Από τις πρώτες μέρες της γερμανικής κατοχής η Αντίσταση στην Αθήνα πήρε και τη μορφή του σαμποτάζ. Στη αρχή διάφορες μικρές ομάδες και μεμονωμένοι πατριώτες προχωρούσαν σε σαμποτάζ της παραγωγής μέσα στα εργοστάσια. Αργότερα, περνώντας σε πιο αποφασιστικό στάδιο η Εθνική Αντίσταση, από τις αρχές του 1942, οι δολιοφθορές άρχισαν να παίρνουν πιο οργανωμένη μορφή. Στα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις παραγωγής πολεμικού υλικού, τα μέλη του ΕΑΜ και άλλοι πατριώτες, έριχναν συστηματικά τους ρυθμούς παραγωγής.
Ένα από τα πιο σοβαρά σαμποτάζ, μια από τις πιο σπουδαίες και λαμπρές σελίδες της Εθνικής Αντίστασης, ήταν εκείνο του Καλυκοποιείου Μαλτσινιώτη, στην όμορφη πόλη του Υμηττού, στις ανατολικές συνοικίες της Αθήνας.
Στο εργοστάσιο του Μαλτσινιώτη οι Γερμανοί επισκεύαζαν κινητήρες των πολεμικών τους αεροπλάνων και στη συνέχεια τους έστελναν στα μέτωπα της Λιβύης και του Ελ Αλαμέιν. Για δύο σχεδόν χρόνια μια ομάδα ΕΑΜίτες Ελληνες εργάτες, με καθοδήγηση από το Εργατικό ΕΑΜ και σε συνεργασία με τον επικηρυγμένο από τους Γερμανούς σαμποτέρ Γιούρα Ιβάνοφ, κατέστρεφαν τους κινητήρες των αεροπλάνων με έναν έξυπνο τρόπο, έτσι ώστε οι Γερμανοί δεν μπορούσαν να το ανακαλύψουν. Οι σαμποτέρ ύστερα από την επισκευή και δοκιμή των κινητήρων κατάφερναν να ρίχνουν μέσα στη μηχανή ρινίσματα σιδήρου και μολυβιού. Όταν, αργότερα τοποθετούσαν τον κινητήρα στο αεροπλάνο, αυτός λειτουργούσε, αλλά συνήθως μισή ώρα μετά την απογείωσή του, το αεροπλάνο έπεφτε με κατεστραμμένο τον κινητήρα του.
Πάνω από 65 κινητήρες αεροπλάνων σαμποταρίστηκαν με αποτέλεσμα να συντριβούν πολλά γερμανικά αεροσκάφη και να σκοτωθούν δεκάδες Γερμανοί αεροπόροι.
Στις αρχές του 1943, οι Γερμανοί, από κάποιο, ίσως, τυχαίο γεγονός, έλυσαν 30 ετοιμοπαράδοτους κινητήρες και αντιλήφθηκαν τι συνέβαινε. Αμέσως προχώρησαν στη σύλληψη μερικών εργατών και έστησαν μια δίκη, στις 5 Φλεβάρη του 1943, μέσα στο εργοστάσιο, μπροστά σε όλους τους εργαζόμενους, με σκοπό την κατατρομοκράτησή τους.
Η απόφαση του γερμανικού στρατοδικείου ανέφερε:
«Δι’ αποφάσεως του παρά τω Γερμανώ Στρατιωτικώ Διοικητή της Νοτίου Ελλάδος Στρατοδικείου, καταδικάστηκαν την 5ην Φεβρουαρίου 1943 εν συνεδριάσει διεξαχθείσης παρουσία ολοκλήρου του προσωπικού ενός γερμανικού στρατιωτικού εργοστασίου εν Αθήναις, εις θάνατον, Ελληνες εργάται λόγω σαμποτάζ βαρείας μορφής επί αεροπορικών κινητήρων…».
Την επόμενη μέρα, 6 Φλεβάρη 1943, εκτελέστηκαν οι καταδικασθέντες σε θάνατο πατριώτες:
Αλεβιζάκης Ηλίας, 19 χρονών, από το Νέο Κόσμο
Βαρκάδος Αυρήλιος, 26 χρονών, από την Ηλιούπολη, μέλος του ΚΚΕ
Ιωαννίδης Βασίλης, 21 χρονών, από τον Υμηττό, μέλος του ΚΚΕ
Οικονομίδης Δημήτρης, 20 χρονών
Ρούσσος Απόστολος, 19 χρονών.
