Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Απ’ τον Μπρζίνσκυ στον Σάντερς: Μπούστο και θεάματα

ΤΗΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΗ ΑΝΟΙΞΗ, κι ενώ η ανθρωπότητα βρισκόταν κλειδαμπαρωμένη στα σπίτια της, κάποιοι έκαναν χοντρές μπίζνες που τους απέφερα πολλά,..

ΤΗΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΗ ΑΝΟΙΞΗ, κι ενώ η ανθρωπότητα βρισκόταν κλειδαμπαρωμένη στα σπίτια της, κάποιοι έκαναν χοντρές μπίζνες που τους απέφερα πολλά, μα, πάρα πολλά κέρδη…

Πρόσφατα, η Έκθεση της ελβετικής τράπεζας UBS και του κολοσσού ορκωτών λογιστών PwC αποκάλυπτε ότι από τα μέσα της περασμένης άνοιξης (Απρίλιος) έως τα τέλη Ιουλίου οι 2.189 δισεκατομμυριούχοι του κόσμου είδαν τις περιουσίες τους να αυξάνονται κατά 27,5%. Πράγμα που σημαίνει ότι τα θησαυροφυλάκια τους γέμισαν με άλλα 8 τρισ. δολάρια: από 2,2 τρισ. δολάρια, στα 10,2 τρισ. δολάρια που αποτελεί νέο ρεκόρ.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Μπάμπη Μιχάλη στην “Εφ. Συν” “η έκθεση δεν κατατάσσει τις ατομικές περιουσίες των δισεκατομμυριούχων. Είναι γνωστό όμως ότι ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου παραμένει ο Τζεφ Μπέζος. Ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Amazon αύξησε φέτος το συνολικό του πλούτο κατά 68 δισ. δολάρια, στα 183 δισ. δολάρια. Ο συνιδρυτής της Microsoft, Μπιλ Γκέιτς, ακολουθεί με περιουσία 123 δισ. δολαρίων, ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Τesla, Ελον Μασκ, είναι τρίτος με 103 δισ. δολάρια. Ο τελευταίος αβγάτισε την περιουσία του κατά 76 δισ. δολάρια φέτος περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο στον κόσμο” [Εφ. Συν, 8/10/2020, “ Η πανδημία εκτόξευσε τον πλούτο των κροίσων”] .

ΑΝΑΜΦΙΒΟΛΑ, πρόκειται για σύμπτωμα.

Σύμπτωμα μιας ασθένειας που χωρίζει τον κόσμο μας σε δύο μέρη. Εκείνον του Σαμ Πολκ, πρ. ειδικού διαπραγματευτή αμοιβαίων κερδοσκοπικών κεφαλαίων που δήλωνε παλιότερα ότι: «Τα τελευταία μου χρόνια στη Wall Street, το μπόνους μου ανήλθε στα 3,6 εκατ. δολ. (…) Ήμουν έξαλλος, γιατί (…) ήθελα περισσότερα. (…) Για τον ίδιο ακριβώς λόγο που ένας αλκοολικός έχει ανάγκη ένα ποτηράκι ακόμη». Κι εκείνον της άνεργης Γαλλίδας, της Ιζαμπέλ Μορέ που δεν είπε “ευχαριστώ” σ’ εκείνους που «τόλμησαν να της δίνουν ψίχουλα για να επιβιώσει» [Ημεροδρόμος, 23/10/2018, Ο κλεμμένος πίνακας μιας επανάστασης].

Ο «καπιταλισμός», γράφει ο οικονομολόγος Τζιάκομο Κόρνεο, «δεν εμφανίζει κανένα τακτικό σύστημα περιορισμού της ανισότητας. Μάλλον την αυξάνει».

Κι όπως αποδεικνύει η Έκθεση της UBS, ακόμη και σε καιρούς πανδημίας…

Παρόλα αυτά, η τεράστια συγκέντρωση πλούτου σε τόσο λίγα χέρια προβληματίζει ακόμη και τους κύκλους αυτών που επιμελούνται το αβγάτισμα της περιουσίας των πλουσίων.

Σύμφωνα με τον Τζόζεφ Στάντλερ, ανώτερο στέλεχος της UBS που διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία πανίσχυρων οικονομικά οικογενειών: «Η συγκέντρωση πλούτου είναι τόσο υψηλή όσο το 1905 και αυτό είναι κάτι για το οποίο ανησυχούν και οι δισεκατομμυριούχοι. Το ερώτημα είναι μέχρι πότε αυτό θα συνεχιστεί και πότε η κοινωνία θα αποφασίσει να παρέμβει και αντεπιτεθεί».

