Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Υποκλοπές: Τι θα γίνει με το άνοιγμα της Βουλής

Η διαδικασία για την πολιτική συζήτηση, τη διερεύνηση του σκανδάλου και τα διαδικαστικά «κόλπα» που αναμένονται.

Οι μνημονιακές συνθήκες της τελευταίας δεκαετίας έχουν περίτρανα αποδείξει πως ο κοινοβουλευτικός θεσμός ουδέποτε «ξέφυγε» από τις πολιτικές σκοπιμότητες. Τα περισσότερα πολιτικά κόμματα (ιδίως όταν κυβερνούν) μπορεί να «ορκίζονται» σε αυτόν όμως μονίμως τον υποτάσσουν στις τακτικές τους και στις τρέχουσες «αναγκαιότητες». Προφανώς το σκάνδαλο των υποκλοπών δεν θα αποτελέσει εξαίρεση.

Μετά τις 22 Αυγούστου το πεδίο στο οποίο θα «αναπτυχθεί» η πολιτική αντιπαράθεση θα είναι το κοινοβούλιο. Ήδη μάλιστα έχουν διαφανεί οι τακτικές των κομμάτων και κυρίως οι προθέσεις του Μεγάρου Μαξίμου ώστε να περιορίσει την πολιτική και επικοινωνιακή «ζημιά» μέσων των διαδικασιών της Βουλής.

Διαδικαστικά

Η πρώτη «φάση» της κοινοβουλευτικής διαχείρισης του σκανδάλου των υποκλοπών θα ξεκινήσει από την συνεδρίαση της Διάσκεψης των Προέδρων. Πρόκειται για ένα διακομματικό όργανο στο οποίο μετέχουν οι εκπρόσωποι όλων των κομμάτων και έχει διαβουλευτικό χαρακτήρα. Δηλαδή το ζητούμενο είναι να επιτυγχάνεται η διακομματική συνεννόηση για ζητήματα διαδικαστικού χαρακτήρα.

Παρόλα αυτά η συγκεκριμένη συνεδρίαση που έχει από τώρα οριστεί για τις 22 Αυγούστου στη 1.00 μετά το μεσημέρι αναμένεται να είναι μία εξόχως πολιτική διαδικασία, αφού πίσω από τα διαδικαστικά θέματα θα υποκρύπτονται πολιτικές και επικοινωνιακές επιδιώξεις. Συνήθως στην Διάσκεψη των Προέδρων μετέχουν οι γραμματείς των Κοινοβουλευτικών Ομάδων ή οι κοινοβουλευτικοί εκπρόσωποι. Στην εν λόγω συνεδρίαση θα προεδρεύσει βέβαια ο πρόεδρος της Βουλής, Κώστας Τασούλας ενώ θα μετέχουν κορυφαία στελέχη των κομμάτων: Η Όλγα Γεροβασίλη (γραμματέας της Κ.Ο και μέλος της Π.Γ του ΣΥΡΙΖΑ), η Ευαγγελία Λιακούλη (γραμματέας της Κ.Ο και στενή συνεργάτιδα του Νίκου Ανδρουλάκη) το ΚΚΕ πιθανότατα θα εκπροσωπηθεί από τον Θανάση Παφίλη και το Μέρα 25 από την αντιπρόεδρο της Βουλής, Σοφία Σακοράφα.

Αντικείμενο της συνεδρίασης θα είναι αρχικά ο καθορισμός της προ ημερησίας διάταξης συζήτησης στην Βουλή με αντικείμενο το σκάνδαλο των υποκλοπών, αλλά και συνολικά ο καθορισμός των διαδικασιών για την διερεύνηση του θέματος από μία εξεταστική επιτροπή της Βουλής. Πρόκειται για δύο ζητήματα στα οποία έχει δεσμευθεί η κυβέρνηση μέσω του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και του κυβερνητικού εκπροσώπου Γιάννη Οικονόμου ότι αποδέχεται.

Η συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών η λογική θέλει να ορίζεται στις 23,24 ή 25 Αυγούστου μια και δεν συνηθίζεται τέτοιου είδους διαδικασίες να γίνονται την τελευταία ημέρα της εβδομάδας. Ερώτημα όμως αποτελεί το αν η κυβέρνηση θα επιδιώξει να κερδίσει περισσότερο (πολιτικό) χρόνο και έτσι να ζητήσει την διεξαγωγή της την ερχόμενη εβδομάδα.