Ο Βασίλης Μπαρτζιώτας, στο βιβλίο του «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα» (Σύγχρονη Εποχή – Αθήνα 1984) αναφέρει ότι ανάμεσα στους κατηγορούμενους ήταν και ο Χρήστος Κατσιγιάννης, ο μετέπειτα λογοτέχνης και ηθοποιός, ο οποίος γλύτωσε το απόσπασμα λόγω ηλικίας, ήταν τότε 13 χρονών.
Ο τόμος 3α, της έκδοσης της ΚΕ του ΚΚΕ «Επεσαν για τη ζωή», στη σελίδα 23, αναφέρει στους εκτελεσθέντες και τον 15χρονο Κουτρουλάκη Μανώλη.
Ο φίλος Χρήστος Καρπαθάκης, από τη Λέρο, σημειώνει ότι ο αντιφασίστας αντιστασιακός Αυρήλιος Βαρκάδος καταγόταν από τη Λέρο, και μας έστειλε το παρακάτω απόσπασμα από τα «Φύλλα Κατοχής», της Ιωάννας Τσάτσου:
7 Φλεβάρη 1943 –
“Τι έχεις παιδί μου, σε βλέπω συλλογισμένο, χλωμό;”
-“Τίποτα μάνα μου, θα μείνω μια μέρα στο σπίτι να ξαποστάσω λίγο”
“Δεν πήγαινε στη δουλειά. Πώς να καταλάβω η δύσμοιρη τι είχε στο μυαλό του το παλληκάρι μου;”
Έτσι μου μιλούσε η κατακαημένη μάνα του Ηλία Αλεβιζάκη. Αυτές τις μέρες μια μουντή ανησυχία βασίλευε στο επιταγμένο εργοστάσιο του Μαλτσινιώτη. Οι Γερμανοί ήταν ανάστατοι. Οι κινητήρες αεροπλάνων που κατασκεύαζε το εργοστάσιο δε λειτουργούσαν κανονικά. Ο Ηλίας Αλεβιζάκης μαζί με τον Βασίλη Ιωαννίδη και τον Βαρκάδο, και οι τρεις εργάτες, πήγαιναν το πρωί στη δουλειά τους με το στόμα γεμάτο μεταλλικά θρύμματα. Αυτά τα θρύμματα τα φυσούσαν μέσα στις μηχανές των αεροπλάνων. Τα αεροπλάνα έπεφταν ή δεν ξεκινούσαν. Οι κινητήρες καταστρέφονταν. Οι γερμανοί έψαχναν με πείσμα να βρουν την αιτία του κακού. Είχαν λύσει πάνω από τριάντα κινητήρες για να βεβαιωθούν πως σε όλους εύρισκαν τα ίδια τριμμένα ελάσματα. Ο Αλεβιζάκης γνώριζε πως θα τον έπιαναν και μπορούσε να φύγει. Λάτρευε όμως τη μάνα του. Την αγαπούσε και τη λυπότανε. Την έβλεπε κάθε μέρα να παλεύει μόνη της ,από τα ξημερώματα, για τα πέντε ανήλικα αδέρφια του. Έτρεμε μη της συμβεί κακό. Λίγες μέρες έκανε τον άρρωστο. Μα όταν πήγαν να τον πιάσουν παραδόθηκε.
Έγινε η δίκη των τριών παλλικαριών στις πέντε του Φλεβάρη, μπροστά σ’ όλο το προσωπικό του εργοστασίου για παραδειγματισμό. Η απόφαση θεωρήθηκε τελεσίδικη την ίδια μέρα. Χτες το πρωί τους τουφέκισαν. Πολλοί είναι εκείνοι που μένουν χωρίς προστάτη με όλες αυτές τις εκτελέσεις. Με τη χτεσινή, μένει έρημη η μάνα του Αλεβιζάκη, με πέντε ανήλικα. Του Ιωαννίδη η γυναίκα, το παιδί, η μάνα, η αδερφή κι ένας αδερφός με κρυοπαγήματα. Του Βαρκάδου, η άρρωστη μητέρα».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στον Ημεροδρόμο στις 7 Φλεβάρη 2016