Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η Κομμούνα του Παρισιού

Στις 18 Μάρτη 1871 ανοίγει μια καινούρια περίοδος στην παγκόσμια Ιστορία. Τη μέρα εκείνη, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, η κρατική εξουσία πέρασε, αν και για σύντομο χρονικό διάστημα, στα χέρια του προλεταριάτου, της πιο πρωτοπόρας, της μοναδικής μέχρι το τέλος, επαναστατικής τάξης της καπιταλιστικής κοινωνίας

 «Το Παρίσι των εργατών με την Κομμούνα του θα γιορτάζεται πάντα σαν δοξασμένος προάγγελος μιας νέας κοινωνίας. Τους μάρτυρές της, τους έχει κλείσει μέσα στη μεγάλη της καρδιά η εργατική τάξη. Τους εξολοθρευτές της, τους κάρφωσε κιόλας η ιστορία στον πάσσαλο της ατίμωσης απ’ όπου δεν μπορούν να τους λυτρώσουν μήτε όλες οι προσευχές των παπάδων τους».

(Κ. Μαρξ, «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία»,
εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 102).

Στις 18 Μάρτη 1871 ανοίγει μια καινούρια περίοδος στην παγκόσμια Ιστορία. Τη μέρα εκείνη, μέσα από τις φωτιές του Γαλλο-Πρωσικού πολέμου (1870-1871), για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, η κρατική εξουσία πέρασε, αν και για σύντομο χρονικό διάστημα, στα χέρια του προλεταριάτου, της πιο πρωτοπόρας, της μοναδικής μέχρι το τέλος, επαναστατικής τάξης της καπιταλιστικής κοινωνίας.

 Η Κομμούνα που ίδρυσαν το 1871 οι εργάτες του Παρισιού έζησε μόνο 72 μέρες  (18 Μαρτίου – 28 Μαΐου 1871) , αλλά η σημασία της για τον παραπέρα απελευθερωτικό αγώνα της εργατικής τάξης ήταν τεράστια.

Το 1864, ιδρύεται η Διεθνής Ενωση Εργατών, που έμεινε στην ιστορία ως Πρώτη Διεθνής. Ο ρόλος που έπαιξε στην αφύπνιση του προλεταριάτου, στην αντίληψη του ιστορικού του ρόλου, καθώς και στην προσπάθεια μετατροπής του σε τάξη αφ’ εαυτού του, ήταν καταλυτικός.

 

Η «Δεύτερη Γαλλική Αυτοκρατορία»

 

Το 1852, ξεκινά η βασιλεία του Ναπολέοντα του Γ’, η οποία κράτησε μέχρι το 1870 και έμεινε στην ιστορία ως «Δεύτερη Αυτοκρατορία». Ανιψιός του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, εκλέχτηκε πρόεδρος της «Δεύτερης Γαλλικής Δημοκρατίας» (1848-1852), την οποία κατέλυσε με πραξικόπημα στις 2 Δεκέμβρη του 1851.

Η «Δεύτερη Αυτοκρατορία» ήταν ένα ακραίο αυταρχικό – αντιδραστικό καθεστώς που συνέτριψε ανελέητα το εργατικό και δημοκρατικό κίνημα της Γαλλίας της εποχής εκείνης. Λειτούργησε και υπηρέτησε, με όλες τις δυνάμεις της, την αστική τάξη και την αντιδραστική αφρόκρεμα της χώρας. Στη Γαλλία σημειώνεται μια έντονη καπιταλιστική ανάπτυξη. Οι ατμοκίνητοι κινητήρες σχεδόν τετραπλασιάστηκαν. Η μεταλλουργία γνώρισε μεγάλη άνοδο. Το ίδιο και η βαμβακουργία, η εριουργία και η μεταξουργία. Το τραπεζικό κεφάλαιο γνωρίζει άνθηση, με την ίδρυση της «Πιστωτικής Τράπεζας της Λυών» (1863), της Τράπεζας Παρακαταθηκών (1864) και της «Γαλλικής Αγροτικής Πιστωτικής Τράπεζας» (1865). Στα χρόνια 1850-1870, αυξήθηκαν οι εργάτες που δούλευαν στη βιομηχανία. Είναι ενδεικτικό ότι τη δεκαετία 1860-1870, οι εργάτες αυξήθηκαν κατά 100.000. Το 1866, μια ισχυρή οικονομική κρίση οξύνει την εσωτερική κατάσταση, δυναμώνει το εργατικό και δημοκρατικό κίνημα, κλονίζοντας το καθεστώς.

