Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Τμήμα Υγείας – Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ: «Καπιταλισμός και ψυχική υγεία» — Η εισήγηση στην ημερίδα

Η εισηγητική ομιλία, με θέμα «Καπιταλισμός και ψυχική υγεία», έγινε από την Αφροδίτη Ρέτζιου, ψυχίατρο, επιμελήτρια Α' ΕΣΥ στο Γενικό Νοσοκομείο «Θριάσιο», μέλος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ.

Ημερίδα για την ψυχική υγεία διοργανώνει σήμερα το Τμήμα Υγείας – Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ,  με τίτλο «Ζητήματα ψυχικής υγείας: Σύγχρονες προσεγγίσεις – απαντήσεις στα αδιέξοδα που δημιουργεί ένα σύστημα που σαπίζει». 

Η εισηγητική ομιλία, με θέμα «Καπιταλισμός και ψυχική υγεία», έγινε από την Αφροδίτη Ρέτζιου, ψυχίατρο, επιμελήτρια Α’ ΕΣΥ στο Γενικό Νοσοκομείο «Θριάσιο», μέλος του Τμήματος Υγείας – Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ.

 

Η ομιλία της Αφροδίτης Ρέτζιου

«Ένας στους 8 ανθρώπους παγκοσμίως πάσχουν από μία ψυχική διαταραχή. Η αυτοκτονία παραμένει η κύρια αιτία θανάτου στους νέους ανθρώπους. Σε κάθε 20 απόπειρες αυτοκτονίες αντιστοιχεί ένας θάνατος, και ένας θάνατος στους 100 οφείλεται σε αυτοκτονία. Οι ψυχικές διαταραχές είναι η κύρια αιτία απολεσθέντων ετών λόγω αναπηρίας (δείκτης που αντιστοιχεί σε χαμένα έτη υγιούς ζωής). Το προσδόκιμο ζωής των ασθενών με σχιζοφρένεια είναι 10 έως 20 χρόνια μικρότερο από του γενικού πληθυσμού. Την περίοδο της πανδημίας η ήδη επιβαρυμένη ψυχική υγεία του πληθυσμού επιδεινώθηκε δραματικά. Υπολογίζεται ότι πριν την εκδήλωση της πανδημίας περίπου 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, από τα οποία τα 84 εκατομμύρια στα κράτη μέλη της Ε.Ε., έπασχαν από κάποια ψυχική διαταραχή. Μόνο τον πρώτο χρόνο της πανδημίας οι αγχώδεις –καταθλιπτικές διαταραχές αυξήθηκαν κατά 25%[1].

Τα παραπάνω στοιχεία είναι ενδεικτικά της έκτασης του προβλήματος αλλά δεν αποτυπώνουν το ταξικό πρόσημο των ψυχικών διαταραχών στο οποίο θα αναφερθούμε στις επόμενες εισηγήσεις.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ), η ψυχική υγεία δεν προϋποθέτει μόνο την απουσία κάποιας ψυχικής διαταραχής αλλά ορίζεται ως η κατάσταση ευεξίας, κατά την οποία το άτομο είναι σε θέση να αξιοποιήσει τις δυνατότητες του, να εργάζεται, να είναι παραγωγικός, να μπορεί να συνεισφέρει στην κοινότητα.

Ο παραπάνω ορισμός της ψυχικής υγείας έχει άλλο περιεχόμενο από τη σκοπιά των αναγκών των εργατικών λαϊκών στρωμάτων άλλο από την σκοπιά των συμφερόντων της εργοδοσίας, του κεφαλαίου και του κράτους τους. Τι σημαίνει για παράδειγμα για τον εργαζόμενο στον καπιταλισμό να μπορεί να εργάζεται, να είναι παραγωγικός; Παραγωγικός για ποιόν; Το κεφάλαιο ενδιαφέρεται για την σωματική και ψυχική υγεία μόνο στο βαθμό που του είναι απαραίτητη για τη διατήρηση της ικανότητας για εργασία ως πηγή υπεραξίας, δηλαδή ως πηγή κερδοφορίας. H υγεία στην πράξη και όχι διακηρυκτικά (όπως στον ορισμό του Π.Ο.Υ. που άλλωστε διαμορφώθηκε και κάτω από την επίδραση των επιτευγμάτων της σοσιαλιστικής οικοδόμησης) προσεγγίζεται ως η απουσία μιας ανώμαλης κατάσταση της κινητικής, νοητικής ή άλλης βιολογικής λειτουργίας τέτοιας, που να δημιουργεί άμεση ανικανότητα για εργασία ή ανάγκη θεραπείας[2].

