Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Η δικαιοσύνη πυροβολεί τα πόδια της!

Τις τελευταίες μέρες έχει απασχολήσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας, τα κόκκινα δάνεια και η απόφαση του Αρείου Πάγου για τα funds -- Υπάρχουν προφανώς ποινικά κολάσιμες πράξεις και μάλιστα με εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό, που θα πρέπει να απασχολήσουν άμεσα τον Εισαγγελέα του ΑΠ κ. Ισίδωρο Ντογιάκο -- του Παναγιώτη Σταμάτη* από το dikastiko.gr

 του Παναγιώτη Σταμάτη* από το dikastiko.gr

Τις τελευταίες μέρες έχει απασχολήσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας, τα κόκκινα δάνεια και η απόφαση του Αρείου Πάγου για τα funds. Πως φτάσαμε όμως εδώ, μια σύντομη χρονική ανάλυση είναι επιβεβλημένη για την ορθή κρίση των γεγονότων που συνέτειναν σε αυτή.

Στις 19-10-22 ο Υπουργός των Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, “προέβλεψε” ότι το φλέγον ζήτημα της νομιμοποίησης των servicers να διενεργούν πλειστηριασμούς θα επιλύετο στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Στις 10-11-22 δημοσιεύτηκε η ΑΠ 1873/2022 παραπεμπτική απόφαση του Τμήματος του ΑΠ στην Πλήρη Ολομέλεια.  Λίγες μέρες μετά ο επικεφαλής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, προέβλεψε τη θετική για servicers και funds έκβαση της υπόθεσης.

Το επίδικο θέμα που παραπέμφθηκε στην  ΟλομΑΠ λόγω αντιθέτων αποφάσεων των Τμημάτων του ΑΠ (ΑΠ 822/2022 και ΑΠ 1102/2022) ήταν εάν συντρέχει λόγος για την εξαιρετική νομιμοποίηση των διαχειριστριών εταιρειών κατά αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4354/2015 στις διατάξεις του ν. 3156/2003.

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου σε πλήρη σύνθεση συνεδρίασε στις 26-01-23 με τον Εισαγγελέα και την Εισηγήτρια Δικαστή να τάσσονται υπέρ των servicers, funds και κατά των δανειοληπτών.

Είναι αξιοσημείωτο  το γεγονός κατά το οποίο, το Ανώτατο Δικαστήριο βγάζει απόφαση σε χρόνο ρεκόρ, 26-01-2023 έγινε η δίκη στην Ολομέλεια του ΑΠ και 08-02-2023 έγινε η διάσκεψη 12 μέρες μετά  (χρόνος ρεκόρ). Η ανώτατη δικαιοσύνη κινείται ταχύτατα όταν ο διάδικος είναι τράπεζα, αποφασίζει υπέρ των servicers, των εκπροσώπων δηλαδή των funds, ενώ την ίδια στιγμή οι οφειλέτες αναμένουν έως και δύο  χρόνια τις αποφάσεις επί των αιτήσεών τους για ρύθμιση των δανείων τους.

Προσφάτως είδαν το φως της δημοσιότητας, δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, βάσει των οποίων το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο της χώρας (ΑΠ) σε πλήρη ολομέλεια εισήλθε σε διάσκεψη προκειμένου να λάβει μια εξαιρετικής σπουδαιότητος απόφαση σχετικά με το αν μπορεί με συμφωνία να επεκτείνονται τα όρια της εκπροσώπησης των υποκειμένων της δίκης ενώπιον της Δικαιοσύνης.

Δηλαδή το μοναδικό νομικό ζήτημα, στο οποίο κλήθηκε η Ολομέλεια να απαντήσει ήταν εάν σύμφωνα με τον ισχύοντα σήμερα νόμο είναι επιτρεπτή η ως άνω επιλεκτική αναλογική εφαρμογή άσχετα οποιωνδήποτε δήθεν πολιτικών και οικονομικών συνεπειών που τυχόν μπορεί να επιφέρει τυχόν αρνητική απόφαση Της, κατά τους ισχυρισμούς των τραπεζών και της Κυβέρνησης.