 

Οι εξωτερικοί πόλεμοι της Γαλλίας και οι απόπειρες ενοποίησης της Γερμανίας

 

Τα χρόνια της «Δεύτερης Αυτοκρατορίας», η Γαλλία ακολουθεί μια έντονα παρεμβατική εξωτερική πολιτική, συμμετέχοντας ή και προκαλώντας μια σειρά από πολέμους. Ετσι, το 1854, συμμετέχει μαζί με την Αγγλία και την Τουρκία στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1854-1856), ενάντια στη Ρωσία.

Η Ρωσία, που επιθυμούσε να γίνει ο κληρονόμος της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ζήτησε το 1853 από τον σουλτάνο να ασκεί δικαίωμα προστασίας όλων των ορθοδόξων χριστιανών που ζούσαν στην Αυτοκρατορία, κάτι που δεν έγινε δεκτό. Ετσι, ξέσπασε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο οποίος σύντομα εξελίχθηκε σε νίκη του «τσαρικού» στρατού. Το γεγονός αυτό οδήγησε άμεσα Γαλλία και Αγγλία να εμπλακούν στον πόλεμο, με αποτέλεσμα τον Πόλεμο της Κριμαίας, που έληξε το 1856 με νίκη των δύο δυτικών δυνάμεων.

Το αποτέλεσμα αυτό έδωσε «αέρα» στο καθεστώς του Λουδοβίκου, συνεχίζοντας την επεκτατική – παρεμβατική πολιτική. Το 1859, λοιπόν, συμμετέχει ενεργά στην υπόθεση της ενοποίησης της Ιταλίας. Μαζί με το ισχυρότερο, τότε, ιταλικό βασίλειο της Σαρδηνίας, η Γαλλία επιτέθηκε ενάντια στην Αυστρία, προκειμένου η τελευταία να αποχωρήσει από τη Λομβαρδία και τη Βενετία.

Η Ιταλία, τότε, δεν ήταν ενωμένη και η κύρια προσπάθεια συνένωσης ξεκίνησε από το Βασίλειο της Σαρδηνίας, που, όμως, για να υλοποιηθεί έπρεπε να υπάρχει η συμμετοχή μιας μεγάλης δύναμης, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν η Γαλλία.

Την ίδια περίοδο, ξεκινά ένα ισχυρό ενωτικό κίνημα στη Γερμανία, η οποία επίσης ήταν χωρισμένη σε κρατίδια. Οι πόλεμοι, σε αυτή την προσπάθεια ενοποίησης, έπαιξαν ρόλο καταλύτη. Πρώτα με τον πόλεμο της Πρωσίας και της Αυστρίας κατά της Δανίας (1864) και της Πρωσίας κατά της Αυστρίας (1866). Οι δύο αυτοί πόλεμοι είχαν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία το 1867 της Βορειογερμανικής Ομοσπονδίας. Ο τρίτος πόλεμος, που οδήγησε τελικά στην ένωση της Γερμανίας, ήταν αυτός του 1870-71 ενάντια στη Γαλλία.

Ομως, το γεγονός της γερμανικής ενοποίησης πέρασε σε δεύτερη μοίρα, αφού απ’ τα σπλάχνα αυτού του πολέμου ανάμεσα στις δύο αστικές τάξεις, που η καθεμιά ζητούσε την ισχυροποίησή της μέσα απ’ τον πόλεμο, γεννήθηκε η Κομμούνα των προλεταρίων του Παρισιού …

 

Ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος και ο ρόλος της Α’ Διεθνούς

 

Ο πόλεμος κηρύσσεται από τον Λουδοβίκο τον Γ’ στις 20 Ιούλη 1870, αλλά οι πολεμικές επιχειρήσεις δεν ξεκινούν νωρίτερα από τις 2 Αυγούστου του ίδιου χρόνου. Στην πραγματικότητα, ο πόλεμος αυτός δεν ήταν άλλο από την έκφραση των εκρηκτικών αντιθέσεων και του οξυμένου ανταγωνισμού μεταξύ των αστικών τάξεων της Γαλλίας και της Γερμανίας. Η προσπάθεια ενοποίησης της Γερμανίας είναι η έκφραση της γρήγορης οικονομικής ανόδου των διαφόρων γερμανικών κρατιδίων με επίκεντρο την Πρωσία. Δεν είναι τυχαίο ότι η οικονομική πορεία και η βιομηχανική ανάπτυξη της Γερμανίας είναι πολύ ταχύτερες απ’ ό,τι οι αντίστοιχες της Γαλλίας. Η αντίθεση, λοιπόν, ανάμεσα στις δύο χώρες οξύνεται, αφού η Γαλλία όχι μόνο βλέπει έναν επικίνδυνο ανταγωνιστή, αλλά και μια ισχυρή απειλή στα ανατολικά της σύνορα.

