Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Λάρισα 23 Νοέμβρη 1947: Η πισώπλατη δολοφονία του Σπύρου Καλοδίκη

Εκείνη την Κυριακή, 23 Νοέμβρη 1947, το στέλεχος του ΚΚΕ, Σπύρος Καλοδίκης, πισώπλατα πυροβολημένος από συνεργάτη της Ασφάλειας, έπεσε νεκρός..

Εκείνη την Κυριακή, 23 Νοέμβρη 1947, το στέλεχος του ΚΚΕ, Σπύρος Καλοδίκης, πισώπλατα πυροβολημένος από συνεργάτη της Ασφάλειας, έπεσε νεκρός στην πλατεία των  «Εξι Δρόμων», στη Λάρισα.

Τέλη Νοέμβρη 1947 στη Λάρισα. Ο εμφύλιος στην έντασή του. Τμήματα του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας δίνουν μάχες ακόμα και στα προάστια της πόλης.

 Εχει αρχίσει να νυχτώνει, η παγωνιά δυναμώνει, οι δρόμοι σχεδόν έρημοι. Ο Σπ. Καλοδίκης έφευγε από ένα σπίτι της συνοικίας Αμπελοκήπων, όπου ήταν να γίνει σύσκεψη των ΚΟΒ της πόλης, η οποία αναβλήθηκε για λόγους ασφαλείας. Σε μικρή απόσταση τον ακολουθεί ο Νίκος Παπαρσένος, μέλος της ΚΟΒ συνοικίας Αγίου Νικολάου. Σύμφωνα με δική του αφήγηση, το ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ από την οδό Γεωργιάδου τραβάει προς τη γέφυρα του Αλκαζάρ και στρίβει στην πλατεία Τσούγγαρι (σήμερα Τάκη Γαργαλιάνου).

Εκεί, «την είχαν στημένη» αστυνομικοί με πολιτικά. Ανάμεσά τους και ο Μιχάλης Κωσταγιάννης, συνεργάτης της Ασφάλειας, που τον ακολούθησε. Ο Καλοδίκης τον αντιλήφθηκε, αλλά συνέχισε δήθεν αδιάφορος και φτάνοντας στην οδό Παλαιστίνης, άνοιξε το βήμα του κατευθυνόμενος προς την πλατεία «Εξι Δρόμων». Ο Κωσταγιάννης έτρεξε να τον προλάβει και τον έφτασε στην πλατεία. Του ζήτησε την ταυτότητα κι αυτός, ατάραχος, την έδωσε. Φυσικά, ήταν πλαστή σε όλα. Καθώς ο χαφιές την περιεργάζεται, ο Καλοδίκης του δίνει μια γερή γροθιά, τον ρίχνει καταγής κι αρχίζει να τρέχει με κατεύθυνση προς την οδό Σκουφά. Ο ασφαλίτης, μετά τον αιφνιδιασμό, σηκώνεται και αρχίζει να τον καταδιώκει, σφυρίζοντας με την αστυνομική του σφυρίχτρα.

Για κακή του τύχη, στην πρώτη γωνιά που φτάνει για να ξεφύγει, πέφτει πάνω σ’ ένα υπενωμοτάρχη, που επιχειρεί να τον σταματήσει και συμπλέκονται. Εκεί φτάνει ο Κωσταγιάννης και τον πυροβολεί πισώπλατα. Αιμορραγώντας γονατίζει, αλλά πριν πέσει, σηκώνεται — με όσες δυνάμεις του έχουν απομείνει — στητός και ολόρθος, καταπίνει τα σημειώματα που κρατάει στα χέρια του και πριν σωριαστεί αναίσθητος, θέλοντας να μαθευτεί η σύλληψή του για να μην τον εξαφανίσουν, όπως έγινε με άλλους συντρόφους του, φωνάζει δυνατά:

«Πατριώτες, είμαι ο Σπύρος Καλοδίκης, Γραμματέας της Οργάνωσης του ΚΚΕ».