Το τελευταίο είναι αμιγώς ζήτημα πολιτικής βούλησης και νομοθετικής ρύθμισης για τα οποία η δικαιοσύνη δεν είναι αρμόδια να επιλύσει, ούτε φυσικά να δεχθεί εκ πλαγίων να νομοθετήσει (αρχή της διάκρισης των εξουσιών).

Δηλαδή απλά το ζήτημα ήταν αν μπορείς να παρασταθείς στο δικαστήριο για λογαριασμό άλλου και να διεκδικήσεις τις απαιτήσεις του προσφεύγοντας υπέρ του, ακόμη και για αναγκαστική εκτέλεση και πλειστηριασμό. Αν δηλαδή οι λεγόμενοι ¨services¨, οι υπεργολάβοι των πλειστηριασμών για λογαριασμό των funds, με νομικούς όρους «διαχειριστές απαιτήσεων» μπορούν να παρασταθούν ενώπιον των δικαστηρίων, χωρίς να έχουν συμβατικό δεσμό (άμεσο) με τους αντιδίκους τους.

Αυτό ήταν το ζήτημα επί του οποίου εκλήθη να αποφανθεί η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου στην προχθεσινή της διάσκεψη. Αφορούσε την λεγόμενη «ξενοδικία». Των πραγμάτων ούτως εχόντων, και δοθέντος ότι το δικαστήριο αποφάσισε με ψήφους 56 έναντι 9 υπέρ των funds αλλά και υπέρ των τραπεζών τις οποίες με νόμο του 2003 (όταν δεν υπήρχαν κόκκινα δάνεια), τα συγκεκριμένα funds, απαλλάχθηκαν από φορολογία ύψους 58 δις ευρώ (για τις μεταβιβάσεις των απαιτήσεων).

Συγκεκριμένα ο ν.3156/2003, όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα, με τον ν.4745/2020, παρέχει στα funds 14 απαλλαγές από φόρους, τέλη κ.λπ., κάτι που έχει ως αποτέλεσμα τη μη απόδοση στο Ελληνικό Δημόσιο τεράστιων ποσών (ζημία 58,80 δισ. ευρώ). Μόνο από τη μη απόδοση φόρου εισοδήματος το Δημόσιο έχασε 15,2 δισ. ευρώ και από τον φόρο μεταβίβασης δεν μπήκαν στον κρατικό κορβανά 12 δισ. ευρώ, για τέλη χαρτοσήμου (14,4 δισ.), ΕΝΦΙΑ (2,5 δισ.), εισφορά νόμου 128/1975 (2,4 δισ.), δικαιώματα συμβολαιογράφων (8 δισ.), τέλη και δικαιώματα Υποθηκοφυλακείου (2 δισ.), δικαιώματα υπέρ Δημοσίου (0,10 δισ.) και δικαιώματα Ταμείου Νομικών (2 δισ).

Τα εν λόγω δημοσιεύματα, εκτός από το γεγονός της πραγμάτωσης διάσκεψης, γεγονός το οποίο αυτό καθ’ αυτό απολαύει μυστικότητας, είχαν εκτεταμένες αναφορές περί ύπαρξης μειοψηφίας (9) και πλειοψηφίας (54), παράθεση της άποψης της πλειοψηφίας καθώς και το αιτιολογικό της απόφασης σε χρόνο που η απόφαση δεν είχε εκδοθεί, έφεραν δε, και πηχυαίους τίτλους όπως:

“Πρωτοφανείς διάλογοι δικαστών στον Άρειο Πάγο υπέρ πλειστηριασμών! Προπηλακίστηκαν λεκτικώς οι εννέα αρεοπαγίτες που διαφώνησαν”

«Δεν θα επιβραβεύσουμε τους κακοπληρωτές! Αν πούμε όχι θα οδηγηθούμε σε νέο μνημόνιο και θα χάσουμε την επενδυτική βαθμίδα! Θα αυξηθεί το χρέος και θα μας βάλουν σε επιτήρηση» και άλλα βαρύγδουπα, παρά το γεγονός, ότι η απόφαση παραμένει μη εκδοθείσα μέχρι την ημέρα της σύνταξης του παρόντος άρθρου.

Τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, προκάλεσαν μια άνευ προηγουμένου αναστάτωση σε χιλιάδες οικογένειες δανειοληπτών και εγγυητών, δημιουργώντας σ’ αυτούς ταυτόχρονα εύλογες καλόπιστες απορίες, ποιός είχε προνομιακή ενημέρωση, ότι έλαβε χώρα διάσκεψη και για ποιό λόγο, από που αντλήθηκε η γνώση για όσα διαδραματίστηκαν εντός αυτής, ποιός προέβη στην συγκεκριμένη “διαρροή” και  για ποιό σκοπό και εν τέλει αυτή η “διαρροή” στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (ΜΜΕ).

Σε τι ακριβώς στόχευε την στιγμή που στυγνά παραβιαζόταν μία από τις βασικές αρχές του δικαιϊκού συστήματος, η αρχή της μυστικότητας της διάσκεψης, η οποία δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί ακόμη κι αν εξυπηρετούνταν το δημόσιο συμφέρον, ή η λειτουργία της ενημέρωσης, μάλιστα για αυτό έχει προβλέψει ρητά ο νομοθέτης (ν. 4619/2019) Παραβίαση δικαστικού απορρήτου, στη παρ. 1 & 3 του άρθρου 251ΠΚ ότι:

«1.– Όποιος καλείται κατά νόμο να ασκήσει δικαστικά καθήκοντα ή ο διαιτητής, αν με οποιονδήποτε τρόπο γνωστοποιεί σε άλλον, αφήνει να περιέλθει στην κατοχή ή γνώση άλλου, ανακοινώνει ή διαδίδει δικαστικό απόρρητο, τιμωρείται με φυλάκιση και χρηματική ποινή. Αν με την πράξη σκόπευε να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον οποιοδήποτε όφελος ή να βλάψει άλλον, επιβάλλεται φυλάκιση τουλάχιστον τριών ετών και χρηματική ποινή. Η παράβαση αυτή τιμωρείται και αν τελέστηκε μετά την αποχώρηση από την υπηρεσία.

2.– Με την ίδια ποινή τιμωρείται και εκείνος στον οποίο το δικαστικό απόρρητο ήταν προσιτό λόγω της υπηρεσίας του ή της συμμετοχής του στη διαδικασία ως δικηγόρου ή διαδίκου.

3.–Το δικαστικό απόρρητο κατά το άρθρο αυτό αφορά γεγονότα, έγγραφα ή πληροφορίες όταν αυτά σχετίζονται με: α) συνεδρίαση δικαστικού συμβουλίου, β) διάσκεψη ή μυστική ψηφοφορία, γ) πράξεις που διενεργούνται στη διάρκεια της ανάκρισης, δ) συνεδρίαση δικαστηρίου που έχει διεξαχθεί κεκλεισμένων των θυρών, όταν από τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της προκαλείται κίνδυνος προσβολής άλλου ή ε) στοιχεία που σχετίζονται με διαιτησία ή διαμεσολάβηση, όταν η δημοσιοποίησή τους δημιουργεί κίνδυνο προσβολής του ενός μέρους».

Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, στο άρθρο 251 ΠΚ τυποποιείται το έγκλημα της παραβίασης δικαστικού απορρήτου. Σημαντική καινοτομία της συγκεκριμένης διάταξης είναι το ότι δίδεται σε αυτή συγκεκριμένος ορισμός του δικαστικού απορρήτου (παρ. 3). Επιπλέον, στην ίδια διάταξη διαμορφώνεται µια διακεκριμένη μορφή του εγκλήματος, όταν ο δράστης σκοπεύει να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον οποιοδήποτε όφελος ή να βλάψει άλλον (παρ. 1 εδ. β΄), ενώ διευρύνεται και το περιεχόμενο του εγκλήματος που τυποποιείται στην δεύτερη παράγραφο του άρθρου, εφόσον δράστης δεν είναι µόνο αυτός που έχει παρευρεθεί στη διάσκεψη, αλλά κάθε ένας στον οποίο το δικαστικό απόρρητο ήταν προσιτό λόγω της υπηρεσίας του ή της συμμετοχής του στη διαδικασία ως δικηγόρου ή διαδίκου.

Η αρχή της μυστικότητας των διασκέψεων των πολυμελών συνθέσεων αποτελεί βασική αρχή σε όλο το φάσμα της δικαιοδοσίας των πολιτικών ποινικών και διοικητικών δικαστηρίων, ενώ θεωρείται βαρύτατο θεσμικό ατόπημα η παραβίασής της.

