Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Εργασιακό νομοσχέδιο: Από τον Βρούτση στον Χατζηδάκη, ένας Σκέρτσος δρόμος

Τα πρόσωπα και οι τακτικές που εμπλέκονται στο μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη εναντίον της εργατικής τάξης της χώρας. Το..

Τα πρόσωπα και οι τακτικές που εμπλέκονται στο μεγάλο στοίχημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη εναντίον της εργατικής τάξης της χώρας.

Το νομοσχέδιο για τα εργασιακά που αναμένεται άμεσα να αναρτηθεί σε διαβούλευση και στη συνέχεια να το εισηγηθεί στην Βουλή ο υπουργός Εργασίας Κωστής Χατζηδάκης, θα είναι ένα από τα βασικά πολιτικά επίδικα των επόμενων εβδομάδων.

Πρόκειται για ένα από τα «μεγάλα στοιχήματα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη αφού απηχεί τις πλέον ακραίες νεοφιλελεύθερες επιλογές για τον κόσμο της εργασίας. Οι βασικοί του άξονες είναι η κατάργηση του 8ωρου – 5νθήμερου, η πλήρης νομιμοποίηση του καθεστώτος εργασιακής ζούγκλας σε αμοιβές και απολύσεις και το να τεθούν εντελώς «εκτός νόμου» οι εργατικοί αγώνες σε κάθε μορφή και έκφανση. Η σύνδεση του μάλιστα με τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης θα διαμορφώσει πιθανότατα το καθεστώς της εφαρμογής του στο διηνεκές με την γνωστή λογική της «συνέχειας του κράτους».

Υπό το πρίσμα αυτό έχει αυτοτελή αξία το να καταγραφεί η διαδικασία από την οποία κατέληξε η κυβέρνηση στην προώθηση του νομοθετήματος και τα βασικά πρόσωπα που εμπλέκονται. Όπως προκύπτει άλλωστε από τις δημόσιες τοποθετήσεις κυβερνητικών στελεχών η σχετική προετοιμασία γίνεται σχεδόν επί έναν χρόνο και με ιδιαίτερη προσοχή.

Το εργασιακό νομοσχέδιο ανακοινώθηκε επίσημα για πρώτη φορά στις 14 Σεπτεμβρίου του 2020 από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στη συνέντευξη που παραχώρησε στην Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα ήδη στην ομιλία του που είχε προηγηθεί από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης είχε φροντίσει να αφήσει μια νύξη λέγοντας πως με το νομοθετική παρέμβαση της κυβέρνησης «καταργούνται παρωχημένες ρυθμίσεις του περασμένου αιώνα».

Όπως προκύπτει από τη εκ των υστέρων ανάγνωση, από τότε ήταν γνωστό το περιεχόμενο και οι κατευθύνσεις του, ιδίως όσον αφορά το ζήτημα του 6μηνιαίου υπολογισμού του χρόνου εργασίας. Δηλαδή την κατ’ εξοχήν διάταξη που καταργεί το 8ωρο και ταυτόχρονα θεσπίζει τις απλήρωτες υπερωρίες. Χαρακτηριστική ήταν η δήλωση που έκανε στις 14/9 ο Κυριάκος Μητσοτάκης λέγοντας ότι «λίγοι θα είχαν αντίρρηση στο να μπορούν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι να έχουν περισσότερη ευελιξία, εφόσον το επιθυμούν οι ίδιοι, στο πώς κατανέμουν το χρόνο τους».

Επίσης εστίασε στην αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου που θέσπισε το ΠΑΣΟΚ το 1982, δηλαδή τον 1284/82 που ψηφίστηκε επί υπουργίας Απόστολου Κακλαμάνη. Ο πρωθυπουργός είχε πει πως «λίγοι μπορεί να έχουν αντίρρηση στο γεγονός ότι ένας συνδικαλιστικός νόμος, ο οποίος, εάν δεν κάνω λάθος, είχε ψηφιστεί το 1982, χρειάζεται επιτέλους κάποιον ουσιαστικό εξορθολογισμό».

