Στις 28 του Οκτώβρη 1940, ο ελληνικός λαός ξεσηκώνεται για να αποκρούσει την ιταλική φασιστική εισβολή. Ο Ιταλός πρέσβης Εμμανουέλε Γκράτσι δεν αφήνει πολλά περιθώρια στον δικτάτορα Μεταξά. Στην απαίτηση της Ιταλίας, μέσα σε τρεις ώρες η Ελλάδα να επιτρέψει την προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων μέσα από το έδαφός της, απαντά «Alors, c’ est la guerre!» (Ώστε έχουμε πόλεμο). Την επόμενη μέρα ολόκληρος ο ελληνικός λαός ξεχύθηκε στους δρόμους βροντοφωνάζοντας ένα τεράστιο ΟΧΙ. Σε αντίθεση με τις ανησυχίες του Μεταξά για την «υπεραισιοδοξία του λαού» και την εκτίμησή του ότι «ο Πόλεμος που σήμερα αναλαμβάνει το Εθνος είναι μόνον και μόνον πόλεμος τιμής!», όπως σημείωνε στο ημερολόγιό του, το ΟΧΙ του λαού και η αντιφασιστική πάλη του, μέσα και έξω από το στράτευμα, οδήγησε στη μεγαλειώδη νίκη και τον εξευτελισμό των ιταλικών στρατευμάτων στο μέτωπο της Αλβανίας,
Την ίδια ώρα, κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες, το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, κατάγγειλε την επίθεση του Μουσολίνι κατά της Ελλάδας με διακήρυξή του προς τον ιταλικό λαό:
«Λένε ψέματα οι φασίστες ηγέτες όταν υποστηρίζουν ότι τάχα μας απειλούσε και μας επιτέθηκε η Ελλάδα. Σε ολόκληρη την ιστορία μας οι καλύτεροι άνθρωποι της Ιταλίας, ο φιλελεύθερος Σανταρόζα, οι γαριβαλδίνοι και οι σοσιαλιστές στο Δομοκό[1] – όλοι τους έδωσαν τη ζωή τους για την λευτεριά και την ανεξαρτησία της Ελλάδας. Κάτω από την απειλή των ιμπεριαλιστών των δυο εμπολέμων μερών, ο ελληνικός λαός υποχρεώθηκε να υπερασπίσει τη γη του απ’ αυτούς που του επιτέθηκαν, όπως την υπεράσπισε στο παρελθόν από τις οθωμανικές ορδές. Ο ιταλικός λαός δεν είχε κανένα συμφέρον να καταλάβει το έδαφος της Ελλάδας και να στερήσει τη λευτεριά από τον ελληνικό λαό, με τον οποίο πρέπει και μπορούμε να ζήσουμε ειρηνικά. Πολύ λιγότερο έχουμε συμφέρον τα στρατεύματα του Χίτλερ να καταλάβουν την Ελλάδα και τις άλλες βαλκανικές χώρες και να τις μετατρέψουνε σε γερμανική αποικία. Αυτό είναι ακριβώς το αποτέλεσμα της τυφλής και εγκληματικής πολιτικής του Μουσολίνι και του Τσιάνο».
Στις 6 του Απρίλη τα χιτλερικά στρατεύματα επιτίθενται στην Σερβία και την Ελλάδα. Στις 21 Απρίλη ο διάδοχος Παύλος και η Φρειδερίκη αναχωρούν για τα Χανιά. Την επομένη, 22 Απρίλη 1941, ο βασιλιάς Γεώργιος, με διάγγελμά του προς τον ελληνικό λαό, που εκφώνησε από το ραδιόφωνο, ενημερώνει:
«Τα σκληρά πεπρωμένα του πολέμου αναγκάζουν Ημάς σήμερον, όπως ομού μετά του Διαδόχου του Θρόνου και της νομίμου Κυβερνήσεως της Χώρας, απομακρυνθώμεν εξ Αθηνών και μεταφέρωμεν την Πρωτεύουσαν του Κράτους εις Κρήτην, οπόθεν θα δυνηθώμεν να συνεχίσωμεν τον αγώνα…»
Το ίδιο βράδυ με τα αντιτορπιλικά «Βασίλισσα Ολγα», «Πάνθηρ» και «Ιέραξ», όλοι οι υπουργοί της κυβέρνησης, ο διοικητής και ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, και μια σειρά κρατικοί λειτουργοί, με τις οικογένειές τους, τα μπαούλα τους και τα χρυσαφικά τους, εγκαταλείπουν την Αθήνα.
