Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Σώζοντας την Ιστορία!

150 χρόνια από την τελετή θεμελίωσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το έπος της απόκρυψης και διάσωσης των αρχαιοτήτων. Μια επιχείρηση - άθλος των εργαζόμενων, αρχαιολόγων, φυλάκων, εργατών και φοιτητών εθελοντών.

Συμπληρώνονται 150 χρόνια από την Δευτέρα 3 Οκτώβρη 1866 όπου έγινε η τελετή θεμελίωσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το επιβλητικό..

Το πρόγραμμα της τελετής θεμελίωσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. 3 Οκτώβρη 1866. Από το Ιστορικό Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας – από την παρουσίαση του Κώστα Πασχαλίδη «Η Ίδρυση, η Ιστορία και οι Περιπέτειες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 130 χρόνια λειτουργίας σε μία διάλεξη», το 2013
Το πρόγραμμα της τελετής θεμελίωσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. 3 Οκτώβρη 1866. Από το Ιστορικό Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας – από την παρουσίαση του Κώστα Πασχαλίδη «Η Ίδρυση, η Ιστορία και οι Περιπέτειες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 130 χρόνια λειτουργίας σε μία διάλεξη», το 2013

Συμπληρώνονται 150 χρόνια από την Δευτέρα 3 Οκτώβρη 1866 όπου έγινε η τελετή θεμελίωσης του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Το επιβλητικό νεοκλασικό κτίριο που στεγάζει το Μουσείο, οικοδομήθηκε πάνω σε αρχικά  σχέδια του αρχιτέκτονα Λούντβιχ Λάνγκε που αργότερα τροποποιήθηκαν από τους Παναγή Κάλκο, Αρμόδιο Βλάχο και Ερνστ Τσίλερ. Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 1889, 23 χρόνια μετά, οπότε έγιναν τα εγκαίνια και άνοιξε τις πύλες του για το κοινό.

Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, σήμερα, είναι το μεγαλύτερο της Ελλάδας και ένα από τα σημαντικότερα του κόσμου. Σε ένα χώρο 8.000 τ.μ. φιλοξενεί πάνω από 11.000 εκθέματα, από την περίοδο των αρχών της προϊστορίας έως την ύστερη αρχαιότητα. Στις αίθουσές του ζωντανεύει ολόκληρη η ιστορία του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού σε πέντε μεγάλες μόνιμες συλλογές:

  • Τη Συλλογή Προϊστορικών Αρχαιοτήτων, που περιλαμβάνει έργα των μεγάλων πολιτισμών που αναπτύχθηκαν στο Αιγαίο από την 6η χιλιετία έως το 1050 π.Χ. (νεολιθικού, κυκλαδικού και μυκηναϊκού) και ευρήματα από τον προϊστορικό οικισμό της Θήρας.
  • Τη Συλλογή Έργων Γλυπτικής, που παρουσιάζει την εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής γλυπτικής από τον 7ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ., μέσα από μοναδικά έργα τέχνης.
  • Τη Συλλογή Αγγείων και Μικροτεχνίας, που περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα της αρχαίας ελληνικής κεραμικής από τον 11ο αι. π.Χ. έως και τη ρωμαϊκή εποχή, καθώς και και τη Συλλογή Σταθάτου, μια διαχρονική συλλογή μικροτεχνημάτων.
  • Τη Συλλογή Έργων Μεταλλοτεχνίας με πολλά μοναδικά πρωτότυπα έργα, αγάλματα, ειδώλια και έργα μικροτεχνίας.
  • Τέλος, τη μοναδική για την Ελλάδα Συλλογή Αιγυπτιακών και Ανατολικών Αρχαιοτήτων με έργα τέχνης, που χρονολογούνται από την προδυναστική περίοδο (5000 π.Χ.) έως και τους χρόνους της ρωμαϊκής κατάκτησης.

Είχε προηγηθεί η δημιουργία του πρώτου αρχαιολογικού μουσείου από τον Κυβερνήτη της Ελλάδας Ιωάννη Καποδίστρια, στις 21 Οκτώβρη 1829 στην Αίγινα, το οποίο στεγάστηκε στο ορφανοτροφείο του νησιού, το Κρατικό Μουσείο Αρχαιοτήτων, το λεγόμενο και «Αγαλματοστάσιο».

