Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Από τη συμφωνία στο δημοψήφισμα – Το δίλημμα του ΣΥΡΙΖΑ και ο νέος «γόρδιος δεσμός»

Όπως έχει γράψει ο «Ημεροδρόμος», η κυβέρνηση ήδη από την προεκλογική της τακτική είχε εγκλωβιστεί σε μια αδιέξοδη ρητορική: Μέσα..

Όπως έχει γράψει ο «Ημεροδρόμος», η κυβέρνηση ήδη από την προεκλογική της τακτική είχε εγκλωβιστεί σε μια αδιέξοδη ρητορική: Μέσα στην ευρωζώνη, μέσα στην ΕΕ και αποδοχή των δεσμεύσεων με την Ένωση, από τη μια, κατάργηση των μνημονίων και «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας, από την άλλη. Το αδιέξοδο αυτό θα έσερνε την κυβέρνηση είτε σε μια συμφωνία πολιτικής ταφόπλακας, είτε σε ένα δημοψήφισμα παραδοχής της πολιτικής του αποτυχίας…

Η κυβέρνηση αποφάσισε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος την ερχόμενη Κυριακή, 5 Ιουλίου. Οι εξελίξεις είναι εξαιρετικά πυκνές και κανείς δεν μπορεί να διακινδυνεύσει μια πρόβλεψη. Παρ’ όλα αυτά, θα προσπαθήσουμε αφενός να προσδιορίσουμε τη φύση αυτού του δημοψηφίσματος, αλλά και τις πιθανές εξελίξεις που μπορεί να προκύψουν μετά από αυτό.

Πρώτα απ’ όλα ας προσπαθήσουμε να ξεκαθαρίσουμε γιατί γίνεται το δημοψήφισμα. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, στο διάγγελμα που απηύθυνε στον ελληνικό λαό, έκανε λόγο για εκβιαστική πρόταση των θεσμών και είπε: «Η πρόταση των θεσμών περιλαμβάνει: μέτρα που οδηγούν στην περαιτέρω απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, περικοπές συντάξεων, νέες μειώσεις στους μισθούς του δημοσίου τομέα καθώς και αύξηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, την εστίαση και τον τουρισμό, με ταυτόχρονη κατάργηση των ελαφρύνσεων στη νησιωτική Ελλάδα».

ΕΙΚΟΝΑ 1Οι διαφορές Ελλάδας και δανειστών

Ποιες ήταν, όμως, οι διαφορές ανάμεσα στην Ελλάδα και στην πρόταση των θεσμών, που οδήγησαν την κυβέρνηση στην απόφαση για δημοψήφισμα;

1ον: Στο πεδίο του ΦΠΑ, η Αθήνα πρότεινε τη διατήρηση της έκπτωσης του ΦΠΑ στα νησιά, σε αντίθεση με τους δανειστές. Ζήτησε, επίσης, να παραμείνουν στο 13% όλα τα τρόφιμα, τα ξενοδοχεία, και η εστίαση, ενώ οι θεσμοί ζήτησαν να πάνε στο 23% μη βασικά τρόφιμα καθώς και τα ξενοδοχεία και εστίαση. Ωστόσο, το βράδυ της Παρασκευής, υπήρξαν πληροφορίες ότι οι θεσμοί δέχονται ο ΦΠΑ στα ξενοδοχεία να πάει στο 13% αντί για 23%.

2ον: Στους άμεσους φόρους η Ελλάδα πρότεινε την επιβολή έκτακτης εισφοράς 12% στις κερδοφόρες επιχειρήσεις κάτι το οποίο δεν περιλαμβάνεται στην πρόταση των θεσμών. Επίσης, δεν δέχεται την αύξηση στο 100% της προκαταβολής φόρου, ενώ διαφωνεί στην κατάργηση της επιδότησης του αγροτικού πετρελαίου καθώς και για τη μείωση κατά 50% του κονδυλίου για το επίδομα θέρμανσης των νοικοκυριών.