Από την άλλη είναι η ίδια η φύση και οι όροι της εργασίας στον καπιταλισμό που υπονομεύουν και φθείρουν πρόωρα τόσο την σωματική και όσο και την ψυχική υγεία των εργαζομένων (ελαστικά ωράρια, ευελιξία, εντατικοποίηση, εργοδοτική τρομοκρατία, ο στραγγαλισμός της συλλογικής δράσης). Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση της ΕΕ για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία, το 50 % των εργαζόμενων αναφέρουν εργασιακό στρες, το οποίο είναι η αιτία για το 50 % του συνόλου των χαμένων εργάσιμων ημερών, ενώ αυξανόμενη ανησυχία προκαλούν οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της τηλεργασίας εξαιτίας της κατάργησης των ορίων μεταξύ εργάσιμου και ελεύθερου χρόνου, της απαίτησης οι εργαζόμενοι να είναι συνεχώς συνδεδεμένοι, της μείωσης των κοινωνικών συναναστροφών, της αυξημένης χρήσης των υπολογιστών κλπ.[3] Αναλυτικά για τις επιπτώσεις των εργασιακών συνθηκών στην ψυχική υγεία των εργαζομένων θα αναφερθούμε σε επόμενη εισήγηση.

Στον καπιταλισμό ο αλλότριος χαρακτήρας της εργασίας, στον οποίο θα αναφερθούμε αναλυτικά σε επόμενη ομιλία, η μισθωτή εργασία, είναι πηγή δυστυχίας και ψυχικής οδύνης.

Όπως λέει ο Μαρξ «Ο εργάτης κατά τη διάρκεια της εργασίας του, νιώθει μίζερος και καθόλου ευτυχισμένος… Βρίσκει τον εαυτό του μόνο έξω από την εργασία του. Την ώρα της εργασίας του αισθάνεται έξω από τον εαυτό του. Νιώθει άνετα όταν δε βρίσκεται στη δουλειά του και δε νιώθει άνετα όταν βρίσκεται στη δουλειά του».

Δύο αιώνες μετά η ανάλυση του Μαρξ όχι μόνο παραμένει επίκαιρη αλλά και αποτελεί πηγή ανησυχίας για την εργοδοσία. Υπάρχει μάλιστα στα αστικά επιτελεία και σχετικός όρος. Δέσμευση του εργαζόμενου που ορίζεται ως βαθμός της συναισθηματικής και πνευματικής επένδυσης στους στόχους της επιχείρησης. Επιδίωξη τους η καλλιέργεια της ψευδαίσθησης, της αυταπάτης στους εργαζόμενους ότι μοιράζονται ένα κοινό όραμα με τους εκμεταλλευτές τους. Μάλιστα ξεκαθαρίζεται ότι «είναι μία κατάσταση η οποία δεν πρέπει να συγχέεται με την παροδική χαρά που μπορεί να νιώσει ένας εργαζόμενος π.χ. αν αυξηθεί ο μισθός του. Η δέσμευση του εργαζόμενου είναι ένας βαθύς, μακροχρόνιος δεσμός του εργαζόμενου με την επιχείρηση».

Σύμφωνα με πρόσφατες το 85% % των εργαζόμενων είναι αποστασιοποιημένοι από το αντικείμενο της εργασίας τους (not engaged: μη ενεργά δεσμευμένοι) και η απώλεια της παραγωγικότητας υπολογίζεται σε 7 τρις δολάρια.[4]

Αυτός είναι ο λόγος που διοργανώνουν ημερίδες όπως αυτή που διοργανώθηκε πριν από λίγες μέρες στη Αθήνα με τίτλο η «αναγκαιότητα παροχής ψυχοκοινωνικής υποστήριξε στους εργαζόμενους» στο οποίο συμμετείχε ο γνωστός για τα έργα και τις ημέρες του εργοδοτικός πρόεδρος της ΓΣΕΕ και το “αμαρτωλό” πολύκεντρο της ΑΔΕΔΥ και η υφυπουργός ψυχικής υγείας.

Στον καπιταλισμό η εργασία αποστεώνεται από το πραγματικό της περιεχόμενο. Από ζωή, ελεύθερη ανάπτυξη της πνευματικής και φυσικής ενεργητικότητας και ζωτικότητας του ανθρώπου, και ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης, μετατρέπεται απλώς σε μέσο για τη ζωή με αποτέλεσμα όπως λέει ο Μαρξ «ο άνθρωπος να αισθάνεται πια ότι ενεργεί ελεύθερα, μόνο στις κτηνώδεις λειτουργίες του, δηλαδή να τρώει, να πίνει και να τεκνοποιεί, να στεγάζεται. Το κτηνώδικο γίνεται ανθρώπινο και το ανθρώπινο γίνεται κτηνώδικο. Να τρώει, να πίνει, να τεκνοποιεί κλπ. είναι, βέβαια, επίσης λειτουργίες γνήσια ανθρώπινες. Αλλά όταν αποσπαστούν από άλλες πλευρές της ανθρώπινης δραστηριότητας και μετατραπούν σε τελικούς και αποκλειστικούς σκοπούς, είναι ζωώδεις λειτουργίες».[5]

