Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

«ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια υπόμνηση…» — η παρουσίαση του βιβλίου

Στην κατάμεστη Αίθουσα Εκδηλώσεων του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 19 Νοέμβρη η παρουσίαση του βιβλίου «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – μια..

Στην κατάμεστη Αίθουσα Εκδηλώσεων του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδας πραγματοποιήθηκε την Τρίτη 19 Νοέμβρη η παρουσίαση του βιβλίου «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ – μια υπόμνηση για ό,τι έγινε, για ό,τι γράφτηκε», της Ρένας Λευκαδίτου Παπαντωνίου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «ΕΝΤΟΣ».

Την εκδήλωση, στην οποία παραβρέθηκαν και Αντιστασιακοί και Μακρονησιώτες, συντόνισε ο δημοσιογράφος Κώστας Ψωμιάδης, γιός Μακρονησιώτη αγωνιστή.

Η ομιλία του Σπύρου Χαλβατζή

Για το βιβλίο μίλησε το στέλεχος του ΚΚΕ, Σπύρος Χαλβατζής, εκπροσωπώντας τον Σύνδεσμο Φυλακισθέντων Εξορισθέντων Αντιστασιακών 1967 – 1974 (ΣΦΕΑ), του οποίου είναι Πρόεδρος.

Ο Σπύρος Χαλβατζής, πήρε το λόγο κι αφού επισήμανε, ανάμεσα στους πολλούς άλλους,  την σημαντική παρουσία της Μαρίας Σιδέρη, παλιάς αγωνίστριας με πολλά χρόνια φυλακή, του εκατοντάχρονου έφηβου αγωνιστή της Αντίστασης και Μακρονησιώτη Λάζαρου Κυρίτση, και του Χρήστου Τζιτζιλώνη, μέχρι πρότινος Προέδρου της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ, είπε:

«Αγαπητοί φίλοι και φίλες, σύντροφοι και συντρόφισσες

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τη συγγραφέα, φίλη και συντρόφισσα Ρένα Λευκαδίτου που μου έκανε την τιμή να είμαι ένας από αυτούς που θα μιλήσουν για το έργο της. ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Ασφαλώς, οι συνομιλητές μας με ειδίκευση σε θέματα Ιστορίας θα μιλήσουν, πιστεύω για πτυχές του βιβλίου.         

Το πολιτικό πλαίσιο στη χώρα την εποχή που δημιουργήθηκε το κολαστήρι της Μακρονήσου τον Απρίλη του 1947, παρότι είναι γνωστό, έχει αξία να αναφέρεται. Ο ΔΣΕ αναπτύσσονταν εκείνη την περίοδο και οι επιτυχίες του στα πεδία των μαχών ήταν πολλές. Την περίοδο εκείνη στρατιώτες του αστικού στρατού, συχνά, προσχωρούσαν στις γραμμές του. Η κυβέρνηση, κάτω και από τις υποδείξεις των ΄Αγγλων, προχώρησε στο άνοιγμα του στρατοπέδου συγκέντρωσης για να περιορίσει από τη μια μεριά τις απώλειες και από την άλλη, να “αναμορφώσει” αυτούς τους νέους, πολλοί από τους οποίους, τρία χρόνια πριν, με το όπλο στο χέρι πολέμησαν τους Γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους και απελευθέρωσαν την πατρίδα.    

Η Αγγλία που είχε μεγάλα συμφέροντα στην Ελλάδα, στην ευρύτερη περιοχή, έβλεπε καλύτερα από όλους τον κίνδυνο να τα χάσει όλα από τη δράση των Λαϊκών Επαναστατικών Δυνάμεων. Γι’ αυτό στήριζε την αστική τάξη στην χώρα μας.

Πολλά έχουν γραφτεί, μέχρι σήμερα για τη Μακρόνησο. Το “πρωτότυπο” βιβλίο της όμως γράφτηκε, όχι με μελάνι, αλλά με το κόκκινο αίμα των βασανισθέντων και των νεκρών αγωνιστών εκεί. Αναφέρονται σε πολλά αξιόλογα βιβλία και στο σημαντικό τρίτομο συλλογικό έργο του ΚΚΕ, τα φριχτά βασανιστήρια που υπέστησαν αγωνιστές κομμουνιστές, αντιστασιακοί, του ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, μαχητές του ΔΣΕ, στρατιώτες, αξιωματικοί και προοδευτικοί πολίτες στα δύσκολα και σκληρά χρόνια.

Από τι συμπληγάδες πέρασαν δεκάδες χιλιάδες φαντάροι. Πόσοι σκοτώθηκαν, δολοφονήθηκαν. Πάνω από 350 ήταν οι νεκροί από την βάρβαρη επίθεση που έγινε στις 29 Φλεβάρη και 1η Μάρτη 1948, όταν από την ακταιωρό ο στρατοπεδάρχης Μπαϊρακτάρης έδωσε το σύνθημα πολυβολισμού, ουσιαστικά βομβάρδισε τους άοπλους κρατούμενους στρατιώτες.                        