Το απόρρητο των διασκέψεων αποβλέπει στην προστασία του κύρους της Δικαιοσύνης και στην κατοχύρωση της δικαστικής ανεξαρτησίας. Για τον λόγο αυτό δεν επιτρέπεται ούτε άμεση, ούτε έμμεση ανακοίνωση και ως εκ τούτων αποκλείονται τα δημοσιεύματα και οι προφορικές γνωστοποιήσεις των διαβουλεύσεων της διασκέψεως και αν ακόμη έχουν προηγηθεί άλλες διαρροές ή γνωστοποιήσεις.

Είναι πασιφανές, υπό τα ως άνω δεδομένα ότι κάθε παραβίαση της αρχής της μυστικότητας των διασκέψεων είναι μία αδιανόητη ενέργεια που πρωτίστως πλήττει την ίδια τη Δικαιοσύνη και όταν αυτή επισυμβαίνει στο ανώτατο επίπεδο αυτής πλήττει καίρια και κάθε εμπιστοσύνη στο θεσμό της.

Εύκολα μπορεί να υποθέσει ο πιο καλόπιστος δανειολήπτης, ότι η απόφαση της Ολομέλειας λήφθηκε και διέρρευσε κατ’ εντολήν της κυβέρνησης στη βάση της Μακιαβελικής αρχής «κάνε το καλό αργά και σε δόσεις και το κακό αμέσως και μονομιάς».

Είναι ένα πραγματικά τεράστιο πρόβλημα, το γεγονός κατά το οποίο, μετά από όλα αυτά, 700.000 ακίνητα αξίας 110 δις ευρώ, θα βγουν στο σφυρί με συνοπτικές διαδικασίες.

Στη συνέχεια τα δημοσιεύματα αναφέρονται στους εννέα δικαστές που διαφώνησαν (μειοψηφία), με το πράσινο φως για τους πλειστηριασμούς και λέγεται ότι δέχθηκαν λεκτικούς προπηλακισμούς μέχρι τέλους προκειμένου να καμφθούν και να υπαναχωρήσουν από τις απόψεις τους.

Αλλά το χειρότερο, είναι αν όντως αυτό συνέβη, δηλαδή, ότι πίσω από τις κλειστές πόρτες των γραφείων (όχι εντός της διάσκεψης) έγινε, σύμφωνα με πληροφορίες των δημοσιευμάτων, απόπειρα πειθούς για αλλαγή στάσης με τα εξής επιχειρήματα: «Σιγά, μην επιβραβεύσουμε τους κακοπληρωτές».

Επίσης λέγεται πως ακούστηκε το επιχείρημα ότι «αν αποφασίσουμε διαφορετικά θα καταπέσουν οι εγγυήσεις του «Ηρακλή»«θα αυξηθεί το δημόσιο χρέος κατά 18 δις ευρώ με νέα απόφαση της Eurostat και θα οδηγηθούμε σε νέο μνημόνιο». Υποστηρίζεται επίσης ότι ακούστηκε πίσω από τις κλειστές πόρτες η άποψη ότι «αν αποφασίσουμε διαφορετικά υπέρ των δανειοληπτών θα χάσουμε την επενδυτική βαθμίδα».

Σύμφωνα δε με το ανωτέρω δημοσίευμα «δικηγόροι τραπεζών και καθηγητές, την εβδομάδα που ακολούθησε της εκδίκασης κυκλοφορούσαν στους διαδρόμους και σε γραφεία του ΑΠ, προσπαθώντας να επηρεάσουν το κλίμα υπέρ των εταιριών διαχείρισης».

Πλην όμως γι’ αυτό  ο νομοθέτης έχει ρητά προβλέψει (ν. 4619/2019)  άρθρο 167Α ΠΚ Αθέμιτη επιρροή σε δικαστικούς λειτουργούς «όποιος εκτός από τις περιπτώσεις των άρθρων 167 και 237 επιχειρεί με αθέμιτη επιρροή ή πίεση ή με απειλή να επιβάλει σε δικαστικό λειτουργό, διαιτητή ή ένορκο την ενέργεια πράξης που ανάγεται στα καθήκοντά του ή την παράλειψη νόμιμης πράξης ή την ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένου διαδίκου τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και χρηματική ποινή.»

Αληθείς υποτιθέμενοι οι διάλογοι ανωτάτων δικαστών, όπως δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα ΕΣΤΙΑ και στον ηλεκτρονικό τύπο, καθιστούν επιτακτική την ανάγκη άμεσης και ριζικής κάθαρσης της Δικαιοσύνης.

Δεν είναι δυνατόν οι δικαστές να μιλούν για “κίνδυνο μνημονίων”, “αντιμετώπιση μπαταχτσήδων” ή “επενδυτικές βαθμίδες”, καθώς αυτά εκφεύγουν της συνταγματικής τους εξουσίας.

Κατά δε το άρθρο 26 Σ.«η νομοθετική λειτουργία ασκείται από τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, η εκτελεστική λειτουργία ασκείται από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και την Κυβέρνηση και η δικαστική λειτουργία ασκείται από τα δικαστήρια, οι αποφάσεις τους εκτελούνται στο όνομα του Ελληνικού Λαού».

Συνεπώς, δεν είναι, στα καθήκοντα των δικαστών, ούτε μπορεί να λογιστεί ότι εντάσσεται σε αυτά επ’ ευκαιρία άσκησης των καθηκόντων τους, επιχειρηματολογία ή παρεμπίπτουσα κρίση αναφορικά με πολιτικά ζητήματα.

Διότι, όχι μόνο δεν έχουν την απαιτούμενη αρμοδιότητα και συνταγματική εξουσία προς τούτο, αλλά διότι δεν έχουν την απαιτούμενη δημοκρατική νομιμοποίηση να ενδύουν με τον μανδύα της δικαστικής απόφασής τους πολιτικά επιχειρήματα ή απόψεις.

Η απόπειρα ένδυσης πολιτικών επιχειρημάτων ή απόψεων με τον μανδύα της δικαστικής απόφασης, συνιστά κατάφωρη παραβίαση του θεσμικού ρόλου των δικαστών και καθιστά αναγκαίο τον θεσμικό επαναπροσδιορισμό του ρόλου τους, με σεβασμό στο Σύνταγμα της χώρας, όχι με πρόθεση ρεβανσισμού ή ποδηγέτησης της κρίσης τους, αλλά με πρόθεση να μην μετατρέπονται, δια των αποφάσεων Τους, σε ανομιμοποίητο βραχίονα της εκτελεστικής ή και, της νομοθετικής εξουσίας.

Στο σημείο αυτό θα σας υπενθυμίσω τα λόγια δύο Προέδρων των Ενώσεων Δικαστών:

Στις 10-2-2023  ο κ. Παναγιώτης Δανιάς Πρόεδρος Ένωσης Διοικητικών Δικαστών κατά την ετήσια Γενική Συνέλευσή της είπε:

«Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να μιλήσουμε με ασφάλεια για μια “δικαστικοποίηση” της πολιτικής. Το ζητούμενο, όμως, είναι πως αυτή δεν θα επιφέρει και το αντίστροφο: Την πολιτικοποίηση της Δικαιοσύνης»

Στις 14-2-2022,, στη Γενική Συνέλευση, ο κ. Χρ. Σεβαστίδης πρώην Πρόεδρος Εν.Δ.Ε θα πει:

[…Τέλος, σημειώνω την μόνιμη επωδό των τελευταίων ετών που ακούστηκε και από τα χείλη του πρωθυπουργού. Ότι δηλαδή η Δικαιοσύνη είναι «βατήρας της οικονομικής προόδου της χώρας, καθώς έχει τεκμηριωθεί επιστημονικά ότι ειδικά η καθυστέρηση στην εκδίκαση αστικών και εμπορικών υποθέσεων συνεπάγεται σοβαρή επιβράδυνση της εγχώριας ανάπτυξης». Αυτή είναι η συνταγματική μας αποστολή κυρίες και κύριοι συνάδελφοι; Να γίνουμε ο βατήρας της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας; Να γίνουμε το εργαλείο προσέλκυσης επενδύσεων; Η Ένωσή μας το έχει επαναλάβει πολλές φορές και θα το λέμε συνέχεια, όσο βλέπουμε να καλλιεργείται μεθοδικά και συστηματικά μια τέτοια αντίληψη. Η οικονομική πολιτική μιας χώρας, η προτεραιοποίηση των κοινωνικών αναγκών, η στήριξη του δημόσιου και κοινωνικού χαρακτήρα του Κράτους ή αντίστροφα η ιδιαίτερη μέριμνα για την προώθηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων καθορίζεται από την δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση και υλοποιείται από τον διοικητικό μηχανισμό. Η Δικαιοσύνη ωστόσο οφείλει κατά το Σύνταγμα να παραμένει αμέτοχη και αποστασιοποιημένη από τέτοιες πολιτικές επιλογές που πολλές φορές είναι συγκυριακές και ευμετάβλητες…].