Ωστόσο, τα μέλη της Διεθνούς σε Γαλλία και Γερμανία προχωρούν σε ένα πραγματικά ιστορικό γεγονός, ανταλλάσσοντας μηνύματα φιλίας και αλληλεγγύης μεταξύ τους. Ετσι, 12 Ιούλη, στο Παρίσι , δημοσιεύεται μανιφέστο των Γάλλων μελών της Διεθνούς, με τίτλο «Προς τους εργάτες όλων των εθνών» και ανάμεσα στα άλλα αναφέρει: «Αδέλφια μας, στη Γερμανία! Ο διχασμός θα είχε σαν συνέπεια μονάχα τον ολοκληρωτικό θρίαμβο του δεσποτισμού και στις δυο πλευρές του Ρήνου… Εργάτες όλων των χωρών! Οποιοδήποτε και αν είναι προς το παρόν το αποτέλεσμα των κοινών μας προσπαθειών, εμείς, τα μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, για τα οποία δεν υπάρχουν κρατικά σύνορα, σας στέλνουμε, σαν εχέγγυο της αδιάσπαστης αλληλεγγύης μας, τις καλύτερες ευχές και τους χαιρετισμούς των εργατών της Γαλλίας».

Στην άλλη όχθη του Ρήνου, στη Γερμανία, η μαζική συγκέντρωση των εργατών, στις 16 Ιούλη, στο Μπαουνσβάικ, τάσσεται ανεπιφύλακτα αλληλέγγυα με το μανιφέστο των Γάλλων εργατών: «Είμαστε εχθροί – αναφέρει η σχετική απόφαση – όλων των πολέμων, μα πριν απ’ όλα των δυναστικών πολέμων… Με βαθιά λύπη και με πόνο είμαστε αναγκασμένοι να πάρουμε μέρος σ’ έναν αμυντικό πόλεμο σαν αναπόφευκτο κακό. Ταυτόχρονα, όμως, κάνουμε έκκληση σ’ ολόκληρη τη γερμανική εργατική τάξη να κάνει αδύνατη την επανάληψη μιας τέτοιας φοβερής κοινωνικής συμφοράς, διεκδικώντας για τους ίδιους τους λαούς τη δύναμη ν’ αποφασίσουν μόνοι τους για ειρήνη και για πόλεμο και κάνοντάς τους κυρίους της τύχης τους». Και στη Σαξονία, αντιπρόσωποι 50.000 εργατών δήλωναν: «…Με χαρά σφίγγουμε το αδελφικό χέρι που τείνουν οι Γάλλοι εργάτες… Εχοντας πάντα στο μυαλό μας το σύνθημα της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών – Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε! – δε θα ξεχάσουμε ποτέ ότι οι εργάτες όλων των χωρών είναι φίλοι μας και οι δεσπότες όλων των χωρών εχθροί μας».

Ο Κ. Μαρξ διαπίστωνε: «Τη στιγμή που η επίσημη Γαλλία και η επίσημη Γερμανία ρίχνονται σ’ έναν αδελφοκτόνο αγώνα, οι εργάτες της Γαλλίας και της Γερμανίας ανταλλάσσουν μηνύματα ειρήνης και φιλίας. Το μεγάλο αυτό γεγονός, που όμοιό του δεν υπάρχει στην ιστορία, ανοίγει το δρόμο για ένα πιο φωτεινό μέλλον».

