Η Ευρωπαϊκή Ένωση και η Μεγάλη Βρετανία υπέγραψαν σήμερα στο Λονδίνο συμφωνία «στρατηγικής συνεργασίας» με στόχο «την ενίσχυση της βρετανικής οικονομίας, τη μείωση του κόστους ζωής και την αποκατάσταση κρίσιμων εμπορικών και τεχνολογικών δεσμών με την Ευρώπη», σύμφωνα με τη δήλωση του γραφείου του πρωθυπουργού της Μ. Βρετανίας, Κ. Σταρμερ.
O πρωθυπουργός Κιρ Στάρμερ υποδέχτηκε σήμερα στο Lancaster House την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα.
Ο Στάρμερ δήλωσε πως «ήρθε η ώρα να κοιτάξουμε μπροστά», αφήνοντας πίσω τις πολιτικές εντάσεις του Brexit, ενώ και οι Βρυξέλλες μιλούν για μια «νέα εποχή ρεαλιστικής συνεργασίας».
Πρόκειται, στην ουσία, για συμφωνίες για και προς όφελος των επιχειρηματικών ομίλων της Ε.Ε και της Μ. Βρετανίας. Αυτό που ξεχωρίζει, άλλωστε είναι οι «πολεμικές» συμφωνίες ΕΕ και Μεγάλης Βρετανίας με την ένταξη της τελευταίας στο πρόγραμμα «Safe» της ΕΕ ύψους 150 δισ.
Ενδεικτικά, δε, η Μ. Βρετανία εκτιμά ότι οι συμφωνίες αναμένεται να ενισχύσουν την «οικονομία» της με 9 δισεκατομμύρια στερλίνες μέχρι το 2040.
Ανάμεσα σε άλλα, οι συμβιβασμοί φαίνεται πως αφορούν την «προστασία» επιχειρηματικών ομίλων της Μ. Βρετανίας από τον «φόρο άνθρακα» της ΕΕ, ζήτημα που φανερώνει ακόμα μια φορά πως οι «περιβαλλοντικές ευαισθησίες» είναι κι αυτές μέρος του παζαριού.
Συνεχίζονται, επίσης, οι διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα «κινητικότητας νέων» που προτείνει την αμοιβαία μετακίνηση νέων 18-30 ετών για σπουδές και εργασία έως και τέσσερα έτη. Η Ε.Ε. ζητά να πληρώνουν οι φοιτητές της τα ίδια δίδακτρα με τους Βρετανούς, ωστόσο το Λονδίνο κρίνει ότι αυτό θα έχει δυσβάσταχτο οικονομικό κόστος. Πριν από το Brexit, περίπου 50.000 Ευρωπαίοι φοιτητές σπούδαζαν στη Βρετανία – ο αριθμός αυτός μειώθηκε πολύ μετά την έξοδο της χώρας από το Erasmus.