Η εργασία στον καπιταλισμό είναι πηγή δυστυχίας για τον εργαζόμενο αλλά και πηγή διχασμού, εκφυλισμού του ανθρώπου, φθοράς της ανθρώπινης προσωπικότητας. Λέει ο Ένγκελς: “Κάθε ιστορικός τύπος υλικής παραγωγής, έχει τον αντίστοιχο τύπο πνευματικής παραγωγής της οποίας όργανο είναι η ανθρώπινη ψυχολογία. Με την πρόοδο του καπιταλισμού έχουμε την διαίρεση της εργασίας σε χειρωνακτική και διανοητική”. Αυτό όπως σημειώνει ο Βιγκότσκι «έφερε βαρύτατο πλήγμα στις ανθρώπινες υπάρξεις… μία αναπτυσσόμενη στρεβλή ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού γιατί κατά τη διάρκεια της εργασίας του ο εργαζόμενος είναι δεμένος σε μία ειδική λειτουργία και σύμφωνα με τον Μαρξ αυτή τον μετατρέπει από εργαζόμενο σε μία ανωμαλία που τεχνητά καλλιεργεί μόνο μία ικανότητα ενώ καταπιέζει όλο τον υπόλοιπο πλούτο των κλίσεων και των ταλέντων του». Αυτό ισχύει και για τα «μορφωμένα στρώματα που υποδουλώνονται από τις μονοπλευρικότητες και την πνευματική τους μυωπία».[6]

Ακόμα και σήμερα με την αλματώδη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, που ενισχύεται η τάση ενσωμάτωσης της χειρωνακτικής και διανοητικής εργασίας στα μέσα παραγωγής, που απαιτούνται όλο και περισσότερες πλευρές ολοένα και περισσότερες πλευρές της προσωπικότητας των εργαζομένων (φαντασία, δημιουργικότητα κλπ) προς όφελος της κερδοφορίας του κεφαλαίου, ο καπιταλισμός ούτε θέλει ούτε μπορεί να αναπτύξει στους εργαζόμενους το σύνολο των ικανοτήτων του.[7]

Η αποξένωση κατά τη διάρκεια της εργασίας επεκτείνεται και στον ελεύθερο χρόνο. Στον καπιταλισμό την αποξενωμένη εργασία ακολουθεί η αποξενωμένη κατανάλωση.[8] Το σύνολο των αναγκών του ανθρώπου, όχι μόνο των υλικών αλλά και των ψυχολογικών αναγκών, των πνευματικών και συναισθηματικών, ακόμα και η αγάπη, ο έρωτας, η φιλία, η παρηγοριά, η συμπαράσταση εμπορευματοποιούνται. Έτσι όμως δεν ικανοποιούνται, καταναλώνονται. Η ίδια η ζωή μετατρέπεται σε «ζωή επί πιστώσει» και καθυποτάσσεται στην ευτυχία ικανοποίησης ψευτοαναγκών ή στη δυστυχία της μη ικανοποίησής τους. Όπως αναφέρεται στο μανιφέστο του κομμουνιστικού κόμματος: «Η αστική τάξη … δεν άφησε κανέναν άλλο δεσμό ανάμεσα στον άνθρωπο και τον άνθρωπο, εκτός από το γυμνό συμφέρον, από τη χωρίς συναίσθημα “πληρωμή τοις μετρητοίς”…»

Σε αυτές τις συνθήκες της καπιταλιστικής βαρβαρότητας που υπονομεύουν, δυναμιτίζουν κάθε προσπάθεια αξιοποίησης των δυνατοτήτων, των δημιουργικών ικανοτήτων του ανθρώπου για την ολόπλευρή ανάπτυξη της προσωπικότητας τους, την ικανοποίηση του συνόλου των υλικών, πνευματικών, ψυχολογικών αναγκών του δε μπορεί να γίνεται λόγος για συναισθηματική και πνευματική ευεξία.