Μετά την ανακήρυξη της Αθήνας σε πρωτεύουσα του ελληνικού κράτους, σχηματίστηκαν συλλογές αρχαιοτήτων που στεγάστηκαν σε διάφορα μέρη: στο Θησείο στο Ναό του Ηφαίστου, στην Στοά του Αδριανού, και στον Πύργο των Ανέμων. Αυτές οι συλλογές μαζί με τα αρχαία που είχε στην κατοχή της η Αρχαιολογικής Εταιρείας μεταφέρθηκαν σταδιακά στο νέο κτίριο της οδού Πατησίων.

Με Βασιλικό Διάταγμα «Περί διοργανισμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου», στι 9 Αυγούστου 1893 ιδρύθηκε επίσημα το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Στο άρθρο 1, αναφέρεται «η ‘ίδρυση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου σκοπόν έχει την σπουδήν και διδασκαλίαν της αρχαιολογικής επιστήμης, την διάδοσιν αρχαιολογικών γνώσεων παρ’ ημίν και την ανάπτυξιν έρωτος προς τας καλάς τέχνας”.

Η απόκρυψη του Κούρου του Σουνίου στο όρυγμα που είχε διανοιχθεί μπροστά από το βάθρο του. (Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου).
Η απόκρυψη του Κούρου του Σουνίου στο όρυγμα που είχε διανοιχθεί μπροστά από το βάθρο του. (Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου).

Το έπος της απόκρυψης των αρχαιοτήτων

11 Νοέμβρη 1940. Γενικαί τεχνικαί οδηγίαι για την προστασία των αρχαίων των διαφόρων μουσείων από τους εναερίους κινδύνους. Από το Ιστορικό Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας – από την παρουσίαση του Κώστα Πασχαλίδη «Η Ίδρυση, η Ιστορία και οι Περιπέτειες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 130 χρόνια λειτουργίας σε μία διάλεξη», το 2013
11 Νοέμβρη 1940. Γενικαί τεχνικαί οδηγίαι για την προστασία των αρχαίων των διαφόρων μουσείων από τους εναερίους κινδύνους. Από το Ιστορικό Αρχείο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας – από την παρουσίαση του Κώστα Πασχαλίδη «Η Ίδρυση, η Ιστορία και οι Περιπέτειες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 130 χρόνια λειτουργίας σε μία διάλεξη», το 2013

Ηδη από το 1937 είχαν αναπτυχθεί προβληματισμοί για την διάσωση των αρχαιοτήτων σε περίπτωση αεροπορικών επιδρομών. Ένα μήνα μετά την έναρξη του ελληνοιταλικού  πολέμου, στις 11 Νοέμβρη 1940, φτάνει σε όλα τα μουσεία επιστολή με τίτλο «Γενικαί τεχνικαί οδηγίαι για την προστασία των αρχαίων των διαφόρων μουσείων από τους εναερίους κινδύνους».

Οι οδηγίες πρότειναν δυο τρόπους: Ο ένας να καλυφτούν τα αγάλματα με σάκους γεμάτους με άμμο, αφου κλειστούν σε ξύλινα πλαίσια, και ο δεύτερος που τελικά προτιμήθηκε, ήταν να ασφαλιστούν τα αγάλματα και να θαφτούν στο πάτωμα της αίθουσας ή στην αυλή του μουσείου ή σε αυλές και υπόγεια δημόσιων ιδρυμάτων.

Τα αγάλματα έπρεπε να αποτεθούν σε επενδυμένο με οπλισμένο σκυρόδεμα όρυγμα, σε οριζόντια θέση, να καλυφτούν με αδρανή υλικά και να σφραγιστεί το όρυγμα με πλάκα τσιμέντου. Τα χάλκινα και τα πήλινα έπρεπε να τυλιχτούν με πισσόχαρτο ή κερόχαρτο, για να αντιμετωπιστεί η πιθανή φθορά από υγρασία και να μπουν σε ασφαλή κιβώτια.