Πολλοί άλλοι δολοφονήθηκαν πριν από αυτούς.                       

Πολλοί νεολαίοι, ανήλικοι μη αντέχοντας τα σκληρά βασανιστήρια αποπειράθηκαν να αυτοκτονήσουν.

Πόσοι τρελάθηκαν από τα βασανιστήρια.

 Πόσοι έφτασαν στη Μακρόνησο αρτιμελείς, ενώ είχαν πολεμήσει με το όπλο στο χέρι τους Γερμανούς καταχτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους και έφυγαν από τη Μακρόνησο, με ένα χέρι λιγότερο, με ένα πόδι, με ένα μάτι, κι άλλου να του λείπει το μισό κρανίο. Κι έμειναν σακάτηδες από  “Ελληνικά” χέρια.

 Αλλά και πολλοί ήταν αυτοί που άντεξαν στα απάνθρωπα βασανιστήρια, στο Σύρμα, στους κλωβούς, στην απομόνωση. Και ήταν νέοι και μεγαλύτεροι σε ηλικία αγωνιστές. ΕΠΟΝίτες και ΕΠΟΝίτισσες, τιμημένοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ που ορισμένοι προέρχονταν από τους μόνιμους αξιωματικούς του αστικού στρατού.

Εργάτες αγρότες, ποιητές, ζωγράφοι, ηθοποιοί, συγγραφείς. Εργάτες του χεριού και του πνεύματος, άφησαν σημάδι ανεξίτηλο στο πέρασμά τους από το κολαστήριο. Το τσαντήρι τους το μετέτρεψαν σε κάστρο άπαρτο της λευτεριάς του νου και της ψυχής.

Οχι μόνον 6264 άντρες και 1107 γυναίκες που αναφέρονται ονομαστικά στο βιβλίο, αλλά και χιλιάδες άλλοι που μαρτύρησαν εκεί, ανάμεσά τους μια κορυφαία και θρυλική μορφή, αυτή του καπετάνιου, του Δημήτρη Τατάκη.                                               

Ολοι αυτοί άφησαν μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ για τους μεταγενέστερους, για όλους όσοι θέλουν να λέγονται Άνθρωποι.

Και το έργο της Ρένας Λευκαδίτου – Παπαντωνίου, με σεμνότητα παρουσιάζει τους σταυραετούς της Λευτεριάς. Γιατί αυτοί, μέσα στη μεγαλοσύνη τους, παρέμειναν σεμνοί. Και υπογραμμίζει τη λέξη ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Ναι, γιατί όλοι πρέπει να μην ξεχνάμε, να θυμόμαστε.

Έχει μια ιδιαιτερότητα αυτό το βιβλίο, από άλλα που έχουν γραφτεί για τη Μακρόνησο. Όχι σε αντιπαράθεση με αυτά. Απλά συμπληρώνει πολλά από αυτά που δεν έχουν καταγραφεί. Η Ρένα, σε μια κοπιώδη προσπάθεια, με έρευνες σε αρχεία και με προσωπική επικοινωνία με αγωνιστές που βίωσαν αυτή τη βαρβαρότητα της αστικής τάξης, κατάφερε να βρει στοιχεία και αναφέρει πολλά ονόματα βασανισθέντων, κρατουμένων και νεκρών αγωνιστών. Πέρα από αυτά, με το βιβλίο της, δίνει τη δυνατότητα στον σημερινό αναγνώστη να τοποθετήσει στον ατιμωτικό πάσαλο της ιστορίας τους βασανιστές. Αναφέρει πολλά ονόματα βασανιστών. Γιατί ήταν πολλοί οι εγκληματίες, οι μισάνθρωποι. Ηταν και κάποιοι, που, δυστυχώς, πέρασαν απέναντι και βασάνιζαν πρώην συναγωνιστές τους για να γλιτώσουν οι ίδιοι τα βασανιστήρια. Τριακόσια δέκα εννέα ονόματα βασανιστών και δολοφόνων αναφέρονται στις σελίδες του Βιβλίου. Και χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να εντοπιστούν.

Δεν βαραίνουν τα ονόματα αυτά τους απογόνους τους. Αλλά η τοποθέτησή τους πρέπει να παραμείνει εκεί εσαεί. Ηταν και είναι ατιμασμένοι και τίποτα δεν μπορεί να τους ξεπλύνει.