Η ψυχική υγεία έχει αναβαθμιστεί στην πολιτική ατζέντα της ΕΕ και των αστικών κυβερνήσεων κυρίως από το 2005 και μετά. Οι λόγοι που υπαγορεύουν τη θέσπιση ενιαίας στρατηγικής στον τομέα της ψυχικής υγείας από τις αστικές κυβερνήσεις των κρατών-μελών αποτυπώνονται ανάγλυφα στα σχετικά κείμενα της ΕΕ και του Π.Ο.Υ. Αναφέρεται χαρακτηριστικά «Η ψυχική υγεία του ευρωπαϊκού πληθυσμού αποτελεί μέσο για την επίτευξη ορισμένων από τους στρατηγικούς πολιτικούς στόχους της ΕΕ, όπως να ξαναμπεί η Ευρώπη στην πορεία προς τη μακροπρόθεσμη ευημερία…»[9]. Το συνολικό κόστος των ψυχικών διαταραχών ξεπερνάει το 4% του ΑΕΠ ( πάνω από 600 δις ευρώ) στο σύνολο των 27 μελών κρατών της ΕΕ και του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η πολιτική που υλοποιείται και στον τομέα της ψυχικής υγείας είναι διαποτισμένη από τη λογική του κόστους –οφέλους. Στην έκθεση του ΠΟΥ του 2022 για την ψυχική υγεία αναφέρεται ότι ο λόγος όφελος-κόστος της θεραπείας των καταθλιπτικών και των αγχωδών διαταραχών είναι 5 προς 1. Σύμφωνα με μία παγκόσμια μελέτη μοντελοποίησης που διεξήχθη σε 36 χώρες μία σταδιακή αύξηση (από το 2014 έως το 2030) της κάλυψης των αναγκών σε θεραπεία για την κατάθλιψη και τις αγχώδεις διαταραχές (κόστος 147 δις ευρώ) εξασφαλίζει 43 εκατομμύρια επιπλέον έτη υγιούς ζωής των οποίων η αξία αποτιμάται σε 310 δις δολάρια και αποφέρουν μία επιπλέον αύξηση της παραγωγικότητας ύψους 399 δις δολαρίων. Κυνική ομολογία ότι η καλή ψυχική υγεία τους απασχολεί γιατί είναι «κλειδί» για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της καπιταλιστικής οικονομίας, αυξάνει την παραγωγικότητα και την αποδοτικότητα, μειώνει τον απουσιασμό και τον παρουσιασμό (παρών στην εργασία αλλά με χαμηλές επιδόσεις), πρόκειται για έννοιες τις οποίες δεν υιοθετούμε, και έμμεσα εξασφαλίζει τη μείωση των δαπανών για την υγεία. Επίσης αναφέρεται ότι: «Το έμμεσο, σχετιζόμενο με την απολεσθείσα παραγωγικότητα, οικονομικό κόστος, ξεπερνά το άμεσο. Επομένως από οικονομική άποψη το πράγμα είναι ξεκάθαρο, η θεραπεία των ψυχικών διαταραχών είναι δαπανηρή αλλά πιο δαπανηρό είναι να αφεθούν αθεράπευτες. Η μη αντιμετώπιση αντιβαίνει τα συμφέροντα των χωρών». Των καπιταλιστών προσθέτουμε εμείς.

Βασικός πυλώνας των καπιταλιστικών, αναδιαρθρώσεων στον τομέα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας είναι «η ψυχιατρική μεταρρύθμιση», η οποία επενδύθηκε ιδεολογικά με το μανδύα της αποασυλοποίησης, το σεβασμό των δικαιωμάτων του πάσχοντος υποκειμένου. Η εμπειρία τόσο από την Ελλάδα, όσο και από τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ ,συμπεριλαμβανομένου και του Ηνωμένου Βασιλείου αλλά και της Αμερικής επιβεβαιώνουν τις θέσεις του ΚΚΕ για τον αντιδραστικό χαρακτήρα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης οι οποίες διαστρεβλώθηκαν, λοιδορήθηκαν, συκοφαντήθηκαν από τους επικριτές του. Είχαμε προειδοποιήσει έγκαιρα για αυτό που θα επακολουθούσε. Η πορεία της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης ήταν προδιαγεγραμμένη από την πρώτη στιγμή. Οι υποκριτικές διακηρύξεις των αστικών κυβερνήσεων για την ανάγκη μετατόπισης του κέντρου βάρους από την ιδρυματική στην κοινοτική φροντίδα και την καταπολέμηση του στίγματος, ήταν το προπέτασμα καπνού για την ελαχιστοποίηση των κρατικών δαπανών για την ψυχική υγεία που αντιμετωπίζεται σαν «κόστος» με αποτέλεσμα την ενίσχυση του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα της ψυχικής υγείας, την εκμετάλλευση του ψυχικού πόνου και της ψυχικής ασθένειας από τις ΜΚΟ που ξεκοκαλίζουν ευρωπαϊκά προγράμματα και κοινοτικά κονδύλια, αλλά και τη συστηματική μετατόπιση της ευθύνης στις οικογένειες, οι οποίες επωμίζονται τεράστιο φορτίο, και στις λεγόμενες «άτυπες» μορφές υπηρεσιών.

Θεωρούμε ότι μία σύντομη περιήγηση στην ιστορία του ασύλου, του ορισμού της «τρέλας», της προσέγγισης της ψυχικής νόσου βοηθάει να κατανοηθούν οι αιτίες της ιδρυματικής περίθαλψης αλλά και οι όροι και οι προϋποθέσεις ξεπεράσματος του.

Ιστορικά το πρώτο ψυχιατρικό άσυλο χτίζεται στη Βαλένθια το 1409 στον ίδιο χώρο που λειτουργούσε η Ιερά Εξέταση.[10] Είναι η σκοτεινή περίοδος του Μεσαίωνα, της φεουδαρχίας όπου όλες οι μορφές κοινωνικής συνείδησης, άρα και η επιστήμη, λειτουργούν ως θεραπαινίδες της θρησκείας με αποτέλεσμα όλες η θεολογία και η θρησκευτική φιλοσοφία να κυριαρχούν στην πνευματική ζωή.[11] Η κυρίαρχη αναπαράσταση για την ψυχική νόσο είναι ότι οι άνθρωποι κυριεύονται από επικίνδυνα μεταδοτικές, δαιμονικές δυνάμεις που έπρεπε να καταστραφούν.[12] Οι ψυχικά ασθενείς ανακρίνονταν από τους ιεροεξεταστές με τη βοήθεια του Μalleus Maleficarum (Σφύρα Μαγισσών) υποβάλλονται σε φρικτά βασανιστήρια, καίγονται στην πυρά. Στον απόηχο της Γαλλικής Επανάστασης και κάτω από την επίδραση των ιδεών του Διαφωτισμού ο Γάλλος ψυχίατρος Φιλίπ Πινέλ, σύγχρονος του Ναπολέοντα, απελευθερώνει τους ασθενείς από τις αλυσίδες τους. Συμβάλλει καθοριστικά στη ριζική αναθεώρηση της αναπαράστασης για την ψυχική νόσο, καταρρίπτει την προκατάληψη ότι είναι προϊόν δαιμονοκατοχής και θέτει τις βάσεις της σύγχρονης ψυχιατρικής και της ταξινόμησης των ψυχικών διαταραχών. Με την περαιτέρω ανάπτυξη του καπιταλισμού και τη μαζική μετακίνηση του πληθυσμού από την ύπαιθρο στις πόλεις τα φρενοκομεία γνωρίζουν μεγάλη άνθηση. Τον 19ο αιώνα σε Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία στα άσυλα στοιβάζονται τρελοί, αλκοολικοί, πόρνες, κλέφτες, ορφανά παιδιά, οι απόκληροι δηλαδή της κοινωνίας οι οποίοι δεν ήταν σε θέση να πουλήσουν την εργατική τους δύναμη. Είναι η περίοδος που γλαφυρά περιγράφει ο Φρίντριχ Ένγκελς στο έργο του “Η κατάσταση της εργατικής τάξης στην Αγγλία” το 1844: « Όλα τα κακά που μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος νους έπεσαν στα κεφάλια των φτωχών. Εκτίθενται σε ακραίες ψυχικές μεταβολές, στις πιο βίαιες εναλλαγές μεταξύ ελπίδας και φόβου. Κυνηγιούνται σα θηράματα και δεν τους επιτρέπεται να βρουν γαλήνη και να απολαύσουν ήρεμα τη ζωή τους. Στερούνται όλες τις χαρές εκτός από τη σεξουαλική ικανοποίηση και τη μέθη. Δουλεύουν κάθε μέρα μέχρι το σημείο καθολικής εξάντλησης όλων των σωματικών και ψυχικών τους αποθεμάτων και έτσι σπρώχνονται συστηματικά στις δύο μοναδικές προσβάσιμες απολαύσεις». Έτσι τα επόμενα χρόνια αυξάνεται ραγδαία ο αριθμός των νοσηλευόμενων στα άσυλα. Δύο από τις κύριες αιτίες εισαγωγών ήταν ο αλκοολισμός και η συφιλιδική τρέλα.[13] Ο αριθμός των ασύλων στις ΗΠΑ και στην Αγγλία έφτασε στο απόγειο τη δεκαετία του 1950. Η Ελλάδα απόκτησε το πρώτο ψυχιατρείο με την προσάρτηση των Επτανήσων το 1864 στην Κέρκυρα, το οποίο είχε ιδρυθεί το 1838 και λειτουργούσε ως «φρενοκομείο» από την Αγγλική Αρμοστεία. Ακολούθησαν το Δρομοκαΐτειο 1889 και το Αιγινήτειο 1905. Οι αυξημένες ανάγκες οδήγησαν τελικά στην ίδρυση του «Δαφνιού» το 1926. Στο τέλος του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου τα ψυχιατρεία ήταν γεμάτα και έτσι δημιουργούνται οι πρώτες «αποικίες ανιάτων» (στη Σαλαμίνα και στη Λέρο).

Σταδιακά και κάτω από την επίδραση ενός πλέγματος παραγόντων (κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, εξέλιξη της επιστήμης, πρόοδος στον τομέα των νευροεπιστημών, της νευροβιολογίας, της ψυχοφαρμακολογίας) δημιουργούνται αντικειμενικά νέες δυνατότητες αντιμετώπισης της ψυχικής νόσου και του ασθενή με ψυχικές διαταραχές, αλλάζει ο προσανατολισμός και μετατοπίζεται σταδιακά το κέντρο βάρους από την νοσοκομειακή ψυχιατρική περίθαλψη στην κοινοτική.