Στις 23 Απρίλη 1941, ημέρα κατά την οποία ο μετέπειτα κατοχικός πρωθυπουργός, στρατηγός Τσολάκογλου, υπογράφει την οριστική συνθηκολόγηση του ελληνικού στρατού, ο βασιλιάς Γεώργιος, ο πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός, ο πρίγκιπας Πέτρος και ο Αγγλος πρεσβευτής Μάικλ Πάλαϊρετ, με υδροπλάνο, μεταφέρονται στην Κρήτη και ουσιαστικά εγκαταλείπουν την Ελλάδα. Έναν μήνα μετά, την νύχτα της 22 προς την 23 Μάη 1941, ο βασιλιάς Γεώργιος και ο πρωθυπουργός Εμμ. Τσουδερός, με βρετανικό αντιτορπιλικό, αναχωρούν από την Αγία Ρουμέλη για την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου…
Τον ελληνικό χρυσό, από τα θησαυροφυλάκια της Τράπεζας της Ελλάδος είχαν φροντίσει από τον Φλεβάρη του 1941 να τον μεταφέρουν αρχικά στην Κρήτη, από εκεί στην Αίγυπτο, στην Νότια Αφρική στη συνέχεια, για να καταλήξει στα θησαυροφυλάκια της Μεγάλης Βρετανίας. Ετσι διασώθηκε το απόθεμα χρυσού της τράπεζας της Ελλάδος… Βέβαια, μετά την απελευθέρωση, όταν η Ελλάδα ζήτησε την επιστροφή του χρυσού εισέπραξε την απάντηση
«Τα αποθέματα του ελληνικού χρυσού χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη των εξόδων του Ελληνικού Στρατού Μέσης Ανατολής. Το Στέμμα δεν όφειλε τίποτα στην Ελλάδα…»,
βλέπετε κοντά στα άλλα ήταν ιδιαίτερα δαπανηρός ο εγκλεισμός μερικών χιλιάδων αγωνιστών της ΑΣΟ στη Μέση Ανατολή που «φιλοξενήθηκαν» σε στρατόπεδα αιχμαλώτων, στα «σύρματα».
Ο ελληνικός λαός αφέθηκε μόνος του να αντιμετωπίσει την τριπλή, γερμανική – ιταλική και βουλγάρικη κατοχή. Ένα μεγάλο κομμάτι της οικονομικής και πολιτικής ολιγαρχίας είχε φροντίσει να φύγει νωρίτερα και το άλλο που έμεινε πίσω είτε συνεργάστηκε με τους κατακτητές είτε κράτησε στάση σιωπής, ή αποστασιοποιήθηκε από τα πράγματα, προσπαθώντας να εξασφαλίσει τα συμφέροντά της – πολιτικά και οικονομικά – με κάθε πρόσφορο τρόπο.
Τους Γερμανούς που μπήκαν στην Αθήνα στις 27 Απρίλη, υποδέχτηκαν και τους παρέδωσαν κάθε εξουσία ο ανώτερος στρατιωτικός διοικητής Αττικοβοιωτίας στρατηγός Καβράκος, ο νομάρχης Αττικοβοιωτίας Κων. Πεζόπουλος, ο δήμαρχος Αθηναίων Αμβρόσιος Πλυτάς, και ο δήμαρχος Πειραιά Μιχ. Μανούσκος. Αργότερα την ίδια μέρα με διάγγελμά του ο Πλυτάς συνιστά «απόλυτον πειθαρχίαν εις τας διαταγάς των αρχών», καλεί τους πολίτες που είχαν όπλα (κυνηγετικά, πολεμικά, πιστόλια ή οτιδήποτε άλλο) να τα παραδώσουν στις αρχές κατοχής και απαίτησε «Οπου υψούται ελληνική σημεία πρέπει δεξιά της να υψούται και η Γερμανική».
Από την άλλη μεριά, αμέσως ξεκίνησαν οι πρώτες κινήσεις του λαού για να οργανώσει την αντίστασή του στους κατακτητές.