Η συνεδρίαση της Θεσμών και Διαφάνειας

Το δεύτερο θέμα για το οποίο θα κληθεί να αποφασίσει το διακομματικό όργανο είναι η συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής. Πρόκειται για το θέμα που απασχολεί περισσότερο το ΠΑΣΟΚ και επιμένει ιδιαίτερα. Αιτία το ότι από στην προ ημερησίας διάταξης συζήτηση δεν θα μπορεί να βρίσκεται ο Νίκος Ανδρουλάκης αφού δεν είναι μέλος του κοινοβουλίου και έτσι στην Χαριλάου Τρικούπη θεωρούν πως θα μεταβληθεί σε αντιπαράθεση υψηλών τόνων ανάμεσα στον Κυριάκο Μητσοτάκη και τον Αλέξη Τσίπρα. Εκτίμηση που κάθε άλλο είναι μακριά από την πραγματικότητα.

Η κυβέρνηση αναμένεται να επιμείνει στην συνεδρίαση της Επιτροπής Θεσμών την εβδομάδα μεταξύ 29 Αυγούστου και 3 Σεπτεμβρίου, αφού δεν επιθυμεί την ταυτόχρονη διεξαγωγή των δύο διαδικασιών. Αυτό ερμηνεύεται από τα περισσότερα επιτελεία της αντιπολίτευσης με το σκεπτικό ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανησυχεί για το τι είναι πιθανόν να ειπωθεί στην Επιτροπή Θεσμών και τι είδους νέα στοιχεία θα προκύψουν. Ιδίως μάλιστα αν όντως κληθούν να καταθέσουν ο πρώην διοικητής της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων και ο πρώη γενικός γραμματέας του Μ.Μαξίμου Γρηγόρης Δημητριάδης, που παραιτήθηκαν λόγω του σκανδάλου.

Πάντως οι μέχρι στιγμής πληροφορίες λένε ότι η κυβέρνηση θα προκρίνει η ενημέρωση της επιτροπής να γίνει αποκλειστικά από τον νέο διοικητή της ΕΥΠ Θεμιστοκλή Δεμίρη που στο μεταξύ είχε τον χρόνο να ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα στην υπηρεσία. Επίσης η συνεδρίαση να γίνει υπό το καθεστώς αυστηρού πρωτοκόλλου εμπιστευτικότητας και με ισόβια ρήτρα. Το θέμα αυτό αναμένεται να γίνει πεδίο έντονης αντιπαράθεσης.


Η εξεταστική επιτροπή

Το τρίτο και εξίσου σημαντικό ζήτημα αφορά την σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής. Για το θέμα αυτό εκκρεμεί το αν θα κατατεθεί κοινή πρόταση στο κοινοβούλιο από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ (η οποία θα έχει ισχυρό συμβολισμό) ή το αν θα καταθέσει κάθε κόμμα ξεχωριστά το δικό του αίτημα.

Σε κάθε περίπτωση η σύσταση της εξεταστικής δεν μπορεί να αποφευχθεί, όχι μόνον γιατί έχει δεσμευθεί επ’ αυτού η Ν.Δ αλλά και γιατί το νέο σύνταγμα προβλέπει την δυνατότητα η αντιπολίτευση να μπορεί να προτείνει εξεταστικές επιτροπής για την σύσταση των οποίων απαιτούνται 120 ψήφοι. Υπέρ της επιτροπής έχουν ήδη ταχθεί ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ και το Μέρα 25.

Έτσι συγκεντρώνεται η απαραίτητη πλειοψηφία. Θυμίζουμε πως ακόμη και στις εξεταστικές που συστήνονται με πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης η κυβερνητική πλειοψηφία έχει την πλειοψηφία αφού αυτές διαμορφώνονται με βάση τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς. Μάλιστα η πλειοψηφία αυτή μπορεί να είναι αυξημένη εφόσον στηρίζει την κυβερνητική πλειοψηφία και ο βουλευτής που θα κληθεί να εκπροσωπήσει του ανεξάρτητους, πράγμα εξαιρετικά πιθανό.

