Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Τζον Λένον: «Με πυροβόλησαν» — Σαράντα τρία χρόνια χωρίς το «σκαθάρι»

Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 ο κόσμος πάγωσε. Ο Τζον Λένον τραυματίστηκε θανάσιμα από τέσσερις σφαίρες που δέχθηκε πισώπλατα από τον Μαρκ Τσάπμαν

            Φαντάσου ότι δεν υπάρχει παράδεισος
            Eίναι εύκολο αν το προσπαθήσεις
            Oύτε κόλαση από κάτω μας
            Aπό πάνω μας μόνο ουρανός
            Φαντάσου όλο τον κόσμο
            Nα ζει μόνο για το σήμερα.

            Φαντάσου ότι δεν υπάρχουν χώρες
            Δεν είναι δύσκολο να το κάνεις
            Tίποτα για να σκοτώσεις ή για να πεθάνεις γι’ αυτό
            Oύτε θρησκεία, επίσης
            Φαντάσου όλο τον κόσμο
            Nα ζει μια ζωή ειρηνική.

            Mπορείς να πεις ότι είμαι ονειροπόλος
            Aλλά δεν είμαι ο μόνος
            Eλπίζω πως μια μέρα θα ενωθείς μαζί μας
            Kαι ο κόσμος θα είναι όλος ένα.

            Φαντάσου ότι δεν υπάρχουν ιδιοκτησίες
            Aναρωτιέμαι αν μπορείς
            Nα μην υπάρχει ανάγκη για απληστία ή πείνα
            Mια αδερφότητα όλος ο κόσμος
            Φαντάσου όλους τους ανθρώπους
            Nα μοιράζονται όλο τον κόσμο.

Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 ο κόσμος πάγωσε. Ο Τζον Λένον τραυματίστηκε θανάσιμα από τέσσερις σφαίρες που δέχθηκε πισώπλατα από τον Μαρκ Τσάπμαν. 

Ο Τζον Ουίνστον Λένον γεννήθηκε στο Λίβερπουλ στις 9 Οκτωβρίου 1940, κατά τη διάρκεια ενός βομβαρδισμού της πόλης από τη «Λουφτβάφε». Ο πατέρας του Άλφρεντ ήταν ναυτικός και η μητέρα του Τζούλια χορεύτρια σε τοπικά κλαμπ. Το όνομα Τζον του δόθηκε προς τιμήν του παππού του και το Ουίνστον προς τιμήν του βρετανού πρωθυπουργού Ουίνστον Τσόρτσιλ.

Μετά τον χωρισμό των γονιών του, ο νεαρός Τζον μεγάλωσε στο σπίτι της αυστηρής θείας του Μίμι και του άνδρα της Τζορτζ, που τον αγαπούσαν σαν δικό της παιδί. Μολονότι δεν ζούσε με τη μητέρα του, τη λάτρευε. Άλλωστε, ήταν εκείνη που του χάρισε την πρώτη του κιθάρα το 1957, ενθαρρύνοντάς τον να ασχοληθεί με τη μουσική. Ο θάνατός της σε τροχαίο το 1958 δεν ξεπεράστηκε ποτέ από τον Τζον και ήταν η αιτία που σφυρηλάτησε τη δυνατή του φιλία με έναν άλλο νεαρό, τον Πολ Μακ Κάρτνεϊ, που είχε χάσει τη μητέρα του από την επάρατο νόσο.

Ο Τζον αγαπούσε το γράψιμο και τη ζωγραφική, με το σχολείο να τον αφήνει μάλλον αδιάφορο. Φοίτησε στο κολέγιο Καλών Τεχνών του Λίβερπουλ, αλλά δεν υπήρξε ποτέ συνεπής σπουδαστής. Εκεί, όμως, γνώρισε την πρώτη του γυναίκα, τη Σίνθια Πάουελ, η οποία του χάρισε ένα παιδί, τον Τζούλιαν (1963). Ο Τζον ζούσε για τη μουσική και τον Μάρτιο του 1957 ίδρυσε την πρώτη του μπάντα, τους Quarrymen, που πήρε το όνομά της από το σχολείο, όπου φοιτούσε. Έπαιζαν σκιφλ, ένα είδος φολκ μουσικής με τζαζ και μπλουζ επιρροές.

