Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Συνεχής η υποβάθμιση και κίνδυνος κλεισίματος για τη Γαστρεντερολογική Κλινική του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας

Καταγγελίες για ελλείψεις από τον Θ. Ψύχο, γιατρό της κλινικής, την Ενωση Ιατρών Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας Λάρισα και το Εργατικό Κέντρο Λάρισας

Οι μεγάλες ελλείψεις σε γιατρούς, νοσηλευτικό προσωπικό και ιατροτρεχνολογικό εξοπλισμό, σε συνδυασμό με την αθλιότητα των κτιριακών υποδομών και των συνθηκών εργασίας, καθιστούν άκρως προβληματική τη λειτουργία της Γαστρεντερολογικής κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας (ΓΝΛ), με αποτέλεσμα διαρκή ταλαιπωρία και κινδύνους για τους ασθενείς.

Αυτά καταγγέλλει με αναφορά του προς την 5η ΥΠΕ Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας ο Θ. Ψύχος, γαστρεντερολόγος που εργάζεται στη συγκεκριμένη κλινική, επισημαίνοντας ότι «οι αρμόδιοι διοικούντες όχι μόνο δεν εργάζονται για την επίλυση αυτών των προβλημάτων, ανταποκρινόμενοι στα σχετικά αιτήματα που πάμπολλες φορές έχουν καταθέσει οι ιατροί του Τμήματος, αλλά επί της ουσίας με την τακτική τους συσσωρεύουν και νέα προβλήματα» και τονίζοντας πως «δημιουργείται η υπόνοια ότι προωθείται η διάλυση του Τμήματος, με τη διάχυση των γιατρών και του νοσηλευτικού προσωπικού σε άλλα Τμήματα και κλινικές του νοσοκομείου, στο πλαίσιο ενός γενικότερου σχεδίου για παραπέρα υποβάθμιση μέχρι και κλείσιμο του νοσοκομείου».

Ο Θ. Ψύχος κάνει εκτενή αναφορά στην  ιστορική διαδρομή της Γαστρεντερολογικής κλινικής την οποία χαρακτηρίζει «Οδύσσεια» – από το 1990 μέχρι το 1999 λειτουργούσε στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο  Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας που τότε ξεκινούσε τη λειτουργία του, από το 2005 μέχρι το 2012 λειτουργούσε παράλληλα με  την Πανεπιστημιακή Γαστρεντερολογική κλινική και στη συνέχεια  εντάχθηκε σ’ αυτή,  ενώ το 2018 αποφασίζεται η ανασύστασή της και η επαναφορά της στο Γενικό Νοσοκομείο –  υπογραμμίζοντας ότι, παρά τις περί του αντιθέτου πολλές υποσχέσεις των εκάστοτε κυβερνώντων και τοπικών αρμοδίων, δεν πάρθηκαν οι αποφάσεις και τα μέτρα που απαιτούνται ώστε η κλινική να λειτουργεί ανταποκρινόμενη στις ανάγκες των ασθενών της περιοχής.

Τα τρία βασικά προβλήματα που αναδεικνύει ο Θ. Ψύχος είναι:

1. Στέγαση κλινικής και ιατρών:Η κλινική και οι εργαζόμενοι στην ουσία παραμένουν άστεγοι, καθώς φιλοξενούνται στη Χειρουργική κλινική. Γραφείο Ιατρών δεν υπάρχει και στοιβάζονται στον χώρο του Ενδοσκοπικού και στους διαδρόμους του Ακτινοσκοπικού, με χώρο αλλαγής ιματισμού την τουαλέτα. Μετά τις τελευταίες διαμαρτυρίες παραχωρήθηκε εφημερείο – αποθήκη μέσα στην οποία υπάρχει πλήθος χαρτοκιβωτίων, που αναδίδουν υγρασία και μούχλα.

2. Ειδικευόμενοι: Αντί των 4 ειδικευόμενων Γαστρεντερολογίας που είχαν υποσχεθεί οι αρμόδιοι, υπηρετούν 3 ειδικευόμενοι με συμφωνία παραχώρησης υπεράριθμων της Παθολογίας. Για καιρό, αυτοί οι 3 ειδικευόμενοι κάλυπταν τις 24 εφημερίες του μήνα που τους αναλογούσαν (8 ανά ειδικευόμενο), ενώ έμεναν ακάλυπτες 6 έως 7 κλειστές (όταν δεν εφημερεύει το νοσοκομείο), οι οποίες για να είναι ασφαλείς καλύπτονταν από τον ειδικό γιατρό με μεικτή εφημέρευση και από τους φιλότιμους ειδικευόμενους γιατρούς της Χειρουργικής κλινικής. Και ενώ είναι προφανές ότι οι 3 δεν έφταναν για την κάλυψη των εφημεριών, ο διευθυντής της Ιατρικής Υπηρεσίας και ο διοικητής του νοσοκομείου προχώρησαν στη μη ανανέωση της σύμβασης μίας ειδικευόμενης, χωρίς την αντικατάστασή της. Στη διαμαρτυρία των γιατρών για τις ανασφαλείς και άκρως επικίνδυνες για τους ασθενείς εφημερίες, που ουσιαστικά οδηγούν στο κλείσιμο της κλινικής, η απάντηση των αρμόδιων ήταν να κλείσει και οι ασθενείς των εφημεριών να νοσηλεύονται σε άλλες κλινικές!

3. Νοσηλευτικό προσωπικό:Σύμφωνα με τα διεθνή και ελληνικά πρότυπα, για την εξυπηρέτηση των αναγκών μιας κλινικής όπως η συγκεκριμένη Γαστρεντερολογική χρειάζονται πάνω από 8 εκπαιδευμένοι νοσηλευτές και μία προϊσταμένη που θα ενορχηστρώνει το έργο τους. Αντ’ αυτού, υπηρετούν 3 νοσηλεύτριες, με μερική εκπαίδευση, και «άπειρος αριθμός» μετακινούμενων – ανεκπαίδευτων προσωρινών. Η μη ύπαρξη των αναγκαίου εκπαιδευμένου νοσηλευτικού προσωπικού έχει ως αποτέλεσμα να προκαλούνται συχνά ζημιές στον ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και να εκτίθεται σε κίνδυνο η υγεία, ακόμα και η ζωή των ασθενών.

Ανάλογα προβλήματα λειτουργίας αντιμετωπίζουν και άλλες κλινικές και τμήματα του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας – όπως και των άλλων νοσοκομείων της Θεσσαλίας κι όλης της χώρας – ως αποτέλεσμα της πολιτικής υποβάθμισης του δημόσιου συστήματος υγείας που εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις με την συνδρομή των εκάστοτε τοπικών «πληρεξούσιών» τους… 

«Τέμπη» υπάρχουν παντού 

Σε ανακοίνωσή της σχετικά με το θέμα η Ενωση Ιατρών Νοσοκομείων και Κέντρων Υγείας Λάρισας επισημαίνει μεταξύ άλλων ότι μαζί με τον λαό της περιοχής «δεν θα επιτρέψουμε την υποβάθμιση του Νοσοκομείου και, μέσω αυτής, τη σχεδιαζόμενη αλλαγή του χαρακτήρα του Νοσοκομείου, με σκοπό την ενίσχυση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων στον χώρο της Υγείας, οι οποίοι ειδικά στη Λάρισα είναι υπερδραστήριοι. Γιατί “Τέμπη” υπάρχουν παντού όπου μπαίνουν στη ζυγαριά τα κέρδη και η ανθρώπινη ζωή. Και έχουμε τη δύναμη να σταματήσουμε το έγκλημα σε βάρος της ζωής του λαού!».

Αντίστοιχα, η διοίκηση του Εργατικού Κέντρου τονίζει: «Το κράτος έχει συνέχεια, όπως αποδεικνύεται για ακόμα μια φορά. Επιλεκτικά ικανό όταν χρειάζεται να λύσει οποιοδήποτε θέμα προς όφελος των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων και συμφερόντων και επιλεκτικά ανίκανο όταν χρειάζονται λύσεις στα οξυμένα προβλήματα που αφορούν τη ζωή του λαού μας. Ο λαός μας χρειάζεται να πάρει την προστασία της ζωής του στα χέρια του, γιατί, όπως φαίνεται, “Τέμπη” υπάρχουν παντού».

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις