Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Πάνω από 1 στους 4 εργαζόμενους παίρνουν λιγότερα από τον κατώτατο μισθό!

Από τον «Ριζοσπάστη»  Μισθοί στον πάτο, «ευέλικτη» δουλειά και ανυπαρξία Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας διαμορφώνουν την εφιαλτική πραγματικότητα για εκατομμύρια εργαζόμενους..

Από τον «Ριζοσπάστη» 

Μισθοί στον πάτο, «ευέλικτη» δουλειά και ανυπαρξία Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας διαμορφώνουν την εφιαλτική πραγματικότητα για εκατομμύρια εργαζόμενους που καλούνται να τα βγάλουν πέρα με όλο και μικρότερες αμοιβές. Κι αυτά την ίδια περίοδο που η κυβέρνηση και οι επιχειρηματικοί όμιλοι διαφημίζουν την προσέγγιση της «επενδυτικής βαθμίδας», τις «καλές ειδήσεις» για τα κρατικά έσοδα και τα ελλείμματα που περιορίζονται κ.ο.κ.

Ετσι, μπορεί η κυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι έρχεται περίοδος «αυξήσεων μισθών», όμως την ίδια στιγμή, ακόμα και με τις πολυδιαφημισμένες «αυξήσεις» στον κατώτατο μισθό, τα ίδια τα στοιχεία του ΕΦΚΑ φανερώνουν την πραγματική εικόνα για την πλειοψηφία των μισθωτών.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ένα μεγάλο μέρος των μισθωτών, πάνω από 1 στους 4, αμείβονται με λιγότερα και από τον κατώτατο μισθό!

Τα στοιχεία αυτά περιλαμβάνονται στα «Μηνιαία Στοιχεία Απασχόλησης» για την περίοδο Γενάρη – Νοέμβρη 2022 που αργοπορημένα δημοσιοποίησε ο ΕΦΚΑ και αφορούν τους εργαζόμενους στις λεγόμενες κοινές επιχειρήσεις, οι οποίοι ξεπερνούν τα 2,5 εκατομμύρια.

Σύμφωνα με αυτά, λοιπόν, το 27% των μισθωτών στις κοινές επιχειρήσεις «αμείβεται με αποδοχές μικρότερες εκείνων του ανειδίκευτου εργάτη. Αυτό οφείλεται κυρίως στη μερική απασχόληση»! Δηλαδή, σχεδόν 700.000 εργαζόμενοι έπαιρναν λιγότερα από τον κατώτατο μισθό που το 2022 είχε διαμορφωθεί στα 713 ευρώ μεικτά!

Αντίστοιχα οι εργαζόμενοι με μερική απασχόληση αποτελούν περίπου το 27% των μισθωτών ή αλλιώς φθάνουν σε 685.000 ανά μήνα. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν οι εργαζόμενοι με εκ περιτροπής απασχόληση (πλήρες ωράριο αλλά λιγότερες μέρες τη βδομάδα) που είναι μορφή μερικής απασχόλησης αλλά ο ΕΦΚΑ τους συμπεριλαμβάνει στους εργαζόμενους με πλήρη απασχόληση λόγω του τρόπου καταγραφής τους. Η εικόνα της βαρβαρότητας με την οποία αναμετρώνται οι μισθωτοί συμπληρώνεται από τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗ που έδειχναν ότι το 2022 γίνονταν πάνω από 7.000 απολύσεις κάθε μέρα, λόγω της τεράστιας «ευελιξίας».

Αποκαλυπτικά είναι και τα στοιχεία για τον μέσο και διάμεσο μισθό.

Ο μέσος μισθός των εργαζομένων στις κοινές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε στα 1.000 ευρώ μεικτά τον μήνα (λιγότερο από 860 ευρώ καθαρά τον μήνα) και είναι μικρότερος κατά 21% από τον μέσο μεικτό μισθό πριν από 12 χρόνια (!), αφού το 2011 ήταν 1.264 ευρώ…

Ο μισθός του πρώτου 50% των εργαζομένων (διάμεσος) στις κοινές επιχειρήσεις φθάνει να είναι κάτω από 910 ευρώ μεικτά, λιγότερο από 770 ευρώ καθαρά. Και ο αριθμός των μισθωτών που παίρνει λιγότερα από αυτά τα χρήματα είναι περίπου 1.300.000!

Από την άλλη, τα στοιχεία δείχνουν ξεκάθαρα τις αρνητικές συνέπειες της αποσύνδεσης του κατώτατου μισθού από τα επόμενα μισθολογικά κλιμάκια λόγω της κατάργησης των τριετιών, οι οποίες μέχρι το 2012 που καταργήθηκαν τα αναπροσάρμοζαν αυτόματα σε κάθε αύξηση του κατώτατου μισθού.

Από το 2019 έως σήμερα οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ έχουν πάρει τέσσερις αποφάσεις αύξησης του κατώτατου μισθού. Από τα 586 ευρώ μεικτά το 2018 έφθασε τα 780 ευρώ μεικτά τον Απρίλη του 2023. Ποσοστιαία, αυτή η αύξηση φτάνει το 33%, όμως στην πραγματικότητα έχει εξανεμιστεί στο σύνολό της αφού έχει καλύψει μόνο ψίχουλα των τεράστιων ανατιμήσεων στο κόστος ζωής λόγω του πληθωρισμού, των πολύ μεγάλων αυξήσεων στα ενοίκια, των λογαριασμών Ενέργειας κ.ο.κ.

Ομως, ούτε ακόμα κι αυτόν τον ρυθμό αύξησης δεν ακολούθησαν οι αυξήσεις στους μισθούς των εργαζομένων με προϋπηρεσία. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο μέσος μισθός το 2018 – δηλαδή πριν εφαρμοστεί η πρώτη αύξηση στον κατώτατο μισθό το 2019 – ήταν 919 ευρώ και το 2022 ο μέσος μισθός είναι μόλις 1.000 ευρώ. Με άλλα λόγια, ο μέσος μισθός αυξήθηκε μόλις 81 ευρώ ή μόνο 9% (!), την ίδια στιγμή που ο πληθωρισμός στα είδη διατροφής κινείται διαρκώς σε διψήφια ποσοστά τα τελευταία δύο χρόνια (11 – 15%)!

Αποδεικνύεται δηλαδή ότι ο μηχανισμός καθορισμού του «κατώτατου μισθού» από την εκάστοτε κυβέρνηση, που ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ υπερασπίζονται σαν κόρη οφθαλμού και ως μια «βέλτιστη ευρωπαϊκή πρακτική», αποτελεί στην ουσία μέσο προστασίας των κερδών της εργοδοσίας, αφού προσαρμόζει διαρκώς το «κόστος εργασίας» στους στόχους της ανταγωνιστικότητας των ομίλων, έτσι που το εργατικό εισόδημα να είναι διαρκώς στην πρέσα των «αντοχών» της οικονομίας.

Σχετικά θέματα

Απόψεις