Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ντενίζ Μπαλτσαβιά — μια σπουδαία και αγαπημένη ηθοποιός

Στις 14 Φλεβάρη 2023 έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 91 ετών

Στις 14 Φλεβάρη 2023 έφυγε από τη ζωή η σπουδαία ηθοποιός Ντενίζ Μπαλτσαβιά σε ηλικία 91 ετών μετά από πολυετή μάχη με τον καρκίνο.

Για δεκαετίες η Ντενίζ Μπαλτσαβιά ήταν στο σανίδι του θεάτρου, με εμφανίσεις και στην τηλεόραση.  

Μόλις τελείωσε το Γυμνάσιο, πήγε στην Αγγλία, όπου σπούδασε αγγλική φιλολογία και παράλληλα στη Δραματική Σχολή, ενώ δούλευε σε διάφορες δουλειές για να καταφέρει να επιβιώσει σε μια ξένη χώρα και παράλληλα να σπουδάζει.

Όταν γύρισε στην Ελλάδα η πρώτη της δουλειά ήταν με τον Μάνο Κατράκη. Δούλεψε με πολλούς αξιόλογους ηθοποιούς όπως Παξινού, Μινωτή, Καρέζη, Καζάκο, Ριάλδη, Βέμπο.

Δούλεψε στο Εθνικό Θέατρο, στα ΔΗΠΕΘΕ Λαμίας, Αγρινίου και Σερρών, στο «Αποθήκη», στα «Σκουπίδια» με την Αλίκη Γεωργούλη. Η πρώτη της επιτυχία ήταν στο έργο «Μάνα, μητέρα, μαμά», στο Θέατρο του Πειραιά σε σκηνοθεσία του Τάκη Βουτέρη. 

Στην τηλεόραση είχε ρόλους στις σειρές «Εκείνες και εγώ» και  «Ψίθυροι Καρδιάς».

Ήταν αγωνίστρια και σταθερά με το ΚΚΕ σε όλες τις μάχες.

Τα τελευταία χρόνια ήταν φιλοξενούμενη στο «Σπίτι του Αγωνιστή». Την είχε δει ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας κατά την επίσκεψή του το Δεκέμβρη του 2022 στο «Σπίτι του Αγωνιστή».

 

Μόνο ενωμένοι έχουμε ελπίδα

 

Παραθέτουμε μία συζήτηση της αξέχαστης Σοφίας Αδαμίδου με τη Ντενίζ Μπαλτσαβιά, στον Ριζοσπάστη το 1998 με αφορμή την παράσταση στο Υπόγειο του “Θεάτρου Τέχνης – Κάρολος Κουν”, του  έργου του Ιάκωβου Καμπανέλλη “Μια συνάντηση κάπου αλλού”. 

Γυναίκα, σύζυγος, κυρία, γριά, γειτόνισσα, πέντε ρόλοι επί σκηνής του “Θεάτρου Τέχνης – Κάρολος Κουν”,στο Υπόγειο,στο έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη “Μια συνάντηση κάπου αλλού” και γριά Τσιγγάνα στους “Ψίθυρους καρδιάς”, για την Ντενίζ Μπαλτσαβιά,που για περισσότερο από τρεις δεκαετίες στο θέατρο αγωνιά, παλεύει, δημιουργεί, ελπίζει και ονειρεύεται με την ίδια θέρμη.

Η Ντενίζ Μπαλτσαβιά,μόλις τελείωσε το γυμνάσιο, πήγε στην Αγγλία, όπου σπούδασε αγγλική φιλολογία και παράλληλα στη δραματική σχολή, ενώ δούλευε σε διάφορες δουλιές για να καταφέρει να επιβιώσει σε μια ξένη χώρα και παράλληλα να σπουδάζει.

“Μετά γύρισα εδώ – θυμάται η Ντενίζ Μπαλτσαβιά – και η πρώτη μου δουλιά ήταν με τον Μάνο Κατράκη. Μετά δούλεψα με αξιόλογους ηθοποιούς, όπως Παξινού, Μινωτή, Καρέζη, Καζάκο, Ριάλδη, Βέμπο (αμέσως μετά τη δουλιά μου με τον Μάνο Κατράκη), με τον Χατζίσκο και τη Νικηφοράκη, δούλεψα στο Εθνικό Θέατρο, στα ΔΗΠΕΘΕ Λαμίας, Αγρινίου και Σερρών, στο “Αποθήκη”, στα “Σκουπίδια” με την Αλίκη Γεωργούλη. Η πρώτη μου επιτυχία ήταν στο έργο “Μάνα, μητέρα, μαμά”, στο Θέατρο του Πειραιά σε σκηνοθεσία του Τάκη Βουτέρη. Πέρυσι έπαιξα στο “Απλό Θέατρο” με την Αλέκα Παϊζη και τον Σπύρο Καλογήρου στο “Λόγω Φάτσας” του Διαλεγμένου, με το οποίο πήγαμε και στο Φεστιβάλ της Βόννης με καταπληκτικές κριτικές. Παρόλη την ανεργία που μαστίζει τον κλάδο μας, πάντα προσπαθούσα να βρω κάτι καλό, να είναι αξιοπρεπές. Προτιμούσα να μείνω χωρίς δουλιά, παρά να κάνω κάτι που δε θα με εξέφραζε”.

“Αγάπησα τη δουλιά μου πολύ”, συνεχίζει η Ντενίζ Μπαλτσαβιά, “και έδωσα πολλά από τη ζωή μου. Μπορώ να πω, ό,τι έκανα το έκανα χωρίς καμιά βοήθεια, ούτε μέσον και, μάλιστα, πήγαινα και κόντρα καμιά φορά και το πλήρωσα. Δε με πειράζει, όμως. Παρέμεινα αυτό που ήμουν και είμαι ευχαριστημένη. Εκεί που πάντα ακούμπαγα, ήταν η άποψη του κόσμου και στις αγαθές σχέσεις με τους συντελεστές της δουλιάς που υπηρετούσα”.

Υπερασπίζεται την άποψη ότι “η τέχνη είναι για το λαό, όχι για τους εκλεκτούς. Η τέχνη μορφώνει το λαό, είναι η ζωή του η ίδια”.

Προβληματίζεται και αγωνιά για τα όσα συμβαίνουν σήμερα. “Εχουμε φάει τούμπα – λέει – και είμαστε εγκλωβισμένοι. Είναι μια άγρια εποχή, που δεν έχει όμοιά της. Λένε ότι εξέλιπε η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο… Μα τώρα είναι που οργιάζει. Και αισθάνεσαι κάποιες φορές ότι δεν έχεις πού να ακουμπήσεις, ότι δεν έχεις όπλα στα χέρια σου. Παλιά είχες τον εχθρό απέναντι. Ξαφνικά, άρχισε να σαλεύει ανάμεσα στα πόδια σου.Δεν ξέρουμε ποιος είναι και πώς να τον παλέψουμε. Δε μιλάω με κατάθλιψη και απελπισία. Παρότι είναι μια κατάσταση σαπίλας, θα αλλάξει, δεν μπορεί. Είναι φοβερό το ότι ξαναγεννιέται ο ρατσισμός. Ο άνθρωπος που υποφέρει μπορεί και να σε σκοτώσει για ένα κομμάτι ψωμί. Ο λύκος, όταν πεινάει, είναι επικίνδυνος. Εχουν γίνει λύκοι οι άνθρωποι και τσακάλια και ερπετά. Πιστεύω, όμως, ότι θα ξαναγεννηθεί, ένας καθαρός σοσιαλισμός, για να μη σου πω κομμουνισμός, που θα είναι το τέλειο. Δεν πάει τίποτε χαμένο. Κι αν χάσαμε κάποια πράγματα, θα τα ξανακερδίσουμε”.