Το ίδιο βράδυ η κομμουνίστρια δασκάλα Φωτεινή Τσαμπάση μαζί με τον σύντροφό της Στέλιο Φραγκόπουλο γράφουν στον τοίχο του γηπέδου της Νήαρ Ηστ, στην Καισαριανή, το πρώτο αντιστασιακό σύνθημα: «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή θΑΝΑΤΟΣ».
Στις 18 του Απρίλη 1941, Μεγάλη Παρασκευή, αμέσως μετά την κατάρρευση του μετώπου, δυο μέρες πριν την συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου και 9 μέρες πριν μπουν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στην Αθήνα, η «Ανεξάρτητη Κομματική Οργάνωση Αθήνας», με επικεφαλής τον Σπύρο Καλοδίκη, τον μετέπειτα Β΄ Γραμματέα της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ του ΚΚΕ στα χρόνια της Κατοχής, οργάνωσε και πραγματοποίησε, με τις μικρές της δυνάμεις, μια τολμηρή συγκέντρωση στην Ομόνοια, παρά την απαγόρευση του στρατηγού Καβράκου. Ο κομμουνιστής ομιλητής Σπύρος Καλοδίκης μίλησε για τις προδοσίες της 4ης Αυγούστου και κάλεσε τον λαό της Αθήνας να υποδεχτεί με αγώνα τη χιτλεροφασιστική κατοχή. Στην πλατεία της Ομόνοιας αντήχησαν τα συνθήματα: «Αντίσταση στους επιδρομείς», «Οπλα στο λαό», «Κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας» κ.ά.
Σε πολλά μέρη της χώρας, από τον Μάη – Ιούνη, ακόμη, του ΄41 με πρωτοβουλία των κομμουνιστών και άλλων πατριωτών δημιουργήθηκαν πλατιές εθνικοαπελευθερωτικές οργανώσεις: Στη Μακεδονία η οργάνωση «Ελευθερία», στην Ηπειρο το «Πατριωτικό Μέτωπο», στην Καλαμάτα η «Νέα Φιλική Εταιρεία», στον Πύργο το «Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο» κ.ο.κ.
Στις 4 Μάη 1941 ιδρύεται, από φοιτητές, η Φιλική Εταιρία Νέων (ΦΕΝ), με πρωτοβουλία του Πέτρου Ανταίου και του Πέτρου Πατρέλλη. Η οργάνωση καλούσε «κάθε νέο πατριώτη που ήθελε ν’ αγωνιστεί για την Απελευθέρωση της Ελλάδας, ανεξάρτητα από κοινωνική προέλευση, ιδεολογική και πολιτική τοποθέτηση».
Στις αρχές του Μάη η αντιφασιστική ομάδα η οποία είχε δημιουργηθεί με προτροπή του Δημήτρη Γληνού και του Νίκου Πλουμπίδη στο νοσοκομείο «Σωτηρία», μετεξελίχθηκε στην αντιστασιακή οργάνωση «Δημοκράτης» με επικεφαλής τον Πανεπιστημιακό γιατρό Ιφικράτη Χατζηεμμανουήλ και τον νοσοκόμο Σπύρο Βλαχούλη.
Την Πέμπτη 15 Μάη 1941, σε σύσκεψη στην Καισαριανή που την συγκάλεσε ο Θανάσης Κλάρας (Αρης Βελουχιώτης), ο Αρης μίλησε για πρώτη φορά σχετικά με τη δυνατότητα και την αναγκαιότητα ένοπλου αγώνα κατά των κατακτητών.
Στις 28 Μάη 1941 ιδρύεται στην Αθήνα η πανελλαδική οργάνωση Εθνική Αλληλεγγύη.
Την 1η Ιούλη του 1941 σ’ ένα μικρό σπιτάκι στον Υμηττό πραγματοποιήθηκε η 6η ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, με στόχο την ανασυγκρότηση του πληγωμένου από τη δικτατορία του Μεταξά Κόμματος. Στην απόφαση της 6ης Ολομέλειας τονίζεται:
«… Πρωταρχικός όρος για τη νίκη είναι η ύπαρξη γερού Κομμουνιστικού Κόμματος, ικανού να οδηγήσει το λαό στην εθνική και κοινωνική του απελευθέρωση. Είναι κοινή συνείδηση ότι πρέπει να μπει τέρμα σε μια κατάσταση αποσύνθεσης. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας πρέπει το γρηγορότερο να περάσει από το στάδιο της σύγχυσης, του χαφιεδισμού και της διασποράς, στο στάδιο της ανασυγκρότησης και της συνένωσης των δυνάμεων, να γίνει ο οδηγός του λαϊκού αγώνα για την εθνική μας ανεξαρτησία, για την εξουσία του λαού».
