Οι κάτοικοι του Ηρακλείου Κρήτης παρακολουθούν για ακόμη μία φορά – και όχι ως απλοί θεατές, αλλά ως άμεσα πληττόμενοι – το ίδιο έργο: σοροί σκουπιδιών να στοιβάζονται στους δρόμους, στις γειτονιές, δίπλα σε σπίτια, σχολεία και νοσοκομεία. Μια εικόνα που δεν είναι ούτε έκτακτη ούτε πρωτόγνωρη. Είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής επιλογής να αφεθούν βασικές δημοτικές υπηρεσίες, όπως η καθαριότητα, αποδεκατισμένες και εγκαταλελειμμένες στον χρόνο, από δημοτικές αρχές και κυβερνήσεις που χειροκροτούν τις «μεταρρυθμίσεις» των μνημονίων και των ευρωπαϊκών οδηγιών.
Με τις θερμοκρασίες να ανεβαίνουν και τη δημόσια υγεία να απειλείται, η Περιφέρεια Κρήτης αναγκάστηκε να παρέμβει αποστέλλοντας έγγραφο στον Δήμο Ηρακλείου, ενώ η δημοτική αρχή συγκάλεσε έκτακτη σύσκεψη. Εκεί αποφάσισε τη γνωστή μέθοδο «μπαλώματος»: μετακίνηση προσωπικού από άλλες υπηρεσίες, χωρίς καμία πρόθεση ενίσχυσης της υπηρεσίας καθαριότητας με μόνιμο προσωπικό και επαρκή μέσα.
Η Λαϊκή Συσπείρωση σημειώνει μάλιστα, ότι μάρτυρας αυτής της απαράδεκτης κατάστασης, είναι οι συνεχείς καταγγελίες για σωρούς απορριμμάτων που μένουν για μέρες αμάζευτα (εικόνες από οδούς Ανθέων και Παπαναστασίου και πλήθος άλλων στα τοπικά ΜΜΕ).
Επίσης, καταγγέλλει τη στάση της δημοτικής αρχής, επισημαίνοντας ότι η πολιτική «κόστους – οφέλους», που εφαρμόζουν διαχρονικά οι τοπικές διοικήσεις με τις ευλογίες κυβέρνησης και ΕΕ, είναι αυτή που έχει αφήσει την υπηρεσία καθαριότητας χωρίς μόνιμο προσωπικό και με συμβασιούχους-λάστιχο. Όπως τονίζει, η ίδια πολιτική ανοίγει τον δρόμο για την ιδιωτικοποίηση της καθαριότητας – μια προοπτική που σημαίνει περισσότερα έξοδα για τον λαό και περισσότερα κέρδη για τους «επενδυτές».
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της πολιτικής κατεύθυνσης είναι η ακύρωση της ήδη ενταγμένης στον προϋπολογισμό αγοράς απορριμματοφόρων για το 2025, και η επιλογή να καλυφθεί η ανάγκη με leasing – δηλαδή νοίκιασμα με κόστος μεγαλύτερο και με «ξεκάθαρο αποδέκτη» των ωφελημάτων.
Υπογραμμίζει ότι η πολιτική «κόστους-οφέλους» που στηρίζουν διαχρονικά οι δημοτικές αρχές, στην οποία πρωτοστατεί και η σημερινή, σε πλήρη σύμπλευση με την κυβέρνηση και τις κατευθύνσεις της ΕΕ, έχει αφήσει βασικές υπηρεσίες όπως και την καθαριότητα, υποστελεχωμένες, χωρίς μόνιμο προσωπικό, με συμβασιούχους με ολιγόμηνες συμβάσεις που δεν καλύπτουν τις ανάγκες της πόλης.