Το χάλκινο άγαλμα του Ποσειδώνα του Αρτεμισίου τυλιγμένο με πισσόχαρτα προκειμένου να προστατευτεί, λίγο πριν το θάψιμό του. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Το χάλκινο άγαλμα του Ποσειδώνα του Αρτεμισίου τυλιγμένο με πισσόχαρτα προκειμένου να προστατευτεί, λίγο πριν το θάψιμό του. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Αμέσως σήμανε συναγερμός στα μουσεία της χώρας. Σε όλα τα Μουσεία σχηματίστηκαν Επιτροπές Απόκρυψης και Ασφάλισης Αρχαιοτήτων από δικαστικούς και αρχαιολόγους , που με τους φύλακες των μουσείων και των αρχαιολογικών τόπων, τους τεχνίτες των μουσείων, τους εργάτες μερικούς εθελοντές φοιτητές και λίγους ξένους αρχαιολόγους ρίχτηκαν με αυταπάρνηση στον αγώνα για τη διάσωση του πολιτιστικού μας πλούτου.

Στο Μουσείο της Ακρόπολης τα γλυπτά φυλάχτηκαν σε διάφορες κρύπτες. Ανοίχτηκε μεγάλος λάκκος μέσα στην αίθουσα του Παρθενώνα και χωρίστηκε σε τρία διαμερίσματα. Στο τέλος του Γενάρη του 1941 ο λάκκος είχε γεμίσει από τα γλυπτά και κατασκευάστηκε μια καλυπτήρια πλάκα από  οπλισμένο σκυρόδεμα. Οσα αρχαία δεν χώρεσαν στο λάκκο φυλάχτηκαν «εις την κρύπτην της Εννεακρούνου», στις φυλακές του Σωκράτη, «εις την κρύπτην της πύλης του Μουσείου» και «εις την κρύπτην της αυλής». Χρησιμοποιήθηκαν επίσης πάνω στο Βράχο της Ακρόπολης, κατά μήκος της βόρειας πλευράς του Παρθενώνα, τέσσερα λαξευτά φρέατα, όπου τάφηκαν σε στρώσεις αρχαία, όπως επίσης τάφηκαν και «εις την λεγόμενην υπόνομον».

Στο Μουσείο του Πειραιά τα πολυτιμότερα γλυπτά καταχώθηκαν στον βαθύ ημικυκλικό αγωγό της ορχήστρας του αρχαίου θεάτρου, που βρίσκεται έξω από το μουσείο. Τα μικρότερης αξίας γλυπτά μαζί με τα κεραμικά, τα χαλκά, τα γυάλινα και τα πήλινα θάφτηκαν στο δάπεδο της νέας αίθουσας του μουσείου.

 Στο Μουσείο των Δελφών τα ευμετακόμιστα αρχαία, αμάμεσά τους ο Ηνίοχος, εξασφαλίστηκαν πρώτα – πρώτα στους δυό λαξευτούς τάφους που είναι και σήμερα θεατοί στον κήπο του μουσείου. Τα υπόλοιπα φυλάχτηκαν στον υπόγειο ελληνιστικό τάφο μεταξύ του μουσείου και του ιερού.  Ο Ηνίοχος είχε χωριστεί σε δυο τμήματα, τα οποία είχαν τοποθετηθεί σε κιβώτια με άχυρο και μπαμπάκι. Μαζί με τα μέρη του αγάλματος είχαν τοποθετηθρί και μικρά χάλκινα του Μουσείου Δελφών.

Οι δυο σπηλαιώδεις τάφοι στον κήπο του Μουσείου Δελφών, όπου κρύφτηκαν πολύτιμα αρχαία, μεταξύ των οποίων ο χάλκινος Ηνίοχος.
Οι δυο σπηλαιώδεις τάφοι στον κήπο του Μουσείου Δελφών, όπου κρύφτηκαν πολύτιμα αρχαία, μεταξύ των οποίων ο χάλκινος Ηνίοχος.