«Ο πλούτος ενός δισεκατομμυριούχου ισοδυναμεί με μια περιουσία που είναι σχεδόν αδύνατο να ξοδευτεί σε πολλαπλάσιες ζωές απόλυτης πολυτέλειας», υπογραμμίζει ο Λιουκ Χίλγιαρντ, εκτελεστικός διευθυντής του High Pay Centre. «Οποιος συσσωρεύει πλούτο σε αυτήν την κλίμακα, θα μπορούσε εύκολα να αντέξει την αύξηση των μισθών των εργαζομένων που τον παράγουν ή να συνεισφέρει πολύ περισσότερο στους φόρους για τη στήριξη δημόσιων υπηρεσιών ζωτικής σημασίας».

ΑΣΦΑΛΩΣ και μιλάμε για ένα κοινωνικά, πολιτικά και ηθικά απονομιμοποιημένο οικονομικό- πολιτικό καθεστώς.

Που, εντούτοις, λειτουργεί σωστά. Τουλάχιστον για τα συμφέροντα της τάξης που κατέχει τον πλούτο.

Κατασκευάζοντας τη συναίνεση

ΟΙ ΚΟΙΝΩΝΙΕΣ μας είναι βαθύτατα ταξικές. Διαιρεμένες και φυσικά άνισες.

Δεν το λέω εγώ.

Τα στοιχεία της UBS, μην ξεχνιέστε.

Μέσα σ’ αυτή την κοινωνική “αρένα”, όπου οι δύο κόσμοι ακολουθούν εκ διαμέτρου αντίθετες πορείες, τα ΜΜΕ δεν μπορούν να είναι ουδέτερα. Αποτελούν σημαντικό εργαλείο στην προσπάθεια της νικήτριας τάξης να επιβάλλει τα συμφέροντά της και τις αξίες της στην υπόλοιπη κοινωνία. Για να μπορεί έτσι “να ελέγχει, εκτός από τα μέσα παραγωγής και την επικοινωνία: ποια γεγονότα και πληροφορίες αξίζουν να μεταδίδονται αλλά και με ποιον τρόπο”[Gurevitch et. All 1982, Μullen & Klaehn, 2010].

ΤΟ 1948, ενεργοποιήθηκε η “Επιχείρηση Κοτσύφι”. Βρισκόμασταν στο ξεκίνημα του Ψυχρού Πολέμου και οι μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ, με εξέχουσα την CIA, στόχευαν στον μέγιστο έλεγχο του Τύπου.

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘50 άρχισαν να στέλνονται τα πρώτα “τσέκ” επιταγών σε διάφορους δημοσιογραφικούς οργανισμούς, αρχισυντάκτες και πρακτορεία ειδήσεων για λόγους “προπαγάνδας και οικονομικού πολέμου” σε μια προσπάθεια “υποταγής εχθρικών κρατών”.

Βασικός χρηματοδότης της επιχείρησης ήταν το Γραφείο Πολιτικού Συντονισμού της CIA.

Έχοντας ήδη βάλει στο χέρι ένα σημαντικό κομμάτι των αμερικανικών μέσων, προσφέροντας μάλιστα την ευκαιρία σε διάφορα υπερφιλόδοξα λαγωνικά του Τύπου να χτίσουν την καριέρα τους με διάφορες for his eyes only πληροφορίες, η CIA είχε ως πρωτεύοντα στόχο την εξάπλωση του δικτύου χειραγώγησης σε ξένα μέσα.

Με “ backup” το παχυλό μπαξίσι του Σχεδίου Μάρσαλ ( τη «βοήθεια» που δέχτηκε και η Ελλάδα, πριν τις Ναπάλμ, και μας έσωσε από τον κομμουνιστικό κίνδυνο) οι ΗΠΑ σίτιζαν ένα κάρο μεγαλοδημοσιογράφους της εποχής.