Η απόφαση όριζε:
«Μέσα στις σημερινές συνθήκες το βασικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών είναι η οργάνωση της πάλης του ελληνικού λαού για την υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης και την αποτίναξη του φασιστικού ζυγού. Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας καλεί τον ελληνικό λαό, όλα τα κόμματα και τις οργανώσεις του, σ’ ένα εθνικό μέτωπο απελευθέρωσης:
α) Για το διώξιμο της γερμανοϊταλικής κατοχής από την Ελλάδα.
β) Για την ανατροπή της κυβέρνησης – οργανέτου τους.
γ) Για την καθημερινή υποστήριξη και υπεράσπιση της Σοβιετικής Ενωσης.
δ) Για την υποστήριξη κάθε συνεπούς αντιφασιστικής δύναμης με όλα τα μέσα.
ε) Για το σχηματισμό προσωρινής κυβέρνησης από όλα τα κόμματα, που θα αποκαταστήσει τις δημοκρατικές ελευθερίες του λαού, θα του εξασφαλίσει ψωμί και δουλειά, θα συγκαλέσει συντακτική εθνοσυνέλευση και θα υπερασπίσει την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία της Ελλάδας από κάθε ξενική ιμπεριαλιστική δύναμη».
Σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, στις 16 Ιούλη, ιδρύεται το Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) και στις 27 Σεπτέμβρη δημιουργείται το ΕΑΜ. Αμέσως άρχισαν να συγκροτούνται στην Αθήνα και τον Πειραιά οι Επιτροπές Πόλης και οι τοπικές Οργανώσεις του ΕΑΜ.
Στις 10 Οκτώβρη του 1941 η Κεντρική Οργανωτική Επιτροπή του ΕΑΜ απηύθυνε το πρώτο διάγγελμα του ΕΑΜ προς τον ελληνικό λαό, τα κόμματα και τις οργανώσεις καλώντας τους να ενωθούν στον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα και να παλέψουν για την επιβίωση, για τη λευτεριά και την κατοχύρωση της λαϊκής κυριαρχίας.
Το διάγγελμα έκλεινε με ιδιαίτερη αναφορά στην πρώτη επέτειο της 28ης Οκτώβρη 1940:
«Το ΕΑΜ ορίζει το χρονικό διάστημα απ’ τα σήμερα ως τις 28 Οκτωβρίου, την πρώτη επέτειο της άνανδρης επιδρομής των Ιταλών φασιστών ενάντια στη χώρα μας, περίοδο του νέου εθνικού απελευθερωτικού ξεκινήματος. Μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, ας ανεβάσουμε τις μορφές της πάλης μας. Στις 28 Οκτωβρίου με κάθε είδους εκδήλωση, αγωνιστείτε για το εθνικό ξεκίνημα.
Το ΕΑΜ ορίζει σύγχρονα για έμβλημά του το ηρωικό ΤΣΑΡΟΥΧΙ. Το ΤΣΑΡΟΥΧΙ είναι το ελληνικό “V”. To Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο καλεί όλους τους Ελληνες και Ελληνίδες στις 28 Οκτωβρίου στο σπίτι τους, στον τόπο της δουλειάς τους, στο καφενείο, στο τραμ, στον κινηματογράφο, στο θέατρο να χαιρετισθούν με τις λέξεις “ΤΣΑΡΟΥΧΙ – ΕΑΜ”. Απ’ άκρη σ’ άκρη στην Ελλάδα μας δύο λέξεις πρέπει ν’ αντηχήσουν τη μέρα της 28 Οκτωβρίου. Οι λέξεις: “ΤΣΑΡΟΥΧΙ – ΕΑΜ”.
ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΑΤΡΙΩΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΣΕΣ
Μέρες φρικτές, ακόμα πιο φρικτές κι απαίσιες, μας περιμένουν. Από μας, όμως, εξαρτάται να ζήσουμε ξανά ελεύθεροι. Ο αγώνας δε θάναι εύκολος, μα το έπαθλό του αξίζει κάθε θυσία. Και το έπαθλο αυτό θα είναι μια Νέα Ελλάδα, ελεύθερη και ανεξάρτητη, κτήμα του λαού της.
Αδέλφια μας, Ελληνες και Ελληνίδες, νεολαία της Ελλάδας!
Μπρος για το νέο εθνικό ξεκίνημα!
Μπρος για τον εθνικό συναγερμό της 28 Οκτωβρίου
Μπρος για να κατακτήσουμε την ελευθερία της χώρα μας!
Μπρος για μια ελεύθερη Ελλάδα!
Οσεσδήποτε δοκιμασίες κι αν περάσουμε, οσεσδήποτε δοκιμασίες κι αν χρειασθούν, ΕΜΕΙΣ ΘΑ ΝΙΚΗΣΟΥΜΕ!».
Ξεχωριστός ήταν και ο ρόλος της ΟΚΝΕ, που μόλις είχε ανασυγκροτηθεί, στην προετοιμασία και την οργάνωση των εκδηλώσεων για την πρώτη επέτειο του «ΟΧΙ». Ο Γιώργης Τρικαλινός – ανώτατο ηγετικό στέλεχος, τότε, της ΟΚΝΕ – αναφέρει στις αναμνήσεις του ότι η Κομμουνιστική Νεολαία ασχολήθηκε επισταμένως με το θέμα.
«Ηταν τέλη του Σεπτέμβρη, με αρχές του Οκτώβρη του 1941 στην Αθήνα. Σ’ ένα σπιτάκι της Κυψέλης συγκεντρωθήκαμε τα μέλη του Προσωρινού Γραφείου της Νεολαίας για να συζητήσουμε το πώς θα ‘πρεπε να γιορτάσουμε την επέτειο της 28 του Οχτώβρη. Εγινε πολλή συζήτηση. Κράτησε, απ’ όσο θυμάμαι, πάνω από τέσσερις ώρες. Και ήταν δικαιολογημένη αυτή η παράταση της συζήτησης. Ηταν η πρώτη φορά που θα “γιορτάζαμε” τη μέρα αυτή στην Αθήνα κάτω από καθεστώς κατοχής και η πρώτη ανοιχτή εκδήλωση ενάντια στους γερμανοϊταλούς καταχτητές. Και οι δυνάμεις του άξονα εκείνη την εποχή ήταν πανίσχυρες. Κατείχαν όλη σχεδόν την Ευρώπη. Στο ανατολικό μέτωπο προχωρούσαν με γρήγορους ρυθμούς. Είχαν καταλάβει ένα μεγάλο μέρος της Ευρωπαϊκής Ρωσίας και προχωρούσαν να καταλάβουν τη Μόσχα. Ακόμα, από την πρώτη μέρα που οι γερμανοϊταλοί φασίστες είχαν καταλάβει την Ελλάδα δε σταμάτησαν με τον ραδιοφωνικό σταθμό της Αθήνας, τις “ελληνόφωνες” εφημερίδες τους και με τα άλλα μέσα που διέθεταν, να μεταδίδουν ανακοινώσεις, τα διάφορα απαγορεύεται: Η κυκλοφορία, οι συγκεντρώσεις, η κατοχή όπλων κ.λπ., για να σπάσουν το φρόνημα του λαού και της νεολαίας. Και όλα αυτά ήταν φυσικό να έχουν κάποια επίδραση στο λαό, να είναι στην αρχή λίγο φοβισμένος, λίγο μουδιασμένος. Γι’ αυτό κι εμείς ήμασταν λίγο διστακτικοί, λίγο επιφυλακτικοί σε σχέση με την εκδήλωση, λίγο προσεκτικοί στην οργάνωσή της. Αλλά τελικά αποφασίσαμε ομόφωνα να την κάνουμε στην Πλατεία Συντάγματος, στον Αγνωστο Στρατιώτη. Και την ευθύνη για την οργάνωσή της να την αναλάβουν οι οργανώσεις της Κομμουνιστικής Νεολαίας των Φοιτητών, μια και στους φοιτητές είχαν δημιουργηθεί οργανώσεις της ΟΚΝΕ, που λειτουργούσαν κανονικά και είχαν αρχίσει να καταπιάνονται με τα προβλήματα των φοιτητών, να μαζικοποιούνται. Υπήρχαν τέσσερις αχτιδικές οργανώσεις: στο Πανεπιστήμιο, στο Πολυτεχνείο, στην Ανωτάτη Εμπορική και στην Πάντειο. Υπήρχε και καθοδηγητικό όργανο για όλους τους φοιτητές, που το ονομάζαμε Γραφείο της Σπουδάζουσας της ΟΚΝΕ».
