Η τροπολογία που ψηφίστηκε την προηγούμενη εβδομάδα και δίνει την δυνατότητα σε συγγενείς πρώτου βαθμού (συζύγους, τέκνα) να έχουν εταιρείες στο εξωτερικό, άρα μέσω αυτών πρόσβαση σε offshore, επανέφερε στην επικαιρότητα μία συζήτηση- αντιπαράθεση που αποτελεί τεκμήριο υποκρισίας για το πολιτικό σύστημα.
Σε αυτήν εμπλέκονται αρχικά οι πάμπολλες διακηρύξεις περί διαφάνειας που διαπνέουν τη συνθηματολογία των κομμάτων που έχουν μερίδιο στην κυβερνητική εναλλαγή. Εκθέτουν όμως παράλληλα το περίφημο «ευρωπαϊκό δίκαιο» που αποτελεί πάγιο στήριγμα για τέτοιου είδους ρυθμίσεις. Διαχρονικά.
Η τροπολογία
Η περίφημη αυτή τροπολογία κατατέθηκε αιφνιδιαστικά σε νομοσχέδιο του υπουργείου Δικαιοσύνης για τη Σχολή Δικαστών. Αυτό έγινε με ύπουλο τρόπο, αφού η επίμαχη ρύθμιση «τοποθετήθηκε» προσεκτικά ανάμεσα σε άρθρα που προέβλεπαν κονδύλια για τις υπερωρίες των εργαζομένων στο ΕΚΑΒ και στις υπηρεσίες των δικαστηρίων, έτσι ώστε να είναι δύσκολα ανιχνεύσιμη.
Προβλέπει την κατάργηση της γενικευμένης απαγόρευσης που ίσχυε επί 9 χρόνια, ώστε οι σύζυγοι και τα παιδιά υπουργών, βουλευτών, αρχηγών και υπευθύνων οικονομικών των κομμάτων να μην μπορούν να διαθέτουν αλλοδαπές εταιρείες. Είτε πρόκειται για την πλήρη κτήση των εταιρειών αυτών, είτε για συμμετοχή στο μετοχικό τους κεφάλαιο. Αντικαταστάθηκε από μία ρύθμιση που ορίζει πως η κατοχή εταιρειών ή μεριδίων εταιρειών είναι πλέον νόμιμη. Αρκεί η έδρα των εταιρειών αυτών να βρίσκεται σε χώρα που περιλαμβάνεται στη λίστα των φορολογικά συνεργάσιμων χωρών με την Ε.Ε και κατ’ επέκταση με την Ελλάδα. Η τελευταία αυτή πρόβλεψη παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση ως η δικλείδα ασφαλείας, ώστε οι συγγενείς των προαναφερόμενων προσώπων να μην έχουν εταιρίες σε φορολογικούς παραδείσους.
Φυσικά για οποιονδήποτε, στοιχειωδώς, γνωρίζει τις λειτουργίες της διεθνούς οικονομίας αυτό ακούγεται ως αστείο. Όχι μόνον γιατί ακόμη και στις «φορολογικά συνεργάσιμες» χώρες υφίστανται «φορολογικοί παράδεισοι» (ενδεικτικό το παράδειγμα της πολιτείας του Delaware των ΗΠΑ), αλλά επειδή μία αλλοδαπή εταιρεία μπορεί πολύ εύκολα να διαθέτει μερίδιο σε μία ή περισσότερες offshore. Κι αυτό δίχως μάλιστα η Ελλάδα να διαθέτει πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα της αλλοδαπής χώρας ώστε να μπορεί – έστω- να ελέγξει τη ροή του χρήματος σε μία τέτοια εταιρική αλυσίδα.
Η ρύθμιση που ψήφισε η κυβέρνηση την προηγούμενη Τετάρτη έχει και άλλα «ύποπτα» χαρακτηριστικά που δικαίως επισημάνθηκαν. Ακόμη και ο χρόνος της κατάθεσής και ψήφισης της προκαλεί ερωτηματικά, ιδίως όταν μερικούς μήνες νωρίτερα, στο τέλος Ιουλίου του 2024, η κυβέρνηση ψήφισε ολόκληρο νομοσχέδιο για το Πόθεν Έσχες και τα περιουσιακά ζητήματα του πολιτικού προσωπικού όπου θα μπορούσε να την εντάξει.
Το «ευρωπαϊκό δίκαιο»
Το βασικό επιχείρημα που υιοθετήθηκε τόσο από τον υπουργό Δικαιοσύνης Γιώργο Φλωρίδη που την εισηγήθηκε, από τον υπουργό Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη που την συνυπέγραψε, όσο και από άλλα στελέχη της κυβέρνησης και της Νέας Δημοκρατίας ήταν …το «ευρωπαϊκό δίκαιο».