Οσο για το πού πρέπει να ακουμπά ο άνθρωπος την ελπίδα του, η Ντενίζ Μπαλτσαβιά επισημαίνει: “Ο άνθρωπος πρέπει να στηρίζεται στα ίδια του τα σωθικά και να πιστέψει ότι έχει δύναμη στα χέρια του. Οσο κι αν μας έχουν αποδυναμώσει, μέσα στην ψυχή μας υπάρχει η δύναμη και μόνο όταν ενωθεί αυτή η δύναμη, η ελπίδα θα γίνει πραγματικότητα. Η ελπίδα δεν πεθαίνει.Οσο υπάρχει το ανθρώπινο γένος, θα υπάρχει και ελπίδα. Αρκεί να καταλάβουμε ότι η δύναμη είναι μέσα μας. Και δεν πρέπει ποτέ, μα ποτέ, να υποχωρούμε. Οσα χαστούκια κι αν τρώμε, όσο κι αν μας στριμώχνουν στη γωνιά, μπορούμε να ξαναβγούμε μπροστά. Ενα χελιδόνι, όμως, δε φέρνει την άνοιξη. Χάσαμε την ενότητα, τη μαζικότητα και παραμιλάμε. Από την άλλη, δεν είναι καλό να μουρμουράμε. Οταν λέμε κάτι, πρέπει να το λέμε όλοι μαζί ενωμένοι και να το πράττουμε”.

Εργο μαγευτικό και ποιητικό χαρακτηρίζει το έργο του Ιάκωβου Καμπανέλλη,τον οποίο θεωρεί έναν από τους καλύτερους νεοέλληνες συγγραφείς. Αφηγείται τη ζωή ενός προσώπου μέσα από τα γεγονότα που βίωσε σε πέντε καθοριστικές φάσεις της ζωής του (παιδί, έφηβος, νέος, μεσήλικας, ηλικιωμένος). Πέντε διαφορετικές ηλικίες, που ερμηνεύονται από πέντε διαφορετικά πρόσωπα και λειτουργούν άλλοτε χωριστά, άλλοτε όλα μαζί. Είναι οι “εαυτοί”, που ζουν και συνομιλούν μέσα του, αλλά είναι ορατοί στο κοινό. Υπάρχουν και άλλα πρόσωπα που δίνουν αφορμές και ερεθίσματα για έντονες συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις, προκαλώντας την εναλλαγή κωμικών και δραματικών σκηνών.

Η παράσταση ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Μίμη Κουγιουμτζή,σκηνικά – κοστούμια Αντώνη Δαγκλίδη,μουσική Φίλιππου Τσαλαχούρη.Παίζουν: Αθηνόδωρος Προύσαλης, Γιάννης Δεγαϊτης, Περικλής Καρακωνσταντόγλου, Παντελής Παπαδόπουλος, Δημήτρης Αστεριάδης, Ντενίζ Μπαλτσαβιά, Χριστίνα Τσάφου, Θόδωρος Γράμψας,κ.ά.

Οσο για το σίριαλ, πιστεύει ότι πέτυχε. “Ηταν μια πολύ ωραία δουλειά” – λέει – “που οφείλεται σε όλους, από τον Μανούσο Μανουσάκη μέχρι τους σεναριογράφους, τον Σταύρο Αβδούλο και την Ειρήνη Ριτσώνη,από το καστ, μέχρι τον καμεραμέν και όλους τους συνεργάτες. Δεν ξέραμε αυτή τη μειονότητα του λαού που υποφέρει. Δεν είναι όλοι με τις λίρες και τα λεφτά. Εχουν μια καρδιά και μια ζεστασιά, που εμείς την έχουμε χάσει. Μπορεί να ζουν μέσα στη λάσπη, βέβαια, τα σπίτια τους είναι πεντακάθαρα, αλλά έχουν μια ζωντάνια απίστευτη. Μαλώνουν, αγαπιούνται, χορεύουν, λάμπουν τα πρόσωπά τους. Εχουν, βέβαια, μια επιφύλαξη απέναντί μας, όπως κι εμείς άλλωστε. Με μας ήταν πολύ φιλόξενοι. Μας βοήθησαν πολύ”.

 

Απόψεις