Στις 6 Ιουλίου 1957 γνωρίζει τον Πολ ΜακΚάρτνεϊ, ο οποίος σύντομα γίνεται μέλος του συγκροτήματος, αφού ο πατέρας του διαθέτει το υπόγειο του σπιτιού για τις πρόβες των Quarrymen. Την εποχή αυτή ο Λένον γράφει και το πρώτο του τραγούδι «Hello Little Girl», που έγινε αργότερα επιτυχία με τους The Fourmost. Στο συγκρότημα καταφθάνει με συστάσεις του Μακ Κάρτνεϊ ο νεαρός κιθαρίστας Τζορτζ Χάρισον, που δίνει έναν πιο ροκ χαρακτήρα. Οι Quarrymen μετονομάζονται σε «Johnny and the Moondogs», με τον Λένον να έχει τον πρώτο λόγο, αλλά να μην είναι ικανοποιημένος από τον ήχο τους. Το καλοκαίρι του 1958 ηχογραφούν ένα δίσκο 45 στροφών, που περιέχει δύο τραγούδια, τη σύνθεση των Λένον / ΜακΚάρτνεϊ «In Spite of Αll the Danger» και τη διασκευή του κομματιού του Μπαντ Χόλι «That’ ll Be the Day».

Στα μέσα του 1959, η μπάντα του Λέννον αλλάζει το όνομά της σε Beatles και αρχίζει εμφανίσεις στο Αμβούργο και στο κλαμπ του Λίβερπουλ, Cavern. Ήταν εκεί που τους ανακάλυψε ο Μπράιαν Έπσταϊν, ο πρώτος τους μάνατζερ, και στις 5 Οκτωβρίου 1962 κυκλοφορούν το παρθενικό τους σινγκλ «Love me Do». Η επιτυχία είναι μεγάλη. Οι Beatles εκτοξεύονται στην κορυφή και εν μια νυκτί μετατρέπονται σε ζωντανό θρύλο. Στα τραγούδια τους συνδυάζουν τη ρεαλιστική προσέγγιση και την εσωτερικότητα του Λένον, με την αισιόδοξη ματιά και το μελωδικό χάρισμα του Μακ Κάρτνεϊ. Ο ένας συμπληρώνει τον άλλο και το αποτέλεσμα είναι μοναδικό. Οι Μπιτλς ανάγουν το τρίλεπτο ποπ τραγούδι σε μορφή τέχνης.

Μετά το θάνατο του Επστάιν αρχίζουν να εμφανίζονται οι πρώτες σκιές στους Μπιτλς. Ο Μακ Κάρτνεϊ επιζητεί να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο, κάτι που δεν αρέσει στον Λένον, η ερωμένη του οποίου Γιόκο Όνο, αναμιγνύεται όλο και πιο πολύ στις υποθέσεις τους, προκαλώντας την αγανάκτηση των υπολοίπων. Έτσι είναι αναπόφευκτη η διάλυση του συγκροτήματος το 1970.

Από την εποχή των Μπιτλς, ο Τζον Λένον είχε ξεκινήσει την προσωπική του μουσική διαδρομή. Με τη συμμετοχή της Γιόκο Όνο ηχογράφησε τρεις δίσκους με πειραματική μουσική κι ένα live στο Τορόντο με τη νεοσύστατη μπάντα των Plastic Ono Band. Μετά τη διάλυση των Beatles και μέχρι τη δολοφονία του το 1981 κυκλοφόρησε μια σειρά άλμπουμ, που δεν έφθαναν στο δημιουργικό ύψος της μουσικής των «Σκαθαριών», αλλά παρουσίαζαν μεγάλο ενδιαφέρον και είχαν απήχηση στο μουσικόφιλο κοινό. Κορυφαία στιγμή υπήρξε αναμφισβήτητα το άλμπουμ Imagine (1971) και το ομώνυμο τραγούδι, που έγινε ο ύμνος του αντιπολεμικού κινήματος.

