Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Το Πολυτεχνείο αφημένο στα νοήματα και στους «μάρτυρες»

Μια αξιωματική θέση της ερμηνευτικής είναι πως η κοινωνία δεν είναι δομή (πλέγμα κοινωνικών σχέσεων) αλλά έχει να κάνει με..

Μια αξιωματική θέση της ερμηνευτικής είναι πως η κοινωνία δεν είναι δομή (πλέγμα κοινωνικών σχέσεων) αλλά έχει να κάνει με το πως οι άνθρωποι (τα υποκείμενα) νοηματοδοτούν τις πράξεις τους και τα πράγματα φτιάχνοντας τον “κοινωνικό κόσμο” (Berger, P., Th. Luckman, Η κοινωνική κατασκευή της πραγματικότητας, Αθήνα:Νήσος). Με αυτό τον τρόπο παραγνωρίζεται, όμως, ο ρόλος της ιδεολογίας ή, ακόμη και της πλάνης των ανθρώπων, πόσο μάλλον όταν η κυρίαρχη τάξη, διαθέτει εκτός από τα υλικά μέσα παραγωγής και τα μέσα πνευματικής παραγωγής (ΜΜΕ, ινστιτούτα, ιδρύματα κ.λπ.). Μπορεί να ελέγξει δηλαδή την κοινωνική συνείδηση εμποδίζοντας την έγερση μιας κριτικής γνώσης, μιας κριτικής συνείδησης.

Νομίζω πως κάπου εδώ είμαστε όσον αφορά την αναθεώρηση της ιστορίας του Πολυτεχνείου. Σαφώς και η προσφυγή στις μαρτυρίες, ως μεθόδου ερμηνείας των ιστορικών γεγονότων, είναι θεμιτή, στο βαθμό που θα ήθελε να αναδείξει κανείς πως οι άνθρωποι βίωσαν το “συμβάν”, τον Νοέμβρη του ΄73. Σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά την ενδελεχή ανάλυση των κοινωνικών, πολιτικών και πολιτισμικών διεργασιών που οδήγησαν εδώ αλλά και της ιστορικής γνώσης που βασίζεται σε γραπτές πηγές και τεκμήρια (έντυπα, οπτικό υλικό, διασταυρούμενες μαρτυρίες κ.λπ.) και του επισταμένου ελέγχου τους.

Ίσως από τα κεντρικά προβλήματα αυτών των μεθόδων (ποιοτικών) που εγγράφονται στην ερμηνευτική και πάνε στα υποκειμενικά νοήματα (βιογραφική μέθοδος, προφορική ιστορία κ.λπ.), είναι ότι εκκινούν από τον άνθρωπο (το άτομο, το υποκείμενο) και μένουν σ’ αυτόν, αγνοώντας πως αυτός είναι σε μεγάλο βαθμό δημιούργημα (και δημιουργός, υπό προϋποθέσεις, όταν θέλουμε να εξηγήσουμε την κοινωνική αλλαγή), των κοινωνικών συνθηκών, όπως το έθετε ο Μαρξ: Οι άνθρωποι κάνουν την ιστορία σε συνθήκες που δεν επιλέγουν οι ίδιοι.

Οι ερμηνευτικές προσεγγίσεις, επειδή έχουν σβήσει την κοινωνία (ως δομή) μέσα στα υποκείμενα, και στα νοήματά τους αδυνατούν να αντιληφθούν πως το νόημα που φέρεται από τους μάρτυρες έχει παραχθεί σε μεγάλο βαθμό κοινωνικά, όπως συμβαίνει με τις μαρτυρίες των αξιωματικών Βουλιέρη και Γουνελά που μπήκαν με το τανκ στο Πολυτεχνείο. Αυτοί είναι μέρος μιας δομής, εδώ του στρατού που βρίσκεται μάλιστα εκτός συνταγματικής τάξης (πραξικόπημα 21ης Απριλίου) και είναι κατασταλτική δύναμη. Επομένως το εύρος των ατομικών δράσεων-επιλογών αλλά και το πως θα νοηματοδοτήσουν το γεγονός της εισβολής στο Πολυτεχνείο, συνδέεται άμεσα με το αφήγημα της χούντας. Εξάλλου αυτοί είναι εντεταλμένα όργανα της δομής. Εκτελούν εντολές της.

Σε μεγάλο βαθμό μάλιστα η “αναπαράσταση” των γεγονότων μέσω της μαρτυρίας, της μνήμης, θα βασιστεί στην εναίσθηση, η οποία ρητά ή, άρρητα ενυπάρχει σ’ αυτές τις μεθόδους, μετατρέποντας την ερευνητική διαδικασία (π.χ. αφηγηματική-βιογραφική μέθοδος, προφορική ιστορία, ιστορίες ζωής κ.ά.) σε ζήτημα ψυχολογικής τάξης (Ντίλτεϋ, Γιάσπερς, Βέμπερ κ.ά.). Mε αυτή την έννοια η ερμηνευτική στρέφεται και κατά της επιστημονικής γνώσης που στην προσπάθειά της να εκλογικεύσει συμπεριφορές και πράγματα, αλλοτριώνει, σύμφωνα με τους εκπροσώπους της, την πρωτογενή εμπειρία, αφού παρεμβάλλεται ανάμεσα στο υποκείμενο και τη συνείδησή του, εμποδίζοντας την ενόραση των πραγμάτων.Σαν να πάμε λοιπόν στο προεπιστημονικό παράδειγμα (είδα, άκουσα, μίλησα, θυμάμαι κ.λπ.).

Σε αυτό το μεθοδολογικό-ερευνητικό πλαίσιο δουλειά του ερευνητή/ας, είναι, η άμεση πρόσβαση στην πρωτογενή εμπειρία για να “πιάσει” τη βιωμένη εμπειρία και να ακουμπήσει τη συνείδηση. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο αν βάλει σε παρένθεση την κοινωνία και τις επιστρώσεις που επικαλύπτει τη συνείδηση (φαινομενολογία). Αν βάλει δηλαδή σε παρένθεση το ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο (στρατιωτικός νόμος, αστυνομική βία κ.λπ.) και θεωρήσει πως το Πολυτεχνείο είναι περισσότερο παράγωγο της κατάστασης, των αλληλεπιδράσεων ανάμεσα στους συμμετέχοντες (ανάμεσα στους έγκλειστους φοιτητές και τους στρατιωτικούς, τους αστυνομικούς κ.ά.), αγνοώντας την ασυμμετρία δύναμης, μέσων κ.λπ. Οπλισμένοι οι μεν, άοπλοι οι δε, κ.ο.κ.

H κατανόηση των κινήτρων της δράσης των “μαρτύρων”, αφού βάλαμε στην άκρη το ιστορικό-κοινωνικό πλαίσιο, εξαρτάται πλέον από την προσωπική και αναπόδεικτη διαίσθηση του ερευνητή και το “καλόπιασμα” του μάρτυρα για να συνεργαστεί (“να τα πει”), παράγοντες όμως που είναι εκ των πραγμάτων αστάθμητοι. Με αυτή την έννοια όμως μπορούν να παραχθούν ανακρίβειες και διαστρεβλώσεις του γεγονότος, όπως συμβαίνει τώρα με την μαρτυρία του αξιωματικού Βουλιέρη, για το Πολυτεχνείο.

*O Θανάσης Αλεξίου είναι καθηγητής στο Τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου

Σχετικά θέματα

Απόψεις