 Θα αναρωτηθεί κάποιος. Καλά εσύ Ρένα, Αρχιτέκτονας, τι σχέση έχεις με τη Μακρόνησο; Κι όμως, έχει σχέση αίματος. Γιατί εκεί βρέθηκαν άμεσοι συγγενείς της που μαρτύρησαν. Η  σεμνότητά της, την εμποδίζει να αναφέρει, ότι για  πολλές δεκαετίες ασχολήθηκε και ασχολείται με τη Μακρόνησο. Οχι μόνον για να συμβάλλει στη διατήρηση αυτού του νησιού ως έναν Τόπο Ιστορικής Μνήμης, αλλά και στον αγώνα καταγραφής της πραγματικής Ιστορίας. Οπως επίσης και στην συνεχή προσπάθεια της, μαζί με άλλους συντρόφους και συναγωνιστές, για να αποκαθαρθεί ο μαρτυρικός αυτός τόπος από τα ανοσιουργήματα που συντελέστηκαν τα προηγούμενα χρόνια και από αυτά που και σήμερα συνεχίζονται με τις καταπατήσεις με τη δημιουργία όλο και νέων αυθαίρετων κτισμάτων. Ενάντια στην προσπάθεια, που έγινε και γίνεται για την αλλαγή του χαρακτήρα του Ιστορικού αυτού Τόπου.

Εργάστηκε και εργάζεται ακούραστα στην κατεύθυνση αυτή. Πάνω απ’ όλα εργάζεται αθόρυβα. Χρόνια και χρόνια.

Θεώρησα απαραίτητο να αναφερθώ στα παραπάνω, γιατί υπάρχουν άνθρωποι, αγωνιστές που πράττουν πολλά και μιλάνε λίγο. Ενώ άλλοι πράττουν ελάχιστα και λένε υπέρμετρα. Η Ρένα ανήκει στους πρώτους.

Εχει ξεχωριστή αξία αυτό που τονίζεται στο βιβλίο. Οτι, δηλαδή, τα εγκλήματα στη Μακρόνησο είχαν την ολόπλευρη στήριξη της ηγεσίας του αστικού καθεστώτος. Ολων των αστικών δυνάμεων. Και των σκληρών ακροδεξιών, φασιστών που προέρχονταν από τη βασιλομεταξική δικτατορία, αλλά και κεντρώων αστών πολιτικών, Βενιζελικών και άλλων. Και αυτών που εγκατέλειψαν τη χώρα όταν μπήκαν οι Γερμανοί κατακτητές, αλλά και των άλλων που συνεργάστηκαν μαζί τους, στα Τάγματα Ασφαλείας, άλλων που φόρεσαν την κουκούλα του καταδότη των αγωνιστών στους κατακτητές, που τους οδηγούσαν στο θάνατο. Ολοι αυτοί ήθελαν, εκτός των άλλων, να εκδικηθούν αυτούς που στα σκληρά χρόνια της κατοχής, έκαναν την έφοδο στο ουρανό. Τους αντιστασιακούς Ελληνες αγωνιστές, τους κομμουνιστές κι άλλους πρωτοπόρους.

Ετσι, την επισκέφτηκαν, κατά καιρούς και πρόβαλλαν το “θεάρεστο” έργο της Μακρονήσου, από τον Παύλο και τη Φρειδερίκη, που ο λαός την αποκαλούσε Φρίκη, μέχρι τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, τον Κωνσταντίνο Τσάτσο και όλη την πνευματική ηγεσία της αστικής τάξης. Καραντώνης, Σκίπης, Μυριβήλης, η Κοτοπούλη, ο Χριστόφορος Νέζερ και άλλοι, όπως ανώτερα στελέχη της Ιεραρχίας, Δεσποτάδες και λοιποί.

Η προπαγάνδα τους, ο βομβαρδισμός με ψέματα, ο αντικομμουνισμός έλαμψε στο μεγαλείο του, για πολλά χρόνια. Κι αυτό γιατί έπρεπε να στεριώσει η αστική τάξη, να καθιερωθεί η εξουσία της πάνω στα λαβωμένο σώμα της πατρίδας. Κι αυτό μπορούσε να γίνει μόνο με φωτιά και σίδερο. Ετσι στηριγμένη στην αρχή στους Αγγλους ιμπεριαλιστές και στη συνέχεια στους Αμερικανούς, ήθελε να συντρίψει τον αδούλωτο, αγωνιστή λαό.

 Αυτοί οι διανοούμενοι, μετά τις επισκέψεις τους, έγραφαν άρθρα και επιφυλλίδες στον αστικό Τύπο, μιλούσαν στο κρατικό ραδιόφωνο και παρουσίαζαν στο κοινό μια εικόνα για τη Μακρόνησο ολότελα αντεστραμμένη με την πραγματικότητα. Την πέννα τους την υπόταξαν στην υπηρεσία της αστικής τάξης με τον χειρότερο τρόπο. Δεν ξεχνούμε, άλλωστε, ότι ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος χαρακτήρισε το κολαστήριο της Μακρονήσου “Νέο Παρθενώνα”. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος έλεγε ότι ήταν “η εθνική κολυμβήθρα”. Ισχυρίζονταν ότι εκεί “αναμορφώνονταν” τα παρασυρμένα Ελληνόπουλα. Αναμορφώνονταν με βασανιστήρια και σφαγές.