Η ΟΚΝΕ – και ειδικότερα η ΟΚΝΕ της Σπουδάζουσας νεολαίας – ανέλαβε την καθημερινή συστηματική δουλειά για το γιορτασμό της επετείου.
Εκείνες τις μέρες γεννήθηκε το θρυλικό «Χωνί», που άρχισε να ενημερώνει και να καλεί τον κόσμο, στις γειτονιές, να πάρει μέρος στη δράση ενάντια στον καταχτητή.
«Προσοχή! Προσοχή! Σας μιλάει το χωνί!» — «Οπου δυο Ελληνες μια καρδιά, όπου δυό πατριώτες μια θέληση: Θάνατος στους φασίστες καταχτητές».
Γέμισαν οι συνοικίες, οι γειτονιές και το κέντρο με συνθήματα στους τοίχους, προκηρύξεις, τρυκ. «Ζήτω η 28 Οκτώβρη – ΕΑΜ», «Ζήτω η 28 Οκτώβρη», «Τσαρούχι – ΕΑΜ», «Λευτεριά – Κάτω ο Φασισμός – ΕΑΜ».
«Οι Ιταλοί απαντάνε – γράφει ο Σπ. Κωτσάκης – με μεγάλα συνθήματα στο κέντρο της Αθήνας και τις λεωφόρους της: VINCEREMO (θα νικήσουμε). Όμως και τούτη τη μάχη, τη μάχη των συνθημάτων, την έχασαν από τις αρχές οι Ιταλοί φασίστες. Σε λίγο από τα συνθήματά τους μόνο στο κέντρο έμειναν μερικά θλιβερά VINCEREMO. Εμειναν κι ύστερα από την κατάρρευσή τους. Τ’ αφήσαμε άσβηστα να σαρκάζουν».
Εκείνο το πρωί, Τρίτη 28 Οκτώβρη 1941, ξεκίνησε η πρώτη εθνικοαπελευθερωτική μαζική συγκέντρωση στην Αθήνα, στην Πλατεία Συντάγματος. «Στις 10.30 το πρωί, διηγείται ο Βασίλης Μπαρτζιώτας, μια ομάδα από καμιά σαρανταριά φοιτητές και μαθητές μαζεύτηκαν, με ένα στεφάνι κρυμμένο κάτω από το παλτό, απέναντι από το Ζάππειο – εκεί όπου βρισκόταν παλιά το άγαλμα του Ξυλοθραύστη. Λίγα λεπτά πριν τις έντεκα η ομάδα ξεχύθηκε για το Σύνταγμα. Απ’ όλους τους δρόμους, η μια κοντά στην άλλη ξεφύτρωναν ομάδες κυρίως νέων, με κατεύθυνση προς το μνημείο του Αγνωστου Στρατιώτη. Πολλές ομάδες είχαν σηκώσει κιόλας ελληνικές σημαίες και έρχονταν στον τόπο της συγκέντρωσης με γρήγορο βηματισμό. Μαζεύτηκαν πάνω από πέντε χιλιάδες, κυρίως νέοι και νέες».
«Οι ομιλητές ανέβηκαν στα χέρια των άλλων και αρχίζουν να μιλούν. Επικρατούσε μεγάλος ενθουσιασμός και αγωνιστικότητα. Όταν ξαφνικά πλάκωσε η καβαλαρία των Ιταλών καραμπινιέρων. Η συγκέντρωση χτυπήθηκε και διαλύθηκε βίαια χωρίς θύματα. Εκείνη την ημέρα – 28 Οκτώβρη 1941 – ο αθηναϊκός λαός, απαντώντας στην πρόσκληση του ΕΑΜ, κατέβηκε σε μαχητικές εκδηλώσεις ενάντια στους κατακτητές και σε άλλα σημεία της πρωτεύουσας».
Κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης κατατέθηκαν στεφάνια στον Αγνωστο Στρατιώτη, έγιναν ομιλίες, ακούστηκαν συνθήματα για τη λευτεριά και την ανεξαρτησία της Ελλάδας και για πρώτη φορά ακούστηκε το σύνθημα «Θάνατος στο Φασισμό — λευτεριά στο λαό» που στη συνέχεια έγινε ένα από τα βασικά καθημερινά συνθήματα πάλης του αγωνιζόμενου ελληνικού λαού.
Αρχικά, οι δυνάμεις κατοχής (καραμπινιέροι και χαφιέδες) δεν τόλμησαν να χτυπήσουν τη διαδήλωση. Ωστόσο όταν κατέφθασε η ιταλική καβαλαρία με καραμπινιέρους επιχειρήθηκε η διάλυση της συγκέντρωσης. Ο κόσμος τους υποδέχτηκε με συνθήματα και φωνάζοντας «Αέρα». Ξετυλίχθηκαν οδομαχίες στους γύρω δρόμους. Ο λαός έπαιρνε το βάπτισμα του πυρός. Το νέο απελευθερωτικό ξεκίνημα — όπως το είχε ζητήσει το ΕΑΜ στο διάγγελμά του — είχε ήδη πραγματοποιηθεί.
Την άλλη μέρα, 29 Οκτώβρη, οι ανάπηροι του αλβανικού μετώπου συγκεντρώνονται στα γραφεία του Συνδέσμου τους, στην οδό Διδότου και ξεκινούν για τον Αγνωστο Στρατιώτη. Πορεία Ιπποκράτους – Πανεπιστημίου. Μπροστά τα καροτσάκια με τους βαριά ανάπηρους που τα σπρώχνουν αδελφές νοσοκόμες με τις στολές τους. Μόλις στρίβουν στην Πανεπιστημίου, οι καραμπινιέροι επιτίθενται, ξεσχίζουν στεφάνια, σημαίες, κορδέλες. Οι ανάπηροι αλύγιστοι εκεί! Επιμένουν, προχωρούν. Τελικά οι Ιταλοί υποχωρούν κι αφήνουν μια αντιπροσωπεία να πάει να καταθέσει στεφάνι στον Αγνωστο.
Ένας ανάπηρος απευθύνθηκε στους νεκρούς στρατιώτες:
«Αδέρφια, εσείς δεν είστε άγνωστοι, είστε οι πατεράδες των πεινασμένων παιδιών, οι άνδρες των μαυροφορεμένων γυναικών σας, αδέρφια δικά μας που όταν εσείς πέφτατε νεκροί, εμείς δίπλα σας αφήναμε τα κομμάτια από τη σάρκα μας. Δώσαμε μαζί το αίμα μας. Αναπαυθείτε ήσυχοι. Γιατί θα δώσουμε κι αυτό που μας έμεινε και θα νικήσουμε! Αιώνια η μνήμη σας αδέρφια!»
Τον όρκο αυτό το ΕΑΜ τον έκανε καθημερινό ιερό καθήκον και τον τήρησε μέχρι τέλους.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
[1] Αναφέρεται στην μάχη του Δομοκού, 5 Μάη 1897, και στη συμμετοχή της Λεγεώνας των Φιλελλήνων μαζί με τους Γαριβαλδίνους διεθνιστές που πολέμησαν στο πλευρό του ελληνικού στρατού στον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897.
Πηγές:
— «ΕΙΣΦΟΡΑ στο χρονικό της Κατοχής και της Εθνικής Αντίστασης στην Αθήνα. Σπύρου», Α. Κωτσάκη – Σύγχρονη Εποχή
— «Η Μεγάλη Πενταετία», Πέτρου Ρούσου, Αθήνα 1982
— «Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα», Βασίλη Μπαρτζιώτα – Σύγχρονη Εποχή
— Κυριακάτικος Ριζοσπάστης 27 – 28 Οκτώβρη 2007, Ενθετη Εκδοση «7 Μέρες Μαζί».
*Το χαρακτικό με θέμα τις Αντικατοχικές Πορείες είναι του χαράκτη Τάσσου
(στο β΄ μέρος):
Οι εθνικοί επέτειοι του ΟΧΙ όπως γιορτάστηκαν το 1942 και 1943
ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ 28 Οκτώβρη 2020