Στις 31 Αυγούστου 1971 ο Λένον μετακομίζει στη Νέα Υόρκη και δεν θα επιστρέψει ποτέ στην Αγγλία. Σύντομα θα αντιμετωπίσει προβλήματα με το αμερικανικό κράτος, καθώς ο πρόεδρος Νίξον ψάχνει τρόπο να τον απελάσει. Δεν του συγχωρεί ότι είναι ένα από τα ηγετικά στελέχη του αντιπολεμικού κινήματος, που μάχεται τη συμμετοχή των Αμερικανών στο Βιετνάμ. Με ευφάνταστους τρόπους και εκμεταλλευόμενος τα ΜΜΕ, προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει την παγκόσμια κοινή γνώμη στην υπόθεση της παγκόσμιας ειρήνης. Ο Λένον βρίσκεται στο στόχαστρο και των πανίσχυρων εκκλησιαστικών οργανώσεων, που δεν ξεχνούν τη δήλωση του 1966, ότι «οι Μπιτλς είναι ανώτεροι από τον Θεό».

Το 1973 χωρίζει από τη Γιόκο και τα φτιάχνει για δύο χρόνια με την κινέζα γραμματέα του Μέι Παγκ. Το Νοέμβριο του 1974 θα εμφανιστεί για τελευταία φορά επί σκηνής, συμμετέχοντας σε μια συναυλία του Έλτον Τζον στη Νέα Υόρκη. Το 1975 επανασυνδέεται με τη Γιόκο Όνο και στις 20 Οκτωβρίου παντρεύονται στο Γιβραλτάρ. Στις 9 Οκτωβρίου θα γεννηθεί ο γιος τους Σον. Ο Τζον εγκαταλείπει τη μουσική για να αφιερωθεί στη φροντίδα του νεογέννητου παιδιού του. Πέντε χρόνια αργότερα θα επιστρέψει δυναμικά στη μουσική, με το διπλό άλμπουμ «Double Fantasy», που θα αποτελέσει το κύκνειο άσμα της σύντομης, αλλά σπουδαίας καριέρας του.

 

«υπολογίστε κι εμένα»

 

Η δεκαετία 1966-1976 ήταν μια καυτή δεκαετία για την Αμερική. Ο πόλεμος του Βιετνάμ την είχε εκθέσει ανεπανόρθωτα στα μάτια της ανθρωπότητας, η οποία διαδήλωνε σε βάρος της. Στο εσωτερικό, μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, εκατομμύρια άνθρωποι, διαδήλωναν και αυτοί σχεδόν σε καθημερινή βάση. Ολο αυτό το κίνημα, βέβαια, δεν άφησε ασυγκίνητους και τους καλλιτέχνες. Και τον Τζον Λένον, φυσικά.

Ο Τζον Λένον δεν ήταν Αμερικανός (ήταν Βρετανός), ζούσε όμως στην Αμερική. Και είχε ενώσει – και αυτός – τις δυνάμεις με το παγκόσμιο, αλλά και το αμερικανικό φιλειρηνικό κίνημα. Στις μεγάλες διαδηλώσεις της Αμερικής, τόσο αυτός, όσο και η γυναίκα του (Γιόκο Ονο) βρίσκονταν στην πρώτη γραμμή. Δίπλα στην Αντζελα Ντέιβις, τον Μπόμπι Σιλ κ.ά.

Η αμερικανική κυβέρνηση για να φιμώσει τους Αμερικανούς πολίτες είχε εφαρμόσει τις γνωστές μεθόδους: Μαύρες λίστες, συκοφαντίες, απολύσεις από την εργασία, υποκλοπές συνομιλιών, πλαστές κατηγορίες, ανακρίσεις κλπ. Για τους ξένους, όπως ο Τζον Λένον και η γυναίκα του, εκτός από τα παραπάνω, υπήρχε και η απέλαση!