3ον: Στο ασφαλιστικό: i). Η κυβέρνηση θέλει ο περιορισμός των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων να ξεκινήσει από όσους συνταξιοδοτούνται από τον Νοέμβριο και μετά ενώ οι θεσμοί ζητούν να ισχύσει άμεσα. ii). Θέλει το ΕΚΑΣ να καταργηθεί σταδιακά έως το 2018 ενώ οι θεσμοί ζητούν να κοπεί άμεσα στο 20% των δικαιούχων δηλαδή σε περίπου 55.000 συνταξιούχους. iii) Δεν δέχεται την εφαρμογή της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στα ασφαλιστικά ταμεία. iv) H αύξηση της εισφοράς υγείας στις κύριες συντάξεις (ισοδυναμεί με μείωση συντάξεων) από το 4% στο 5% και η εφαρμογή της εισφοράς και στις επικουρικές συντάξεις. Οι θεσμοί θέλουν την αύξηση της εισφοράς από το 4% στις 6%.

ΕΙΚΟΝΑ 2

Όπως μπορούμε να παρατηρήσουμε, οι διαφορές των δύο πλευρών είχαν σχεδόν καλυφθεί, καθώς σε όλα τα άλλα θέματα υπήρχε συμφωνία. Μάλιστα, όπως ανέφερε ο ανταποκριτής των Guardian στις Βρυξέλλες, μόλις (προχτές) την Παρασκευή το απόγευμα –δηλαδή, λίγες ώρες πριν την εξαγγελία του δημοψηφίσματος από την ελληνική κυβέρνηση‒ οι διαφορές ανάμεσα στην κυβέρνηση και στους δανειστές ήταν πλέον ελάχιστες και έφταναν μόλις τα 107 εκατ. ευρώ. Στο ίδιο ρεπορτάζ, επισημαίνονταν από ευρωπαίους αξιωματούχους ότι «είναι γελοίο να μπλοκάρει η συμφωνία για τόσα λίγα»!

Τι έγινε

Μετά τα παραπάνω, το ερώτημα είναι προφανές: Τι έγινε και η κυβέρνηση από εκεί που προσέγγιζε βήμα προς βήμα τις απαιτήσεις των δανειστών, τελικά, προτίμησε το δημοψήφισμα;

Όπως έχει γράψει ουκ ολίγες φορές ο «Ημεροδρόμος», η κυβέρνηση ήδη από την προεκλογική της τακτική είχε εγκλωβιστεί σε μια ρητορική, η οποία οδηγούσε σε «τοίχο». Από τη μια μέσα στην ευρωζώνη, μέσα στην ΕΕ, αποδοχή όλων των συμβάσεων και όλων των απαιτήσεων και δεσμεύσεων με την Ένωση. Από την άλλη, κατάργηση των μνημονίων και «παραγωγική ανασυγκρότηση» της χώρας. Προφανώς, αυτή η ρητορική ήταν αδιέξοδη. Το μόνο που έμενε στην κυβέρνηση ήταν να πιέσει για μία συμφωνία, στην οποία, όμως, θα περιλαμβάνονταν οπωσδήποτε δύο βασικά στοιχεία:

1ον: Διαγραφή ή έστω διευθέτηση μέρους του χρέους, με μια ρητή και ισχυρή δέσμευση από την πλευρά των εταίρων.

2ον: Ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης της ανάπτυξης.

ΕΙΚΟΝΑ 3

Από τη στιγμή, όμως, που οι εταίροι αρνούνταν πεισματικά οποιαδήποτε ρητή και ισχυρή αναφορά για τη διαγραφή ή διευθέτηση του χρέους, η κυβέρνηση άρχισε να ξεμένει από στρατηγικές επιλογές, που θα μπορούσε να «πουλήσει» ως επιτυχία στο εσωτερικό. Το αδιέξοδο, μάλιστα, μεγάλωνε όσο ο χρόνος εξαντλούνταν – μαζί με τα αποθεματικά των τραπεζών. Ο ΣΥΡΙΖΑ έβλεπε πως το πιθανότερο ήταν να συρθεί ‒στην κυριολεξία‒ σε μια επώδυνη συμφωνία, καθώς ακόμη και οι προτάσεις του ήταν εντός μνημονιακού πλαισίου.

