Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Δημήτρης Μητρόπουλος, η μουσική ιδιοφυΐα που κατέκτησε τον κόσμο

Στις 2 Νοέμβρη 1960 άφησε την τελευταία του πνοή ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο σπουδαίος, αφοσιωμένος, εμπνευσμένος μαέστρος, μετά από καρδιακή προσβολή, στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, διευθύνοντας την Τρίτη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ

Στις 2 Νοέμβρη 1960 άφησε την τελευταία του πνοή ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο σπουδαίος, αφοσιωμένος, εμπνευσμένος μαέστρος, μετά από καρδιακή προσβολή, στο πόντιουμ της Σκάλας του Μιλάνου, διευθύνοντας την Τρίτη Συμφωνία του Γκούσταβ Μάλερ. Ήταν η τελευταία πράξη μιας δημιουργικής ζωής απόλυτα δοσμένης στη μουσική, την οποία υπηρέτησε μέχρι τέλους με απίστευτο πάθος, διευθύνοντας πάνω από δύο χιλιάδες συναυλίες, τις περισσότερες χωρίς χρήση μπαγκέτας…

Ο Δημήτρης Μητρόπουλος θαυμάστηκε για τη δύναμη και πρωτοτυπία των ερμηνειών του, διευθύνοντας τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου, ενώ παράλληλα υπήρξε συνθέτης και πιανίστας. Φημισμένος για τη μοναδική του μνήμη, διηύθυνε πάντοτε – ακόμη και στις δοκιμές – χωρίς παρτιτούρα. Το ρεπερτόριό του υπήρξε ευρύτατο, ενώ σε πάνω από ογδόντα ανέρχονται τα έργα που παρουσίασε σε πρώτη εκτέλεση. Ήταν από τους λίγους μουσικούς, που μπορούν να παίζουν πιάνο διευθύνοντας ταυτόχρονα την ορχήστρα – ίσως ο μοναδικός που έπαιζε και, ταυτόχρονα, διηύθυνε τόσο δύσκολα έργα, όπως το «3ο Κοντσέρτο για πιάνο» του Προκόφιεφ, που σήμανε την απαρχή της λαμπρής διεθνούς πορείας του.

Γεννημένος στις 18 Φεβρουαρίου 1896, ο Δημήτρης Μητρόπουλος σπούδασε στο Ωδείο Αθηνών πιάνο και σύνθεση – πολύ νωρίς, πριν ακόμη πάρει το δίπλωμα γράφει τραγούδια και συνθέτει κομμάτια για πιάνο. Το 1915 διηύθυνε το έργο του «Ταφή» και πέντε χρόνια αργότερα παρουσιάζει την όπερά του «Sur Batrice». Eως το 1937 συνθέτει έργα για πιάνο, ορχήστρα, μουσική δωματίου, τραγούδια, ενώ από το 1938 αφιερώνεται αποκλειστικά στη διεύθυνση ορχήστρας. Με υποτροφία του Ωδείου Αθηνών συνεχίζει τις σπουδές του στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο. Επιστρέφοντας το 1924 στην Αθήνα, διευθύνει την Ορχήστρα του Συλλόγου Συναυλιών και στη συνέχεια τη Συμφωνική Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών. Το 1930 εμφανίζεται για πρώτη φορά στο εξωτερικό επικεφαλής της Φιλαρμονικής του Βερολίνου, με την τριπλή ιδιότητα του μαέστρου, σολίστ (στο «3ο Κοντσέρτο» του Προκόφιεφ) και συνθέτη. Τα επόμενα χρόνια πληθαίνουν οι εμφανίσεις του σε μεγάλες ευρωπαϊκές πόλεις (Παρίσι, Μόντε Κάρλο, Μασσαλία, Ρώμη, Μιλάνο, Λίβερπουλ, Βαρσοβία, Μόσχα, Λένινγκραντ, Βερολίνο κ.ά.). Στην Ελλάδα πρωτοστατεί και στη διοργάνωση συναυλιών για πρώτη φορά σε αρχαία θέατρα, ενώ συνεχίζει να εμφανίζεται συχνά ως μαέστρος και σολίστ και στο εξωτερικό.