Η συγγραφέας, μας λέει ότι από τη Μακρόνησο πέρασαν συνολικά πάνω από 100.000 άνθρωποι. Η αστική τάξη ήθελε ναι, με φωτιά και σίδερο να συντρίψει την αγωνιστική  συνείδηση των μαχητών του ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ,  του Δ.Σ.Ε. των μαχητών εκείνων που όταν τους χρειάστηκε η πατρίδα, έπραξαν το χρέος τους. Θέλησε να εξαλείψει την εποποιία της ΕΑΜικής αντίστασης.

Στη Μακρόνησο, στη Γυάρο στους άλλους τόπους εξορίας, φυλακών, αξιοποίησαν την πείρα των Αγγλων αποικιοκρατών. Και ήταν τεράστια αυτή η εμπειρία τους από τις χώρες που είχαν κατακτήσει για πολλά χρόνια. Και αυτή την πείρα τους την εφάρμοσαν στο κορμί της λαβωμένης Ελλάδας. Αξιοποίησαν και την πείρα από τα γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τίποτα δεν άφησαν αναξιοποίητο στην επιχείρηση υποδούλωσης, υποταγής εκείνων των ανυπότακτων.

Οι κρατούμενοι, άντρες και γυναίκες έκαναν το χρέος τους. Ειδικά οι γυναίκες, νέες και μεγαλύτερες, έμειναν όρθιες, αταλάντευτες, αλύγιστες μπροστά στην ωμή βία.

Διαβάζοντας το βιβλίο, βλέπουμε και μια άλλη παράμετρο. Και αυτή είναι ο λεπτομερής σχεδιασμός της Μακρονήσου. Ο αναγνώστης βλέπει μέσα από σχεδιαγράμματα, εικόνες και φωτογραφίες, πού ήταν το κάθε τι. Ποιος ή ποιοι ήταν εκεί. Τι χρησιμοποιούσε ο κάθε χώρος. Ποιες οι λειτουργίες του. Μέσα από σχήματα και σχέδια ο νους ταξιδεύει στα σκληρά χρόνια. Θα δει πως χρησιμοποίησαν οι κυρίαρχοι όλα τα μέσα που είχαν, στην επιδίωξή τους να υποτάξουν τους κρατούμενους αγωνιστές. Μέσα από αυτές τις εικόνες, ο αναγνώστης θα δει με τα μάτια της ψυχής του το δράμα των αγωνιστών, κομμουνιστών, αντιστασιακών, αλλά κυρίως θα αναγνωρίσει τον άφταστο ηρωισμό ανδρών και γυναικών πολιτικών κρατουμένων.

Στη σελίδα 30 θα δει τους διοικητές, βασανιστές, άλλους φασίστες συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, αποβράσματα της κοινωνίας, που βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρό, να βασανίζουν, να δολοφονούν άοπλους και δεμένους.

Βασιλόπουλος, Μπαϊρακτάρης, Σούλης, Σκαλούμπακας, Τζανετάτος, και άλλοι αιματοβαμμένοι διοικητές του ΑΕΤΟ και ΒΕΤΟ,  των Στρατιωτικών Φυλακών Αθηνών. Και ήσαν πολλοί τέτοιοι. Το 1949 υποδιοικητής στο ΒΕΤΟ, ήταν ο Δημήτρης Ιωαννίδης, ο πραξικοπηματίας, μετέπειτα δικτάτορας, μετά τον Παπαδόπουλο από τις 25 Νοέμβρη 1973. Ηταν αυτός που οργάνωσε το πραξικόπημα στην Κύπρο. Πραξικόπημα, που έδωσε το πάτημα στους Τούρκους να κάνουν την επέμβαση, να δολοφονήσουν Ελληνες και Κύπριους στρατιώτες, πολίτες και που οδήγησε στην προδοσία και στην απόσπαση του 40% περίπου από τους Τούρκους τον Ιούλη του 1974.Όλα έχουν την εξήγησή τους.

 Ξεχωριστή αξία έχει, το ξαναλέω, κατά τη γνώμη μου, η αναφορά στους βασανιστές. Είναι επώνυμη, τεκμηριωμένη.  Γιατί, αυτός που βασανίζει δεμένους ανθρώπους, είναι πιο βάρβαρος κι από το άγριο θεριό. Κι έτσι θα μείνουν και για ιστορικούς λόγους. Για να μην τους ξεχνά κανείς.   

Τέλος, η πραγματικότητα είναι ότι όσα και να γραφτούν για τη Μακρόνησο δεν θα μπορέσουν να αποτυπώσουν στο χαρτί με πληρότητα, το που μπορεί να φτάσει η αστική τάξη, όταν απειληθεί η εξουσία της, μέσα σε συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, αλλά και εκεί θα διαπιστώσει ποια είναι η μεγαλοσύνη του αγωνιστή, του κομμουνιστή, στην αναμέτρησή του με την τυραννία, στην πάλη του για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για μια άλλη κοινωνία, λεύτερη, σοσιαλιστική.

Πιστεύω ότι όποιος διαβάσει το βιβλίο θα ωφεληθεί πολλαπλά. Καλοτάξιδο. Σε ευχαριστούμε Ρένα. Σας ευχαριστώ πολύ.

