Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΠΟΥ ΑΓΑΠΗΣΑ — Ρένη Πιττακή: τον δάσκαλο μου τον έλεγαν Κάρολο

Η Ρένη Πιττακή μιλάει για τον δάσκαλό της Κάρολο Κουν

 

Επιμέλεια: Εύα Νικολαΐδου

Όσους επαίνους κι αν γράψεις για τη Ρένη Πιττακή είναι λίγοι. Με κάθε ρόλο, έργο, προσφορά, εκφράζει πάντα την εποχή της. Έχει τόση πυκνότητα στο υποκριτικό της ταλέντο που μετασχηματίζεται με μαγικό τρόπο. Στις «Τρεις ψηλές γυναίκες», η ερμηνεία της ήταν αριστουργηματική.

Όμως, το τεράστιο μέγεθός της το θαύμασα στον δίωρο περίπου μονόλογο της «Γερμανίδας γραμματέα», του Κρίστοφερ Χάμπτον. Μια παράσταση σταθμός που καταλαβαίνεις ότι ο φασισμός δεν εκτρέφεται μόνο από τους πρωτεργάτες του αλλά και από την αδιαφορία μας να τον πολεμήσουμε.

Πάνω απ’ όλα στη ζωή της βάζει την αξιοπρέπεια. Δεν ανέχεται τις προσβολές. Μου είχε πει κάποτε για το δίκαιο και το άδικο: «Η έμφυτη αστική μου ευγένεια, ενώ από τη μία θεωρείται προσόν, από την άλλη δεν με αφήνει να διεκδικήσω με πάθος, να απαιτήσω, να τα πω έξω απ’ τα δόντια, να βρίσω, να ουρλιάξω, να φτύσω, ακόμα κι όταν θα έπρεπε. Μου επιβάλλει όμως χαμόγελο κατανόησης και ευπρέπειας, ενώ στο στομάχι μου γίνεται σεισμός».

Τη δεκαετία του ’70 που σπούδαζα στο Λονδίνο και στο Παρίσι, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω θεατρικές παραστάσεις με την Έλεν Μίρεν, τη Σιμόν Σινιορέ, τη Μάγκι Σμιθ, στο Royal Σαίξπηρ κ.α., μόλις έφτασα στην Αθήνα, η παρηγοριά μου ήταν το υπόγειο του Κουν κι εκεί έβλεπα μεγέθη με υποκριτικό ταλέντο όπως της Ρένης Πιττακή, που τα καθοδηγούσε ο ίδιος ο Κάρολος Κουν.

«Στον Κάρολο Κουν χρωστάω το «ευ ζειν». Τον θεωρούσα δεύτερο πατέρα μου όπως το είχα ονειρευτεί  διότι εγώ με την ευαισθησία μου δεν θα μπορούσα να λειτουργήσω σε ένα ελεύθερο θέατρο.

Είχα κάποιες αρχές και κάποιους κανόνες που τους ακολουθούσα και τους σεβόμουνα.

Ο Κάρολος Κουν μου καλλιέργησε ένα δικό μου χώρο για να μπορέσω να προχωρήσω και να ανθίσω μέσα στο φυτώριο που είχε ο ίδιος δημιουργήσει για τους μαθητές του.

Δεν του μίλησα ποτέ στον ενικό. Απευθυνόμουν στον πληθυντικό που στέγαζε το όνομά του.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τα σιδερένια πάνινα σκαμνάκια τα οποία παίρναμε από το φουαγιέ για να καθίσουμε γύρω γύρω στη σκηνή.

Ξεκινούσαμε το έργο διαβάζοντας αλλά απαιτούσε ο δάσκαλος από την πρώτη στιγμή να βλέπει να ζωντανεύει το σώμα μας έστω κι αν ήμασταν καθιστοί.

Δεν βασιζόταν, δεν εμπιστευόταν μόνο τις λέξεις αλλά απαιτούσε να «ακούσει» αυτό που τις γεννάει. Απαιτούσε όπως έλεγε την κατάσταση.

Επειδή ο ίδιος ήταν ένα πύργος πάθους και αφοσίωσης απαιτούσε το ίδιο κι από τους μαθητές του. Ήταν απόλυτα υποκειμενικός και πολλές φορές μου έλεγε αργότερα «αμάν βρε Ρένη με την αντικειμενικότητά σου». Είχε αδυναμία στο λαϊκό στοιχείο. Στους ανθρώπους που τους οδηγεί το ένστικτο. Εγώ ήμουν εγκεφαλικό ον, όπως είχε πει μια φορά. Βασιζότανε στην φαντασίωση, στη συγκινησιακή φόρτιση και αναζητούσε τον συνεσταλμένο αισθησιασμό και τον πλούσιο ψυχισμό στους μαθητές του.

Είναι γνωστό πόσο εκρηκτικός και αυστηρός ήταν μέσα στην πρόβα. Αυτό κόπασε αργότερα που είχε εξαντληθεί οργανικά, και δεν είχε δυνάμεις όπως ήταν στα νιάτα του.

Δεν είχε καθόλου θεωρητικό λόγο. Δεν ανέλυε το έργο αναζητώντας τι ήθελε να πει ο συγγραφέας με το έργο. Πίστευε πολύ στον αυτοσχεδιασμό και υποστήριζε ότι δεν μπορεί να προαποφασίσει κανείς τι θα κάνει πριν δοκιμάσει διάφορους αυτοσχεδιασμούς.

Πριν αρχίσει την σκηνοθεσία έψαχνε, ζύγιζε, ερευνούσε. Ακόμα και μέσα από το παίξιμο των ηθοποιών μπορούσε να σκηνοθετήσει. Δεν δίσταζε να αλλάζει και μέσα στην πρόβα τις συνθήκες του έργου. Ήταν παιδαγωγός και πολύ αφοσιωμένος όπως γίνεται κάποιος στο όνομα της θρησκείας».

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις