«Στον Αρχιστράτηγο Στρατηγό της Σοβιετικής Ένωσης Σύντροφο Ιωσήφ Στάλιν
Εμπόλεμες αναφορές Ν. 00635 από το Γενικό Επιτελείο του Λευκορωσικού Μετώπου, 16.30, 30.4.45.
Ο εχθρός επιδεικνύει πεισματώδη αντίσταση απέναντι στα στρατεύματά μας τα οποία προωθούνται στην πόλη του Βερολίνου.
Κάθε δρόμος, συνοικία, απομακρυσμένο σπίτι, διαμέρισμα, δωμάτιο, υπόγειο, υπερασπίζονται σθεναρά από τον εχθρό και μετατρέπονται σε ισχυρά σημεία και εστίες άμυνας.
Ο εχθρός επιδεικνύει ιδιαίτερα πεισματώδη αντίσταση στην περιοχή του Ράιχσταγκ. Στις σκάλες των εγκαταστάσεων του κύριου κτιρίου του Ράιχσταγκ ο αγώνας μετατράπηκε σε επανειλημμένες μάχες σώμα με σώμα.
Τμήματα των SS έχουν αναλάβει την άμυνα της περιοχής του Ράιχσταγκ στην πόλη του Βερολίνου. Για την ενίσχυση της άμυνας αυτής της περιοχής, ο εχθρός έριξε, τη νύχτα της 28ης Απριλίου του 1945, αλεξιπτωτιστές του τάγματος πεζοναυτών. Συνεχίζοντας την επίθεση και συντρίβοντας την αντίσταση του εχθρού, τμήματα της 3ης Στρατιάς Κρούσης κατέλαβαν το κύριο κτίριο του Ράιχσταγκ και στις 30 Απριλίου του 1945, στις 14.25, ανήρτησαν πάνω σ’ αυτό τη σοβιετική σημαία.
Στις μάχες της περιοχής του Ράιχσταγκ και του κύριου κτιρίου του, διακρίθηκαν τα στρατεύματα της 3ης Στρατιάς κρούσης, ο Στρατηγός Κουζνετσόφ[i], ο διοικητής του 79ου σώματος πεζικού, Αντιστράτηγος Περεβιόρτκιν[ii], ο διοικητής της 171ης Μεραρχίας πεζικού, Συνταγματάρχης Νεγκόντα[iii] και ο διοικητής της 150ης Μεραρχίας πεζικού, Υποστράτηγος Σατίλοφ[iv]. Η επίθεση στην πόλη του Βερολίνου συνεχίζεται, τα στρατεύματα του μετώπου συνεχίζουν να εκτελούν το βασικό καθήκον που διατάχθηκε από εσάς.
Ο Διοικητής των Στρατευμάτων του 1ου Λευκορωσικού Μετώπου Στρατάρχης της Σοβιετικής Ένωσης Ζούκωφ[v]
Το Μέλος του Πολεμικού Συμβουλίου του 1ουΛευκορωσικού Μετώπου Αντιστράτηγος Τελέγκιν[vi]
Ο Επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου του 1ου Λευκορωσικού Μετώπου Στρατηγός Μαλίνιν[vii]».[viii]
Στις 30 Απριλίου του 1945, στις 22.30 ώρα Μόσχας, η σημαία της Σοβιετικής Ένωσης κυμάτιζε στην κορυφή του Ράιχσταγκ, σε μια κίνηση πρωτοφανούς συμβολισμού που υπογράμμιζε με τον πιο εμφατικό τρόπο τις αμέτρητες θυσίες του σοβιετικού λαού στην πάλη κατά του φασισμού και του ναζισμού. Ειδικότερα, οι δυνάμεις αναγνώρισης της 136ης Ταξιαρχίας Πυροβολικού, και συγκεκριμένα οι υπολοχίες Γ.Κ Ζαγκίτωφ[ix], Α.Φ. Λισιμένκο[x], Α.Π. Μπαμπρόφ[xi] – μαχητές πεζικού υπό τον διοικητή Β.Ν. Μάκοφ[xii] – και ο λοχίας Μ.Π. Μίνιν[xiii] της ομάδας κρούσης του 79ου σώματος πεζικού, το οποίο ενεργούσε υπό την ανώτατη διοίκηση του Αντιστράτηγου Περεβιόρτκιν, ενήργησαν από κοινού με το τάγμα του αξιωματικού Σ.Α. Νεουστρόγιεφ[xiv]. Περίπου δύο με τρεις ώρες μετά την κατάληψη του Ράιχσταγκ και κατόπιν διαταγών του διοικητή του 756ου σώματος πεζικού και της 150ης Μεραρχίας πεζικού, του Συνταγματάρχη Φ.