Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Υπάρχει και η στατιστική της μεγάλης εικόνας

Η υποκρισία κυκλοφορεί ελεύθερη ακριβώς όπως ο κάθε ιός, με κορώνα ή χωρίς, μη λαμβάνοντας υπόψη καμία καραντίνα και κανέναν..

Η υποκρισία κυκλοφορεί ελεύθερη ακριβώς όπως ο κάθε ιός, με κορώνα ή χωρίς, μη λαμβάνοντας υπόψη καμία καραντίνα και κανέναν Χαρδαλιά.

Κάποτε όταν είχαν έρθει οι πρώτοι Αλβανοί στη χώρα μας, στην πρώτη φουρνιά έφτασαν και εκατον εικοσιεννιά (129) στο χωριό μου, ήταν και πολλοί Βορειοηπειρώτες που μιλούσαν ελληνικά και μάλιστα πολύ καλά. Μεταξύ του υπήρχε και ο Κώστας, ηλικίας τότε 29 χρονών. Μετά τις πρώτες μέρες που οι άνθρωποι ξεπέρασαν το άγριο σοκ και αρχίσαμε κάπως να επικοινωνούμε τον ρωτούσα για την ζωή εκεί. Η Αλβανία ήταν πάντα ένα μυθικό μέρος για εμάς που ζούσαμε στην Ηπειρο για τον λόγο ότι ήταν σαν έχουμε ένα δωμάτιο και μια πόρτα μόνιμα κλειστή. Από τις πολλές ερωτήσεις και απαντήσεις μου έχει μείνει χαραγμένη μια. Τον ρώτησα, «Κώστα, τι δουλειά έκανες στην Αλβανία;» «Οικοδομή», μου απάντησε. «Πώς ήταν εκεί τα πράγματα;» «κοίτα», μου απάντησε, «υποτίθεται πως δουλεύαμε, υποτίθεται πως μας πλήρωναν»! Εντυπωσιάστηκα. Σε μια φράση τα εξηγούσε όλα.

Στην αρχή, όταν το είχα ακούσει, σκεφτόμουν με τον κλασικό τρόπο, κοίτα τι περνούσαν οι άνθρωποι εκεί, έλεγα. Μετά όσο ο καιρός περνούσε, διαπίστωσα ότι, στη μαγική μας χώρα μας αυτή η φράση ισχύει και βρίσκει εφαρμογή σε πάρα πολλούς τομείς.

Αυτό ακριβώς νιώθεις όταν έχεις μεγαλώσει και σε έχουν διδάξει πάντα σαν βασική επιλογή το περίφημο «μη χείρον βέλτιστο» που σε απλά ελληνικά έχει πολλές παραλλαγές του τύπου, «σσσς μη μιλάς, κοίτα τι έπαθε αυτός», «δουλίτσα να υπάρχει», το μαγικό «πάρε το χαρτί να έχεις κάτι σίγουρο και μετά κοίτα κάτι άλλο αν δεν σου αρέσει».

Πάντα στην Ελληνική οικογένεια, ελληνικό σχολείο, κοινωνία γενικότερα, υπάρχει η κατάληξη «και μη χειρότερα», που στην ουσία δεν την λέμε επειδή απευχόμαστε το κακό-εδώ υπάρχει το αλάνθαστο, «χτύπα ξύλο»- αλλά το λέμε για να μας θυμίζει το «κοίτα τι έπαθε αυτός που δεν πρόσεχε, που δεν φόρεσε ζακέτα, που, που, ατελείωτος ο κατάλογος των που.

Βασική έκφραση όλο αυτό έχει και στην ψήφο μας, αφού σχεδόν πάντα ψηφίζουμε κάποιον για να φύγει κάποιος άλλος! Δεν μπαίνουμε στον κόπο να διαβάσουμε τι διάολο λένε αυτοί ή οι υπόλοιποι που ξεκινάνε την εκλογική μάχη αφού, «μας τα λένε τα κανάλια».

Η σύγκριση λοιπόν με τον χειρότερο είναι αυτή που μας κατατρέχει; Κατά τη γνώμη μου είναι η ίδια η σύγκριση. Αυτή η ρουφιάνα δε σε αφήνει να δεις τι θες και που θες να πας. Αλλά η σύγκριση είναι φορεμένη σε όλα τα «προηγμένα» κράτη αλλά και στον «αναπτυσσόμενο» κόσμο εξ ίσου.

Έτσι και στην περίπτωση του κορωνοιού και του τρόπου που η αγία κυβέρνηση μας έσωσε συγκρινόμαστε και καμαρώνουμε που δεν γίναμε Ιταλία ή Ισπανία. Παρόλα αυτά τη στιγμή που γράφω αυτό εδώ το κείμενο έχουμε ήδη 112 νεκρούς. Είναι λίγοι και πανηγυρίζουμε; Τότε στις πυρκαγιές που ήταν 100 γιατί θρηνούσε όλη η χώρα; Αυτή ακριβώς είναι η υποκρισία, η χυδαιότητα και η ύβρις των κάθε λογής εξουσιών, δεν τους ενδιαφέρουν οι νεκροί, αλλά η τάξη μεγέθους σε κάθε περίπτωση.

Αυτοί οι άνθρωποι που έφυγαν είχαν όνομα, επώνυμο, ζωές και δεν ήταν απλά «3, 5, 12 νεκροί στην καθημερινή λίστα, που έχουν διάμεση ηλικία τάδε και είχαν ή δεν είχαν υποκείμενο νόσημα. Ήταν άνθρωποι. Η υποκρισία όμως είναι αυτή που σε κάνει να πανηγυρίζεις από την μια και να σπεκουλάρεις από την άλλη. Και τέλος πάντων, αν θες να μιλάς για στατιστική τότε θα πρέπει να λες ολόκληρη την εικόνα και όχι αποσπάσματα που σου φτιάχνουν την εικόνα, σύμφωνα πάντα με όσα εσύ πιστεύεις.

Σχετικά θέματα

Απόψεις