Οι ελλείψεις που υπάρχουν στα θέματα ασφάλειας των σιδηροδρομικών μεταφορών και τα οποία αποτυπώνονται από τη συρρίκνωση προσωπικού, την εντατικοποίηση της εργασίας αλλά και τις εκπτώσεις στην ειδίκευση, αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του Παναγιώτη Θεοφανόπουλου, πρώην προέδρου και διευθ. Συμβούλου του ΟΣΕ την περίοδο 2010 – 2016 στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής για το έγκλημα τα Τέμπη. Μάλιστα είπε πως η πολυδιάσπαση στον ΟΣΕ αλλά και η μη σωστή διαχείριση, είναι αυτά που φταίνε και δεν έχουμε έναν σύγχρονο σιδηρόδρομο.
Χαρακτήρισε όνειδος τη μη υλοποίηση της σύμβασης 717, ανέφερε πως δεν υπήρχαν τηλεδιοίκηση, σήμανση και το σύστημα TCS σε όλο το δίκτυο το 2016 και παραδέχθηκε πως υπήρχαν αλήθειες στις καταγγελίες των συνδικαλιστών για τα μεγάλα προβλήματα που υπάρχουν στο σιδηρόδρομο. Πάντως χρησιμοποίησε ως πρόσχημα τους βανδαλισμούς, από ομάδες του κοινού εγκλήματος όπως τις χαρακτήρισε, για την υπερχρέωση του ΟΣΕ ενώ είπε πως ήταν σωστή η επιλογή το γεγονός πως τα χρέη των ΔΕΚΟ δεν προσμετρώνταν στο δημόσιο χρέος, καθώς αυτό «αθροίστηκε στη φαρέτρα για να μπούμε στο ευρώ».
Πάντως, κατά τις απαντήσεις του στις ερωτήσεις του ΚΚΕ, ο μάρτυρας προσπάθησε να ωραιοποιήσει την κατάσταση που επικρατούσε στον σιδηρόδρομο κατά την περίοδο της θητείας του ενώ άφησε και ανοικτό το θέμα της έλλειψης ασφάλειας λόγω κόστους στα μετέπειτα χρόνια. Και αυτό ενώ υπήρχε η έλλειψη χρηματοδότησης προς τον Οργανισμό που ήταν υπερχρεωμένος με ευθύνη των κυβερνήσεων και οδήγησε με το νόμο 3891/2010 σε συρρίκνωση δρομολογίων και προσωπικού, με μία σταδιακή εξέλιξη, που έφτασε στην κατάργηση νυχτερινής βάρδιας στους σταθμάρχες, στη 10ήμερη νυχτερινή για σταθμάρχες και μηχανοδηγούς, σε σταθμάρχες και κλειδούχους με μπλοκάκι αλλά και στην κατάργηση του συνοδού αμαξοστοιχίας.
Ερωτώμενος για το τι θα έκανε εκείνος αν είχε καταστραφεί το Κέντρο Ελέγχου Λάρισας, όπως έγινε με τη φωτιά του 2019, αν θα το είχε επισκευάσει ώστε να λειτουργεί, ο Π. Θεοφανόπουλος είπε πως «η διακύβευση είναι μεγάλη. Είναι θέμα προτεραιοτήτων που ο καθένας τις θέτει και ανάλογα λειτουργεί. Είναι το διακύβευμα ασφάλειας πρώτο, της λειτουργίας δεύτερο, του κόστους, ποιότητας άνεσης».
Παράλληλα είπε πως η εκπαίδευση για τους σταθμάρχες και τους κλειδούχους την εποχή του ήταν ένα χρόνο -θεωρητική και πρακτική- και τώρα είναι περίπου πέντε μήνες, 4-5 μήνες, παραδέχθηκε πως το προσωπικό στον ΟΣΕ έχει συρρικνωθεί από 11.000 στις 2.000 και τώρα 700 ενώ μάλιστα ισχυρίστηκε πως δεν πρέπει να υπολογίζονται και οι 500 εργαζόμενοι στην Hellenic Train καθώς είναι ιδιωτική εταιρία. Επιπλέον χαρακτήρισε ως θετικό την ύπαρξη ρυθμιστή κυκλοφορίας στα κεντρικά του ΟΣΕ στην Αθήνα, μία θέση που καταργήθηκε και δεν υπήρχε κατά τη στιγμή του εγκλήματος των Τεμπών.
Ακόμα χαρακτήρισε ως «τεχνολογικό θέμα» την έλλειψη επικοινωνίας στα νεκρά σημεία και δεν ήταν ασφάλειας ενώ είπε πως υπήρχε τεχνολογική σύζευξη για τη διαφορετική φωτοσήμανση στο βόρειο και νότιο κομμάτι του Αθήνα – Θεσσαλονίκη.
Πάντως δήλωσε πως «δε θυμάται» πότε παραλήφθησαν από τον ΟΣΕ τα τρία βασικά συστήματα ασφαλείας του σιδηροδρόμου και ειδικότερα η σύμβαση 10012/2006 για το σύστημα GSMR (της επικοινωνίας), η 10004/207 για το Automatic Train Control System (ATCS) και η 10005 /2005 για το ATCS στις γραμμές. Όπως είπε, προφανώς ολοκληρώθηκαν αλλά δεν ήταν και σίγουρος…
Από 902.gr