Αποσπάσματα από τις ομιλίες
της Κυριακής Καμαρινού και του Τηλέμαχου Λουγγή

Η εκπαιδευτικός Κυριακή Καμαρινού, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Θέματα Παιδείας», σε μια πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία, αναφέρθηκε σε ιστορικές πτυχές της Μακρονήσου και παρουσίασε το περιεχόμενο του βιβλίου. Η Κυριακή Καμαρινού σημείωσε μεταξύ άλλων:

«Παρά τις προσπάθειες του μετεμφυλιακού αστικού κράτους να σβήσει την αιμάτινη αυτή κηλίδα  της νεότερης ιστορίας μας από το δημοκρατικοφανές προσωπείο του, το στίγμα της πρωτοφανούς απάνθρωπης βαναυσότητας των βασανιστηρίων, των στυγερών δολοφονιών, όχι απλώς θα το κατατρέχει αλλά θα γιγαντώνεται σε πείσμα των προσπαθειών του για μονομερή λήθη. Γιατί αυτό που δεν μπορεί να σβηστεί είναι η αλήθεια των ιστορικών γεγονότων που αναδεικνύουν ότι τα πραγματικά αίτια βρίσκονται στον τρόμο, τον πανικό της κυρίαρχης Αστικής Τάξης, ντόπιας και ξένης, μπροστά στον κίνδυνο να χάσει την εξουσία της και η αλήθεια είναι, όπως ειπώθηκε και πριν, ότι οι αγώνες του λαού μας στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης και του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας τραντάξανε συθέμελα το βάθρο της. Ιδιας υφής τρόμος, με ποιοτικά διαφορετικά χαρακτηριστικά, οδηγεί και σήμερα τις προσπάθειες του Υπουργείου Παιδείας της χώρας μας σχετικά με τη διδασκαλία της Ιστορίας, στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, να εξαϋλώσει την Ιστορία του εικοστού αιώνα, να εξορίσει, με μια προσφιλή της τακτική, από την διδακτέα ύλη, όλα εκείνα τα Κεφάλαια που αναφέρονται στις οικονομικές κρίσεις, τους δυο Παγκόσμιους Πολέμους μα κυρίως στις κινητήριες σωστικές δυνάμεις του λαϊκού παράγοντα που αναδύθηκε από τα κοσμοϊστορικά αυτά γεγονότα και επιβεβαίωσε το πεπερασμένο όριο του καπιταλιστικού συστήματος. Δεν μπορεί όμως να το αποφύγει. Σε αυτό θα συντελεί η ίδια η εξέλιξη του ανθρώπινου πολιτισμού, οι αγώνες και οι κατακτήσεις της Εργατικής Τάξης, που σε πείσμα των δυσκολιών θα φέρει στα μέτρα της μια νέα κοινωνία, όπου οι εργαζόμενοι θα διαφεντεύουν τον πλούτο που παράγουν»…

«Καρπός πολύχρονης μελέτης το πόνημα της Κα Λευκαδίτου – Παπαντωνίου, με στόχους που υπηρετήθηκαν με επιστημονική και αγωνιστική συνέπεια από το 1989, όταν μετά από αγώνες και πιέσεις επισφραγίζεται με υπουργική απόφαση ο χαρακτηρισμός ολόκληρου του νησιού ως Ιστορικού Τόπου. Διαβάζουμε από την Απόφαση: «Αποτελεί χώρο μνήμης όχι μόνο γι’ αυτούς που έζησαν όλη τη φρικαλεότητα της περιόδου 46 – 53, αλλά για όλους τους Ελληνες κυρίως τις νέες γενιές», εκεί επίσης προσδιορίζεται ότι ιστορικά διατηρητέα θα είναι όλα τα κτίρια των στρατοπέδων, γιατί, όπως λέγεται, πολλά από τα κτίρια αυτά κτίστηκαν από τους ίδιους τους κρατούμενους, μέσα στα οποία έζησαν κάτω από τις γνωστές συνθήκες και τα οποία χαρακτηρίζουν την εποχή και τον συγκεκριμένο χώρο και την ιστορία του.

Σωστά διατυπωμένοι στόχοι, χωρίς πραγματική όμως βούληση. Για κάθε επόμενο βήμα θα χρειαστούν δραστικοί αγώνες, γιατί Ιστορικός Τόπος σημαίνει να υπάρχουν μνημεία με προσβασιμότητα, δυνατότητα αξιοποιήσιμης λειτουργίας, χρηματοδότηση… Τίποτα από όλα αυτά.

