Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Ο κόκκινος Μάης της Θεσσαλονίκης

Οι μάχες που ξεκίνησε το κράτος και το παρακράτος εναντίον των εξεγερμένων είναι εφιαλτικές, πρώτος νεκρός ο Τάσος Τούσης αυτοκινητιστής, ο θάνατος του οποίου εμπνέει τον Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον Επιτάφιο και «δίνει στην ανοιξιάτικη ελληνική φύση την μορφή του νεκρού αγοριού». Ο στρατός διχασμένος κάποιοι στην διατεταγμένη υπηρεσία κάποιοι συμπορεύονται με τον λαό -- Της Χριστίνας Πεσματζόγλου

 Της Χριστίνας Πεσματζόγλου

Άνοιξη του 1936 και η Ευρώπη μετρά εγκαθιδρύσεις δικτατορικών καθεστώτων, το ένα μετά το άλλο, του Χίτλερ στην Γερμανία, του Μουσολίνι στην Ιταλία, του Φράνκο στην Ισπανία, οι ανατροπές των δημοκρατιών ανατρέπονται διαδοχικά, τα πολιτικά κόμματα και οι εργατικές οργανώσεις τίθενται εκτός νόμου, οι λαοί της γηραιάς ηπείρου οδηγούνται σε εξαθλίωση.

Η αστική οικονομική κρίση έχει κατακερματίσει τις ζωές των λαών της. Είναι σύνηθες άλλωστε σε διαχρονικό και διεθνές επίπεδο η φαλκίδευση των εργασιακών δικαιωμάτων να ενδύεται τον μανδύα της αστικής κρίσης. Η ανεργία εκτινάσσεται με αποτέλεσμα όσοι εργάζονται να συμβιβάζονται σε συνθήκες απόλυτης εκμετάλλευσης, ενδεικτικά, υπήρχε μέρος των εργαζομένων όπου είχαν συμφωνήσει στην μη καταβολή ημερομισθίου(!) με μόνη ανταμοιβή την ασφάλιση έτσι ώστε να εξασφαλίσουν τουλάχιστον την περίθαλψη τους. Ο Ελληνικός λαός, βιώνει ακόμη μία βαθιά οικονομική κρίση, μετά την Μικρασιατική εκστρατεία ενώ ξεκινά μία βιομηχανική εποχή.

Η Θεσσαλονίκη, την εποχή εκείνη σταυροδρόμι πολιτισμών και ήδη επί τριακονταετίας πατρίδα μεγάλων επιχειρήσεων καπνού, μετρά 12.000 καπνεργάτες, το 70% των οποίων γυναίκες, οι οποίοι αν και διασπασμένοι σε τέσσερα εργατικά κέντρα, τον Μάρτιο προχωρούν σε απεργία και καταθέτουν τα αιτήματα τους στους καπνέμπορους που απαντούν με ΛΟΚ ΑΟΥΤ και 1200 απολύσεις. Οι αυθαιρεσίες και οι επιθέσεις της εργοδοσίας έχουν ως αποτέλεσμα την ενοποίηση της εργατικής τάξης που ξεκινά από την Θεσσαλονίκη. Οι προσκλήσεις στις συγκεντρώσεις, γράφονται στα ελληνικά, τα τουρκικά και τα εβραϊκά και απευθύνονται στους πληθυσμούς που απαρτίζουν την πόλη αδιακρίτως. Η ταξική συνείδηση του λαού της πόλης τον κρατά σε επαγρύπνηση και ανυποχώρητο μπροστά στα δίκαια αιτήματα τους για καλύτερες συνθήκες εργασίας και καλύτερη ζωή εν γένει. Λίγες μέρες αργότερα, τον Απρίλιο, οι καπνεργάτες της πόλης, η ραχοκοκαλιά του συνδικαλιστικού και ταξικού κινήματος, προχωρούν στο Α΄  παγκαπνεργατικό συνέδριο όπου αποφασίζουν την ενότητα του κλάδου και την αντιμετώπιση όλων των ζητημάτων από κοινού έναντι των καπνεμπόρων.

Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε στην λέσχη Ανδριανοπουλιτών στην οδό Μητροπόλεως, κάποιοι από τους αντιπροσώπους ήταν ο Κ. Θέος (Σωματείο Πειραιά), Σαπουντζής (παγκαπνεργατικού Θεσσαλονίκης), Τσικλητήρας (Αγρινίου), Τσόχας (Βόλου), Ζουμπουλάκης (Ξάνθης), Γκρόζος (Σάμου) και Τριανταφυλλίδης
(Δράμας)[1].

Στις 29 Απριλίου οι καπνεργάτες της πόλης, ενώ έχουν εμπαιχθεί με την παρελκυστική πολιτική της κυβέρνησης που υπόσχεται χωρίς καμία διάθεση να συμφωνήσει στα αιτήματα τους, χρησιμοποιούν το μόνο όπλο κάθε εργαζόμενου, αυτό της απεργίας για να πραγματοποιηθούν τα δίκαια αιτήματα τους. Η εργοδοσία στηριζόμενη στο κράτος παραμένει αδιάλλακτη. Τα εργασιακά αιτήματα όμως των καπνεργατών αποτελούσαν λαϊκά αιτήματα και βασικά εργασιακά δικαιώματα, που αμφισβητούνται ακόμη και σήμερα, για καλύτερες συνθήκες ζωής με αποτέλεσμα η συμπαράσταση από τους άλλους κλάδους να αυξάνεται συνεχώς, όλο και περισσότεροι κλάδοι προσχώρησαν στην απεργία, αυτοκινητιστές, τσαγκαράδες, ηλεκτροτεχνίτες, εργαζόμενοι και μαγαζάτορες κάθε αντικειμένου και γρήγορα η καπνεργατική απεργία μετουσιώθηκε σε μία λαϊκή ταξική επανάσταση που ξεκίνησε από την πραγματικά πολυπολιτισμική εργατομάνα Θεσσαλονίκη και παρέσυρε ορμητικά και τις άλλες πόλεις.

Ο γενικός διοικητής της ασφάλειας τότε δήλωνε: «επεχειρήθη ένα στασιαστικόν κίνημα το οποίο όμως απέτυχε. Η θεσσαλονίκη είχε ορισθεί υπό των επαναστατών ως σημείον εκρήξεως του κινήματος». Η «ησυχία» της πόλης δεν έχει αποκατασταθεί, στις 6 Μαΐου και ενώ η απεργία κρατεί φασίστες πυροβολούν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρονών με άμεση αντίδραση των τσαγκαράδων. Στις 8 Μαΐου και ενώ η απεργία συγκεντρώνει και τους υπόλοιπους κλάδους της πόλης η χωροφυλακή χτυπά σαν όργανο του κεφαλαίου στο ψαχνό τους απεργούς και η Θεσσαλονίκη γίνεται πεδίο μάχης.

Η ειρηνική πορεία των απεργών μετατρέπεται σε λαϊκή εξέγερση, όλος ο λαός της πόλης έχει βγει στους δρόμους και μάχεται στο πλάι των απεργών, όλοι οι εργαζόμενοι έχουν προσχωρήσει στην απεργία, μαγαζιά μετατρέπονται σε πρόχειρα ιατρεία, γλάστρες ξύλα τούβλα γίνονται όπλα στα χέρια του άοπλου λαού εναντίον της οπλισμένης έφιππης χωροφυλακής. Ο κόσμος δεν υποχωρεί η αστυνομία κλείνεται στα τμήματα, όσοι είχαν προσαχθεί απελευθερώνονται από τους συναγωνιστές τους. Η επόμενη μέρα βρίσκει την πόλη πολιορκημένη, από περιπολίες χωροφυλακής και στρατού με στημένα τα πολυβόλα. Ο λαός είναι ανυποχώρητος ξεκινά νέα πορεία για την εκπλήρωση των αιτημάτων τους, με μόνο όπλο τις ενωμένες φωνές τους, αψηφώντας τις κάννες των όπλων που τους σημαδεύουν οι διαδηλωτές κατακλύζουν την πόλη για μία καλύτερη ζωή.

Οι μάχες που ξεκίνησε το κράτος και το παρακράτος εναντίον των εξεγερμένων είναι εφιαλτικές, πρώτος νεκρός ο Τάσος Τούσης αυτοκινητιστής, ο θάνατος του οποίου εμπνέει τον Γιάννη Ρίτσο να γράψει τον Επιτάφιο και «δίνει στην ανοιξιάτικη ελληνική φύση την μορφή του νεκρού αγοριού». Ο στρατός διχασμένος κάποιοι στην διατεταγμένη υπηρεσία κάποιοι συμπορεύονται με τον λαό. Ακολουθεί ο θάνατος της καπνεργάτριας Αναστασίας Καρανικόλα, από την χωροφυλακή, ο απολογισμός είναι 12 νεκροί, 300 τραυματίες εκ των οποίων οι 32 βαριά. Το αίμα των νεκρών αγωνιστών σκεπάζεται από λουλούδια και πρόχειρα μνημεία. Το ξημέρωμα της Κυριακής 10 Μαΐου, βρίσκει όλο τον λαό της πόλης στον δρόμο για τα νεκροταφεία όπου θα κηδευτούν οι συναγωνιστές , η Θεσσαλονίκη έχει τον δικό της επιτάφιο. Δεκάδες χιλιάδες λαού με υψωμένες γροθιές συνοδεύει τους νεκρούς.

Ο μετέπειτα δικτάτορας Μεταξάς, στέλνει στην πόλη αντιτορπιλικά και ένα σύνταγμα πεζικού από την Λάρισα. Το κράτος απαντά με μπαράζ συλλήψεων των πρωτεργατών της απεργίας. Τότε, οι δύο συνομοσπονδίες αποφασίζουν 24ωρη πανελλαδική απεργία, ζητώντας την αποδοχή των αιτημάτων των καπνεργατών, αποζημιώσεις στους τραυματισμένους, συντάξεις στις οικογένειες των θυμάτων και την αντικατάσταση του αστυνομικού διευθυντή της Θεσσαλονίκης. Η κυβέρνηση προχωρά σε σύσκεψη με τους καπνέμπορους και εκείνοι κάνουν δεκτά τα αιματοβαμμένα αιτήματα. Η κυβέρνηση Μεταξά πριν αφαιρέσει το προσωπείο της στις 4 Αυγούστου έδειξε το πραγματικό της δικτατορικό πρόσωπο στον ματωμένο Μάη της Θεσσαλονίκης.

Ο πρώτος στόχος της πλουτοκρατίας είναι τα εργασιακά δικαιώματα και οι συνδικαλιστικές ελευθερίες που αποτελούν σήμερα μία πραγματικότητα σε διακύβευση και κατακτήθηκαν με αίμα και ανθρώπινες ζωές. Το εργασιακό καθεστώς είναι άμεσα συνδεδεμένο με την διαβίωση του ανθρώπου και την ευημερία κάθε κοινωνίας.

 

«Εμείς είμαστε το αίμα
εμείς είμαστε η φωτιά
Εμείς είμαστε οι εργάτες
χτίζουμε εμείς τη λευτεριά»

 

[1]  Οι καπνεργάτες και ο Μάης του ’36 έκδοση από το Συνδικάτο Καπνεργατών-τριών Ν.ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ (ΠΑΓΚΑΠΝΕΡΓΑΤΙΚΟ)

Απόψεις