Ωστόσο παρά τη σχετική βελτίωση στις συνθήκες περίθαλψης, συνολικά στη θεραπευτική αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών, οι ασθενείς και οι οικογένειες τους τόσο στην Ελλάδα όσο και στις υπόλοιπες καπιταλιστικές χώρες έρχονται αντιμέτωποι με τρομακτικά αδιέξοδα. Οι ορθότερες επιστημονικά και οργανωτικά παρεμβάσεις δε μετουσιώνονται σε υψηλού επιπέδου παροχές υπηρεσιών ψυχικής υγείας στο πλαίσιο ενός συστήματος υγείας που ακρογωνιαίος λίθος είναι η λογική του κόστους οφέλους. Διαβάζοντας τις αναφορές για την κατάσταση στην Αγγλία και τις ΗΠΑ «τις τραγικές ελλείψεις παροχών στους ψυχιατρικούς ασθενείς, στους ασθενείς με νοητική υστέρηση και άνοια, εγκατάλειψη των ασθενών στο απομονωμένο και ανήμπορο περιβάλλον των οικογενειών τους, οι οποίοι κάνουν μάταια έκκληση για εισαγωγή, έστω και προσωρινή, των ασθενών[14] για την Ιταλία, όπου «το μεγαλύτερο φορτίο μετατοπίστηκε στις οικογένειες, άλλοι μεταφέρθηκαν από τα δημόσια ψυχιατρικά νοσοκομεία στις ιδιωτικές δομές περίθαλψης, άλλοι κατέληξαν στις φυλακές ή στο δρόμο»[15] ανακαλύπτει εκπληκτικές ομοιότητες με το ζοφερό τοπίο στην Ελλάδα. Το φαινόμενο της περιστρεφόμενης πόρτας, η επανα-ιδρυματοποίηση ή νέο-ασυλικές μορφές περίθαλψης στις ψυχιατρικές κλινικές των γενικών νοσοκομείων, στις ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, αλλά και στις δομές ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, αποκατάστασης εντός πολλών εισαγωγικών, το θεραπευτικό χάσμα στην αντιμετώπιση μείζονων ψυχικών διαταραχών (σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΠΟΥ μόλις το 1/3 των ασθενών με μείζονα καταθλιπτική διαταραχή και μόλις το 29% των ασθενών με ψύχωση λαμβάνουν θεραπεία), είναι κοινός τόπος σε όλες τις καπιταλιστικές χώρες, ανεξάρτητα από την οξύτητα με την οποία εκδηλώνονται σε κάθε μία από αυτές, συνάρτηση του επιπέδου ανάπτυξης της οικονομίας τους.

Ενδεικτικά σε μία συγκριτική μελέτη για τα συστήματα ψυχικής υγείας 8 ευρωπαϊκών χωρών, η οποία δημοσιεύτηκε το 2017[16] αναφέρεται για τη Φινλανδία, η οποία θεωρείται σημείο αναφοράς για την κοινοτική φροντίδα, ότι παρά την ανάπτυξη εκτεταμένου δικτύου δομών στην κοινότητα, η πλειονότητα των πόρων κατευθύνεται σε δομές κλειστής περίθαλψης, γεγονός που σύμφωνα με τους συγγραφείς οφείλεται στη μετάβαση από τα ψυχιατρικά νοσοκομεία σε άλλα ιδρύματα) όρος που περιγράφεται ως trans-institutionalization, δηλ. τρανς-ιδρυματοποίηση) και στον ιδιωτικό επιχειρηματικό τομέα. Ένα επιπλέον στοιχείο: «Μόλις το 5 % των ατόμων που πάσχουν από σοβαρές και χρόνιες ψυχιατρικές διαταραχές στον κόσμο ζουν σε θεραπευτικά και ιατρικά πλαίσια προστασίας και θεραπείας. Ο κύριος όγκος των πασχόντων παραμένει στην κοινότητα, ζει στιγματισμένος, σιωπηλός, αποκλεισμένος …».[17] Συνεπώς το ζήτημα δεν είναι να κλείσουμε το άσυλο και να πετάξουμε τους ψυχικά ασθενείς στην οικογένεια ή γενικά στην κοινωνία.

Προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι το καθοριστικό στοιχείο σε ότι αφορά την οργάνωση του συστήματος παροχής υπηρεσιών ψυχικής υγείας και το περιεχόμενο του είναι ότι σε τελική ανάλυση υπαγορεύονται από τις ανάγκες της καπιταλιστικής οικονομίας. Η σταθερή επιδίωξη για μείωση του μη μισθολογικού κόστους μέσω της ολοένα και μεγαλύτερης συμπίεσης των κρατικών δαπανών για την υγεία φέρνει τους ασθενείς με ψυχικές διαταραχές αλλά και όλους όσους δεν είναι εκμεταλλεύσιμοι από το κεφάλαιο, αντιμέτωπους με το πιο αποκρουστικό πρόσωπο του εκμεταλλευτικού συστήματος, τη βαρβαρότητα και την εγκατάλειψη.