Μια τέτοια συμφωνία, προφανώς, θα σήμαινε την «πολιτική ταφόπλακα» του ΣΥΡΙΖΑ και της όποιας προσπάθειάς του. Και αποφάσισε –κάτω από το βάρος των περιστάσεων‒ να «παίξει» το τελευταίο του «χαρτί»: Το δημοψήφισμα.

Εξαρχής οι πιθανότητες να φτάσουμε σε μια τέτοια κατάληξη ήταν ελάχιστες. Ωστόσο, και το μέγεθος του αδιεξόδου ήταν εκκωφαντικό. Η επιλογή από την πλευρά Τσίπρα ενός δημοψηφίσματος, σήμανε ταυτόχρονα και την αποτυχία της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, όπως αυτή είχε διατυπωθεί επί πέντε μήνες διακυβέρνησης. Γι’ αυτό και μέχρι πρότινος η ηγετική ομάδα δεν ήθελε… «ούτε να το ακούσει». Στην πράξη, δηλαδή, ο Τσίπρας είχε δύο επιλογές: Ή να υπογράψει συμφωνία με τους εταίρους, που θα σήμανε την πολιτική του ήττα, ή να υπογράψει την πράξη ενός δημοψηφίσματος, που θα σήμανε την πολιτική του αποτυχία. Προτίμησε το δεύτερο.

Και τώρα, που πάμε;

Ωστόσο, το ερώτημα που διατυπώθηκε από την κυβέρνηση (ναι ή όχι στην πρόταση των δανειστών), αλλά και ο χρόνος διατύπωσής του, αφήνει σχεδόν όλα τα ενδεχόμενα ανοιχτά:

  1. Αν ψηφιστεί το «ναι», τότε είναι σαφές ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να υπογράψει την πρόταση των δανειστών. Όμως, αυτή ήταν η πρόταση που η κυβέρνηση αρνούνταν να υπογράψει και είναι ο λόγος για τον οποίο έφτασε στο δημοψήφισμα. Άρα, πώς θα συνεχίσει να βρίσκεται στην κυβέρνηση εφαρμόζοντας ένα πρόγραμμα με το οποίο θα διαφωνεί; Ανοίγει, συνεπώς, η «κερκόπορτα» των εκλογών.

  2. Αν ψηφιστεί το «όχι», τότε αυτό τι θα σημαίνει; Ότι θα εφαρμοστεί η πρόταση της κυβέρνησης, μονομερώς, μιας και δεν την δέχονται οι δανειστές; Ή μήπως ότι «απαιτούμε» από τους δανειστές μια άλλου τύπου διαπραγμάτευση; Τι είναι όμως αυτό που διασφαλίζει την κυβέρνηση ότι δεν θα οδηγηθεί στα ίδια ή αντίστοιχα αποτελέσματα με τη σημερινή; Συνεπώς, αν ακολουθήσει ο ΣΥΡΙΖΑ αυτή την τακτική, οδηγείται αναγκαστικά σε νέο αδιέξοδο και εκλογές.

  3. Στη διάρκεια της επόμενης εβδομάδας και μέχρι τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος –αλλά και στη συνέχεια‒ η τρομοκρατία αναμένεται να ενταθεί. Ταυτόχρονα, δεν είναι απίθανο οι Ευρωπαίοι να εντείνουν τις πιέσεις τους κατά του ελληνικού λαού. Αν και σήμερα η ΕΚΤ αποφάσισε τη συνέχιση της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, μέσω ELA, εντούτοις δεν είναι απίθανο να κλείσει τη στρόφιγγα από την Τετάρτη, οπότε και λήγει η υπάρχουσα συμφωνία. Πώς θα απαντήσει, επί της ουσίας, η κυβέρνηση απέναντι σε αυτήν την κινδυνολογία; Ποιο είναι το σχέδιό της, όταν απορρίπτει ακόμη και την υπόθεση ότι το δημοψήφισμα αφορά την παραμονή στο ευρώ, πόσο δε μάλλον στην ΕΕ;