«Δεν υπήρχε όριο στα χρήματα που μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν [για λάδωμα], δεν υπήρχε όριο στον αριθμό ανθρώπων προς εξαγορά, δεν υπήρχε φραγμός στο είδος των πρακτικών που κρίνονταν απαραίτητες για τον πόλεμο αυτό [της προπαγάνδας]», παραδεχόταν αργότερα ο πρώτος επικεφαλής της Επιχείρησης για τα ξένα ΜΜΕ, Τόμας Μπρέιντεν.

Το πιο ενδιαφέρον εδώ, είναι ότι, βάσει καταγραφών σε σχετικές μελέτες, τα… γεράκια της «Επιχείρησης Κοτσύφι» βρήκαν ευκολότερη λεία στα ιδιωτικά ΜΜΕ.

Όπως εξηγεί η δημοσιογράφος Λαμπρινή Θωμά, τις πρώτες δεκαετίες εφαρμογής του σχεδίου σε χώρες με δικτατορίες ή απολύτως ελεγχόμενα από κρατικές μηχανές ΜΜΕ, τα κρατικά και δημόσια ΜΜΕ δεν αποτελούσαν πρόβλημα για τη CIA. Με την έλευση της δημοκρατίας όμως, τα πράγματα άλλαξαν. Τα δημόσια ΜΜΕ, προστατευμένα από ειδικό νομικό πλαίσιο, έγιναν δυσκολότερος στόχος για τους μηχανισμούς προπαγάνδας.

Ο Ζαν- Κλωντ Μισέα στο βιβλίο «Η Εκπαίδευση της Αμάθειας» έγραφε ότι όταν έλαβε χώρα μια σύσκεψη των ισχυρών του πλανήτη με θέμα συζήτησης την αντιμετώπιση της εντεινόμενης λαϊκής δυσαρέσκειας, η λύση που επικράτησε ήταν εκείνη του ιεροφάντη του νεοφιλελευθερισμού Ζμπίγκνιου Μπρζίνσκυ.

Ο εκλιπών πια Πρώην Σύμβουλος ΕΑ των ΗΠΑ ούτε λίγο ούτε πολύ είχε προτείνει ένα κοκτέιλ «αποβλακωτικής διασκέδασης και επαρκούς διατροφής που θα επέτρεπαν να διατηρηθεί σε καλή διάθεση ο αποστερημένος πληθυσμός του πλανήτη». Έδωσε μάλιστα και όνομα στην επιχείρηση της κοινωνικής αποβλάκωσης: tittytainment! Άρτος και θεάματα.

Με τη λέξh “titty” να μεταφράζεται ως “μπούστο”, “στα αγγλικά, νομίζω δικαιολογείται κι ο τίτλος του σημειώματος, μα και η εικόνα που έχουν οι πολίτες για την πλειοψηφία των Μέσων, κυρίως των ιδιωτικών, διεθνώς…

ΒΛΕΠΕΙΣ, η εποχή πια δεν απαιτούσε πολυδάπανες επιχειρήσεις των μυστικών υπηρεσιών και πράκτορες. Άσε που είχε νικηθεί κι η “κόκκινη απειλή”. Αρκούσε απλά ένας “χορτάτος” μιντιάρχης, που θα απολάμβανε φορολογικής κι κάθε άλλου είδους ασυλίας για να πει το ποίημα. Είτε απ’ τα παράθυρα των δελτίων ειδήσεων, είτε απ’ τα “τζούσι” ρεπορτάζ των σκανδαλιστικών εκπομπών…

Ο Μπέρνυ Σάντερς κι ο μεγιστάνας

ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥ ΜΑΡΤΗ, κι ενώ τίποτα δεν προμήνυε όσα ακολούθησαν, η «Washington Post»- ο δημοσιογραφικός βραχίονας της αυτοκρατορίας του Μπέζος- δημοσίευσε μέσα σε δεκαέξι ώρες, δεκαέξι άρθρα εχθρικά προς τον Μπέρνι Σάντερς!

Αξεπέραστο ρεκόρ. Ακόμη και για τις φίλα προσκείμενες στη Ν.Δ ενημερωτικές ιστοσελίδες που επί τέσσερα χρόνια ζητούσαν καθημερινά την παραίτηση της κυβέρνησης Τσίπρα.

Πάντως, για να λέμε όλη την αλήθεια, ήταν λογικό ο Γερουσιαστής απ’ το Bερμόντ να βρεθεί στο στόχαστρο. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ο υποψήφιος της Αριστερής πτέρυγας των Δημοκρατικών για το χρίσμα ρωτούσε εκείνη την περίοδο τους οπαδούς του: «Ξέρετε πόσο φόρο πλήρωσε ο Τζεφ Μπέζος πέρσι;» Με το πλήθος να απαντά: «Μηδέν!». Ενώ, ο Σάντερς συνέχιζε: «Μιλώ συνεχώς γι’ αυτό, και κατόπιν αναρωτιέμαι γιατί η “Washington Post”, που ανήκει στον Τζεφ Μπέζος, ο οποίος είναι και ιδιοκτήτης της Amazon, δεν γράφει πολύ καλά άρθρα για μένα».

Όχι, ο Μπέρνυ δεν είναι σοσιαλιστής. Μάλλον μετριοπαθή σοσιαλδημοκράτη θα τον χαρακτήριζα. Που ξεστομίζει, όμως, κακές λεξούλες όπως: “Σοσιαλισμός” και “φορολόγηση του πλούτου”..

Ε, δεν είναι να τα λες αυτά στην καρδιά της Αυτοκρατορίας…

Απέναντί του ο Σάντερς βρήκε κι άλλες εφημερίδες, κι άλλα άρθρα που αναφέρονταν σ’ αυτόν όχι με τα πιο κολακευτικά λόγια. Ίσως, η επίκληση τού αλά Σάντερς “δημοκρατικού σοσιαλισμού” δεν αποτελεί εισιτήριο για μια σταδιοδρομία στο μιντιακό τοπίο της «λαμπερής πόλης επάνω στον λόφο» όπως χαρακτήριζε την Αμερική ο Ρήγκαν.

Ο ΤΖΟΡΤΖ ΣΤΕΦΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, πρώην εκπρόσωπος Τύπου του προέδρου Μπιλ Κλίντον στον Λευκό Οίκο, ήταν τόσο πεπεισμένος για την αντιδημοφιλία της πρότασης του Σάντερς για φορολογία επί του πλούτου, ώστε διαφώνησε με έναν από τους προσκεκλημένους του που προσπάθησε να αποδείξει το αντίθετο. Στη συνέχεια βέβαια παραδέχθηκε το λάθος του, αναγνωρίζοντας ότι στο Μανχάταν όπου ζει «ο φόρος αυτός δεν είναι δημοφιλής» (20 Οκτωβρίου 2019). Ο Στεφανόπουλος κερδίζει τον επιούσιο ( κάπου στα 15 εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο) στο ABC News.

Μια άλλη τηλεοπτική βεντέτα το έκανε ακόμη πιο λιανά. Ο Κρίστοφερ Μάθιους, επίσης υποστηρικτής του Δημοκρατικού Κόμματος, πρωτοστατεί στο τηλεοπτικό δίκτυο MSNBC. Εκείνος δεν ανησυχεί για τα χρήματα, φανερά, τουλάχιστον, αλλά για τη ζωή του. Ο λόγος; Οι εφηβικές του θύμισες: «Θυμάμαι τον Ψυχρό Πόλεμο. Πιστεύω πως εάν τον είχαν κερδίσει ο [Φιντέλ] Κάστρο και οι “κόκκινοι”, θα είχαμε εκτελέσεις στο Σέντραλ Παρκ και θα ήμουν ανάμεσα στους καταδίκους, ενόσω κάποιοι άλλοι θα χειροκροτούσαν». Ποιοι, για παράδειγμα; «Δεν ξέρω ποιους υποστήριζε ο Μπέρνι εκείνη την εποχή ούτε τι θεωρεί “σοσιαλισμό”».

ΤΕΛΙΚΑ, ο Σάντερς τερμάτισε την εκστρατεία του- πολλοί λένε ύστερα από πιέσεις- για το χρίσμα των Δημοκρατικών, δηλώνοντας μάλιστα τη στήριξη του στον εκπρόσωπο του βαθέως κράτους των ΗΠΑ. Τον πολιτικά, και σαν προσωπικότητα άχρωμο Τζο Μπάιντεν.

Τι θα γίνει αν προχωρούσε τελικά ο Σάντερς;

Δεν ξέρω. Με τα “αν”, όμως, δεν παράγεις πολιτική.

ΞΕΡΩ όμως ποιον θα υποστήριζαν τα αμερικανικά Μέσα, αν αυτός στέκονταν απέναντι στον Τραμπ στις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου…

Σχετικά θέματα

Απόψεις