Στις 10 Οκτώβρη του 1941, δυο περίπου βδομάδες μετά την ίδρυση του ΕΑΜ (27 Σεπτέμβρη 1941), με πρωτοβουλία λίγων κομμουνιστών που είχαν καταταγεί στο στρατό της Μέσης Ανατολής και με επικεφαλής τον Γιάννη Σαλλά, ιδρύεται η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ).
Μετά την διαφαινόμενη κατάληψη της Κρήτης από τους Γερμανούς, στα τέλη του Μάη του 1941, η ελληνική κυβέρνηση εγκαταλείπει το τελευταίο μαχόμενο ελληνικό έδαφος, την Κρήτη. Την νύχτα της 22 προς την 23 Μάη, ο βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός συνοδευόμενη από μερικές δεκάδες αξιωματικούς, υπαξιωματικούς και οπλίτες που είχαν διασωθεί, με βρετανικό αντιτορπιλικό, αναχωρούν από την Αγία Ρουμέλη για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου…
Στην Αλεξάνδρεια, επίσης, κατέφυγε και ο ελληνικός πολεμικός στόλος που είχε διασωθεί χάρη στην αυτοθυσία των πληρωμάτων του, καθώς και 10 αεροπλάνα της Πολεμικής Αεροπορίας.
Στις 27 Μάη 1941 και ενώ η κατάληψη της Κρήτης δεν είχε κριθεί, η κυβέρνηση της Αγγλίας μέσω του στρατηγείου της Μέσης Ανατολής δίνει διαταγή για εκκένωση του νησιού.
Η Μάχη της Κρήτης, παρά τον ηρωισμό των Κρητών, έληξε στις 31 Μάη 1941, με την κατάληψη της μεγαλονήσου από τους χιτλερικούς.
Στην Αίγυπτο αρχικά, ήδη από το ξέσπασμα του ελληνο-ιταλικού πολέμου, συγκροτήθηκε ένα τάγμα από 600 περίπου εθελοντές και επιστρατευμένους Αιγυπτιώτες Ελληνες που ζούσαν εκεί, με σκοπό να βοηθήσει τον αγώνα του ελληνικού λαού στο Αλβανικό μέτωπο, αλλά η δικτατορία του Μεταξά εμπόδισε μια τέτοια εξέλιξη.
Τον Ιούνη του 1941 άρχισαν να συγκροτούνται και άλλες στρατιωτικές μονάδες, από μαχητές που διασώθηκαν από τη μάχη της Κρήτης, στρατιωτικό τμήμα από την περιοχή του Έβρου που πέρασε μέσω Τουρκίας, πρόσφυγες από τα νησιά και την ηπειρωτική Ελλάδα. Απ’ αυτούς η κυβέρνηση Τσουδερού έκανε κλιμακωτή επιστράτευση δέκα ηλικιών. Ετσι σιγά – σιγά συγκροτήθηκαν και βαθμιαία αναπτύχθηκαν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής που έφθασαν τις 30.000 περίπου: 18.000 στο πεζικό, 7.000 στο ναυτικό και 4.000 – 5.000 στην αεροπορία. Οι δυνάμεις αυτές υπήχθησαν στις αγγλικές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής που είχαν αναλάβει την εκπαίδευση, τον εφοδιασμό και τον εξοπλισμό τους.
Βεβαίως τα έξοδα για τη συντήρηση, την εκπαίδευση, τον εφοδιασμό και τον εξοπλισμό τους, τα οποία διαχειρίζονταν οι Αγγλοι, χρεώθηκαν στον ελληνικό λαό και «κρατήθηκαν» από το απόθεμα του ελληνικού χρυσού που «σώθηκε» από τα χέρια των ναζί και βρέθηκε στα «σίγουρα χέρια» των Εγγλέζων στο Λονδίνο. Από αυτό το απόθεμα του χρυσού οι Βρετανοί, ανάμεσα στα άλλα, κατακράτησαν αποζημιώσεις και για τη φιλοξενία του «στέμματος και της κυβέρνησης» και καλύφθηκαν τα… έξοδα των βρετανικών στρατευμάτων που έλαβαν μέρος στις μάχες του Δεκέμβρη του 1944.