Το επίμαχο θέμα όμως για την λειτουργία αυτής της επιτροπής είναι ο τρόπος που θα λειτουργήσει. Η κυβέρνηση έχει ήδη διαμηνύσει ότι οι διαδικασίες κοινοβουλευτικής διερεύνησης της υπόθεσης των υποκλοπών θα πρέπει να προσαρμοστούν στις ιδιαιτερότητες της υπόθεσης και στις ανάγκες της εθνικής ασφάλειας. Θυμίζουμε ότι στην πρόσφατη δημόσια δήλωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης είχε αναφέρει πως «η κυβέρνηση συμφώνησε αμέσως στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, η οποία προφανώς και θα λειτουργήσει υπό συνθήκες που η φύση του αντικειμένου που θα ερευνήσει επιβάλλει. Γιατί μία τέτοια υπεύθυνη διαδικασία δεν μπορεί, δεν πρέπει να μετατραπεί σε κατασκοπευτικό σήριαλ προς κομματική κατανάλωση. Ούτε, πολύ περισσότερο, να αποτελέσει αιτία υποβάθμισης της εθνικής συμβολής της ΕΥΠ και υπονόμευσης πτυχών της εθνικής ασφάλειας».

Με βάση αυτά προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα για την λειτουργία της. Ιδίως από την στιγμή που οι εξεταστικές επιτροπές έχουν –θεωρητικά – τις αρμοδιότητες εισαγγελικού και ανακριτικού λειτουργού. Δηλαδή τι θα σημαίνει αυτό για τους μάρτυρες που μπορούν να καταθέσουν αλλά και για τον τρόπο που θα πραγματοποιηθεί η ενημέρωση των πολιτών.

Μια ακόμη τακτική κίνηση που πιθανολογείται από την πλευρά της κυβέρνησης είναι η προσπάθεια της να διευρύνει το χρονικό εύρος της περιόδου που θα διερευνήσει το ζήτημα των υποκλοπών η Εξεταστική Επιτροπή. Γίνονται σκέψεις αυτή να διευρυνθεί είτε από το 2015 και μετά, είτε από το 2012, είτε ακόμη και από το 2009. Μια τέτοια εξέλιξη πάντως θα έχει σημασία και για το εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας αφού θα αφορά και την περίοδο της διακυβέρνησης της χώρας από τον Αντώνη Σαμαρά.

Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που έκανε επ’ αυτού μιλώντας στον ΣΚΑΙ ο υπουργός Δικαιοσύνης Κώστας Τσιάρας. Όπως είπε αναφερόμενος στις υποκλοπές πρέπει «να τα δούμε όλα αυτά σε βάθος χρόνου, επειδή η συζήτηση επικεντρώθηκε στο τι έγινε στο πρόσφατο παρελθόν είναι λογικό να τα δεις αυτά σε συγκεκριμένο βάθος χρόνου. Να δούμε αν υπήρχαν συγκεκριμένες ή διαφορετικές πρακτικές στο παρελθόν, κατά τη διάρκεια της θητείας διαφορετικών κυβερνήσεων, και να κάνουμε ένα συνολικό απολογισμό και να δούμε οποίες πρωτοβουλίες πρέπει να αναλάβουμε».  Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ αναμένεται να υπάρξει αντίδραση αφού μια τέτοια κίνηση θα αποτιμηθεί ως προσπάθεια να «χαθούν» οι παρακολουθήσεις που έχει παραδεχθεί ότι έκανε η κυβέρνηση σε μία γενικευμένη συζήτηση.

Τέλος αξίζει να σημειώσουμε ότι μία ακόμη πιθανή κοινοβουλευτική εξέλιξη βρίσκεται «στα χέρια» της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αφορά την δυνατότητά της να προκαλέσει συζήτηση για πρόταση δυσπιστίας εναντίον της κυβέρνησης. Αυτή προϋποθέτει την υπογραφή του 1/6 των μελών του κοινοβούλίου, δηλαδή 50 βουλευτές οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ είναι το μόνο κόμμα που τους διαθέτει. Φυσικά πρόταση δυσπιστίας μπορεί να κατατεθεί και από περισσότερα από ένα κόμματα. Η διαδικασία αυτή προβλέπει άμεσο σταμάτημα των εργασιών της Βουλής και έναρξη της συζήτησης μέσα σε ένα τριήμερο. Η διαδικασία καταλήγει σε ονομαστική και φανερή ψηφοφορία και αντικειμενικά συνιστά δοκιμασία συνοχής για το εκάστοτε κυβερνών κόμμα.

Σχετικά θέματα

Απόψεις