Ετσι συναντάμε τη συγγραφέα να συμμετέχει στη συγκρότηση ομάδας εργασίας, το 1990, για την προστασία και ανάδειξη της ιστορικότητας του τόπου, να αφοσιώνεται ολόψυχα σ’ αυτό, συμμετέχοντας σε όλες τις διαδικασίες, συνέδρια, πρωτοβουλίες φορέων, προκειμένου να θεσμοθετηθούν οι χρήσεις γης, που επιτέλους έγινε το 1995, και να μετουσιώνει κυριολεκτικά σε υπόθεση ζωής αυτό που ριζώθηκε μέσα της ως χρέος απέναντι στους νεκρούς, όπως σημειώνει η ίδια στον πρόλογο:

«Δέθηκα με την Ιστορία του νησιού, έφριξα με την κτηνωδία, υποκλίθηκα στον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των συντρόφων και είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς από αυτούς.

Πολλά χρόνια μετά, όταν διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν κατάλογοι με τα ονόματα των αγωνιστών που έζησαν – όπως έζησαν – στη Μακρόνησο εκείνα τα φοβερά χρόνια, σκέφτηκα να προσπαθήσω να συγκεντρώσω από τα βιβλία – μαρτυρίες όλα τα ονόματα που αναφέρονται και να καταγράψω, όσο ήταν δυνατόν, τη διαδρομή του καθενός…», μια στοχοθεσία που υποδηλώνεται στον υπότιτλο του βιβλίου ως ΥΠΟΜΝΗΣΗ και συμπληρώνεται στη συνέχεια με τη διακριτική επισήμανση: για ό,τι έγινε – για ό,τι γράφτηκε.

Με συγκινητική ειλικρίνεια και εντιμότητα η συγγραφέας αναφέρεται με σεβασμό στο τρίτομο συλλογικό έργο του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας  για τη Μακρόνησο, που αποτέλεσε την κύρια πηγή της προσπάθειάς της να αποδελτιώσει βασικές πλευρές της τιτάνιας και άνισης όπως λέει αναμέτρησης, καθώς και σε άλλες μαρτυρίες που μπόρεσε να συλλέξει ώστε να μη λείψει η παραμικρή πινελιά να μπορέσει να αισθητοποιηθεί από τις επόμενες γενιές κάθε πτυχή του μεγαλείου μέσα από την ταυτοποίηση χιλιάδων αγωνιστών.

Υπόμνηση όμως αποτελεί και η αγωνιώδης διεκδίκηση όλων αυτών των δεκαετιών για την ανάδειξη και προστασία της ιστορικότητας του τόπου από κάθε είδους αρπακτικές οικοπεδοφαγικές διαθέσεις της δήθεν τουριστικής και κερδοφόρας αξιοποίησης του νησιού. Όπως αναφέρει η ίδια σχεδόν όλα τα θύματα κτίρια σήμερα, πλην του ανακαινισμένου θεάτρου, στο ΑΈΤΟ, και το κτίριο αρτοκλιβάνου, έχουν εξαφανιστεί ή κείτονται ως μη αναγνωρίσιμα ερείπια.

Η δομή του βιβλίου ακολουθεί μια προσεκτικά σχεδιασμένη κλιμακωτή διάταξη που κυριολεκτικά υπακούει στο πενάκι αρχιτεκτονικής ακρίβειας της συγγραφέως. Σαν να ανεβαίνουμε σκαλιά, κεφάλαιο – κεφάλαιο, από την γενική κατατόπιση για την χωροταξική λειτουργία, το σύντομο ιστορικό, τους επτά κύριους σταθμούς μακάβριων γεγονότων, ξετυλίγεται μπροστά μας η ζοφερή καθημερινότητα των γιγάντων αγωνιστών και των άλλων, των μικρών ανθρωποειδών, ενός συνονθυλεύματος πρώην Χιτών, Ταγματασφαλιτών, βιαστών και άλλων… Αυτών που οι ίδιοι οι πάτρωνές τους, όπως ο στρατηγός Τσακαλώτος, τους αποκαλούσαν «Αθλιους Εθνικόφρονες».

Από τις σελίδες του βιβλίου περνούν οι τραγικές φιγούρες των «ανανηψάντων» βασανιστών, πρώην αγωνιστών, που όχι μόνο έσπασαν αλλά κατέληξαν ναυάγια ενός επίσης άθλιου γενιτσαρισμού.

Ξεχωριστή  μνεία γίνεται, δικαίως, στις γυναίκες κρατούμενες που μεταφέρθηκαν από το Τρίκερι στα τέλη του 49. Στα τέλη του Γενάρη του 1950, στο χώρο του Θεάτρου παίχτηκε η πιο σκληρή τραγωδία. Χτύπησαν τις Γυναίκες, με φασιστικές σαδιστικές μεθόδους βασάνισαν τις νεαρές μητέρες αποσπώντας από την αγκαλιά τους τα παιδιά»…

«Ένα ακόμα βάθρο προσπάθησε να στήσει η Ρένα Λευκαδίτη. Αυτό των κοντά εξίμισι χιλιάδων ονομάτων, που με ιδιαίτερο κόπο κατάφερε να συγκεντρώσει, διατηρώντας ταυτόχρονα μεγάλο απόθεμα προσδοκίας για τη συνέχεια του έργου της.

