Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ινδία – Σιδηροδρομικό έγκλημα: Πάνω από 288 νεκροί – Συγκλονιστικές μαρτυρίες

 Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες των επιζώντων και τα στοιχεία για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ινδία, που κόστισε τη ζωή σε..

 Συγκλονίζουν οι μαρτυρίες των επιζώντων και τα στοιχεία για το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στην Ινδία, που κόστισε τη ζωή σε τουλάχιστον 288 ανθρώπους.

Τα ακριβή αίτια μιας από τις χειρότερες σιδηροδρομικές τραγωδίες στην ιστορία της Ινδίας ερευνώνται από τις αρχές, αν και ως …είθισται οι πρώτες «διαρροές» μίλησαν για «ανθρώπινο λάθος» για να συγκαλύψουν άλλες παραμέτρους που έχουν να κάνουν με την ασφάλεια του δικτύου, οι οποίες είναι σημαντικές για να περιορίσουν ακόμα και αυτό το ενδεχόμενο του ανθρώπινου λάθους, όπως άλλωστε επιβεβαιώθηκε στην περίπτωση των Τεμπών.

Μέσα ενημέρωσης έκαναν λόγο για «δυσλειτουργία» στο σύστημα σηματοδότησης. Στο δυστύχημα δεν ενεπλάκησαν δύο, αλλά τρία τρένα. Όλα ξεκίνησαν όταν το «Coromandel Express», που πραγματοποιούσε το δρομολόγιο Καλκούτα – Μαντράς, έλαβε άδεια να εισέλθει στην κεντρική σιδηροδρομική γραμμή, αλλά τελικά μπήκε σε άλλη γραμμή στην οποία βρισκόταν μια εμπορική αμαξοστοιχία, σύμφωνα με την αστυνομία.

Το επιβατικό τρένο προσέκρουσε με ταχύτητα 130 χιλιομέτρων την ώρα πάνω στην εμπορική αμαξοστοιχία. Τρία βαγόνια έπεσαν στη διπλανή σιδηροδρομική γραμμή, με αποτέλεσμα να χτυπήσουν το πίσω μέρος ενός τρένου εξπρές που πραγματοποιούσε το δρομολόγιο Μπανγκαλόρ – Καλκούτα. Αυτή η σύγκρουση προκάλεσε τις περισσότερες ζημιές. Πάντως, ακόμη επικρατεί σύγχυση για την αλληλουχία των γεγονότων.

Η τραγωδία σημειώθηκε κοντά στο Μπαλασόρ, περίπου 200 χιλιόμετρα από το Μπουμπανεσβάρ, πρωτεύουσα του κρατιδίου Οντίσα, στην ανατολική Ινδία. Οι επιχειρήσεις διάσωσης σταμάτησαν χθες το βράδυ, περίπου 24 ώρες μετά το δυστύχημα, καθώς όλοι οι νεκροί και οι τραυματίες απομακρύνθηκαν από τα συντρίμμια. Ο απολογισμός των θυμάτων ανέρχεται σε 288 νεκρούς, αλλά ενδέχεται να αυξηθεί δραματικά, φτάνοντας τους 380 νεκρούς, σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της πυροσβεστικής του κρατιδίου Οντίσα. Οι τραυματίες ξεπερνούν τους 900.

Ο 25χρονος Ομπάλ Μπατία, ένας από τους επιζώντες, αφηγήθηκε τις δραματικές σκηνές που εκτυλίχθηκαν κατά τη σύγκρουση των τριών αμαξοστοιχιών. Μαζί με τρεις φίλους του, πήγαινε σε εργοστάσιο του Τσενάι για να δουλέψει. Επέβαινε στο τρίτο βαγόνι του «Coromandel Express», το οποίο ήταν ασφυκτικά γεμάτο και κρατιόταν υπομονετικά από τις χειρολαβές στο μεγαλύτερο τμήμα του τετράωρου ταξιδιού, όπως και οι φίλοι του. Το τρένο χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον από εργάτες βιομηχανιών γύρω από το Τσενάι και την Μπενγκαλούρου που στοιβάζονται στους συρμούς σαν «σαρδέλες» και πολλές φορές είναι αναγκασμένοι να ταξιδεύουν όρθιοι.

Ήταν σούρουπο. Ορισμένοι από τους τυχερούς επιβάτες που κάθονταν, τελείωναν το δείπνο τους και άλλοι είχαν αποκοιμηθεί. Στο ίδιο βαγόνι με τον Μπατία ταξίδευε ο 30χρονος Μότι Σέιχ, ο οποίος συζητούσε με άλλους έξι συγχωριανούς του. Καθώς δεν υπήρχε άδεια θέση, σκόπευαν να φάνε κάτι στα όρθια, προτού ξαπλώσουν στο πάτωμα για να ξεκουραστούν. «Ξαφνικά το βαγόνι τραντάχτηκε», είπαν ο Μπατία και ο Σέιχ. Το πρώτο πράγμα που τους πέρασε από το μυαλό ήταν πως επρόκειτο για ένα απότομο φρενάρισμα. Αλλά λίγα δευτερόλεπτα αργότερα, το βαγόνι ανατράπηκε. Πίστεψαν πως ήρθε το τέλος τους…

«Όταν συνειδητοποιήσαμε ότι ήμασταν ζωντανοί, προσπαθήσαμε να φτάσουμε στην έξοδο κινδύνου για να βγούμε από το τρένο. Το βαγόνι είχε εκτροχιαστεί και είχε πέσει στο πλάι», είπε ο Μπατία. Όταν κατάφερε να βγει μαζί με τους φίλους του, αντίκρισε σκηνές χάους.

«Είδαμε πολλούς νεκρούς. Όλοι προσπαθούσαν να απεγκλωβιστούν και αναζητούσαν αγαπημένα τους πρόσωπα», ανέφερε.

«Κλαίγαμε όταν βγήκαμε έξω», αφηγήθηκε ο Μότι Σέιχ, συμπληρώνοντας ότι οι πρώτοι διασώστες έφθασαν περίπου 20 λεπτά αργότερα.

Η Αρτσάνα Πολ επέβαινε σε άλλο τρένο και ταξίδευε μαζί με τον αδερφό και τον 10χρονο γιο της. «Ακούστηκε ένας τεράστιος κρότος και όλα σκοτείνιασαν», είπε. «Άρχισα να ψάχνω για το παιδί μου και τον αδερφό μου, αλλά δεν τους έβλεπα πουθενά», συμπλήρωσε.

 Τραυματισμένοι επιβάτες προσπαθούσαν να σταθούν στα πόδια τους. «Με προέτρεψαν να βγω έξω, αλλά αρνήθηκα. Έπρεπε να ψάξω για τον γιο μου. Αλλά επέμειναν να βγω έξω πρώτα», αφηγήθηκε. Βγήκε από το βαγόνι, αλλά δεν έβλεπε πουθενά το παιδί. Αιμορραγούσε και την έβαλαν σε ασθενοφόρο. Από το κρεβάτι του νοσοκομείου όπου διακομίστηκε, ζητούσε με λυγμούς από έναν δημοσιογράφο να τη βοηθήσει να βρει τον γιο της.

Στην ίδια αμαξοστοιχία επέβαινε και η 55χρονη Καουσίντα Ντας, η οποία έχασε την κόρη της. «Παρ’ ότι εγώ επέζησα, δεν έχω πια λόγο να ζω. Η κόρη μου ήταν τα πάντα για εμένα», είπε. (Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, Reuters) – Από 902.gr

Σχετικά θέματα

Απόψεις