 

Πόλεμος και εγκαθίδρυση της Κομμούνας

 

Στις 2 Αυγούστου 1870, ξεκινούν οι πολεμικές επιχειρήσεις, οι οποίες εξελίσσονται με μεγάλη ταχύτητα. Στις 4 Αυγούστου, τα γαλλικά στρατεύματα κατατροπώνονται στο Βίσενμπουργκ. Στις 18 Αυγούστου ο βασικός όγκος του γαλλικού στρατού πολιορκείται στο Μετς. Στις 27 Αυγούστου – 1 Σεπτέμβρη η στρατιά του Μακ – Μαόν, μαζί με τον ίδιο τον Λουδοβίκο Γ’, πολιορκείται στο Σεντάν. Η απόπειρα διάσπασης του κλοιού αποτυγχάνει και στις 2 Σεπτέμβρη ο αυτοκράτορας μαζί με το στρατό του (40 στρατηγοί, 4.000 αξιωματικοί, 84.000 άνδρες) αιχμαλωτίζονται. Οι Γερμανοί ανεμπόδιστοι συνεχίζουν την προέλαση και στις 19 Σεπτέμβρη, φτάνουν έξω από το Παρίσι , του οποίου η πολιορκία αρχίζει. Στο μεταξύ, όμως, είχαν συμβεί ιστορικά γεγονότα.

Στις 2 Σεπτέμβρη, με την είδηση της συνθηκολόγησης, η αντιπολίτευση στον Λουδοβίκο – που καιρό υπέβοσκε – ξεσπά. Συνέρχεται το νομοθετικό Σώμα του Παρισιού και ανάμεσα στα άλλα αποφασίζει την κατάργηση της μοναρχίας και την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας (4 Σεπτέμβρη), τη δημιουργία κυβέρνησης «Εθνικής Αμυνας» και τη δημιουργία Εθνοφρουράς για την υπεράσπιση της πόλης από τον κίνδυνο της άμεσης κατάληψης. Στις 16 Σεπτέμβρη τα πρώτα γερμανικά στρατιωτικά τμήματα εμφανίζονται έξω απ’ το Παρίσι και στις 19 του μήνα ξεκινά η πολιορκία της πόλης κυρίως από το Βορρά και την Ανατολή.

Η κυρίαρχη αστική τάξη επιδιώκει, από τον Οκτώβρη ακόμη, να σώσει τα συμφέροντά της και να προδώσει το λαό και να έρθει σε συμφωνία με τους Πρώσους. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, στις 27 Οκτώβρη, ο στρατάρχης Μπαζέν παραδίδει στους Γερμανούς το Μετς με όλο το στρατό του. Στις 31 Οκτώβρη, το προλεταριάτο απαντά σε αυτή την προδοτική στάση με εξέγερση, η οποία όμως αποτυγχάνει.

Στις 18 Γενάρη, στην Αίθουσα των Κατόπτρων των Βερσαλλιών, που έχουν καταλάβει τα γερμανικά στρατεύματα, ο βασιλιάς της Πρωσίας Γουλιέλμος ανακηρύσσεται διά βοής «Αυτοκράτορας της Γερμανίας» (Κάιζερ). Ηταν η ληξιαρχική πράξη γέννησης της Γερμανίας.

Η νέα προδοσία της αστικής τάξης έρχεται στις 19 Γενάρη του 1871, όταν η εθνοφρουρά οδηγείται σε βέβαιη καταστροφή με την οργάνωση εξόδου στον τομέα Μπινζαβάλ. Το αποτέλεσμα ήταν νέα εργατική εξέγερση στις 22 Γενάρη, και αυτή, όμως, αποτυχημένη.

Στις 28 Γενάρη, η κυβέρνηση Εθνικής Αμυνας υπογράφει ανακωχή με τους Γερμανούς, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο από πλήρης συνθηκολόγηση. Στις 8 Φλεβάρη και ενώ η πολιορκία του Παρισιού συνεχίζεται, εκλέγεται νέα εθνοσυνέλευση, στη σύνθεση της οποίας πλειοψηφούν οι μοναρχικοί. Στις 17 Φλεβάρη πρωθυπουργός αναλαμβάνει ο Thiers (Θιέρσιος). Στις 26 του ίδιου μήνα, υπογράφεται στις Βερσαλλίες η προκαταρκτική συμφωνία και επικυρώνεται από την εθνοσυνέλευση την 1η Μάρτη.