Στο Μουσείο του Κεραμικού επτά γλυπτά τάφηκαν σε δυο λάκκους που ανοίχτηκαν πίσω από τα μνημεία του Δεξίλεω και της Δημητρίας και Παμφίλης, ενώ 19 κιβώτια γεμάτα αρχαιότητες μεταφέρθηκαν στο Εθνικό Μουσείο.

Ανάλογος τιτάνιος αγώνας για την διάσωση των αρχαιοτήτων, δόθηκε με απόλυτη επιτυχία, από το σύνολο των Μουσείων της χώρας. Το Νομισματικό, το Βυζαντινό, τα Μουσεία Ολυμπίας, Κορίνθου, Θηβών, Χαλκίδας, Σπάρτης, Τεγέας, Βόλου, Κέρκυρας, Κεφαλονιάς, Ρεθύμνου, Θεσσαλονίκης, Ελευσίνας, Ναυπλίου και τα υπόλοιπα.

Στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο συστάθηκε μια Επιτροπή Απόκρυψης και Ασφάλισης των εκθεμάτων, με υπουργική απόφαση, με επικεφαλής τρεις Αρεοπαγίτες και μέλη τον γραμματέα της Αρχαιολογικής Εταιρείας Γεώργιο Οικονόμο, τον προσωρινό διευθυντή του μουσείου Αναστάσιο Ορλάνδο, τον καθηγητή Σπυρίδωνα Μαρινάτο, τους εφόρους Γιάννη Μηλιάδη και Σέμνη Καρούζου, την επιμελήτρια Ιωάννα Κωνσταντίνου και ορισμένους μηχανικούς και αρχιτέκτονες του υπουργείου. Στην ομάδα προστέθηκαν και εθελοντές, όπως ο διευθυντής του Αυστριακού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Otto Walter, ο Βρετανός αρχαιολόγος Allan Wace και o ακαδημαϊκός Σπύρος Ιακωβίδης, που ήταν τότε πρωτοετής φοιτητής Αρχαιολογίας.

Το άγαλμα της Αφροδίτης με τον Πάνα και τον Ερωτα, καλυμμένο με προστατευτικό γύψινο καλούπι. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Το άγαλμα της Αφροδίτης με τον Πάνα και τον Ερωτα, καλυμμένο με προστατευτικό γύψινο καλούπι. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

 «Πολύ πρωί, πριν να δύσει η σελήνη, συγκεντρώνονταν στο μουσείο όσοι είχαν αναλάβει την εργασία τούτη. Νύχτα έφευγαν το βράδυ για να πάνε στα σπίτια τους» γράφει χαρακτηριστικά η Σέμνη Καρούζου. Η φύλαξη των γλυπτών γινόταν ανάλογα με το μέγεθος και τη σημασία του καθενός. Τα μεγαλύτερα από αυτά παρατάσσονταν όρθια σε βαθιά ορύγματα που είχαν ανοιχτεί στα δάπεδα των βόρειων αιθουσών του μουσείου, το οποίο ήταν, άλλωστε, θεμελιωμένο πάνω στον μαλακό βράχο. Για την κάθοδο των αγαλμάτων στα ορύγματα χρησιμοποιήθηκαν αυτοσχέδιοι ξύλινοι γερανοί, τους οποίους χειρίζονταν αδιάκοπα οι τεχνίτες του μουσείου. Τα ορύγματα, που έμοιαζαν με πολυάνδρια, δηλαδή με ομαδικούς τάφους, συγκέντρωσαν ένα σαστισμένο πλήθος μορφών, σαν αυτό που εικονίζεται στην πιο πολύτιμη από τις φωτογραφίες του ομώνυμου αρχείου του μουσείου. Ανάμεσα στις μορφές των αγαλμάτων, που στέκονται αμήχανα στον νέο τους τάφο, βρίσκεται κι ένας από τους ανώνυμους πρωταγωνιστές του Έπους της Απόκρυψης. Ένας τεχνίτης του μουσείου που κοιτά αφηρημένα τον φακό. Κι έτσι όπως συμμερίζεται την αβέβαιη μοίρα των ημερών, καταλήγει να μην ξεχωρίζει από το πλήθος τριγύρω. «Αν καμιά ζημιά δεν έγινε στα μάρμαρα, παρόλες αυτές τις μετακινήσεις, οφείλεται τούτο κυριότατα στο ότι προϊστάμενος του συνεργείου των εργατών ήταν τότε, έως και στα πρώτα χρόνια ύστερ’ από τον πόλεμο, ο παλαιός, έμπειρος και αφοσιωμένος γλύπτης των ελληνικών μουσείων Ανδρέας Παναγιωτάκης» αφηγείται η Σέμνη Καρούζου.