  4. Υπάρχει, όμως, και η πιθανότητα τη Δευτέρα που θα ανοίξουν οι αγορές τα δεκαετή ομόλογα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου να εκτιναχθούν και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια να καταβαραθρωθούν. Σε μια τέτοια περίπτωση, ίσως, να μην αποκλείεται και μια νέα πρόταση των δανειστών, που θα συμπεριλαμβάνει μια παράγραφος για το χρέος και, π.χ., την εξαίρεση των νησιών από το ΦΠΑ, με το ΣΥΡΙΖΑ στη συνέχεια να στηρίζει το ΝΑΙ, όπως είπε και ο Γιάνης Βαρουφάκης.

  5. Αλλά υπάρχει και το ενδεχόμενο οι Ευρωπαίοι να μην «αναγνωρίσουν» το δημοψήφισμα εν γένει, με την έννοια ότι ‒όπως είπε ο Γ. Ντάισελμπλουμ‒ η πρόταση των δανειστών δεν είναι πλέον στο τραπέζι. Εφόσον δεν είναι στο τραπέζι, οι Έλληνες ψηφίζουν κάτι που δεν υπάρχει.

Τι «υπέγραψε» ο Τσίπρας

Ο Τσίπρας, «υπογράφοντας» την πράξη δημοψηφίσματος άνοιξε ένα «καπάκι», το οποίο πιστεύει ότι μπορεί να ελέγξει. Που θα καταλήξει όλο αυτό, κανείς μας δεν το ξέρει. Ωστόσο, αυτό που έχει αξία είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίζοντας το δημοψήφισμα έκανε μια σειρά από παραδοχές:

  1. Παραδέχθηκε την πολιτική του ανεπάρκεια και την ήττα της κυβερνητικής πολιτικής, που στηριζόταν όλο το προηγούμενο διάστημα κάπου μεταξύ «σκληρής διαπραγμάτευσης» και «ευρωπαϊκής ιδέας». Το γεγονός ότι η εξαγγελία του δημοψηφίσματος (και άρα της πολιτικής του αποτυχίας) σηματοδοτεί ταυτόχρονα και μια πολιτική του «επιτυχία», είναι ένα από τα… παράδοξα της πολιτικής, το οποίο συνδέεται με τη συνολικότερη πολιτική κατάσταση και το status quo που επικρατεί στο πολιτικό γίγνεσθαι.

  2. Είναι ένα ερώτημα κατά πόσο αυτή η «επιτυχία» είναι βραχυχρόνια ή όχι. Διότι, η τοποθέτηση του ερωτήματος είναι τέτοια, που δεν αφήνει να αναπτυχθεί μέσα στο λαό μια συζήτηση για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, έξω από την ευρωζώνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Όσο αυτή η προοπτική συζήτησης «μπλοκάρεται» από την ηγεσία της κυβέρνησης, τόσο περισσότερο θα μεγαλώνει το αδιέξοδο.

  3. Αδιέξοδο, το οποίο εξωθούν οι «θεσμοί». Αν η ΕΚΤ υλοποιήσει μια απόφαση «παγώματος» της χρηματοδότησης των τραπεζών, από την Τετάρτη, τότε πλέον το δίλημμα θα είναι ξεκάθαρο ακόμα και για αυτούς που δεν το βλέπουν: Με την ΕΕ των τοκογλύφων ή με το λαό και τους εργαζόμενους; Αλλά σε αυτό το ερώτημα η κυβέρνηση αρνείται να μπει, τουλάχιστον μέχρι αυτήν τη στιγμή, αν και δεν αποκλείεται καθόλου να «συρθεί», λόγω των εξελίξεων, προς τα εκεί…

Σχετικά θέματα

Απόψεις