Τον μεταφέρουν στο Δημοτικό Νοσοκομείο της Λάρισας. Οι πρώτοι που καταφθάνουν είναι ο διοικητής Χωροφυλακής και ο εισαγγελέας. Πάνω από το στέλεχος του ΚΚΕ, που χαροπαλεύει, στήνεται μια μακάβρια σύσκεψη, προφανώς όχι ανθρώπων, αλλά κανιβάλων. Ζητούμενο είναι να ανοίξουν το στομάχι του για να πάρουν τα σημειώματα που έχει καταπιεί. Καλούν το χειρουργό Ράπτη, κλινικάρχη και σημαίνοντα παράγοντα της Δεξιάς, και του ζητούν να κάνει την επέμβαση.

Ο γιατρός – προς τιμήν του – αρνείται, λέγοντας: «Οσο ζει, δεν μπορώ να διαπράξω ένα τόσο αποτρόπαιο έγκλημα». Αυτή είναι η μία εκδοχή. Αλλά υπάρχει και δεύτερη, που αναφέρει σε βιβλίο του ο αντιστασιακός δημοσιογράφος και συγγραφέας Λάζαρος Αρσενίου, σύμφωνα με την οποία ο γιατρός είπε: «Το πρόβλημα είναι να τον σώσουμε και όχι να τον αποτελειώσουμε».

Η επέμβαση πραγματοποιήθηκε την επομένη μέρα, όταν ο Σπύρος Καλοδίκης έχει υποκύψει στα τραύματά του και ήταν πλέον νεκρός. Αλλά τα σημειώματα είχαν ήδη καταστραφεί από τα γαστρικά υγρά του στομάχου.

Αυτή ήταν και η τελευταία πράξη μιας πλούσιας σε δράση και πολύμορφους αγώνες ζωής, αφιερωμένης στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων του λαού, στις Αρχές και τους κανόνες λειτουργίας του Κόμματος.

Ο Σπύρος Καλοδίκης

Ο Σπύρος Καλοδίκης γεννήθηκε στους Παξούς το 1908 (ή 1910), ένα νησί  που το 1929 με το «ιδιώνυμο» του Βενιζέλου λειτούργησε ως τόπος εξορίας.

Ο πατέρας του παπάς και δάσκαλος ήταν ένας από τους παράγοντες του δημοκρατικού κινήματος. Ο Παπανικόλας που στάθηκε για το Σπύρο το πρώτο υπόδειγμα της ζωής και του αγώνα. Εργάζεται ως λιμενεργάτης και σε νεαρή ηλικία προσχώρησε στο επαναστατικό κίνημα κι έγινε μέλος του ΚΚΕ.

Στις 18 του Απρίλη 1941, Μεγάλη Παρασκευή, αμέσως μετά την κατάρρευση του μετώπου, δυο μέρες πριν την συνθηκολόγηση του Τσολάκογλου και 9 μέρες  πριν μπουν τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής στην Αθήνα, η «Ανεξάρτητη Κομματική Οργάνωση Αθήνας», με επικεφαλής τον Σπύρο Καλοδίκη, τον μετέπειτα Β΄ Γραμματέα της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ του ΚΚΕ στα χρόνια της Κατοχής, οργάνωσε και πραγματοποίησε, με τις μικρές της δυνάμεις, μια τολμηρή συγκέντρωση στην Ομόνοια, παρά την απαγόρευση του στρατηγού Καβράκου. Ο κομμουνιστής ομιλητής Σπύρος Καλοδίκης μίλησε για τις προδοσίες της 4ης Αυγούστου και κάλεσε τον λαό της Αθήνας να υποδεχτεί με αγώνα τη χιτλεροφασιστική κατοχή.

Στην πλατεία της Ομόνοιας αντήχησαν τα συνθήματα: «Αντίσταση στους επιδρομείς», «Οπλα στο λαό», «Κυβέρνηση Εθνικής Σωτηρίας» κ.ά.[1]

Στη διάρκεια της Κατοχής αναδείχτηκε σε Β΄ Γραμματέα της ΚΟΑ – με Α΄ Γραμματέα τον Β. Μπαρτζιώτα — το 1942 εκλέγεται από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ μέλος της Κεντρικής του Επιτροπής και το 1943 ήταν ο βασικός οργανωτής των μεγάλων αντικατοχικών διαδηλώσεων του λαού της Αθήνας.

Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας , το 1945, με απόφαση της ΚΕ, στάλθηκε στο Βόλο και αναλαμβάνει , Γραμματέας της Περιφερειακής Οργάνωσης Μαγνησίας του ΚΚΕ. Δίνει το μεγάλο «παρών» στον αγώνα ενάντια στις διώξεις και τον κατατρεγμό του λαού. Θα μείνουν στην Ιστορία τα παλλαϊκά συλλαλητήρια του Βόλου, με αποκορύφωμα εκείνο που έγινε με τον ερχομό του Ν. Ζαχαριάδη και την ομιλία του στο ποδοσφαιρικό γήπεδο της Νέας Ιωνίας, που χτυπήθηκε από τη Χωροφυλακή κατά την ειρηνική του διάλυση, με νεκρούς και τραυματίες.

«Την εποχή αυτή το Κόμμα μας κάνει δυο σπουδαίες, όσο και αναγκαίες οργανωτικές κινήσεις. Στέλνει στη Θεσσαλία δύο σημαντικά και δοκιμασμένα στελέχη του: Τον Αχιλλέα Μπλάνα, γραμματέα του Γραφείου Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, με οργανωτικό γραμματέα τον Σ. Κ.

Οι τοποθετήσεις αυτές ήταν απαραίτητες. Πρώτο, γιατί οι θεσσαλικές οργανώσεις είχαν αποδυναμωθεί από άποψη στελεχών μετά την απελευθέρωση: Ο Κώστας Καραγιώργης, γραμματέας του Γραφείου Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ, πηγαίνει στην Αθήνα σαν διευθυντής του «Ριζοσπάστη», ο Αδάμ Μουζενίδης έχει ήδη φύγει από το Βόλο, ενώ άλλοι έχουν σταλεί σε άλλες κομματικές δουλειές.

Και δεύτερο, γιατί οι οργανώσεις της Δεξιάς με την ολόπλευρη υποστήριξη του μοναρχοφασιστικού κράτους, των ληστοσυμμοριών Σούρλα, Καλαμπαλίκη κ.ά., αλλά και των Αγγλων επικυρίαρχων έχουν αναδιοργανωθεί, έχουν αναθαρρήσει και αντεπιτίθενται ενάντια στο Λαϊκό Δημοκρατικό Κίνημα.

Η στροφή στην πολιτική και οργανωτική δουλειά του Κόμματος δεν αργεί να φανεί»[2].

Το Νοέμβρη του 1946 πάει στη Λάρισα με το ψευδώνυμο «Νίκος», με σκοπό ν’ ανασυγκροτήσει τις Κομματικές Οργανώσεις και να συνδράμει την ανάπτυξη της δράσης του ΕΑΜ.

Για την προσωπικότητα του Σπύρου Καλοδίκη, ο Θανάσης Ζαφειρόπουλος , τότε αρχισυντάκτης της καθημερινής ΕΑΜικής εφημερίδας «Αναγέννηση» και της εβδομαδιαίας του Κόμματος «Λευτεριά», θυμάται την πρώτη του συνάντηση με το Σπ. Καλοδίκη:

 «Εβλεπα ότι είχα μπροστά μου έναν χαρισματικό ηγέτη: Απλό, νηφάλιο, με φωτεινό μυαλό και καθαρή σκέψη. Που έπιανε την ουσία των προβλημάτων και τη μετέτρεπε σε κινητήρια δύναμη και αγωνιστική δράση. Ηταν ένας ανεπανάληπτος καθοδηγητής, που συνδύαζε την μπολσεβίκικη επαναστατική έξαρση και την επτανησιακή φινέτσα και ευγένεια.

Τη σκιαγράφηση της προσωπικότητας του Σ.Κ. μου την έκανε παλιός σύντροφος από τους παράγοντες της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του Βόλου, λέγοντας:

— Ξέρεις τι εστί Καλοδίκης; Θα σου το πω με λίγα λόγια: «Παίρνει ένα μαραθωνοδρόμο που μόλις έχει τερματίσει κατάκοπος. Του μιλάει για λίγα λεπτά της ώρας και είναι έτοιμος και ικανός να τρέξει άλλον ένα μαραθώνιο»[3].

Και ο Βασίλης Μπαρτζιώτας σημειώνει για τα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης και του Δεκέμβρη 1944, στην Αθήνα, όταν ο λαός βρισκόταν σε συνεχείς κινητοποιήσεις:

«Οι μαχητικές αυτές εθνικές διαδηλώσεις εκατοντάδων χιλιάδων του λαού της Αθήνας – οι πιο μεγάλες εκδηλώσεις που έγιναν στα χρόνια αυτά στη χιτλεροκρατούμενη Ευρώπη – έχουν τη δικιά τους ιστορία. Γίνονταν με απόφαση του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, της Κεντρικής Επιτροπής του ΕΑΜ και της Επιτροπής Πόλης της ΚΟΑ και της ΚΟΠ του ΚΚΕ, με καθορισμένο στρατηγικό σχέδιο που το επεξεργαζόταν η Οργανωτική Επιτροπή, η οποία καθοδηγούσε και τις διαδηλώσεις αυτές. Η επιτροπή αυτή αποτελούνταν από το Σπύρο Καλοδίκη , από μέρους της Γραμματείας της ΕΠ της ΚΟΑ, το Βασίλη Μαρκεζίνη από μέρους της ΚΕ του ΕΑΜ και του ΕΑΜ Αθήνας, τον Σπύρο Κωτσάκη, από μέρους του Α’ Σώματος Στρατού του ΕΛΑΣ, από το Γραμματέα της ΕΠΟΝ και της ΕΑ Αθήνας, από τους γραμματείς των Κομματικών Αχτίδων της Αθήνας και αντιπροσωπεία από την ΚΟ Πειραιά. Η Οργανωτική Επιτροπή, που στηριζόταν φυσικά στη δύναμη των δύο μεγάλων κομματικών οργανώσεων της Αθήνας – Πειραιά και του ΕΑΜ Αθήνας – Πειραιά και της μαχητικής ΕΠΟΝ, στάθηκε το μεγάλο επιτελείο των ιστορικών αυτών εκδηλώσεων»[4].

Οι ιστορικές, πανεθνικές παλλαϊκές διαδηλώσεις της Αθήνας – Πειραιά στα 1943 είναι: 24 του Φλεβάρη, 5 του Μάρτη, 25 του Μάρτη, 25 Ιούνη και 22 Ιούλη 1943 η πολιτική επιστράτευση ματαιώθηκε! Ετούτη τη φορά οριστικά.

Με την ένταση του εμφυλίου πολέμου, τη σύλληψη και φυλάκιση του Αχιλλέα Μπλάνα, ο Σπύρος Καλοδίκης περνάει στην παρανομία μέχρι τις 23 Νοέμβρη, ημέρα της δολοφονίας του.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Πέτρου Ρούσου, Η Μεγάλη Πενταετία 1940 -1945, τόμος Α΄, Τρίτη έκδοση, σελ. 64-65. Κατ΄ άλλους η συγκέντρωση της ΑΚΟΑ στην Ομόνοια έγινε την ώρα που μπαίνανε οι Γερμανοί στην Αθήνα, στις 27 Απρίλη 1941 (Βασίλης Μπαρτζιώτας, Η Εθνική Αντίσταση στην Αδούλωτη Αθήνα, σελ. 13) και Νίκανδρος Κεπέσης, Ριζοσπάστης 29.11.2003. Ο Δημήτρης Σέρβος τοποθετεί την συγκέντρωση την επόμενη μέρα, 28 Απρίλη 1941, Ριζοσπάστης 26 Απρίλη 1998. Το σημαντικό όμως είναι ότι η συγκέντρωση στην Ομόνοια έγινε και οι Κομμουνιστές, πριν καλά –καλά ξεκινήσει η γερμανική κατοχή, καλούσαν το λαό να οργανώσει την Αντίστασή του στους κατακτητές.

[2] Ριζοσπάστης Κυριακή 18 Φλεβάρη 2001 – του Θανάση ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, ο οποίος διετέλεσε αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη» το 1944 (έκδοση του Βουνού) και το 1974-1978 μετά τη νόμιμη επανέκδοσή του.

[3] Στο ίδιο.

[4] Βασίλης Γ. Μπαρτζιώτας, «Η Εθνική Αντίσταση στην αδούλωτη Αθήνα», «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1984, σελ. 116-118

ΗΜΕΡΟΔΡΟΜΟΣ 23 Νοέμβρη 2020

Σχετικά θέματα

Απόψεις