Ένα από τα ορύγματα με τα πλήθη των αγαλμάτων. Δεξιά διακρίνεται ο εργαζόμενος του Μουσείου, μια ζωντανή παρουσία. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Ένα από τα ορύγματα με τα πλήθη των αγαλμάτων. Δεξιά διακρίνεται ο εργαζόμενος του Μουσείου, μια ζωντανή παρουσία. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Όταν οι Γερμανοί κατακτητές μπήκαν στην Αθήνα στις 28 Απρίλη 1941 αντίκρισαν τις άδειες αίθουσες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Οι προθήκες άδειες, τα αγάλματα άφαντα. Στις επίμονες ερωτήσεις των Ναζί για το που βρίσκονται τα εκθέματα έπαιρναν την μονότονη απάντηση των αρχαιολόγων: «Τα αρχαία είναι θαμμένα στη γη». Οι Γερμανοί αρχαιολόγοι απαιτούσαν να βγουν από τις κρύπτες τους τα αγάλματα γιατί θα καταστραφούν κρυμμένα. Αλλωστε ισχυρίζονταν πως ο πόλεμος τελείωσε και οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να καταφεύγουν στην τέχνη.

Η άδεια αίθουσα του Μουσείου την Δευτέρα 28 Απρίλη 1949. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου
Η άδεια αίθουσα του Μουσείου την Δευτέρα 28 Απρίλη 1949. Φωτογραφικό Αρχείο Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου

Οι Αρχαιολόγοι επέμεναν. Αλλωστε χρειάζονταν χρήματα για να επανέλθουν τα αρχαία στα Μουσεία και η εμπόλεμη Γερμανία δεν μπορούσε να διαθέσει. Επρεπε να περιμένουν τη λήξη του πολέμου.

Μόνο στο Μουσείο του Κεραμικού, το οποίο στέγαζε εκθέματα από τις ανασκαφές του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου και οι Ναζί απαίτησαν και πέτυχαν το ξεθάψιμο των αρχαίων, προκειμένου οι Γερμανοί αρχαιολόγοι να συνεχίσουν να δουλεύουν. Μόλις ξεθάφτηκαν και επανεκτέθηκαν έγινε ξενάγηση Γερμανών Αξιωματικών, όπου ένας από αυτούς ενθουσιάστηκε με έναν πήλινο μελανόμορφο πίνακα και τον πήρε. Το έκθεμα δεν βρέθηκε ποτέ.

Παρά την γιγάντια προσπάθεια της διάσωσης των αρχαίων, σε έκθεση του ΕΑΜ Αρχαιολόγων που εκδόθηκε το 1946, καταγράφονται κλοπές αρχαιοτήτων από τους κατακτητές σε 37 πόλεις, κύρια στηνη Κρήτη και τη Θεσσαλία. Οι Γερμανοί αρχαιολόγοι έκαναν παράνομες ανασκαφές σε 17 περιοχές της Ελλάδας, στέλνοντας τα ευρήματα στη Γερμανία. Κατά την αναχώρηση των Γερμανών από την Αθήνα προκλήθηκαν μεγάλες ζημιές σε αρχαιότητας.  Με πυροβολισμούς και με ξιφολόγχες κατέστρεψαν αγάλματα και αγγεία στην Ακρόπολη και τον Κεραμεικό.

Μετά την απελευθέρωση ήρθαν τα Δεκεμβριανά. Αυτό που φοβόντουσαν οι Αρχαιολόγοι να συμβεί στη διάρκεια του Πολέμου, συνέβη τον Δεκέμβρη του 1944, όταν οι Αγγλοι βομβάρδισαν με αεροπορικές επιδρομές, ανάμεσα σε άλλους στόχους και το κτίριο του Μουσείου, κυνηγώντας τον«εχθρό λαό» της Αθήνας.

Δεκέμβρης 1944. Μέρος του τοίχου στο αίθριο του Μουσείου, γεμάτος σημάδια από θραύσματα οβίδων όλμων, όπως διατηρείται μέχρι σήμερα.
Δεκέμβρης 1944. Μέρος του τοίχου στο αίθριο του Μουσείου, γεμάτος σημάδια από θραύσματα οβίδων όλμων, όπως διατηρείται μέχρι σήμερα.

Ο Διευθυντής του Εθνικού  του Χρήστος Καρούζος ανέφερε χαρακτηριστικά το 1945 στα «Ελεύθερα Γράμματα»: «Το Μουσείο μας κατορθώσαμε και το γλυτώσαμε από τους Γερμανούς και τους Ιταλούς, που ζήτησαν πολλές φορές να το μεταχειριστούν, όχι όμως και από τους ‘Ελληνες ανθρωπιστές. Αυτοί το έκαμαν φυλακή και ιατρεία για δημόσιες γυναίκες».

Δεν ήταν η πρώτη φορά

Υπάρχει προηγούμενο διάσωσης με τέτοιο τρόπο, αγαλμάτων, στην ιστορία μας. Ηταν το 86 – 85 π.Χ. όταν ο  Ρωμαίος στρατηγός Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας επιτέθηκε στην Αθήνα και τον Πειραιά καταστρέφοντας και λεηλατώντας ότι βρήκε στο δρόμο του.  

Τότε οι Πειραιώτες, για να γλυτώσουν τα χάλκινα αγάλματα, τα έθαψαν και παρέμειναν θαμμένα μέχρι το καλοκαίρι του 1959 που βρέθηκαν, μαζί με άλλα τρία μαρμάρινα αγάλματα, κοντά στο λιμάνι του Πειραιά, σε έργα αποχέτευσης στη γωνία των οδών Βας. Γεωργίου και Φίλωνος.

Σήμερα στις αίθουσες 3 – 4 του Μουσείου παρουσιάζονται τέσσερα μοναδικά και εντυπωσιακά χάλκινα αγάλματα. Ένα του Απόλλωνα, ένα της Αθηνάς και δυο της Αρτέμιδας, μαζί με ένα τραγικό προσωπείο που είχαν φυλαχτεί όλα μαζί για να γλυτώσουν από την ιερόσυλη μανία του Σύλλα.

Αξίζει , αν δεν έχετε επισκεφτεί το Μουσείο του Πειραιά, να το προγραμματίσετε.

Τα χάλκινα αγάλματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Παιραιά. Από αριστερά ο Κούρος του Απόλλωνα, η Αθηνά, και δίπλα τους τα δυο αγάλματα της Αρτέμιδας
Τα χάλκινα αγάλματα του Αρχαιολογικού Μουσείου Παιραιά. Από αριστερά ο Κούρος του Απόλλωνα, η Αθηνά, και δίπλα τους τα δυο αγάλματα της Αρτέμιδας

Πηγές

— Καρούζου Σ., «Σύντομη Ιστορία του Εθνικού Μουσείου», στο Καρούζου Σ., Εθνικόν Αρχαιολογικόν Μουσείον, Συλλογή Γλυπτών, Περιγραφικός Κατάλογος, Αθήναι 1967, ια’-κ’.
— Πασχαλίδης Κ., «Η ίδρυση, η ιστορία και οι περιπέτειες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, 130 χρόνια λειτουργίας σε μία διάλεξη». 
— Πετράκος Β.Χ., «Τα αρχαία της Ελλάδος κατά τον πόλεμο 1940-1944»

* Η φωτογραφία του τίτλου είναι το Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου είναι από τις πρώτες, μόλις ολοκληρώθηκε το κτίριο το 1889

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις