Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ποιος υπεράσπισε την Ελλάδα τον Απρίλιο του 1941;

Τελικά, όπως για μια ακόμα φορά αποδείχθηκε, η υπεράσπιση της ελευθερίας και της επικράτειας της Ελλάδας ήταν μια υπόθεση που ενδιέφερε αποκλειστικά και μόνο τους Έλληνες. Τον ελληνικό λαό για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι…

Στις αρχές του Απριλίου του 1941 ο ελληνικός στρατός πολεμούσε ήδη πέντε μήνες στο μέτωπο της Αλβανίας. Πολεμούσε με επιτυχία. Το μέτωπο είχε μεταφερθεί βαθιά μέσα στο αλβανικό έδαφος. Η μεγάλη «εαρινή επίθεση» των Ιταλών, τον Μάρτιο, είχε τραγικά αποτύχει παρά την απελπισμένη επένδυση του φασιστικού καθεστώτος στην επιτυχία της. Ο καιρός όμως περνούσε και η μοναχική ελληνική αντίσταση στην προέλαση του Άξονα στην Ευρώπη προκαλούσε περιπλοκές και γινόταν βάση σε σχεδιασμούς των ισχυρών εμπόλεμων.

Με τον θάνατο του δικτάτορα Ιωάννη Μεταξά στα τέλη Ιανουαρίου του 1941 η ελληνική πολιτική ηγεσία συγκεντρώθηκε γύρω από το Παλάτι και σε όσους βρίσκονταν γύρω από αυτό. Εκείνοι που βρίσκονταν πιο κοντά σε αυτό -κυριολεκτικά μέσα στην Αυλή του Γεωργίου του Β’- ήταν οι Βρετανοί. Οι τελευταίοι άρχισαν να οικοδομούν πάνω στην ηρωϊκή αντίσταση των Ελλήνων φαντάρων, τα δικά τους αυτοκρατορικά σχέδια.

Τα τελευταία είχαν χαρακτήρα χίμαιρας: το Λονδίνο επιδίωκε κάποιας μορφής αναβίωση του «μακεδονικού μετώπου» του Α’ Παγκοσμίου πολέμου. Οι πρωταγωνιστές ετούτου του νέου μετώπου δεν θα ήταν φυσικά οι Βρετανοί -δεν είχαν πλέον τέτοιες δυνατότητες. Για να πραγματοποιηθεί το σχέδιο αυτό η Βρετανία θα κινητοποιούσε της δυνάμεις της Γιουγκοσλαβίας, της Τουρκίας και της Ελλάδας. Οι στρατιώτες αυτών των χωρών θα πολεμούσαν για τα συμφέροντα της Αυτοκρατορίας! Ως σχέδιο υποσχόταν πολλά στο Λονδίνο.

Τον Φεβρουάριο του 1941 βρετανικά στρατεύματα άρχισαν να αποβιβάζονται στην Ελλάδα, τον Μάρτιο η στρατιωτική δραστηριότητα των Βρετανών ανέβηκε επίπεδο στο μέτρο των διπλωματικών προσπαθειών του Λονδίνου για αναβίωση του Βαλκανικού μετώπου. Την ίδια εποχή οι Βρετανοί υπονόμευαν μεθοδικά κάθε ελληνική προσπάθεια αξιοποίησης των δυνατοτήτων που έδινε ο νόμος για «εκμίσθωση και δανεισμό» οπλικών συστημάτων στις ΗΠΑ. Οι σύμμαχοι θα έδιναν το αίμα τους για την Βρετανία, δεν κρινόταν απαραίτητο να εξοπλιστούν γι αυτό. Οι Γερμανοί με τη σειρά τους βελτίωσαν τις γέφυρες και τους δρόμους της Βουλγαρίας και άρχισαν να προωθούν τα στρατεύματά τους προς τα Βαλκάνια.

Το βρετανικό σχέδιο ναυάγησε θεαματικά μέσα στις εσωτερικές διαμάχες στο Βελιγράδι και στην εμφανή απροθυμία της τουρκικής ηγεσίας να οδηγήσει σε πόλεμο την χώρα της για τα συμφέροντα της Βρετανίας. Απέμειναν οι Έλληνες με τα λίγα βρετανικά στρατεύματα που είχαν φτάσει στην χώρα για να δημιουργήσουν την εντύπωση ουσιαστικής βρετανικής συμβολής. Στο σύνολο ήταν 55.000 στρατιώτες (τον Δεκέμβριο του 1944 οι Βρετανοί έστειλαν 80.000 στρατιώτες ενάντια στον ΕΛΑΣ) προερχόμενοι από την Αυστραλία και την Νέα Ζηλανδία. Στην Ειρηνικό διακρινόταν ήδη η ιαπωνική απειλή και οι στρατιώτες δεν είχαν ιδιαίτερο κίνητρο να σκοτωθούν στην απόμακρη Ελλάδα την ώρα που οι πατρίδες τους κινδύνευαν.