Η ανάπτυξη του αντιφασιστικού, εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα του ελληνικού λαού επηρέασε, όπως ήταν φυσικό, τις ένοπλες δυνάμεις στη Μέση Ανατολή. Σε αυτές τις ένοπλες δυνάμεις στις 10 Οκτώβρη 1941 ιδρύεται η Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση (ΑΣΟ) με σκοπούς:
- Την δημιουργία αντιφασιστικά διαπαιδαγωγημένου στρατού, που θα έπαιρνε μέρος το ταχύτερο δυνατό στον πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων κατά των χιτλεροφασιστών.
- Ο στρατός αυτός, όταν οι συνθήκες το επιτρέψουν, να αποβιβαστεί στην Ελλάδα για να βοηθήσει τον αγωνιζόμενο ελληνικό λαό να ολοκληρώσει την απελευθέρωση της χώρας και
- Ο στρατός αυτός, σεβόμενος τη βούληση του ελληνικού λαού, να αντισταθεί σε κάθε προσπάθεια των φασιστικών στοιχείων να επιβάλλουν με τη βία καθεστώς αντίθετο προς τη θέληση του λαού.
Σύντομα ιδρύθηκαν αντίστοιχες Αντιφασιστικές Οργανώσεις στο Ναυτικό (ΑΟΝ), τον Δεκέμβρη του 1941 και τον επόμενο χρόνο η Αντιφασιστική Οργάνωση Αεροπορίας (ΑΟΑ).
Και οι τρεις οργανώσεις μαζί συσπείρωσαν στις γραμμές τους το 90% των στρατιωτών, των ναυτικών και των αεροπόρων, καθώς και πολλούς πατριώτες αξιωματικούς και υπαξιωματικούς.
Οι οργανώσεις αυτές εξέδιδαν τις αντίστοιχες πολυγραφημένες εφημερίδες «Αντιφασίστας», «Ελευθερία» και «Αστέρας», που κυκλοφορούσαν πλατιά, τόσο στις στρατιωτικές μονάδες όσο και ανάμεσα στους πολίτες.
Ήδη από τα πρώτα φύλλα των εφημερίδων αποτυπώνεται η οργανωμένη αντίθεση των στρατιωτών, υπαξιωματικών, καθώς και αρκετών αξιωματικών προς τους ανώτερους αξιωματικούς, πολλοί από τους οποίους αντιπροσώπευαν το μεταξικό καθεστώς. Η ΑΣΟ διαμαρτύρεται και καταγγέλλει την εξόριστη κυβέρνηση του Εμμανουήλ Τσουδερού και στη συνέχεια του Σοφοκλή Βενιζέλου για τη διατήρηση των εκπροσώπων του μεταξικού καθεστώτος σε θέσεις κλειδιά του στρατεύματος, πράγμα που σύμφωνα με τις καταγγελίες αποτελεί πηγή ρεμούλας και κακής λειτουργίας. Επίσης καταγγέλλουν τις κυβερνήσεις για το γεγονός ότι αυτό τον πολυάριθμο στρατό, αντί να τον εκπαιδεύσουν σε πόλεμο εναντίον του άξονα, συνεχίζουν την αντικομμουνιστική και αντισοβιετική διαπαιδαγώγηση με σκοπό να τον χρησιμοποιήσουν για αντιλαϊκούς σκοπούς μετά την απελευθέρωση. Επίσης καταγγέλλονται οι επαφές της εξόριστης κυβέρνησης με την κυβέρνηση Τσολάκογλου στην Αθήνα.
Αρκετές από τις εκκλήσεις της ΑΣΟ έχουν ως περιεχόμενο τη βελτίωση της μαχητικής ικανότητας του στρατεύματος. Μάταια όμως. Πολύ γρήγορα γίνεται φανερό ότι σκοπός των Αγγλων και της ελληνικής κυβέρνησης δεν ήταν να χρησιμοποιηθεί αυτός ο στρατός ενάντια στις δυνάμεις του Αξονα, αλλά σαν δύναμη κατάλληλα εκπαιδευμένη και διαπαιδαγωγημένη έτοιμη να επέμβει, μετά την διαφαινόμενη ήττα των Γερμανών και την απελευθέρωση της Ελλάδας, για την συντριβή του ελληνικού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος και την παλινόρθωση του αγγλόδουλου αστικού καθεστώτος.
Η πρώτη εξέγερση στο στρατό, που σημειώθηκε την περίοδο Φλεβάρη – Μάρτη του 1943, ήρθε ως αντίδραση των στρατιωτών και ορισμένων κατώτερων κυρίως αξιωματικών ενάντια στα σχέδια του επιτελείου να διαλύσει την 1η ταξιαρχία, που εκείνη την περίοδο είχε σταλεί για εκπαίδευση σε ορεινές περιοχές του Λιβάνου. Το αιτιολογικό της διάλυσης ήταν προσχηματικό (ότι δεν ήταν επαρκώς εκπαιδευμένη), ενώ ο ουσιαστικός λόγος ήταν η σύνθεση και ο αγωνιστικός προσανατολισμός των στρατιωτών. Οι στρατιώτες τελικά εξεγέρθηκαν, συλλαμβάνοντας αξιωματικούς και θέτοντας αιτήματα για αλλαγές αξιωματικών και του υπουργού Στρατιωτικών κ.ά.
Ακολούθησαν και άλλα γεγονότα, όπως η προσπάθεια της κυβέρνησης ενάντια στη 2η ταξιαρχία, η σύλληψη 27 ναυτών του αντιτορπιλικού «Ιέραξ» στο λιμάνι του Πορτ Σάιντ, η οποία έγινε κατόπιν εντολής του υπουργού Ναυτικών Σοφοκλή Βενιζέλου και αφού πρώτα έριξαν στους ναύτες δακρυγόνα αέρια. Αυτή η ενέργεια εξόργισε τους ναύτες και άλλων πλοίων. Η κυβέρνηση προσπάθησε να εκκαθαρίσει και τα άλλα πλοία, αλλά και γενικότερα να καταστείλει στρατιώτες και πολίτες της παροικίας που τους θεωρούσε υπαίτιους για κομμουνιστική δράση.
Τα γεγονότα κορυφώθηκαν την άνοιξη του 1944. Από το πρωί της Δευτέρας 3 Απρίλη ο ξεσηκωμός απέκτησε πολύ πιο επιθετικά χαρακτηριστικά. Στο Κάιρο ομάδα στρατιωτών κατέλαβε το ελληνικό φρουραρχείο. Την επόμενη μέρα οι επιτροπές στρατιωτών έπαιρναν στα χέρια τους τον έλεγχο του στρατού με τις καταλήψεις πολεμικών πλοίων, στρατοπέδων και κρίσιμης σημασίας κτηρίων. Οι επιτροπές στρατιωτών και ναυτών κατέλαβαν το Γενικό Επιτελείο, την Επιμελητεία, το Υπουργείο Ναυτικών, το Αρχηγείο του Στόλου, το στρατόπεδο Έλλη, το Ελληνικό Ναυτικό Φρουραρχείο Αλεξάνδρειας, τη Σχολή Νέων Δοκίμων και το θωρηκτό Αβέρωφ.
Το βράδυ της 5ης προς 6η Απρίλη η εξέγερση κορυφωνόταν. Οι καταλήψεις πλοίων επεκτάθηκαν πλέον κι έξω από την Αίγυπτο. Ακόμα και στα υποβρύχια που βρίσκονταν στη Μάλτα έγινε εξέγερση και ανέλαβαν επιτροπές ναυτών!
Η καταστολή της εξέγερσης έγινε κατορθωτή από την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση με τη δύναμη των αγγλικών στρατευμάτων, με τεθωρακισμένα κ.ά. Το βράδυ της 22ης προς 23η Απρίλη έγινε καταστολή των εξεγερμένων πληρωμάτων στην Αλεξάνδρεια. Το επόμενο βράδυ έγινε και η καταστολή της 1ης Ταξιαρχίας από το στρατηγό Πάτζετ. Μετά από μία βδομάδα παραδόθηκαν οι ναύτες από τα πλοία του Πορτ Σάιντ. Ορισμένες εστίες διατηρήθηκαν σε πλοία και υποβρύχια έως τις αρχές Ιούνη.
Η αριθμητική δύναμη των μονάδων που διαλύθηκαν ξεπερνούσε τις 30.000. Γύρω στις 20.000 αξιωματικοί, οπλίτες και ναύτες, ανάμεσά τους και πολλοί Αιγυπτιώτες, κλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, κάτω από άθλιες συνθήκες, σε ερημικές περιοχές στο Σουδάν, στην Κυρηναϊκή, στην Ερυθραία.
Το Μάη του 1944 πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο του Λιβάνου, το οποίο κατέληξε στη συγκρότηση κυβέρνησης εθνικής ενότητας με πρωθυπουργό τον Γ. Παπανδρέου και συμμετοχή του ΕΑΜ. Η ίδια η λαθεμένη προσέγγιση περί εθνικής ενότητας εκ μέρους του ΚΚΕ και του ΕΑΜ επέφερε την καταδίκη των εξεγερμένων φαντάρων και ναυτών, από την αντιπροσωπεία που πήρε μέρος στο συνέδριο του Λιβάνου, αφού εθνική ενότητα ισούται με υποταγή στην αστική τάξη.
Η πλειοψηφία των εξεγερμένων που φυλακίστηκε στα σύρματα μέσα στις ερήμους από τις ελληνικές και αγγλικές αρχές άντεξε παλικαρίσια και πολλοί αργότερα πάλεψαν κι έδωσαν τη ζωή τους στις γραμμές του ΔΣΕ, όπως και ο επικεφαλής της ΑΣΟ Γιάννης Σαλλάς στο ΔΣΕ Σάμου.
Ο Γιάννης Σαλλάς γεννήθηκε το 1908 στο χωριό Φραντάτο Ικαρίας. Υπηρέτησε στο πολεμικό Ναυτικό και όταν απολύθηκε, ήρθε σ’ επαφή με το επαναστατικό κίνημα στον Πειραιά. Εκτοπίστηκε για ένα χρόνο στη Σίκινο το έτος 1932.
Το 1936, όταν ξέσπασε ο εμφύλιος στην Ισπανία, προσπάθησε να πάει εκεί για να καταταγεί στη διεθνή Ταξιαρχία. Τον έπιασαν όμως μέσα στο καράβι και, αντί για την Ισπανία βρέθηκε στις φυλακές της Ακροναυπλίας όπου έμεινε τρία περίπου χρόνια. Βαριά άρρωστος, σχεδόν ετοιμοθάνατος, με συνεχείς αιμοπτύσεις, μεταφέρεται στο Σανατόριο Ασβεστοχωρίου της Θεσσαλονίκης, όπου νοσηλεύτηκε μέχρι τις ημέρες της κατάρρευσης του μετώπου το 1941, όπου καταφέρνει να δραπετεύσει, φτάνει μετά από περιπέτειες, στην Ικαρία κι από κει, στις 8 Σεπτέμβρη 1941, στη Μέση Ανατολή
Πρωτοστάτησε μαζί με άλλους αντιφασίστες οπλίτες και αξιωματικούς στην ίδρυση της Αντιφασιστικής Στρατιωτικής Οργάνωσης και αναδείχθηκε σε Γενικό Γραμματέα της Οργάνωσης. Για την δράση του συνελήφθη από τους Εγγλέζους καταδικάστηκε και φυλακίστηκε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Τον Οκτώβρη του 1949 συλλαμβάνεται, μετά από προδοσία, μαζί με τον γιατρό του Δημοκρατικού Στρατού Σάμου, τον Ικαριώτη Σαράντο Καρούτσο στο κρησφύγετό τους στον Κέρκη και δολοφονούνται.
«Δε φεύγουν σιδηρόδρομοι, δεν ταξιδεύουν πλοία»…
Όπως σήμερα έτσι και τότε οι ίδιες αιτίες, πόλεμος και πείνα, ξεσηκώνουν τα κύματα της προσφυγιάς. Μόνο οι διαδρομές είναι αντίστροφες: Από την κατεχόμενη Ελλάδα, την ηπειρωτική χώρα και τα νησιά, αμέτρητοι αυτοί που θαλασσοδέρνονται και θαλασσοπνίγονται προς τα τουρκικά παράλια, κι από εκεί για Κύπρο, Αίγυπτο, Συρία… Ύστερα, οι γυναίκες με τα μικρά και τους γέρους, στους καταυλισμούς της Ασίας και της Αφρικής. Και οι άντρες: “στολή και δρόμο για την Παλαιστίνη”, στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις της Μέσης Ανατολής.
Μελοποίηση και ηχογράφηση «ανώνυμου» τραγουδιού βασισμένο σε μαρτυρία του Βασίλη Φούσκα από τους μουσικούς: Κωστή Κωστάκη, Αργύρη Νικολάου, Χαρούλα Τσαλπαρά, Κώστα Φωτόπουλο, για το ντοκιμαντέρ «Ο Αντιφασιστικός Αγώνας στη Μέση Ανατολή» σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Βαρδαρού.
Εκτεταμένα αποσπάσματα από την ΚΟΜΕΠ τεύχος 3, 2015
Ημεροδρόμος 10 Οκτώβρη 2021