Μ. Ζνίτσενκο[xv], αποφασίστηκε η τοποθέτηση του Κόκκινου εμβλήματος Νο 5 στην κορυφή του Ράιχσταγκ το οποίο έκτοτε ονομάστηκε η Σημαία ή το Λάβαρο της Νίκης. Η κόκκινη σημαία ανυψώθηκε στο Βερολίνο από τον λοχία Μ.Α. Εγκόροφ[xvi], τον υπολοχία Μ.Β. Καντάρια[xvii], τον λοχαγό Α.Π. Μπέρεστ[xviii] και τον ανθυπολοχία Ι.Γ. Σιάνωφ[xix]. Οι μάχες στην περιοχή του Ράιχσταγκ διήρκησαν έως τις πρωινές ώρες της 1ης Μαΐου του 1945. Στις 2 Μαΐου του 1945, ο διοικητής αμύνης της πόλης του Βερολίνου, στρατηγός Βάιτλινγκ[xx], υποχρεώθηκε να εκδώσει την ακόλουθη διαταγή:Μετάφραση από τα Γερμανικά
«Βερολίνο 2.5.45
ΔΙΑΤΑΓΗ
Στις 30 Απριλίου του 1945 ο Φύρερ αυτοκτόνησε.
Όσοι οριστήκαμε πίστη σ’ αυτόν, αφεθήκαμε μόνοι.
Σύμφωνα με τη διαταγή του Φύρερ, Εσείς [οι κάτοικοι του Βερολίνου] οφείλετε να συνεχίσετε τον αγώνα για το Βερολίνο, παρά το γεγονός ότι οι ελλείψεις σε βαρέα όπλα, πυρομαχικά και η γενική κατάσταση καθιστούν αυτή τη μάχη άσκοπη.
Κάθε ώρα συνέχισης του αγώνα Σας παρατείνει τα φρικτά βάσανα του αστικού πληθυσμού του Βερολίνου και των τραυματιών μας.
Κάθε ένας που πέφτει στη μάχη του Βερολίνου θυσιάζεται μάταια.
Κατόπιν συμφωνίας με την Ανώτατη Διοίκηση των Σοβιετικών Στρατευμάτων απαιτώ άμεσα την κατάπαυση του πυρός.
Βάιτλινγκ Στρατηγός Πυροβολικού και διοικητής αμύνης της πόλης του Βερολίνου».[xxi]
Οι εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Κόκκινου Στρατού εναντίον των ναζιστικών στρατευμάτων διήρκησαν έως τη 2α Μαΐου του 1945. Στις 9 Μαΐου του 1945 ο Αρχιστράτηγος Κάιτελ[xxii] και αντιπρόσωποι της Ανώτατης Στρατιωτικής Διοίκησης του Γ΄ Ράιχ, κατόπιν εξουσιοδότησης του Ναυάρχου Νταίνιτς[xxiii] ο οποίος είχε οριστεί ως αρχηγός του κράτους από τον ίδιο τον Χίτλερ λίγο πριν την αυτοκτονία του, υπέγραψαν, παρουσία του Στρατάρχη Ζούκωφ, την άνευ όρων παράδοση της ναζιστικής Γερμανίας. Το οριστικό τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου έλαβε χώρα στις 3 Σεπτεμβρίου του 1945 μετά τη συνθηκολόγηση της Ιαπωνίας: Είχε μεσολαβήσει η ρίψη ατομικών βομβών από τις ΗΠΑ στη Χιροσίμα, την 6η Αυγούστου του 1945, και στο Ναγκασάκι 3 ημέρες αργότερα. Με αφορμή τη συμπλήρωση 75 ετών από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το περιοδικό Κρίση αφιερώνει ένα ειδικό τεύχος στην εν λόγω θεματική το οποίο πρόκειται να κυκλοφορήσει τον Μάιο του 2020 από τις εκδόσεις Τόπος. Οι αναγνώστες θα έχουν την ευκαιρία να διαβάσουν το άρθρο του ιστορικού και διπλωμάτη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης Βαλεντίν Φάλιν, το οποίο πραγματεύεται την ιστορική αποτίμηση των γεγονότων που οδήγησαν στην υπογραφή του Συμφώνου μη επίθεσης μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ (1939), αναλύοντας πληθώρα στοιχείων τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστα στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό. Το άρθρο της Νατάλια Ναροτσνίτσκαγια αναφέρεται στις διπλωματικές διεργασίες πριν και κατά την υπογραφή της συνθήκης του Μονάχου. Τα έτερα κείμενα των συγγραφέων, ήτοι Ντιμίτρι Ρουμπλιώφ (μελέτη για το αναρχικό κίνημα στην ΕΣΣΔ κατά την περίοδο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου), Γιώργου Μιχαηλίδη και Δόμνα Κόφφα (μελέτη για την επιχείρηση αντιδραστικής αναθεώρησης της ιστορίας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στα Βαλκάνια) και του γράφοντος (μελέτη για τις διπλωματικές διεργασίες μεταξύ Δύσης και Σοβιετικής Ένωσης κατά το διάστημα 1938-1939), συμπληρώνουν την ανωτέρω έκδοση.* Ο Νίκος Παπαδάτος είναι διδάκτωρ ιστορίας του Πανεπιστημίου της Γενεύης και επισκέπτης καθηγητής στο τμήμα Ιστορίας, Πολιτικών Κομμάτων και Κοινωνικών Κινημάτων του Κρατικού Πανεπιστημίου της Μόσχας Λομονόσοφ.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[i]Βασίλι Κουζνετσόφ (Кузнецо́в Васи́лий Ива́нович, 1894-1964).
[ii]Σιμιόν Περεβιόρτκιν (Семён Никифорович Перевёрткин,1905-1961).
[iii]Αλεξέι Νεγκόντα, (Алексей Игнатьевич Негода, 1909-1975).
[iv]Βασίλι Σατίλοφ, (Васи́лий Митрофа́нович Шати́лов 1902-1995).
[v]Γκεόργκι Ζούκωφ, (Гео́ргий Константи́нович Жу́ков (1896 – 1974).
[vi]Κωνσταντίν Τελέγκιν, (Константин Фёдорович Телегин 1899 -1981).
[vii]Μιχαήλ Μαλίνιν, (Михаи́л Серге́евичМали́нин 1899 – 1960).
[viii] Центральный Архив Министерство Обороны Российской Федерации – ЦАМО РФ, 233/2356/476, φ. 24-25. Κεντρικό Αρχείο Υπουργείου Αμύνης της Ρωσικής Ομοσπονδίας.
[ix]Γκίζι Ζαγκίτωφ, (Гизий Казыханович Загитов, 1921 – 1953).
[x]Αλεξάντρ Λισιμένκο, (Александр Филиппович Лисименко, 1922 – 1979).
[xi]Αλεξέι Μπαμπρόφ, (Алексей Петрович Бобров, 1919 – 1976).
[xii]Βλαντίμιρ Μάκοφ, (Владимир Николаевич Маков, 1922 – 1978).
[xiii]Μιχαήλ Μίνιν, (Михаи́л Петро́вич Ми́нин (1922 – 2008).
[xiv]Στεπάν Νεουστρόγιεφ, (Степа́нАндре́евичНеустро́ев (1922 – 1998).
[xv]Φίοντορ Ζνίτσενκο, (Фёдор Матвеевич Зинченко, 1902 – 1991).
[xvi]Μιχαήλ Εγκόροφ, (Михаи́л Алексе́евич Его́ров, 1923 – 1975).
[xvii]Μελιντόν Καντάρτια, (Мелито́н Варла́мович Канта́рия,1920 – 1993).
[xviii]Αλεξέι Μπέρεστ, (Алексе́й Проко́пьевич Бе́рест, 1919 – 1970).
[xix]Ιλία Σιάνωφ, (Илья Яковлевич Сьянов, 1905 – 1988).
[xx]Χέλμουντ Βάιτλινγκ, (Helmuth Otto Ludwig Weidling, 1891 – 1955).
[xxi]ЦАМОРФ, 233/2307/3, φ. 107. Η υπογράμμιση στο πρωτότυπο.
[xxii]Βίλχελμ Μπόντεβιν Γιόχαν Γκούσταφ Κάιτελ (Wilhelm Bodewin Johann Gustav Keitel, 1882 – 1946).
[xxiii] Καρλ Νταίνιτς, (Karl Dönitz, 1891 – 1980).
Ημεροδρόμος 10 Μάη 2020