Αναφερόμενη στους τρεις καταλόγους ονομάτων, «των εξόριστων στη Μακρόνησο Αντρών, των εξόριστων Γυναικών και ενός ακόμα, με τα ονόματα των παραγωγών της φρίκης» η συγγραφέας σημειώνει: Τους δύο πρώτους καταλόγους τούς παραδίδω σε νεότερους μελετητές με την ευχή να τους συμπληρώσουν με τα ονόματα όλων των αγωνιστών, που πέρασαν τη φοβερή δοκιμασία. Τον τρίτο τον κατάλογο τον «παραδίδω» στην κατάρα των γενεών»…

 «Μέχρι σήμερα , το επίσημο αστικό κράτος αρνείται να παραδώσει αρχεία με ονόματα ή να διευκολύνει οποιαδήποτε έρευνα γύρω από το θέμα. Οι γραπτές πηγές  και οι μαρτυρίες των γεγονότων, δεν αναφέρουν πολλά ονόματα. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε την αντικειμενική  βάση αυτής της δυσκολίας, μέσα στο ίδιο το ιστορικό πλαίσιο ολόκληρης της μετεμφυλιακής περιόδου. Το κράτος τρόμου και εκβιασμού,  με τις απηνείς διώξεις, τον κοινωνικό στιγματισμό, λόγω κοινωνικών φρονημάτων, τις στερήσεις δικαιωμάτων κτλ. οδήγησε στη συνειδητή απόκρυψη πολλών ονομάτων, ως μέτρο  «περιφρούρησης» από τους ίδιους τους αγωνιστές…»

Και έκλεισε την ομιλία της με αναφορά στους στίχους του Τάσου Λειβαδίτη  από το «Μάχη στην άκρη της νύχτας. Το χρονικό της Μακρονήσου»:

«Όσο περισσότερο μελετάμε την ιστορία τους, όσα περισσότερα βιβλία σαν αυτό της συναγωνίστριας Ρένας θα διαβάζουμε,  τόσο περισσότερο κατανοούμε την πηγή του, όπως μοναδικά μας τη μετέφερε ο Τάσος Λειβαδίτης:

«… Ακόμα λίγο
ο τοίχος είναι δίπλα
σύντροφε  μ’ ακούς
ο άλλος χαμογελάει πίσω από τον τοίχο
ένα μικρό βασανισμένο γέλιο
ένα γέλιο
σαν μια χαραμάδα φως
ένα γέλιο που φέρνει το θάνατο
σε όσους ξεχάσουν αυτό το γέλιο
σύντροφε σ’ ακούμε
αυτό το γέλιο ταπείνωσε τους εχθρούς.»

Ο ιστορικός, ομότιμος διευθυντής Ερευνών στο ΕΙΕ , Τηλέμαχος Λουγγής τόνισε:

 «Το βιβλίο της Ρένας Λευκαδίτου είναι πολύ σπουδαίο βοήθημα γιατί  η Ιστορία μας, παρόλο  που έχουμε αρκετά βιβλία ήδη για τη Μακρόνησο.

Για δυο λόγους έγινε η Μακρόνησος. Πρώτον , έλασσον αυτό, να στερήσει τις απαραίτητες έμψυχες εφεδρείες από τον Δημοκρατικό Στρατό… Ο δεύτερος και  μείζων λόγος για τον οποίο έγινε η Μακρόνησος,  ήταν το σπάσιμο του ηθικού της γενιάς που είχε κάνει την Εθνική Αντίσταση…»

«Εχουμε λοιπόν, πάρα πολλά βιβλία με κορυφαίο το βιβλίο που βγάλαμε στο ΚΚΕ, «Μακρόνησος – Ιστορικός Τόπος», το τρίτομο αυτό βιβλίο, που συνεργάστηκαν πάρα πολλοί Μακρονησιώτες σύντροφοι και βεβαίως  το βιβλίο της Ρένας Λευκαδίτου, είναι ένα απαραίτητο συμπλήρωμα για δύο ζητήματα: πρώτον την ενοποίηση των μαρτυριών. Οι μαρτυρίες πάνε όλες μαζί και τα κεφάλαια είναι σύντομα, στηρίζονται στις μαρτυρίες και γεννούν ένα είδος συγκλονιστικού αισθήματος που δημιουργείται από την ανάγνωση. Το δεύτερο είναι, για μένα τουλάχιστον, ο κατάλογος των βασανιστών, ο οποίος βέβαια και θέλει συμπλήρωμα, αλλά εν πάση περιπτώσει, από ότι ξέρω τουλάχιστον, από όσα βιβλία έχω διαβάσει, είναι η μόνη φορά που υπάρχει αυτός ο κατάλογος…»

Ο χαιρετισμός της Ρένας Λευκαδίτου-Παπαντωνίου

Η συγγραφέας Ρένα Λευκαδίτου – Παπαντωνίου φανερά συγκινημένη, έκανε μια σύντομη τοποθέτηση:

«Θέλω θερμά να ευχαριστήσω όλους εσάς που βρίσκεστε εδώ και ακόμα πιο πολύ τους ομιλητές που ομόρφυναν την παρουσίαση του βιβλίου.

Κανονικά θα έπρεπε εδώ να σταματήσω. Επιτρέψτε μου να πω λίγα πράγματα ακόμα αν και κατά κάποιο τρόπο έχουν ακουστεί.

Όταν το 1989 η υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη κήρυξε την Μακρόνησο Ιστορικό Τόπο και όλα τα κτίσματα Ιστορικά Διατηρητέα Μνημεία, η πράξη της αυτή χαιρετίστηκε από όλον τον δημοκρατικό κόσμο.  Βρέθηκα ως εκπρόσωπος του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων στην ομάδα που δημιουργήθηκε αμέσως για την προστασία και ανάδειξη του ιστορικού τόπου. Τότε άρχισε η σχέση μου με την Μακρόνησο. Δεν θα αναφερθώ στο έργο της ομάδας, παρά μόνο σε αυτό που εγώ θεωρώ περισσότερο σημαντικό. Η θεσμοθέτηση χρήσεων γης για το νησί. Σημαντικό γιατί από αυτό το νομοθέτημα έχει αποτραπεί μέχρι σήμερα κάθε ανάρμοστη χωροθέτηση.

Αφετηρία για τη συγγραφή του βιβλίου στάθηκε η διαπίστωση που επιβεβαιώθηκε από πολλούς Μακρονησιώτες που είχα την τύχη να γνωρίσω, ότι δεν υπήρχε πουθενά ένας κατάλογος με καταχωρημένα τα ονόματα των αγωνιστών που πέρασαν από το νησί, ιδιαίτερα την πιο άγρια εποχή του, ’47- ’50. Αποφάσισα χωρίς αυταπάτες για το αποτέλεσμα, να διαβάσω όσα βιβλία ήταν δυνατόν να προσεγγίσω από τις μαρτυρικές βιβλιοθήκες και να συγκεντρώσω όλα τα διάσπαρτα ονόματα αγωνιστών που αναφέρονταν. Μετά από μια δίχρονη προσπάθεια διαπίστωσα αυτό που μου ήταν ήδη γνωστό, ότι όλοι οι κατάλογοι παραμένουν ακόμη ανοιχτοί. Και ότι για να βρούμε τα ονόματα όλων των αγωνιστών της Μακρονήσου πρέπει να ικανοποιηθεί το αίτημα που πολλές φορές ως τώρα έθεσε το ΚΚΕ στις διάφορες κυβερνήσεις: Να ανοίξουν τα αρχεία της διεύθυνσης του ΓΕΣ, ΒΧΙ, η οποία από τον στρατοπεδάρχη της Μακρονήσου Μπαϊρακτάρη σχεδίαζε, οργάνωνε και εκτελούσε κάθε δραστηριότητα του στρατοπέδου.

Τέλος σύντομα το Κόμμα πρόκειται να στήσει στο νησί μνημείο προς τιμή των αγωνιστών της Μακρονήσου, όπως πρόσφατα έκανε στην Γυάρο. Ένα μνημείο που πρέπει να πακτωθεί καλά στη γη και να περιφραχτεί για να αποφευχθεί η βεβήλωσή του από τις δραστηριότητες των βοσκών και των κοπαδιών τους, που καμιά κυβέρνηση δεν αξιώθηκε να απομακρύνει από τον εδώ και τριάντα χρόνια κηρυγμένο Ιστορικό Τόπο.

Σας ευχαριστώ θερμά»

Χαιρετισμό απηύθυνε ο εκατοντάχρονος έφηβος, Μακρονησιώτης αγωνιστής Λάζαρος Κυρίτσης, αντιπρόεδρος της ΠΕΚΑΜ. Ο Λάζαρος Κυρίτσης διηγήθηκε πώς τον εντόπισαν και τον έστειλαν στην Μακρόνησο, όταν παρουσιάστηκε στο στρατό το 1946 και παρέδωσε το απολυτήριο του ΕΛΑΣ, όπου αγωνίστηκε για δυόμιση χρόνια μέσα από τις γραμμές του, ελπίζοντας, αφελώς, σύμφωνα με την Συμφωνία της Βάρκιζας, να του κόψουν λίγο χρόνο από την θητεία του. Το αποτέλεσμα ήταν να βρεθεί, το 1947, έγκλειστος στη Μακρόνησο. Ακόμα διηγήθηκε μερικά περιστατικά από τη ζωή στη Μακρόνησο.

Στην παρουσίαση του βιβλίου παραβρέθηκε ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, και η πρόεδρος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας, Εύα Μελά, η οποία έχει επιμεληθεί το εξώφυλλο της έκδοσης. 

Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με μουσικά με τη συμμετοχή του κιθαριστή και συνθέτη Νίκου Αθανασάκη και της ηθοποιού και  τραγουδίστριας Ειρήνης Πολυδώρου.

Σχετικά θέματα

Απόψεις