Στις 6 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί εισέβαλαν στην Ελλάδα. Αντιμετώπισαν σθεναρή αντίσταση στα οχυρά, στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, στην ανατολική Μακεδονία και την Θράκη. Σε αυτό το μέτωπο, σε τρεις ημέρες μαχών οι Γερμανοί υπέστησαν τις πλέον σοβαρές απώλειες της εκστρατείας: ανακοίνωσαν 555 νεκρούς στις επιχειρήσεις αυτές. Οι μετέπειτα έρευνες τοποθετούν το μέγεθος αυτό σε επτακόσιους τουλάχιστον νεκρούς. Στον ελληνοϊταλικό πόλεμο, απώλειες αυτού του μεγέθους σε τρεις μόλις ημέρες καταγράφηκαν μόνο στην απελπισμένη ιταλική «εαρινή επίθεση» ενάντια στα υψώματα 717 και 731.

Την μάχη των οχυρών οι Έλληνες την έδωσαν μόνοι τους. Οι βρετανικές δυνάμεις βρίσκονταν πίσω και μακριά, στην γραμμή του Αλιάκμονα! Μετά την συνθηκολόγηση των ελληνικών δυνάμεων που βρίσκονταν στα ανατολικά του Αξιού, στις 9 Απριλίου, τον πόλεμο εναντίον των Γερμανών εισβολέων τον συνέχισαν πάλι μόνες τους οι ελληνικές στρατιωτικές μονάδες. Οι Βρετανοί σκέφτονταν ήδη την αποχώρησή τους χωρίς, στο μεταξύ, να έχουν εμπλακεί σε οποιαδήποτε μάχη με τον εχθρό. Στις 10 Απριλίου ο βρετανικός στρατός δεν είχε απώλειες, στις 11 είχε ένα νεκρό, στις 12 είχε εννέα νεκρούς. Η πρώτες σοβαρές συγκρούσεις των Βρετανών με τους προελαύνοντες Γερμανούς έγιναν στις 13 Απριλίου οπότε οι Άγγλοι κατέγραψαν 19 νεκρούς στις γραμμές τους. Δεν επρόκειτο οπωσδήποτε για μάχη άξια λόγου.

Στο μεταξύ οι ελληνικές δυνάμεις προσπαθούσαν μόνες τους να αναχαιτίσουν την γερμανική λαίλαπα. Σκληρές μάχες έγιναν στα περάσματα της Καστοριάς. Στις 11 Απριλίου οι Γερμανοί είχαν 24 νεκρούς, στις 12, 37 νεκρούς, στις 13, 22 νεκρούς. Στις 15 και 16 Απριλίου οι συγκρούσεις κορυφώθηκαν. Αυτές τις ημέρες οι Γερμανοί κατέγραψαν 130 νεκρούς και οι Βρετανοί μόνο 13! Προφανώς επρόκειτο για τις τελευταίες μάχες του ελληνικού στρατού. Τους Βρετανούς τους απασχολούσε πλέον μόνο η αποχώρηση από την Ελλάδα.

Μετά την κάμψη της ελληνικής αντίστασης οι Βρετανοί χρειάστηκε να πολεμήσουν για να εξασφαλίσουν την υποχώρησή τους προς τον νότο. Σε αυτή τη φάση, σε μάχες οπισθοφυλακών είχαν τις πιο σοβαρές απώλειες. Από τις 19 ως τις 25 Απριλίου είχαν 165 νεκρούς. Οι Γερμανοί που τους καταδίωκαν 143 νεκρούς. Η πιο σοβαρή μάχη της περιόδου έγινε στις 26 Απριλίου όταν Γερμανοί αλεξιπτωτιστές επιχείρησαν να καταλάβουν τις γέφυρες στην διώρυγα της Κορίνθου. Σκοτώθηκαν εκεί 84 Γερμανοί και 46 Βρετανοί.

Χωρίς να έχουν ιδιαίτερα πολεμήσει και συμβάλει στην υπεράσπιση της Ελλάδας από την γερμανική εισβολή, οι Βρετανοί  αποχώρησαν αφήνοντας μάλιστα περισσότερους από 13.000 αιχμαλώτους στα χέρια των Γερμανών.

Τελικά, όπως για μια ακόμα φορά αποδείχθηκε, η υπεράσπιση της ελευθερίας και της επικράτειας της Ελλάδας ήταν μια υπόθεση που ενδιέφερε αποκλειστικά και μόνο τους Έλληνες. Τον ελληνικό λαό για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι…

 *Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας
στο τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

Σχετικά θέματα

Απόψεις