Στην ίδια συνέντευξη ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δεν μπόρεσε να κρύψει το γεγονός ότι γνώριζε τις αντιδράσεις που θα προκαλούσε ένα τέτοιο νομοθέτημα. Όπως είχε αναφέρει «είναι βέβαιο ότι αμέσως θα ηχήσουν τα “τύμπανα του πολέμου”, γιατί τα εργασιακά έχουν και μία εικόνα ταμπού για την αντιπολίτευση, ως προς το πόσο επιδιώκει να τα σηκώνει». Μάλιστα ο πρωθυπουργός είχε μνημονεύσει την κριτική που του είχε ασκηθεί όταν προεκλογικά είχε ταχθεί κατά του 5νθήμερου εργασίας. Όπως σχολίασε «έπρεπε να απαντώ για κανένα μήνα, διότι περίπου είχα παρουσιαστεί ως κάποιος ο οποίος θα υιοθετήσει την εργασία επτά ημέρες την εβδομάδα, 365 μέρες το χρόνο». Η τελευταία αυτή αποστροφή κατέδειξε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνώριζε και γνωρίζει πολύ καλά τι επιχειρεί να θεσμοθετήσει και πώς αντιλαμβάνεται ως αυτονόητες τις αντιδράσεις.

Ένα επίσης εντυπωσιακό στοιχείο της συνέντευξης εκείνης είναι ο πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε ανακοινώσει ότι το εν λόγω νομοθέτημα θα κατατίθετο σε διαβούλευση τον ερχόμενο μήνα, δηλαδή τον Οκτώβριο του 2020, από τον τότε υπουργό Εργασίας, Γιάννη Βρούτση. Κάτι όμως που δεν συνέβη ποτέ, παρά το γεγονός πως το νομοθέτημα σε σημαντικό βαθμό είχε ήδη καταρτιστεί στις βασικές του διατάξεις. Η εξέλιξη αυτή προφανώς δεν ήταν άσχετη με τον ανασχηματισμό που ανακοινώθηκε 3 μήνες αργότερα στις 4 Ιανουαρίου του 2021 και στην θέση του Γιάννη Βρούτση τοποθετήθηκε ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, Κωστής Χατζηδάκης.

Τα σενάρια σχετικά με την αλλαγή στον κυβερνητικό σχεδιασμό φαίνεται να σχετίζονται με το πρόσωπο του Γιάννη Βρούτση και στις αντιπαραθέσεις που είχε με τμήμα του Μεγάρου Μαξίμου. Στοιχείο που έμμεσα διαφάνηκε και από τις καταγγελίες που έκανε πριν λίγες εβδομάδες σχετικά με τον Μένιο Φουρθιώτη. Ο βουλευτής Κυκλάδων της Νέας Δημοκρατίας πιθανότατα δεν θεωρήθηκε το κατάλληλο πρόσωπο για να προωθήσει μια τέτοια νομοθετική αλλαγή. Κυρίως επειδή δεν ανήκει στην νεοφιλελεύθερη πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας αλλά στην «σαμαρική» δεξιά έχοντας σχέση με συγκεκριμένα τμήματα του κομματικού μηχανισμού και ιδίως την ΔΑΚΕ. Αυτό παρά το γεγονός ότι ο Γιάννης Βρούτσης ως υπουργός Εργασίας δεν είχε διστάσει να φέρει στην Βουλή για ψήφιση αντεργατικές τροπολογίες όπως αυτή στις 8 Αυγούστου του 2019 που καταργούσε την υποχρέωση του εργοδότη να δικαιολογήσει μία απόλυση.

Ο Κωστής Χατζδηδάκης, αναλαμβάνοντας την ηγεσία του υπουργείου Εργασίας φέρεται να ζήτησε παράταση χρόνου προκειμένου να συντάξει εκ νέου το νομοσχέδιο και να διαμορφώσει τις συνθήκες για το πολιτικό του «πλασσάρισμα». Ιδίως την πολιτική επιχειρηματολογία που θα το συνοδεύσει.

Στο πλαίσιο αυτό ενσωμάτωσε στο νομοσχέδιο την κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO) σχετικά με την «Εξάλειψη της βίας και της παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας». Με τον τρόπο αυτό ο Κωστής Χατζηδάκης θέλησε επιτύχει ένα διττό στόχο: Να δώσει έναν «δικαιωματικό» χαρακτήρα στις αντεργατικές διατάξεις του νομοσχεδίου και μία έμφυλη διάσταση, επίσης να δημιουργήσει μια πολιτική γέφυρα προκειμένου να επιτύχει την συναίνεση του Κινήματος Αλλαγής. Αξίζει να σημειωθεί ότι ερώτηση για την κύρωση της συγκεκριμένης σύμβασης κατέθεσαν στην Βουλή στις 16 Φεβρουαρίου 4 βουλευτές του ΚΙΝ.ΑΛ οι Γιώργος Μουλκιώτης Νάντια Γιαννακοπούλου Βασίλης Κεγκέρογλου και η Ευαγγελία Λιακούλη. Από αυτούς οι 3 τελευταίοι καταγράφονται στα στελέχη του ΚΙΝ.ΑΛ που τάσσονται υπέρ μίας συναινετικής στάσης απέναντι σε νομοθετήματα της Νέας Δημοκρατίας όπως το συγκεκριμένο, προκρίνοντας την σχέση αντιπαλότητας με τον ΣΥΡΙΖΑ. Παρόλα αυτά ο στόχος της προσέγγισης του ΚΙΝ.ΑΛ δεν επιτεύχθηκε μια και το κόμμα της Φώφης Γεννηματά αναμένεται να καταψηφίσει το νομοθέτημα επί της αρχής.

Δεν είναι κρυφό ότι ο βασικός υποστηρικτής του συγκεκριμένου νομοσχεδίου στο στενό περιβάλλον του Μεγάρου Μαξίμου είναι ο υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Άκης Σκέρτσος. Εκφράζοντας τις απόψεις που είχε από την περίοδο που ήταν γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ), που σε σημαντικό βαθμό ενσωματώνονται στο νομοθέτημα. Ο Άκης Σκέρτσος θεωρείται και ο εμπνευστής της «επιθετικής λογικής» για την προώθηση και υπεράσπιση του νομοσχεδίου. Κάτι που άλλωστε δεν έκρυψε και την πρόσφατη συνέντευξη που έδωσε στην προηγούμενη Κυριακή στην εφημερίδα «Το Βήμα». Μεταξύ άλλων ανέφερε πως από την πλευρά της αντιπολίτευσης «θα υπάρξει προσπάθεια δυσφήμισης, αλλά πρέπει να απαντήσουμε με τη γλώσσα της αλήθειας, χωρίς ενοχικά σύνδρομα και να εξηγήσουμε με νηφαλιότητα και πειθώ τα οφέλη για τους ίδιους τους εργαζόμενους και τις νέες δουλειές που θα δημιουργηθούν».

Την λογική Σκέρτσου υιοθέτησε και ο Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος φρόντισε να κάνει το σχετικό «μασάζ» στην συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας κατά την συνεδρίαση που πραγματοποιήθηκε στις 14 Απριλίου. Εκεί ο πρωθυπουργός υπήρξε …διθυραμβικός για τις διατάξεις του νομοσχεδίου. Υποστήριξε πως πρόκειται για «το νέο χάρτη για την εργασία που, ύστερα από σαράντα χρόνια, φέρνει, επιτέλους, και τα ευρωπαϊκά δεδομένα για τον Έλληνα εργαζόμενο». Υποστήριξε επίσης ότι «το οκτάωρο παραμένει κατοχυρωμένο ως έχει, εκείνο που προστίθεται είναι το δικαίωμα του εργαζόμενου να ζητήσει ο ίδιος, σε συνεννόηση με τον εργοδότη του, να εργαστεί πιο πολύ για ένα διάστημα, κερδίζοντας σε άδεια, σε μία εποχή που θα το επιλέξει ο ίδιος. Τόσο απλά. τόσο λειτουργικά».

Σχετικά θέματα

Απόψεις