 

Η Κομμούνα και το έργο της

 

Για την αντιμετώπιση της αντίδρασης των αστών και των τσιφλικάδων η εργατική τάξη και οι μικροαστοί του Παρισιού ίδρυσαν το Φεβρουάριο του 1871 μια μαζική πολιτική οργάνωση, τη Δημοκρατική Ομοσπονδία της Εθνοφρουράς του τμήματος του Σηκουάνα με δύναμη 215 τάγματα που συγκροτήθηκαν στις εργατικές και σε άλλες δημοκρατικές συνοικίες. Η κεντρική επιτροπή της οργάνωσης με επικεφαλής επιφανείς δημοκράτες και σοσιαλιστές (ανάμεσα τους ήταν και μέλη της Διεθνούς) έγινε ουσιαστικά το έμβρυο της καινούριας λαϊκής εξουσίας που ξεπήδησε από τα κάτω.

Η ανακήρυξη της Παρισινής Κομμούνας, 18 Μάρτη 1871

Τη νύχτα της 17ης προς τη 18η Μάρτη του 1871 η κυβέρνηση του Θιέρσου έστειλε στρατό στη Μονμάρτη, στο Μπελβίλ και σε άλλες εργατικές συνοικίες του Παρισιού για να πάρει από την εθνοφρουρά τα κανόνια, που είχαν αγοραστεί με λεφτά των εργατών προκειμένου να υλοποιηθεί η προδοτική συμφωνία με τη Γερμανία.

Παρά τον αρχικό αιφνιδιασμό οι άνδρες της Εθνοφρουράς άρπαξαν τα όπλα και με την υποστήριξη του πληθυσμού, ακόμη και των γυναικών, ματαίωσαν τις προσπάθειες του στρατού. Οι στρατιώτες αρνήθηκαν να πυροβολήσουν το λαό και συλλαμβάνουν τους στρατηγούς των κυβερνητικών στρατευμάτων, τον Λεκόντ και τον Τομά και τους εκτελούν. Η κεντρική επιτροπή της εθνοφρουράς πέρασε από την άμυνα στην επίθεση και έστειλε τάγματα από τις εργατικές συνοικίες στο κέντρο της πόλης. Τα τάγματα αυτά κυρίευσαν την αστυνομική Διεύθυνση, πολλά υπουργεία, σιδηροδρομικούς σταθμούς, τους στρατώνες, σε μερικές συνοικίες τα Δημαρχεία και αργά το βράδυ το κεντρικό Δημαρχείο, όπου ύψωσαν κόκκινη σημαία. Η πρωτεύουσα της Γαλλίας είχε πέσει στα χέρια των ξεσηκωμένων εργατών.

Η κυβέρνηση του Θιέρσου κατέφυγε στην παλιά έδρα των Γάλλων βασιλιάδων, στις Βερσαλλίες (περίπου 19 χιλιόμετρα έξω από το Παρίσι) εκεί συγκέντρωσε και τα πιστά της στρατεύματα. Η κεντρική επιτροπή της εθνοφρουράς έγινε προσωρινή κυβέρνηση του προλεταριάτου που νίκησε και της ριζοσπαστικής μερίδας των μικροαστών που είχε συμμαχήσει μαζί του.

Μέσα στις 70 μέρες που κράτησε η Κομμούνα , μέχρι τις 28 Μάη, υλοποίησε ένα πλούσιο έργο και πήρε ιστορικές αποφάσεις. Να πώς περιγράφει ο Μαρξ τα διατάγματα της Κομμούνας :

«Το πρώτο διάταγμα της Κομμούνας ήταν το διάταγμα για την κατάργηση του μόνιμου στρατού και για την αντικατάστασή του με τον οπλισμένο λαό». «Η Κομμούνα – συνεχίζει σε άλλο σημείο – δεν επρόκειτο να είναι ένα κοινοβουλευτικό, αλλά ένα εργαζόμενο Σώμα, εκτελεστικό και νομοθετικό ταυτόχρονα. Η αστυνομία, που ως τότε ήταν το όργανο της κεντρικής κυβέρνησης, απογυμνώθηκε αμέσως από όλες τις πολιτικές της ιδιότητες και μετατράπηκε σε υπεύθυνο όργανο της Κομμούνας, που μπορούσε να ανακληθεί σε οποιαδήποτε στιγμή».

Συνεδρίαση της Κομμούνας

Τα βασικά διατάγματα ήταν: Κατάργησε την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία και τον τακτικό στρατό και στη θέση του δημιούργησε την Εθνοφρουρά, που αποτελείτο από «όλους τους ικανούς άνδρες». Κατάργησε τα τυχερά παιχνίδια. Θεσμοθέτησε το χωρισμό της Εκκλησίας από το κράτος, κατάργησε τον εκκλησιαστικό προϋπολογισμό, εθνικοποίησε τα εκκλησιαστικά ακίνητα. Κατέστρεψε δημόσια τη λαιμητόμο και καθιέρωσε το μέτρο των αντιποίνων ενάντια στους αντεπαναστάτες. Απελευθέρωσε όσους κρατούμενους κρατούνταν χωρίς κατηγορία. Κατάργησε τις διώξεις για διαμαρτυρία γραμματίων. Καθιέρωσε τη δημοσιότητα των συνεδριάσεών της. Θεσμοθέτησε τη δημιουργία επιτροπής για την καταγραφή των επιχειρήσεων που εγκατέλειψαν οι ιδιοκτήτες τους και τρόπους για την αποκατάσταση της λειτουργίας τους, σε συνεργασία με τους εργαζόμενους. Θέσπισε την ολοκληρωτική κατάργηση των προνομίων των δημοσίων υπαλλήλων, θεσμοθέτησε την εκλογή και την ανακλητότητά τους, καθόρισε νόμιμη αμοιβή τους. Διόρισε επιτροπή για τη δημιουργία «Ελεύθερων Πανεπιστημίων». Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση των πολιτικών δικαστηρίων με βάση το καθολικό εκλογικό δικαίωμα. Προώθησε ολοκληρωτική κατάργηση ποινικής και αστικής δικαιοδοσίας των επιχειρηματιών στους τόπους δουλειάς. Αποφάσισε την κατάργηση του δικαιώματος προστίμων και επιστροφή όσων είχαν εισπραχθεί. Καθιέρωσε την ασυλία των ξένων ενάντια στις κατασχέσεις. Διόρισε επιτροπή για την αναδιοργάνωση της εκπαίδευσης. Καθιέρωσε τη δωρεάν παιδεία. Κατάργησε την αστυνομία και την αντικατέστησε με την Πολιτοφυλακή.

Η πτώση της Κομμούνας έγινε στις 28 Μάη. Το μένος των κυρίαρχων τάξεων της Γαλλίας ήταν τεράστιο και ήθελαν να δώσουν μια «παραδειγματική τιμωρία» στους εξεγερμένους εργάτες. Ετσι, στις 21 Μάη, τα στρατεύματα του στρατηγού Μακ – Μαόν αρχίζουν γενική επίθεση ενάντια στο Παρίσι .

Κινητοποιούνται 130.000 καλά οπλισμένοι και εκπαιδευμένοι στρατιώτες που υποστηρίζονται από μεγάλες μονάδες βαρέος πυροβολικού. Απέναντί τους, βρίσκονται περίπου 30.000 Κομμουνάροι, άσχημα οπλισμένοι. Η αγριότητα των επιθέσεων είναι τέτοια που η εβδομάδα, μέχρι τις 28 Μάη οπότε ηττάται η Κομμούνα, έμεινε στην ιστορία ως «Ματωμένη Εβδομάδα». «Η γη στρώθηκε από τα πτώματά τους και το φρικιαστικό αυτό θέαμα θα χρησιμεύσει για να δοθεί ένα μάθημα», έλεγε ο Θιέρσιος σε ένα τηλεγράφημά του, εκείνη την εποχή.

Ομάδα Παρισινών εργατών, που συμμετείχαν στην εξέγερση της Παρισινής Κομμούνας

 

Τα διδάγματα της Κομμούνας

 

«Η Κομμούνα αναγκάστηκε αμέσως από την αρχή», σημειώνει ο Ενγκελς στον πρόλογο του έργου του Μαρξ «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», 20 χρόνια μετά την ήττα της Κομμούνας , «να αναγνωρίσει ότι όταν η εργατική τάξη έρθει πια στην εξουσία δεν μπορεί να εξακολουθεί να διοικεί με την παλιά κρατική μηχανή, ότι η εργατική αυτή τάξη, για να μην ξαναχάσει την κυριαρχία που μόλις είχε κατακτήσει, πρέπει, από τη μια, να παραμερίσει όλη την παλιά καταπιεστική μηχανή που ως τότε είχε χρησιμοποιηθεί εναντίον της κι, από την άλλη, να εξασφαλίσει τον εαυτό της από τους ίδιους της τους βουλευτές και υπαλλήλους, ορίζοντας ότι όλοι, δίχως καμιά εξαίρεση, να μπορούν ν’ ανακληθούν σ’ οποιαδήποτε στιγμή».

Και σε άλλο σημείο, στο ίδιο έργο: «Τα μέλη της Κομμούνας χωρίζονταν σε μια πλειοψηφία, τους μπλανκιστές που επικρατούσαν και στην Κεντρική Επιτροπή της εθνοφυλακής και σε μια μειοψηφία: Μέλη της Διεθνούς Ενωσης των Εργατών, κυρίως από οπαδούς της σοσιαλιστικής σχολής του Προυντόν (…) Καταλαβαίνει κανείς, λοιπόν, ότι στον οικονομικό τομέα η Κομμούνα παράλειψε αρκετά πράγματα, που, κατά τη σημερινή μας αντίληψη, έπρεπε να τα είχε κάνει. Δυσκολότερα, βέβαια, από όλα μπορεί να κατανοηθεί το γεγονός ότι η Κομμούνα στάθηκε ευλαβικά με ιερό σεβασμό μπροστά στις πόρτες της τράπεζας της Γαλλίας. Αυτό ήταν επίσης σοβαρό πολιτικό λάθος. Η τράπεζα στα χέρια της Κομμούνας – αυτό θα άξιζε περισσότερο από δέκα χιλιάδες ομήρους».

Από την πλευρά του, ο Λένιν αναφέρει στα «Διδάγματα της Κομμούνας»: «Δυο όμως λάθη κατάστρεψαν τους καρπούς της λαμπρής νίκης. Το προλεταριάτο σταμάτησε στη μέση του δρόμου: Αντί να αρχίσει την “απαλλοτρίωση των απαλλοτριωτών”, παρασύρθηκε από το όνειρο να εγκαθιδρύσει ανώτερη Δικαιοσύνη σε μια χώρα που να την ενώνει το πανεθνικό καθήκον. Δεν κατέλαβε, λ.χ., τέτοια ιδρύματα, σαν την Τράπεζα, οι θεωρίες των προυντονιστών για “δίκαιη ανταλλαγή” κτλ. επικρατούσαν ακόμα ανάμεσα στους σοσιαλιστές. Το δεύτερο λάθος είναι η υπερβολική μεγαλοψυχία του προλεταριάτου: Επρεπε να εξοντώσει τους εχθρούς του. Απεναντίας, το προλεταριάτο του Παρισιού προσπαθούσε να επιδράσει ηθικά επάνω τους, περιφρόνησε τη σημασία των καθαρά πολεμικών ενεργειών στον εμφύλιο πόλεμο και, αντί να στεφανώσει τη νίκη του στο Παρίσι με αποφασιστική επίθεση ενάντια στις Βερσαλλίες, αργοπόρησε κι έδωσε στην κυβέρνηση των Βερσαλλιών τον καιρό να συγκεντρώσει τις σκοτεινές δυνάμεις και να προετοιμαστεί για τη ματωμένη εβδομάδα του Μάη».

Για να συνεχίσει: «Παρ’ όλα όμως τα λάθη της, η Κομμούνα αποτελεί το πιο υψηλό παράδειγμα του πιο περίλαμπρου προλεταριακού κινήματος του 19ου αιώνα».

Η κόκκινη σημαία στο Δημαρχείο του Παρισιού μπορεί να ανέμισε μόλις 70 μέρες, ήταν όμως αρκετό για να δείξει στους προλετάριους όλης της Γης τη δύναμη της εργατικής τάξης. Δύναμη που έμελλε να επιβεβαιωθεί λίγα χρόνια αργότερα, τον Οκτώβρη του 1917 με τη Μεγάλη Οχτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία. Δύναμη, που μεταλαμπαδεύεται μέχρι σήμερα, γενιά με γενιά. Δύναμη, που οι αστοί εξακολουθούν να νιώθουν μέχρι σήμερα 153 χρόνια μετά την ήττα της…

 

ΠΗΓΕΣ:

  1. Κ. Μαρξ: «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», καθώς και ο πρόλογος του Φρ. Ενγκελς.
  2. Β. Ι. Λένιν: «Τα διδάγματα της Κομμούνας », «Απαντα» τ. 16.
  3. Αφιέρωμα «Ρ», «130 χρόνια από την Παρισινή Κομμούνα», 29/4/2001.
  4. Ριζοσπάστης 6.4.2008.

 

 

Απόψεις