Το 1934, καλεσμένος των Σοβιετικών μουσικών οργανώσεων, επισκέφθηκε τη νεαρή ακόμη ΕΣΣΔ και εντυπωσιάστηκε από τα επιτεύγματά της στον πολιτισμό, τα οποία ήδη ξεπερνούσαν ακόμη και τις πιο εξελιγμένες χώρες του πλανήτη. Αποκαλυπτική είναι η συνέντευξή του, μετά το ταξίδι: «Αν θα με ρωτήσετε πού θα προτιμούσα να εργάζομαι σαν καλλιτέχνης μουσικός, σας λέω απερίφραστα: Χίλιες φορές στη Ρωσία. Πρόκειται για ένα φαινόμενο ομαδικής καλλιτεχνικής ανόδου ενός λαού που θεωρούνταν ίσαμε προχθές μισοπολιτισμένος και κατάλληλος μόνο για βούρδουλα. Μη νομίσετε πως είμαι επηρεασμένος από την υποδοχή που μου κάνανε, και οφείλω να τονίσω επί τη ευκαιρία, ότι δε μας έγινε καμιά ιδιαίτερη για λόγους προπαγάνδας διαφήμιση. Γι’ αυτό και οι εξαιρετικές εντυπώσεις που απεκόμισα είναι η αληθινή πραγματικότητα. (…) Γύριζα από τα μεγάλα κέντρα της Μεσευρώπης και στο αντίκρισμα της Πλατείας του Σταθμού της Μόσχας, είχα αμφιθεατρικά μπροστά μου ένα πλήθος κόσμου σαν να ‘ταν πανηγύρι. Πλήθος εργάτες, απλά ντυμένοι, με ύφος γελαστό και ανέγνοιαστο. Είναι αυτό το ίδιο το κοινό που ‘χει τη δίψα για το θέατρο και τη μάθηση. Μόλις πέρασα μερικές μέρες μέσα σ’ αυτό τον κόσμο άρχισα να νιώθω πως αυτή η μάζα κρύβει μέσα της πολλά μυστικά και γίνεται από μέρα σε μέρα πιο ενδιαφέρουσα (…) Στη Μόσχα έπαιξα σε τρία Κοντσέρτα ως διευθυντής και ως πιανίστας σε κλασική ρωσική και δική μου μουσική. Στο Λένινγκραντ έπαιξα κλασική και νέα Σοβιετική Μουσική με αρκετά μεγάλη επιτυχία. Οι νέοι καλλιτέχνες είναι αρκετά ανώτεροι από πολλούς μεγάλους καλλιτέχνες της Ευρώπης. (…) Το ενδιαφέρον των εργατών για την τέχνη, το θέατρο, τον κινηματογράφο είναι ανεπτυγμένο περισσότερο από όλες τις χώρες. Το θέατρο και οι κινηματογράφοι είναι γεμάτοι κάθε βράδυ. Το κράτος ενδιαφέρεται εξίσου για την κατασκευή ενός εργοστασίου με την ανύψωση του καλλιτεχνικού επιπέδου του κόσμου. Διαθέτει, δε, αρκετά λεπτά. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση ο πλούτος των σκηνικών των θεάτρων και τα τεράστια ποσά που διαθέτει γι’ αυτόν το σκοπό. Μπορώ να πω ότι δεν μπορεί να γίνει σύγκριση με τα θέατρα του Παρισιού και του Βερολίνου (…) Τα Ωδεία Μόσχας και Λένινγκραντ είναι τα μεγαλύτερα της Ευρώπης. Στο Ωδείο του Λένινγκραντ γνώρισα τον Ελληνα Οδυσσέα Παπαδόπουλο, που σπουδάζει με έξοδα του κράτους και μου μιλούσε με μεγάλο ενθουσιασμό. Οι ορχήστρες και οι θίασοι κατεβαίνουν στα εργοστάσια και παίζουν από τις 2-4, οι δε εργάτες παρακολουθούν με μεγάλο ενδιαφέρον, ιδίως θέατρο».

Η φήμη του τον φέρνει το 1936 στην Αμερική, στο πόντιουμ της Συμφωνικής της Βοστόνης. Η μεγάλη επιτυχία τον οδηγεί το 1938 στη θέση του μόνιμου μαέστρου της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης, όπου παρέμεινε έως το 1949, αναδεικνύοντάς τη ως μια από τις καλύτερες αμερικανικές ορχήστρες. Παράλληλα, εμφανίζεται με πολλές άλλες μεγάλες ορχήστρες των ΗΠΑ.

Στις 18/3/ 1949 διηύθυνε την τελευταία συναυλία του με την Συμφωνική της Μινεάπολης. Ήδη το FBI είχε ανοίξει φάκελο για τον μαέστρο, ο οποίος συχνά αναφερόταν με θερμά σχόλια στα επιτεύγματα της Σοβιετικής Ενωσης και στον αγώνα της ν’ ανεβάσει το πολιτιστικό επίπεδο των λαών της. Παράλληλα, με τις απόψεις του για την ιδεολογία της αισθητικής στην Σοβιετική Ένωση, ο Δημήτρης Μητρόπουλος κατέκρινε την ανάμιξη των ΗΠΑ στον ελληνικό εμφύλιο, ενώ πρόσαπτε και έλλειμμα μουσικής παιδείας σε όσους αρνούνταν να ακούσουν τους σύγχρονους συνθέτες. Επιπλέον, το FBI είχε αρχίσει να ερευνά τις εκτός σκηνής δραστηριότητες του μαέστρου, πίσω από τον οποίο άρχισε να υψώνεται η σκιά του γερουσιαστή ΜακΚάρθυ. Το 1948 – χρόνο προεδρικών εκλογών – ήταν μέλος της Πολιτειακής Επιτροπής της Μινεσότα για την εκλογή του Χένρι Ουάλας, του τρίτου υποψηφίου για την προεδρία των ΗΠΑ και αντιπάλου του Χάρι Τρούμαν. Επίσης ήταν αναγνώστης του «Ελληνοαμερικανικού Βήματος», αριστερής εφημερίδας της Νέας Υόρκης.

Από το 1949 ξεκινά η σχέση του με τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, στην οποία παραμένει καλλιτεχνικός διευθυντής μέχρι το 1958, ζώντας αυτά τα χρόνια μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του (με τις όπερες «Βόιτσεκ», «Ηλέκτρα», περιοδείες κ.ά.). Ο Δ. Μητρόπουλος εκσυγχρόνισε το μονολιθικό ρεπερτόριο της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης και πρωτοστάτησε θαρραλέα στην παρουσίαση σύγχρονων μουσικών έργων, σε πείσμα κάποιων μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της, που αντιδρούσαν επίμονα σ’ αυτές τις καινοτομίες. Η συστηματική υπονομευτική αυτή συμπεριφορά υπέσκαπτε σοβαρά την ψυχική και σωματική υγεία του και τελικά κατέληξε στην απομάκρυνσή του. Στη συνέχεια, τη διευθύνει ως έκτακτος μαέστρος, ενώ παράλληλα βρίσκεται στο πόντιουμ της Μητροπολιτικής Όπερας. Το 1953 είχε το πρώτο καρδιακό επεισόδιο και το 1959, το δεύτερο και παρότι οι γιατροί του το είχαν απαγορεύσει, συνέχισε να διευθύνει. Η καρδιά του τον προδίδει στις 2 Νοεμβρίου του 1960. Η τέφρα του μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στο Α’ Νεκροταφείο.

Το 2011, για τη ζωή και το έργο του Δ. Μητρόπουλου, ο Γιώργος Σκεύας έκανε το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Γυμνά Χέρια», το οποίο επικεντρώνεται στην αμερικανική περίοδο της ζωής και της καριέρας του μεγάλου Ελληνα μουσουργού: από τη θητεία του ως μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μινεάπολης κι αργότερα της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης, έως το θάνατό του .

Ο αφηγηματικός ιστός του ντοκιμαντέρ βασίζεται σε αρχειακό οπτικοακουστικό υλικό του Μητρόπουλου , καθώς και σε αποσπάσματα από την αλληλογραφία του κατά τις δεκαετίες του 40′ και του 50′. Ο Μητρόπουλος συνήθιζε να υπαγορεύει (στην αγγλική γλώσσα) πολλές από τις επιστολές του. Στο φιλμ, ο ηθοποιός Λευτέρης Βογιατζής μελετά την αλληλογραφία και το αρχειακό οπτικοακουστικό υλικό, προσπαθώντας να προσεγγίσει την προσωπικότητα του Μητρόπουλου .

Μέσα από τα ντοκουμέντα αποκαλύπτονται με μοναδικό τρόπο στοιχεία της ζωής και της καριέρας του Ελληνα μαέστρου: Η ιδιοφυΐα, το ταλέντο και οι επιτυχίες του αλλά και η αγωνία, τα προβλήματα και οι αμφιβολίες ενός μεγάλου ερμηνευτή που θυσίασε την προσωπική του ζωή για να μπορέσει να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στην Τέχνη του. 

 

Απόψεις