Ένα ερώτημα που προκαλεί προβληματισμό και έντονες αντιπαραθέσεις στους κόλπους των επιστημόνων ψυχικής υγείας και όχι μόνο είναι το εξής: Που οφείλεται η μεγάλη αύξηση των ψυχικών διαταραχών που καταγράφουν οι μελέτες τις τελευταίες δεκαετίες; Η αύξηση της εμφάνισης των ψυχικών διαταραχών που καταγράφουν οι μελέτες τι αντικατοπτρίζει; Είμαστε όντως αντιμέτωποι με μία επιδημία ψυχικών διαταραχών; Καταθέτουμε κάποιες σκέψεις σαν προβληματισμό χωρίς να φιλοδοξούμε να εξαντλήσουμε το θέμα. Υπάρχει μία εγγενής δυσκολία της ψυχιατρικής επιστήμης για ένα γενικό ορισμό που να περιγράφει με σαφήνεια τι είναι ψυχική νόσος. Τα σύνορα μεταξύ φυσιολογικού και μη φυσιολογικού αναθεωρούνται συνεχώς. Λέει ο Βάρναλης: «Τους τρελούς τους ονομάζουν πρωτόγονους του πολιτισμού… Ο παραλογισμός των τρελών που έχει την εσωτερική του συνέπεια είναι ανάλογος με τον προλογικισμό των πρωτόγονων που και αυτός είναι ένα σύστημα μαγικής ερμηνείας του κόσμου». Τα συστήματα ταξινόμησης των ψυχικών διαταραχών δίνουν μία διαγνωστική πυξίδα για την κάθε ψυχική διαταραχή ξεχωριστά. Ωστόσο παρά την τεράστια πρόοδο στη γενετική, στην ψυχοενδοκρινολογία και την ψυχοανοσολογία, την απεικόνιση του εγκεφάλου, δεν υπάρχουν διαγνωστικοί εργαστηριακοί έλεγχοι και βιολογικοί δείκτες ειδικοί για κάθε ψυχική διαταραχή ενώ οι παθοφυσιολογικοί μηχανισμοί της ψυχοπαθολογικών φαινομένων δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί. Π.χ. παρά τον πλούτο των επιστημονικών δεδομένων που έχουμε σήμερα στη διάθεση μας αναφορικά με την αιτιοπαθογένεια της σχιζοφρένειας, η διάγνωση της βασίζεται κατεξοχήν στα κλινικά συμπτώματα.

Σήμερα γίνεται λόγος για διαγνωστικό επεκτατισμό. Το φυσιολογικό πολιορκείται λέει ο Αllen Frances. Θα αναφερθούμε σε αυτό σε επόμενη εισήγηση. Πράγματι το κατώφλι του παθολογικού έχει μειωθεί. Ψυχολογικές εκδηλώσεις σύμφυτες με την ανθρώπινη φύση ψυχιατρικοποιούνται. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η θλίψη που συχνά ταυτίζεται με την κατάθλιψη. Όμως τα επώδυνα, δυσάρεστα συναισθήματα, απόρροια των συνεχών διαψεύσεων της ύπαρξης μας (αποτυχίες ,αναπάντεχα δυσάρεστα γεγονότα, χωρισμοί, θάνατος αγαπημένων προσώπων) δεν είναι ασθένεια. Στο βαθμό που δε ναρκώνονται επιτελούν μία θετική λειτουργία. Αν αντιμετωπιστούν ως ασθένεια και καταφύγουμε στα φάρμακα η επεξεργασία του τραύματος αναστέλλεται. Αν όμως δε μπορούμε να αντέξουμε τη θλίψη, δε μπορούμε να βιώσουμε χαρά.[18] Τα συναισθήματα μας αμβλύνονται και συχνά οδηγούμαστε στην απάθεια και την αδιαφορία. Αν κατανοούνται ως αδυναμία, δεν συνειδητοποιούνται τα βαθύτερα αίτια τους, άρα δεν αντιμετωπίζονται. Ο Έντουαρντ Ρόζενταλ στο βιβλίο του η εξουσία των ψευδαισθήσεων χαρακτήριζε δύο ευρέως διαδεδομένα αγχολυτικά, που καταναλώνονται και σήμερα σαν «τα ροζ ματογυάλια της ψυχής».[19] Οι φαρμακοβιομηχανίες δεν είναι αθώες του αίματος. Οι ψυχικές διαταραχές έχουν αποδειχθεί φλέβα χρυσού για τους μονοπωλιακούς ομίλους του φαρμάκου.

Ψυχιατρικοποιούνται όχι μόνο συναισθήματα αλλά και συμπεριφορές, στάσεις ζωής κλπ. Π.χ. Πολλοί το έχουμε ξεχάσει, οι νεότεροι το πιθανότερο είναι να μην το γνωρίζουν. Αναφερόμαστε στην μεγαλειώδη απεργία των ναυτεργατών το 2002. Ο τότε πρόεδρος του σωματείου είχε κρεμαστεί από τον καταπέλτη του πλοίου για να εμποδίσει τον απόπλου και χαρακτηρίστηκε ως αντικοινωνική διαταραχή προσωπικότητας. Το όργιο της βίας και την ποινικοποίηση ακολούθησε η ιατρικοποίηση μιας πράξης αντίστασης ενάντια στην εργοδοτική τρομοκρατία.

Η παθολογικοποίηση φυσιολογικών ψυχολογικών εκδηλώσεων, τα πολυάριθμα αναπάντητα ερωτήματα για τη φύση των ψυχικών διαταραχών, δεν πρέπει να οδηγεί στο άλλο άκρο, της άρνησης ύπαρξης ψυχικής νόσου. Όμως οι ψυχικές διαταραχές δεν είναι ούτε μύθος, ούτε επινόηση της φαρμακοβιομηχανίας για να αποκομίσει κέρδη. Είναι μία αφόρητη πραγματικότητα για αυτούς που νοσούν και για το περιβάλλον τους.

