Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Λαγκάρντ: Καμιά μείωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ – Σε ασφυξία για ακόμη μια χρονιά τα νοικοκυριά

Οι δηλώσεις της Λαγκάρντ επιβεβαιώνουν την πρόθεση της ΕΚΤ να κρατήσει σε υψηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού, παρά τις χαμηλότερες προσδοκίες για τον πληθωρισμό

H Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δεν πρέπει να εφησυχάζει παρά την πτώση του πληθωρισμού, ήταν το μήνυμα της Κριστίν Λαγκάρντ στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε μετά την απόφαση της κεντρικής τράπεζας να διατηρηθούν αμετάβλητα τα επιτόκια.

«Δεν πρέπει με τίποτα να γίνουμε λιγότερο επιφυλακτικοί», είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας: «Δεν συζητήσαμε καθόλου μειώσεις επιτοκίων. Καμία συζήτηση, κανένα debate». Οι δηλώσεις της Λαγκάρντ επιβεβαιώνουν την πρόθεση της ΕΚΤ να κρατήσει σε υψηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού, παρά τις χαμηλότερες προσδοκίες για τον πληθωρισμό.

Η Λαγκάρντ ανέφερε τους διαρκείς ανοδικούς κινδύνους για τις τιμές καταναλωτή που περιλαμβάνουν τα εταιρικά κέρδη και τις συνεχείς διαπραγματεύσεις για τους μισθούς.

Αν και αναγνώρισε ότι οι υποκείμενες πιέσεις στις τιμές υποχωρούν, η Λαγκάρντ είπε ότι ο εγχώριος πληθωρισμός, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο μισθολογικό κόστος στις 20 χώρες που χρησιμοποιούν το ευρώ, «δεν υποχωρεί». Όπως τόνισε, πρέπει να κατανοήσουμε καλύτερα τι συμβαίνει σχετικά με τη δυναμική των μισθών και σε ποιο βαθμό τυχόν περαιτέρω μισθολογικά κέρδη θα απορροφηθούν από τις εταιρείες.

Η απόφαση για τη νομισματική πολιτική της ΕΚΤ ήρθε μετά από αντίστοιχες αποφάσεις της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) και της Τράπεζας της Αγγλίας (BoE). Όμως, η Fed έδωσε σήμα για χαλάρωση και μείωση των επιτοκίων, η Λαγκάρντ δεν ακολούθησε τον ίδιο δρόμο, υποδεικνύοντας ότι τα στοιχήματα των επενδυτών για επικείμενες μειώσεις των επιτοκίων μπορεί να είναι πρόωρα.

Ερωτηθείσα μάλιστα για το σήμα χαλάρωσης που έστειλε η Fed, σχολίασε ότι οι αποφάσεις της ΕΚΤ εξαρτώνται από τα δεδομένα και όχι από χρονικά πλαίσια.

Τα σχόλιά της ήρθαν μάλιστα παρά τις νέες προβλέψεις που δείχνουν ότι η πιο αδύναμη οικονομία περιορίζει τις προοπτικές για τις τιμές καταναλωτή το επόμενο έτος μετά από μια προσωρινή άνοδο τους επόμενους μήνες.

Οι γεωπολιτικές εντάσεις, που μπορούν να αυξήσουν τις ενεργειακές τιμές, και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που μπορούν να αυξήσουν τις τιμές των τροφίμων, είναι οι βασικοί μελλοντικοί κίνδυνοι για την πορεία του πληθωρισμού, σύμφωνα με την Λαγκάρντ.

Σημειώνεται ότι στην ανακοίνωσή της η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό. Αναφερόμενη στην πορεία του τους δύο τελευταίους μήνες, η Λαγκάρντ ανέφερε ότι οι τιμές καταναλωτή υποχώρησαν σε ευρεία βάση, αν και παραμένουν σε υψηλά επίπεδα. Πάντως, τον Δεκέμβριο ο πληθωρισμός αναμένεται να κινηθεί ανοδικά, ενώ για το 2024 εκτιμάται ότι θα μειωθεί αλλά η μείωση θα είναι πιο αργή.

Παράλληλα, αναφέρθηκε στους γεωπολιτικούς κινδύνους, όπως τους πολέμους στην Ουκρανία και τη Λωρίδα της Γάζας, αλλά και τον κίνδυνο που υπάρχει για τόνωση της ζήτησης εάν η νομισματική πολιτική εγκαταλείψει τη γραμμή της σύσφιγξης.

Πάντως δεν απέκλεισε ο πληθωρισμός να αυξηθεί περισσότερο από το αναμενόμενο, εάν οι προσδοκίες κινηθούν πάνω από τον στόχο ή οι μισθοί και τα κέρδη των τιμών αυξηθούν περισσότερο από το αναμενόμενο.

Αντίθετα, ο πληθωρισμός μπορεί να κινηθεί αρνητικά εάν η νομισματική πολιτική πλήξει τη ζήτηση περισσότερο από το αναμενόμενο ή το οικονομικό περιβάλλον στον υπόλοιπο κόσμο χειροτερεύσει απροσδόκητα, εν μέρει λόγω της πρόσφατης αύξησης των γεωπολιτικών κινδύνων.

Τι σημαίνουν τα υψηλά επιτόκια

Όμως, το γεγονός ότι τα επιτόκια παραμένουν εξαιρετικά υψηλά, μπορεί να έχει δραματικές συνέπειες για τα νοικοκυριά, τους εργαζόμενους και τις μικρές επιχειρήσεις. Αν και το βασικό σενάριο που επεξεργάζονται στα επιτελεία των Βρυξελλών αφορά στις επιχειρηματικές επενδύσεις, οι οποίες θα επιβραδυνθούν λόγω του υψηλότερου κόστους δανεισμού, η κυριότερη συνέπεια αφορά την περαιτέρω πίεση που θα ασκηθεί στο ιδιωτικό χρέος των νοικοκυριών

Πράγματι, μία από τις βασικότερες συνέπειες που έχει η αύξηση των επιτοκίων είναι ότι θα αυξηθεί η οικονομική επιβάρυνση για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις με ανεξόφλητα χρέη. Ήδη, το «ακριβό χρήμα» έχει αυξήσει τις δόσεις των στεγαστικών δανείων κατά περίπου 30%. Ειδικά για τα νοικοκυριά, που ήδη βιώνουμε στην Ελλάδα ένα «κρεσέντο» πλειστηριασμών, κάτι τέτοιο θα έχει ολέθριες συνέπειες. 

Όλο και περισσότερα νοικοκυριά θα μπουν στο «φαύλο κύκλο» της υπερχρέωσης, ενώ ταυτόχρονα όλο και δυσκολότερα θα μπορούν να δανείζονται. Την ίδια ώρα ο πληθωρισμός θα «ροκανίζει» και τα ελάχιστα εισοδήματα που έχουν. Έτσι, η αύξηση του βασικού επιτοκίου όχι μόνο θα οδηγήσει σε «αθέτηση υποχρεώσεων» (κατά την τραπεζική διάλεκτο), αλλά επίσης θα έχει ως συνέπεια εκατομμύρια νοικοκυριά σε όλη την Ευρώπη να κηρύξουν «πτώχευση». 

Η δεύτερη μεγάλη παράμετρος της διαρκούς αύξησης του βασικού επιτοκίου είναι έμμεση: καθώς μειώνονται δαπάνες και επενδύσεις, τα υψηλότερα επιτόκια δυνητικά μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλότερη ανεργία.

Η μείωση των κρατικών δαπανών, η μείωση της κατανάλωσης, η αύξηση του δανεισμού και η μείωση των επενδύσεων, θα οδηγήσει σε λιγότερες νέες δουλειές (και πιο κακοπληρωμένες). Την ίδια στιγμή οι επιχειρήσεις, προκειμένου να προχωρήσουν σε περισσότερες επενδύσεις για να ανταπεξέλθουν στον ανταγωνισμό, και με δεδομένο ότι το κόστος δανεισμού θα έχει αυξηθεί στην αγορά εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων, θα προχωρήσουν σε μείωση (και) του μισθολογικού κόστους. Δηλαδή, σε μειώσεις μισθών και απολύσεις.

Σχετικά θέματα

Απόψεις