Δεν είναι πρώτη φορά η παραβίαση της μυστικότητας της διάσκεψης της ΟλομΑΠ, είχε και πάλι διαρρεύσει το 2019, στην υπόθεση των δανείων σε Ελβετικό φράγκο, σε ατομική υπόθεση δανειολήπτριας που κλήθηκε να επιλύσει η Ολομέλεια, ένα σοβαρό νομικό ζήτημα που είχε διχάσει τα Δικαστήρια Ουσίας σε συναφείς υποθέσεις.

Και πάλι υπήρξαν πολλά δημοσιεύματα, που εκτός από το γεγονός της πραγμάτωσης της διάσκεψης, είχαν εκτεταμένες αναφορές περί ύπαρξης μειοψηφίας και πλειοψηφίας, ακριβή αριθμό δικαστών που πλειοψήφησαν και μειοψήφησαν, παράθεση της άποψης συγκεκριμένων δικαστών, καθώς και το αιτιολογικό της απόφασης σε χρόνο που η απόφαση δεν είχε εκδοθεί.

Είναι αξιοσημείωτο ότι το 2018 ο τότε πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) κ.κ. Νικόλαος Σακελλαρίου, για το ίδιο θέμα, σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου, ανακοίνωσε ότι υπέβαλε την παραίτησή του, μετά τις διαρροές της διάσκεψης  για το ασφαλιστικό.

Συγκεκριμένα ανακοίνωσε ότι: «Στην απόφασή μου αυτή κατέληξα μετά την πρόσφατη παραβίαση του απορρήτου της διασκέψεως του Δικαστηρίου σχετικά με το νέο ασφαλιστικό σύστημα και την εύλογη αναταραχή που προκάλεσε σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία. Η αδιανόητη όσο και απαράδεκτη αυτή παραβίαση του δικαστικού απορρήτου, την οποία αντικειμενικά αδυνατώ να ελέγξω, επέφερε καίριο πλήγμα στην αξιοπιστία και το κύρος του θεσμού του Συμβουλίου της Επικρατείας και δεν μου επιτρέπει, πλέον, να εξακολουθήσω να ασκώ τα δικαστικά μου καθήκοντα με την δέουσα ηρεμία και νηφαλιότητα»…

«Αναμφιβόλως, ευρισκόμεθα προ μιας πολύ δυσχερούς καταστάσεως, η οποία, όμως, ευελπιστούμε ότι θα αντιμετωπισθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, για μία ακόμη φορά, από την ανεξάρτητο ελληνική Δικαιοσύνη, στην οποία μετακυλίεται, παγίως, από την εκάστοτε πολιτική εξουσία, η επίλυσις των πιο σημαντικών προβλημάτων της Χώρας».

Συνελόντι ειπείν, εκτός από τις επίμεμπτες πειθαρχικές πράξεις που συντελέστηκαν τελευταία, υπάρχουν προφανώς ποινικά κολάσιμες πράξεις και μάλιστα με εγγύτατο νομικό χαρακτηρισμό, που θα πρέπει να απασχολήσουν άμεσα τον Εισαγγελέα του ΑΠ κ.κ. Ισίδωρο Ντογιάκο, καθώς είναι επιβεβλημένο όλοι να εξακολουθήσουμε να εμπιστευόμεθα την Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, τελούντες πάντοτε εν πλήρη επιγνώσει του γεγονότος, ότι «Υπάρχουν ακόμη δικασταί εις τας Αθήνας».

*Παναγιώτης Σταμάτης, Συγγραφέας και Αξιωματικός Π.Ν.

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις