Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Θηλυκή αδυναμία – Γυναικεία υπεροχή

Fuck me. Δραματουργία-χορογραφία-σκηνοθεσία: Marina Otero. Στέγη Ιδρύματος Ωνάση.

Στο πλαίσιο του Onassis Dance Days, αφιερωμένο στον «Χορό μόνο από Γυναίκες» και αναζητώντας το ανατρεπτικό και το παράδοξο στις παραστατικές τέχνες, προσκαλείται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, μεταξύ άλλων, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, η γεννημένη στο Μπουένος Άιρες Μαρίνα Οτέρο (1984)· η χορογράφος που συστήνεται ως «μια χορεύτρια που δεν χορεύει». Εκείνη που έχει θέσει ως έργο ζωής το να κάνει έργο τέχνης τη ζωή της.

Υπό τους ήχους της καταπληκτικής μουσικής του Julián Rodriguez Rona, πέντε άντρες καθισμένοι ανάμεσα στους θεατές σηκώνονται ξαφνικά, πετούν όλα τους τα ρούχα και, διαδοχικά, ο ένας μετά τον άλλο, ανεβαίνουν ολόγυμνοι στη σκηνή, επιδιδόμενοι ο ένας σε εντυπωσιακά σπαγγάτι, σε εντυπωσιακούς στροβιλισμούς ο άλλος, έως ότου συγχρονιστούν όλοι μαζί σε έναν ξέφρενο χορό υψηλής τεχνικής. Πέντε απελευθερωμένα γυμνά αντρικά σώματα που εκτίθενται χωρίς συστολές σε ποικίλες χορευτικές στάσεις και σχεδόν ακροβατικές εκτινάξεις. Πέντε άντρες διαφορετικών σωματότυπων και ηλικιών, εργαλεία επιτέλεσης μιας χορογραφίας, την οποία συντονίζει μια γυναίκα.

Πράγματι, στην ημιφωτισμένη άκρη της σκηνής, δυσδιάκριτη αρχικά, κάθεται σε πολυθρόνα με ροδάκια η ίδια η χορογράφος, η Μαρίνα, η οποία αρχίζει την αφήγησή της. Με κατεστραμμένη σπλήνα, έχει υποστεί επώδυνες χειρουργικές επεμβάσεις που την αναγκάζουν να διακόψει την χορευτική της καριέρα, την ώρα που καθιερώνεται και καλείται σε διεθνή Φεστιβάλ, όπως της Αβινιόν, την ώρα που ήδη δημιουργούσε τις νέες της χορογραφίες. Στο κρεβάτι του νοσοκομείου προσπαθεί πλέον να καταγράψει στο κινητό της τις νέες χορογραφίες της, αυτές που έμειναν ατελείς, ώστε να τις ολοκληρώσουν οι συνεργάτες χορευτές της. Ταυτόχρονα, αναλογίζεται τους άντρες με τους οποίους θα ήθελε να κάνει έρωτα, ακόμα και τους χορευτές της, των οποίων τα γυμνά σώματα ορέγεται χωρίς να μπορεί να έχει. Ανάγοντας την ηδονοβλεψία σε γυναικεία υπόθεση.

Σε μια τέτοια αφηγηματική στιγμή, και ενώ ο χορός συνεχίζεται με ένταση, ένας από τους χορευτές θα μεταμφιεστεί σε Μαρίνα για να αναπαρασταθεί η ερωτική πράξη με τους άλλους, την οποία φαντασιώνεται η Μαρίνα, σε μια αμιγώς κουήρ αισθητικής εικόνα.

Η ίδια μας δείχνει βιντεοσκοπημένη, για του λόγου το αληθές, τις πρόβες της ανολοκλήρωτης χορογραφίας της, με την ίδια να χορεύει ανάμεσα στους άντρες χορευτές της. Η βιντεοσκοπημένη χορογραφία της αρχίζει τότε να αναπαρίσταται επί σκηνής, ζωντανά, με κάποιον από τους χορευτές να αναλαμβάνει τον ρόλο της, μια αναπαράσταση που ακολουθεί πιστά τη βιντεοσκοπημένη χορογραφία, ως ακριβή αναδιπλασιασμό της, παραπέμποντας ευθέως στην πρακτική του Wooster Group, στην παράστασή του του Άμλετ, όταν αναπαριστούσε με απόλυτη ακρίβεια την παλαιά κινηματογραφική εκδοχή του έργου με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον. Και εδώ, η ακρίβεια των χορευτικών κινήσεων βίντεο και σκηνής είναι εντυπωσιακή, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα συναίσθημα οίκτου για την χορεύτρια, η οποία αδυνατεί πλέον να ζωντανέψει επί σκηνής την περφόρμανς που είχε δημιουργήσει.

Συνεχίζοντας την προσωπική ιστορία της και φθάνοντας έως τον παππού της και τον ρόλο του επί της δικτατορίας στην Αργεντινή, προσθέτοντας έτσι επιπλέον αληθοφάνεια στην αφήγησή της, επανέρχεται στο επώδυνο χειρουργείο της, στη συνειδητοποίηση της φθοράς, αλλά και στον επαυξανόμενο πλέον πόθο της για ταξίδια, για έρωτες, για σεξ, για τη σκηνή.

Στον λόγο της θα παρέμβουν και μονόλογοι κάποιων από τους χορευτές της, σε κάποιες σύντομες παύσεις του εξαντλητικού χορού τους. Ένας από αυτούς θα δηλώσει, μεταξύ άλλων, ότι είναι σίγουρος ότι η Μαρίνα θα ήθελε να κάνει σεξ μαζί του, άλλος, ο Βραζιλιάνος, ότι τον επέλεξε για τα ωραία του οπίσθια, δηλώνοντας έτσι ότι για τη χορογράφο τους αποτελούν περισσότερο ερωτικά αντικείμενα ανεκπλήρωτου πόθου, και, συμπτωματικά, τα σωστά εργαλεία επιτέλεσης της χορογραφίας της.

Το χιούμορ και η εξαπάτηση αρχίζουν σταδιακά να αποκαλύπτονται. Η ίδια αναφέρεται εξ αρχής στους έξι χορευτές της, ενώ το κοινό βλέπει μόνον πέντε. Όταν αυτοί αρχίζουν να αυτοσυστήνονται, κάποιος συστήνεται ως ο αντικαταστάτης του έκτου που δεν ήρθε, ενώ ένας άλλος ως αυτός που είχε αντικαταστήσει τον έκτο σε άλλη ευκαιρία, δημιουργώντας μια πλήρη σύγχυση, αφού ούτως ή άλλως παραμένουν πέντε. Αργότερα, επιτελώντας πάντα μια εντυπωσιακή χορευτική περφόρμανς, κάποια στιγμή θα φέρουν επί σκηνής, σηκώνοντάς την, την με δειλά βήματα προχωρώντας χορογράφο τους, κινώντας την προσεκτικά και αυτήν σε χορευτικές κινήσεις. Τα συναισθήματα ανάμεικτα.

Μέχρι και την υπόκλιση και το τελικό θερμό χειροκρότημα. Όπου, όταν όλοι έχουν αποχωρήσει από σκηνής, θα εμφανιστεί ολόγυμνη η Μαρίνα και θα αρχίσει να τρέχει σε ξέφρενο ρυθμό, κάνοντας κύκλους στη σκηνή, δηλώνοντάς μας ότι δεν θα σταματήσει να τρέχει μέχρι να αδειάσει όλη η αίθουσα. Αποκαλύπτοντας ότι η όλη ιστορία της, η ακινησία της, η αδυναμία της να χορέψει δεν ήταν παρά μια προσποίηση. Μια προσποίηση μεταφορική της γυναικείας «αδυναμίας» την οποία είχε μετατρέψει σε εργαλείο για να έχει τον πλήρη έλεγχο πάνω στους ολόγυμνους, άρα σε πλήρη έκθεση της δικής τους αδυναμίας, της πραγματικής αρσενικής τους ένδειας, άνδρες χορευτές της, τους οποίους σε όλη τη διάρκεια της παράστασης χαλιναγωγούσε. Αποδεικνύοντας ότι η έμφυλη ανισότητα είναι αναστρέψιμη. Γιορτάζοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την Ημέρα της (παντοδύναμης) Γυναίκας.

Προσφέροντας, ταυτόχρονα, μια μοναδικής δύναμης χορογραφία σε καταπληκτική απόδοση. Η όλη περφόρμανς που έστησε η Μαρίνα Οτέρο ήταν μια εκπληκτική σκηνική δράση, αναδεικνύοντας την ουσία του χοροθεάτρου, με έξυπνη δραματουργία, μέσω της οποίας το υποδόριο χιούμορ υπέσκαπτε το συγκινησιακό, με άρτιους φωτισμούς (σχεδιασμός Adrián Grimozzi), με πολυμέσα τα οποία εξυπηρετούσαν απόλυτα στοχευμένα τον σκοπό της δραματουργίας, με μια χορευτική πανδαισία από τους πέντε ικανότατους σε συνεχή δράση χορευτές της, που αποθέωναν χωρίς ταμπού την πλαστικότητα του γυμνού τους σώματος, εξίσου αποτελεσματικούς στην εκφορά λόγου, ακόμη και στο τραγούδι. Πρόκειται για τους: Augusto Chiappe, Cristian Vega, Fred Raposo, Juan Francisco Lopez Bubica, Miguel Valdivieso.

Είναι κρίμα που τα πρόσφατα γεγονότα ‒που ανάγκασαν λόγω πένθους τη σύμπτυξη των παραστάσεων‒ δεν επέτρεψαν να γνωρίσει ένα ευρύτερο κοινό αυτή την διεθνώς ανερχόμενη ταλαντούχα χορογράφο τόσο με το έργο της Fuck me όσο και το δεύτερο μέρος με τίτλο Love me. Ευχή να δοθεί η ευκαιρία να προσκληθεί και πάλι στην Ελλάδα.

 

*ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: MEHDI BENKLER & Benoit Gaboriaud

*Ο Δημήτρης Τσατσούλης είναι  Ομότιμος Καθηγητής
Σημειωτικής του Θεάτρου και Θεωρίας της Επιτέλεσης Παν/μίου Πατρών

 

Απόψεις