον γενέθλιο πειρασμό της μεγαλοστομίας των Ελλήνων. Μπορούσε να το κοντράρει αυτό.

Ίσως την τελευταία φορά που τον είδα πριν πεθάνει ήταν σε μια εκδήλωση που είχε γίνει στο Πάντειο για τη θεατρική εκπαίδευση. Ήταν διάφοροι μαθητές του, εγώ ήμουν ο νεότερος. Ο Λυκούργος Καλέργης, ο Κώστας Καζάκος… Στο τέλος, λοιπόν, λέω: «Ξέρετε ξεκινάμε τη διαδρομή μας…» Λέει «Πώς πάτε»; «Καλά» του είπα, «είχα αρκετές φορές τον πειρασμό να σας πάρω και να σας ρωτήσω πώς αντέξατε τόσο καιρό σ’ αυτό το βάλτο». Λέει ο Κουν, χαμογελώντας: «Ε γιατί δεν το κάνεις, γιατί δεν με παίρνεις»; Αμέσως, να το μετριάσει.

Είναι μεσάνυχτα στο Υπόγειο και φεύγω γιατί έχει τελειώσει η παράσταση. Ο Κουν είναι μόνος του στο γραφείο του, στο καμαράκι κάτω απ’ τη σκάλα. Του απευθύνομαι: «Γεια σας, καληνύχτα». «Πού πας», με ρωτάει. «Σπίτι μου, τελειώσαμε». «Έλα», μου λέει. Ανοίγει ένα τεφτέρι που είχε μπροστά του. «Τι κάνω», με ρωτάει. Απαντάω: «Δεν ξέρω». «Λογαριασμούς» προσθέτει, «Θα σου πω ότι δεν υπάρχει ισχυρότερο φάρμακο κατά της αϋπνίας από τους λογαριασμούς». Κοιτάζω του λογαριασμούς, καρέκλα 10, γραφείο 15, είδη φροντιστηρίου… Εντελώς κωμικό.

Οι γενικοί χαρακτηρισμοί δεν καλύπτουν τόσο πολύπλευρες προσωπικότητες. Μπορείς να πεις ότι ήταν αυστηρός αλλά είχε και κάποιες στιγμές μοναδικής επιείκειας.

Ο Βασίλης Παπαβασιλείου σε παιδική ηλικία

Δε μπορώ να κάνω διακρίσεις αν ήταν περισσότερο παιδαγωγοί ή αν είχαν άλλα χαρίσματα. Υπήρχαν άνθρωποι οι οποίοι είχαν πιο ισχυρό χάρισμα επικοινωνιακό. Αλλά αυτό είναι διαβάθμιση χαρίσματος.

Κάτι που καθόριζε τον Κουν ήταν οι εμμονές του. Φερ’ ειπείν η εμμονή που στηριζόταν στην αντιστροφή της λογικής «το αλάτι κάνει κακό» και οδηγούσε στο δόγμα «το αλάτι κάνει μόνο καλό». Για τον Κουν το αλάτι έκανε μόνο καλό και μάλιστα την ημέρα που είχαμε πάει στην Στοκχόλμη με τον θίασο εκείνος είχε προηγηθεί για να πάει στο νοσοκομείο της Ουψάλα.  Ήρθε να μας δει στο ξενοδοχείο. Εμένα με είχε δει πέντε μέρες πριν. Μπαίνει στον χώρο και κατευθύνεται επάνω μου. Μου λέει: «Σου το είχα πει, ε»; Λέω «Τι»; «Επιτρέπεται το αλάτι»! Ότι οι Σουηδοί είναι γιατροί και επιτρέπουν το αλάτι. Δικαιώθηκε!

Νομίζω όχι ο δάσκαλος του ελληνικού σχολείου δεν με είχε ξεχωρίσει ως ιδιαίτερο ταλέντο. Αλλά η δασκάλα της Γαλλικής Σχολής, με είχε ξεχωρίσει. Διότι μου ανέθεσε τον δεύτερο χρόνο να κάνω τον ρόλο του Αργκάν στον Κατά φαντασίαν ασθενή του Μολιέρου, στα γαλλικά. Έτσι, λοιπόν, εγώ πρώτη φορά ανέβηκα στη σκηνή στη γαλλική γλώσσα. Στις Σέρρες».

 

Απόψεις