Ένα είναι βέβαιο, τα αδιέξοδα ενός συστήματος που σαπίζει, η μπόχα που αναδύεται από όλους τους πόρους του και δημιουργεί μια ασφυκτική αποπνικτική πραγματικότητα, είναι η πηγή της ολοένα και μεγαλύτερης ψυχικής δυσφορίας, της ψυχικής οδύνης. Η αβεβαιότητα για το μέλλον, η εργασιακή ανασφάλεια, η καθημερινή αγωνία για την κάλυψη των αναγκών σε υγεία και παιδεία, η έλλειψη ελεύθερου χρόνου, ουσιαστικών ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και η αποθέωση του ατομισμού, του ανταγωνισμού, η αλλοτρίωση, η απουσία νοήματος σπρώχνουν στην αναζήτηση ατομικών διαφυγών από μία αφόρητη πραγματικότητα μέσω ανορθολογικών τρόπων οι οποίοι φτάνουν μέχρι την ακραία μορφή αλλοτρίωσης (εθισμός σε νόμιμες και παράνομες ψυχοτρόπες ουσίες, σύγχρονοι εθισμοί, τζόγος, διαδίκτυο). Στα αδιέξοδα, ατομικά και κοινωνικά προσωπικά, αντανακλώνται τα αδιέξοδα ενός συστήματος που έχει επιτελέσει την ιστορική του αποστολή και δεν έχει πλέον να προσφέρει τίποτα άλλο στην ανθρωπότητα παρά μόνα δεινά. Η ένταξη στον αγώνα για την κοινωνική αλλαγή, η αγωνιστική στάση ζωής, η συντροφικότητα, η αλληλεγγύη είναι το αντίδοτο στην συναισθηματική και πνευματική καχεξία. Ταυτόχρονα κάθε ριζοσπάστης, προοδευτικός, κομμουνιστής άνθρωπος έχει την ηθική υποχρέωση όχι μόνο να στηλιτεύει και να καταγγέλλει τις άθλιες, ασυλικές, ιδρυματικές συνθήκες περίθαλψης των ανθρώπων με ψυχικές διαταραχές που καταλύουν κάθε έννοια ανθρώπινης αξιοπρέπειας και υπόστασης, αλλά και να διεκδικεί μαχητικά, να υπερασπίζεται τα δικαιώματα τους. Πραγματική όμως «αλλαγή του παραδείγματος» στην αντιμετώπιση της ψυχικής νόσου, ξερίζωμα των αναχρονιστικών αντιλήψεων, των στερεότυπων και της αρνητικής αναπαράστασης για τον ψυχική ασθένεια δε μπορεί να υπάρξει χωρίς τον ριζικό, επαναστατικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Word Mental Health Report, WHO 2022

[2] Μάκης Παπαδόπουλος : «Προστασία της υγείας από τον επαγγελματικό κίνδυνο», Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών: Προσεγγίσεις της κατάστασης της εργατικής τάξης στην Ελλάδα»

[3] EU strategic framework on health and safety at work 2021-2027

[4] Dismal Employee Engagement Is a Sign of Global Mismanagement. JIM HARTER)

[5] Κ. Μαρξ Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, σελ. 95-96

[6] Λεβ Βιγκότσκι: Η σοσιαλιστική μεταβολή του ανθρώπου

[7] Η θέση του ΚΚΕ για το σχολείο και το αστικό σχολείο. Οικονομία και Εκπαίδευση στον καπιταλισμό. Οι δυνατότητες και ο περιορισμός τους από το κυνήγι του κέρδους

[8] Καταναλωτισμός: Κυριαρχία των πραγμάτων στους ανθρώπους, Ριζοσπάστης 9 Ιουλίου 2000

[9] «Πράσινο Βιβλίο: Βελτίωση της ψυχικής υγείας του πληθυσμού. Προς μία στρατηγική σχετικά με την ψυχική υγεία για την ΕΕ»

[10] Το μετέωρο βήμα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης στην Ελλάδα. Μια διαχρονική προσέγγιση με επίκαιρα ερωτήματα. Στυλιανίδης και συνεργάτες

[11] Θρησκεία και Πολιτική στην Ελλάδα .Αποστόλης Χαρίσης Κ.Μ.Ε.

[12] Η διάσωση του φυσιολογικού. Allen Frances

[13] Μαρξισμός, Πολιτική και Ψυχική δυσφορία. Ian Ferguson

[14] Peter Sedgwick: Psychopolitics

[15] Andrew Scull :Madness in civilization

[16] Standard comparison of local mental health care systems in eight European countries

[17] Όπως 8

[18] Όπως 10

[19] Έντουαρντ Ρόζενταλ: Η εξουσία των ψευδαισθήσεων

Από 902.gr

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις