Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Τέμπη: Οι δίκες μελών της κυβέρνησης (που δεν θα γίνουν) και η υποκρισία για τον «Περί Ευθύνης Υπουργών»

Η συνταγματική ρύθμιση «αυτοπροστασίας» των αστικών κυβερνήσεων ήταν πανταχού παρούσα (και) στη συζήτηση του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής

Μπορεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην ήταν σήμερα στη Βουλή και στη συζήτηση του πορίσματος της Εξεταστικής Επιτροπής για τα Τέμπη, προκειμένου να υπερασπιστεί την πολιτική συγκάλυψης που ακολουθεί ήδη από την επόμενη του εγκλήματος, το οποίο συντελέστηκε στις 28 Φεβρουαρίου του 2023, αλλά ήταν, όμως, κάποιος … «άλλος»: Ο νόμος «Περί Ευθύνης Υπουργών».

Ήταν εκεί η «ασφαλιστική δικλείδα» που απορρέει από το άρθρο 86 του Συντάγματος και απαγορεύει να βρεθούν οι υπουργοί, που τυχόν έχουν ποινικές ευθύνες, ενώπιον του δικαστηρίου. Και ήταν εκεί με ευθύνη τόσο της Ν.Δ, που σήμερα τον επικαλείται για να αποφύγει να λογοδοτήσουν οι υπουργοί της, όσο και των κομμάτων που τον έχουν ψηφίσει και κάποια εξ’ αυτών ζητούν την «παράκαμψή» του.

Θυμίζουμε ότι ο νόμος Περί Ευθύνης Υπουργών, σε όλες τις εκδοχές που τον γνωρίζουμε τις τελευταίες δεκαετίες, προβλέπει ειδικές διαδικασίες προκειμένου να υπάρξει ποινική δίωξη μελών κυβέρνησης. Κοινή συνισταμένη σε όλες τις εκδοχές του είναι πως προϋποθέτει τη σύμφωνη γνώμη του κοινοβουλίου για την έναρξη της ποινικής διαδικασίας και μάλιστα με απόλυτη πλειοψηφία. Πράγμα που σημαίνει πως το αν θα πραγματοποιηθεί ή όχι η παραπομπή ενός υπουργού σε δικαστήριο εξαρτάται από την εκάστοτε κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Με δεδομένο, μάλιστα, ότι οι περισσότερες εκλογές στη χώρα γίνονται με συστήματα ενισχυμένης αναλογικής, που «δίνουν» μονοκομματικές κυβερνήσεις ή κυβερνήσεις ενός «μεγάλου» κι ενός «μικρού» εταίρου, αυτό σημαίνει πως εξαρτάται από την απόφαση ενός και μόνο κόμματος.

Αν πιστέψουμε έναν από τους βασικούς θεμελιωτές της σύγχρονης μορφής του, τον Ευάγγελο Βενιζέλο, τότε ο «Περί Ευθύνης Υπουργών» αποτελεί ένα σύστημα αυτοπροστασίας του αστικού πολιτικού συστήματος σχεδόν από …καταβολής του σύγχρονου ελληνικού κράτους. Όπως χαρακτηριστικά έχει αναφέρει σε σχετική αρθρογραφία του ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ «η ειδική ρύθμιση περί ευθύνης των υπουργών είναι μια συνταγματική διάταξη που βρίσκεται μονίμως στα ελληνικά συντάγματα από το 1844 έως σήμερα, σε πρώιμη δε μορφή από το 1822 έως σήμερα»!

Το άρθρο 86 του Συντάγματος – στον οποίο βασίζονται όλοι οι εφαρμοστικοί νόμοι «Περί Ευθύνης Υπουργών»- ορίζει πως «μόνο η Βουλή έχει την αρμοδιότητα να ασκεί δίωξη κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως νόμος ορίζει». Έχει δηλαδή μια απόλυτη διατύπωση σχετικά με την αρμοδιότητα. Το άρθρο αυτό έμεινε αλώβητο και στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση που ξεκίνησε επί ΣΥΡΙΖΑ και ολοκληρώθηκε επί Νέας Δημοκρατίας, αφού κανένα από τα δύο κόμματα δεν πρότεινε ή έδειξε προδιάθεση συναίνεσης για την αλλαγή του. Οι αντιλήψεις μάλιστα αυτές φαίνεται να παραμένουν κυρίαρχες τόσο στα δύο αυτά κόμματα όσο και στο ΠΑΣΟΚ. Πράγμα που σημαίνει ότι δεν αναμένεται αλλαγή ούτε στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση.

Υπό αυτή την οπτική μπορεί κανείς να κρίνει τις τοποθετήσεις που έγιναν κατά την διάρκεια της κοινοβουλευτικής συζήτησης για το πόρισμα της Εξεταστικής Επιτροπής για το δυστύχημα στα Τέμπη. Αυτό στο οποίο η κυβερνητική πλειοψηφία επέβαλε δια πλειοψηφίας την άποψή της, σύμφωνα με την οποία για το Έγκλημα έφταιγαν οι δυο νεκροί μηχανοδηγοί των αμαξοστοιχιών όπως και ο σταθμάρχης Λάρισας, ενώ δεν υπάρχει ευθύνη ούτε στον τότε υπουργό Μεταφορών Κώστα Καραμανλή, ούτε και σε κανέναν άλλο υπουργό.

Εκ μέρους της κυβέρνησης ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης φρόντισε να ξεκαθαρίσει πως, παρά την συλλογή υπογραφών για την άρση της ασυλίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή και τις γενικότερες πιέσεις που ασκούνται από την οργή της κοινής γνώμης, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί. Όπως ανέφερε αυτό θα προϋπέθετε αναθεώρηση του Συντάγματος και απάλειψη ή δραστική αλλαγή του άρθρου 86 του Συντάγματος.

Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ πάλι εκφράστηκε η θέση του να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις  ώστε «παρακαμφθεί» ο νόμος Περί Ευθύνης Υπουργών από τη δικαιοσύνη. Πιο συγκεκριμένα ο εισηγητής του κόμματος, Βασίλης Κόκκαλης, ζήτησε να γίνει μία δήλωση από το σύνολο των βουλευτών, που να αναφέρει πως οι τυχόν ευθύνες του Κωνσταντίνου Καραμανλή προκύπτουν από αδικήματα «παραλείψεως» και με βάση αυτό να υπάρξει η ερμηνεία ότι δεν αφορούν τα υπουργικά του καθήκοντα και ως εκ τούτου δεν τίθεται θέμα να ενεργοποιηθεί ο νόμος Περί Ευθύνης Υπουργών. Πιο συγκεκριμένα το διατύπωσε ο πρόεδρος της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ Σωκράτης Φάμελλος λέγοντας: «Να μην υπάρχει περιορισμός από τον νόμο περί ευθύνης Υπουργών στη διαδικασία ελέγχου της δικαιοσύνης. Να δοθεί, δηλαδή, η δυνατότητα στη δικαιοσύνη να ελέγξει όλα όσα έγιναν σε σχέση με τα Τέμπη, πριν και μετά, χωρίς κανένα περιορισμό, χωρίς καμία σκοτεινή πλευρά, να ελέγξει όλα τα παραπτώματα ιδιαίτερα με την πρόνοια των παραπτωμάτων δια παραλείψεως χωρίς τις προβλέψεις του νόμου περί ευθύνης Υπουργών. Αυτή είναι μια πρόταση που υποστηρίζεται από πολλούς συνταγματολόγους. Δεν κωλύεται από το Σύνταγμα».

Όπως ήταν λογικό η θέση αυτή του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετωπίστηκε μάλλον με …μεγάλη ευκολία από τον Μάκη Βορίδη. Ο εκπρόσωπος της κυβέρνησης δήλωσε πολύ απλά πως οι «παραλείψεις» στις οποίες αναφέρεται η αντιπολίτευση δεν θα μπορούσαν να γίνουν αν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής δεν ήταν υπουργός.

Ανάλογη αντιμετώπιση άλλωστε είχε και η προσέγγιση που λέει πως θα μπορούσε να ερευνηθεί η υπόθεση από τις ευρωπαϊκές εισαγγελικές αρχές, με βάση τη λογική της υπερίσχυσης του ευρωπαϊκού δικαίου έναντι του εθνικού. Στη θέση αυτή αναφέρθηκε η Μιλένα Αποστολάκη, από το ΠΑΣΟΚ, σημειώνοντας το αίτημα που έχει κατατεθεί από συγγενείς των θυμάτων. Όπως ανέφερε «το άρθρο 325 της Σύμβασης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επικαλούνται οι αιτούντες, θεμελιώνει την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης από έκνομες δραστηριότητες. Ζητούν λοιπόν η Βουλή να αποφανθεί ότι, κατ’ εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου, δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω το νομικό πλαίσιο περί ευθύνης υπουργών, ώστε με αυτό τον τρόπο να καταστεί δυνατό να ερευνηθεί από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία το ενδεχόμενο τέλεσης αξιόποινων πράξεων από πρώην υπουργούς που σχετίζονται με την εκτέλεση της σύμβασης 717 και αφορούν την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης».

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις