Τώρα που καταλάγιασε ο θόρυβος, μπορώ να μιλήσω πιο καθαρά. Όσα έζησα στη συναυλία του ΚΚΕ για τον Μίκη ήταν κάτι παραπάνω από μια πολιτιστική εκδήλωση. Ήταν μια πολιτική πράξη· μια νίκη του πολιτισμού απέναντι στη βαρβαρότητα. Μια έμπρακτη απάντηση στην ωμότητα του πολέμου, στη σιωπή των θεσμών και στην κόπωση της κοινωνίας.
Όταν κυριαρχεί η ωμή βία, όταν οι βόμβες ισοπεδώνουν κατοικημένες περιοχές και εξαφανίζουν ολόκληρες οικογένειες, το Καλλιμάρμαρο εμφανίστηκε ως ένα αντίβαρο. Όχι ισοδύναμο σε δύναμη πυρός, αλλά κρίσιμο σε σημασία. Ένα συλλογικό μήνυμα που λέει: δεν αποδεχόμαστε την απανθρωπιά ως κανονικότητα.
Για όλους εμάς που βρεθήκαμε εκεί, αλλά και για πολλούς ακόμη που δεν μπόρεσαν να βρεθούν στις εξέδρες του Παναθηναϊκού σταδίου, ο Θεοδωράκης δεν είναι απλώς ένα κεφάλαιο της ελληνικής μουσικής. Διότι, ακόμη και μετά τον θάνατό του, εξακολουθεί να λειτουργεί ως σημείο αναφοράς. Συγκεντρώνει κόσμο, κινητοποιεί συνειδήσεις, υπενθυμίζει πως η έννοια του «λαϊκού» έχει ιστορικό και πολιτικό βάρος. Το τραγούδι του δεν απευθύνεται μόνο στους Έλληνες, αλλά σε όλους τους λαούς που επιμένουν να ζητούν ειρήνη, ελευθερία και δικαιοσύνη.
Η μαζική συμμετοχή, το αυθόρμητο χειροκρότημα, τα πανό που υψώθηκαν, ήταν μια αυθεντική λαϊκή απάντηση στη «λατρεία του θανάτου» που επιχειρεί να επιβληθεί ως μονόδρομος. Ήταν μια αντίδραση απέναντι στο έγκλημα που συντελείται αυτή τη στιγμή στην Παλαιστίνη. Ένα έγκλημα που δεν είναι μεμονωμένο, ούτε μακριά από εμάς, αλλα αποτελεί μια σαφή προειδοποίηση προς όλους τους λαούς: «κοιτάξτε τι σας περιμένει αν δεν συμμορφωθείτε».
Απέναντι σε αυτήν την απειλή, η μεγάλη τέχνη έδειξε πως δεν περιορίζεται στους τοίχους. Δεν είναι διακοσμητικό στοιχείο. Παρεμβαίνει, κινητοποιεί, ενώνει. Τα τραγούδια που ακούστηκαν στο Καλλιμάρμαρο δεν ήταν μια πολιτιστική νότα σε μια δύσκολη εποχή. Ήταν μια πολιτική πράξη. Ήταν η στιγμή που η τέχνη λειτούργησε ως εργαλείο συνείδησης και ταυτόχρονα, μια ένδειξη ότι η συλλογική ελπίδα δεν έχει χαθεί.
Θα πει κάποιος: Κι αν ήταν μία ακόμη στιγμή «εκτόνωσης» που δεν απειλεί το σύστημα; Έχει βάση ένα τέτοιο επιχειρήμα; Για τον γράφοντα, καμία. Είναι προσβλητικό να βαφτίζεται «εκτόνωση» μια πράξη συλλογικής αξιοπρέπειας και αντίστασης. Όταν χιλιάδες άνθρωποι ενώνουν τη φωνή τους απέναντι στην κτηνωδία, όταν η τέχνη γίνεται κραυγή, τότε δεν πρόκειται για εκτόνωση. Πρόκειται για πολιτική πράξη, που μπορεί να μην ανατρέπει, αλλά ρηγματώνει. Και το ρήγμα αυτό κάποιοι- συγκεκριμένοι- το φοβούνται. Δικαίως.
Από αυτό το σημείο λοιπόν ξεκινάει και η επόμενη συζήτηση: ποιον δρόμο διαλέγουμε; Θέλουμε μια κοινωνία που θα συνεχίσει να στηρίζεται στις βιομηχανίες του πολέμου ή θα επενδύσουμε σε εκείνες της ειρήνης και του πολιτισμού; Ο όμορφος πλανήτης στον οποίο ζούμε δεν μπορεί, δεν πρέπει να μετατραπεί σε μια άμορφη μάζα ερειπίων για μια χούφτα δολάρια.
Ως εκ τούτου, αυτό που μας «δίδαξε» το Καλλιμάρμαρο είναι ότι η ευτυχία μας δεν είναι υπόθεση για τη Δευτέρα Παρουσία. Είναι ζήτημα καθημερινότητας. Αν διεκδικήσουμε τα εργαλεία και τη δυνατότητα να συμμετέχουμε, να αποφασίζουμε, να δημιουργούμε, τότε υπάρχει ελπίδα. Αρκεί να παλέψουμε ώστε να πάρουμε τα κλειδιά. Και να μην επιτρέψουμε να μας τα πάρουν ξανά.