Οι πάντες έκαναν έκκληση στην αρχή της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και της ισονομίας στην επιχειρηματική δράση εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υποστήριξαν πως αποτελεί θεμελιακή ελευθερία για τα κράτη μέλη της Ε.Ε που μία απαγόρευση για τους συγγενείς των πολιτικών την παραβιάζει κατάφωρα. Ο Κυριάκος Πιερρακάκης σε τηλεοπτικές δηλώσεις του χαρακτήρισε αυτή την κατάσταση «αδιανόητη» και συμπλήρωσε πως δεν μπορούσε καν να την αναφέρει στους συναδέλφους του υπουργούς Οικονομικών της Ε.Ε. Αυτά παρά το γεγονός πως η απαγόρευση που ισχύει από το 2016 ουδέποτε έχει δεχθεί προσφυγή σε ευρωπαϊκό δικαστήριο. Αντίστοιχα, ουδέποτε έχει υπάρξει κύρωση στην Ελλάδα για το ζήτημα αυτό. Να σημειώσουμε πως η κυβέρνηση δεν έχει δείξει ανάλογη… προθυμία να αλλάξει τη νομοθεσία σε περιπτώσεις παραβίασης του ευρωπαϊκού δικαίου για τις οποίες έχει καταδικαστεί και δεχθεί πρόστιμα, όπως για παράδειγμα το μεταναστευτικό.
Αξίζει να αναφέρουμε επίσης πως η καθολική απαγόρευση για την επιχειρηματική δραστηριότητα συγγενών πολιτικών στο εξωτερικό θεσπίστηκε από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ το 2016. Δεν ήταν όμως αυτή η αρχική του πρόθεση. Η αρχική ρύθμιση που είχε κατατεθεί από τον τότε υπουργό Δικαιοσύνης, Δημήτρη Παπαγγελόπουλο, ήταν ανάλογη αυτής που ψήφισε την προηγούμενη εβδομάδα η Νέα Δημοκρατία. Τότε όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δεχθεί από την Ν.Δ αντίστοιχη κριτική με αυτή που ασκεί σήμερα στην κυβέρνηση: Περί νομιμοποίησης offshore των συγγενών πολιτικών προσώπων.
Ακόμη και αν το δούμε διαχρονικά, όμως, το θέμα, το «ευρωπαϊκό δίκαιο» αποτελεί μόνιμο πρόβλημα, σε κάθε περίπτωση που έχει θεσπιστεί ένα εγχώριο μέτρο διαφάνειας, έστω και αν αυτό έχει ως κίνητρο τις κατά καιρούς εγχώριες αντιπαραθέσεις του ελληνικού κεφαλαίου. Ενδεικτικά αναφέρουμε πως η προσφυγή στα όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν αυτή που οδήγησε στο να «καταπέσει» η περίφημη νομοθεσία της κυβέρνησης του Κώστα Καραμανλή για τον «βασικό μέτοχο». Πιο συγκεκριμένα η ρύθμιση που όριζε πως είναι ασύμβατη η ιδιότητα ιδιοκτήτη Μέσου Μαζικής Ενημέρωσης και Εργολήπτη του Δημοσίου. Μια πρόβλεψη που πάλι «έβρισκε μπροστά της» τις offshore, μιας και τέτοιες εταιρείες, κατά βάση, αποτελούν τους μετόχους των εταιρειών που διαχειρίζονται ΜΜΕ, όπως προκύπτει άλλωστε από τα μετοχολόγια που κατά καιρούς έχουν κατατεθεί είτε στο Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης ή ακόμη και στο ελληνικό κοινοβούλιο.
Επίσης είναι το ευρωπαϊκό δίκαιο που επικαλούνται οι εκάστοτε κυβερνήσεις που ομνύουν στη συμμετοχή της χώρας στην Ε.Ε. κάθε φορά που προτείνονται μέτρα διαφάνειας στη λειτουργία της «ελεύθερης αγοράς». Για παράδειγμα, αυτό της υποχρεωτικής ονομαστικοποίησης μετοχών μέχρι φυσικού προσώπου, σε κάθε εταιρεία που δραστηριοποιείται με οποιονδήποτε τρόπο στην χώρα ή τίθεται θέμα συμμετοχής σε αυτή προσώπου που διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα. Ένα μέτρο που εύλογα εκτιμά κανείς πως θα «έλυνε» αρκετά από τα «μυστήρια» που έχουν κατά καιρούς ταλανίσει την πολιτική ζωή με τη μορφή σκανδάλων.
Εφεξής…
Αξίζει, τέλος, να επισημάνουμε κι ένα επιχείρημα ακόμη που υιοθετήθηκε από κοινοβουλευτικό στέλεχος της κυβέρνησης, αναφορικά με την τροπολογία για τις αλλοδαπές εταιρείες συγγενών πολιτικών προσώπων. Πρόκειται για μία επισήμανση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Ν.Δ, Θανάση Πλεύρη.
Σε αυτή χαρακτήρισε έωλο το επιχείρημα που λέει πως οι αλλοδαπές εταιρείες μπορεί να συνδεθούν με offshore. Υποστήριξε, δε, πως αυτό μπορεί να συμβεί και με τις εταιρείες που …εδρεύουν στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία εξαιρετικά κυνική παραδοχή, που πιθανότατα έχει μεγάλη δόση αλήθειας. Προκαλεί εύλογα ερωτηματικά, μιας και ένα στέλεχος της Ν.Δ εκτιμά – ουσιαστικά – πως δεν μπορούν να ελεγχθούν καθόλου οι διαδρομές πιθανού «μαύρου» πολιτικού χρήματος. Κι αυτά σε μια περίοδο, μάλιστα, που η χώρα εκτελεί ευρωπαϊκά προγράμματα δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ κι ετοιμάζεται να εκτελέσει προγράμματα αμυντικών εξοπλισμών ακόμη μεγαλύτερου οικονομικού διαμετρήματος.