«Εως τις 15-3-1972, πρέπει να έχετε εγκαταλείψει τις ΗΠΑ», έλεγε η «ειδοποίηση», που ρίχτηκε κάτω από την πόρτα του ζευγαριού. Αυτή η «ειδοποίηση» στάθηκε η αφορμή για την έναρξη του ανοιχτού πολέμου ανάμεσα στην τότε αμερικανική κυβέρνηση (Νίξον) και τον Τζον Λένον. Αυτόν, ακριβώς, τον ανοιχτό πόλεμο μας παρουσιάζει το ντοκιμαντέρ των Ντέιβιντ Λιφ – Τζον Σάινφελντ. Από τη μια η αμερικανική κυβέρνηση με όλα της τα όργανα, CIA, FBI, Τμήμα Αλλοδαπών, Δικαστήρια κλπ. και από την άλλη ο Τζον Λένον, η Γιόκο Ονο και οι φίλοι τους. Από τη μια υπήρχε η απαίτηση να σιωπήσει ο καλλιτέχνης και από την πλευρά του καλλιτέχνη και των φίλων του να σταματήσει ο πόλεμος στο Βιετνάμ και να γυρίσουν πίσω ζωντανοί οι Αμερικανοί φαντάροι.

Ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ, επίκαιρο και διδακτικό! Στην ταινία, πέρα από τις πολιτικές, καλλιτεχνικές και προσωπικές δραστηριότητες του Λένον, ακούγονται και μια σειρά εξαιρετικά τραγούδια. Τραγούδια που υμνούν τον έρωτα, τη φιλία, την ειρήνη!

«Ξέρετε, το μόνο που ήθελα να κάνω στη ζωή μου ήταν να παίξω σε ροκ μπάντα. Δεν μπορώ να τους αφήσω να μου το πάρουν αυτό». Έτσι συνόψιζε ο Τζον Λένον τη δικαστική του διαμάχη με την κυβέρνηση των Η.Π.Α., στις αρχές της δεκαετίας του εβδομήντα. Ο πυρήνας της ύπαρξής του απειλούνταν από ό,τι προσπαθούσαν να του κάνουν.

 

Help

 

«Όταν κυκλοφόρησε το “Help”, το φθινόπωρο του 1965, ήταν μια πραγματική κραυγή από μέρους μου για βοήθεια, αν και δεν το είχα καταλάβει τότε» δήλωσε το 1980 ο John Lennon στο περιοδικό «Playboy» και συνέχισε: «Όλοι πιστεύουν ότι είναι ένα γρήγορο ροκ-εν-ρολ τραγούδι. Νόμιζα εκείνη την περίοδο ότι απλώς το έγραψα για να ακουστεί στην ταινία. Αργότερα συνειδητοποίησα ότι ήταν μια πραγματική κραυγή αγωνίας για βοήθεια. Περνούσα την περίοδο “ο χοντρός Ελβις”. Ήμουν πολύ παχύς, πολύ ανασφαλής και είχα χάσει τελείως τον εαυτό μου. Η κραυγή μου λοιπόν στο τραγούδι ήταν πραγματική». Όταν έφθασαν στο Picadilly Circus για την πρεμιέρα της ταινίας, 10.000 φανς τούς περίμεναν ουρλιάζοντας και οι 200 αστυνομικοί φάνηκαν λίγοι για να τους σταματήσουν, ενώ 14 άτομα απομακρύνθηκαν με νοσοκομειακά.

Για το REVOLUTION: «Όταν ο George και ο Paul και όλοι ήταν σε διακοπές έγραψα το «Revolution», πού είναι στο LP και το «Revolution No 9». Ήθελα να το βγάλω σε σίνγκλ, τα είχα ετοιμάσει όλα, αλλά ήρθαν και μου είπαν ότι δεν ήταν αρκετά καλό. Και βγάλαμε τι; Το «Hello Goodbye», ή καμιά τέτοια αηδία; Όχι, βγάλαμε το «Hey Jude» πού το άξιζε – λυπάμαι – αλλά θα μπορούσαμε να τα είχαμε και τα δύο».

«Ήθελα να δώσω το τι αισθανόμουν για την επανάσταση. Σκέφτηκα ότι ήταν καιρός να μιλήσουμε γι’ αυτό, όπως σκέφτηκα ότι ήταν καιρός να σταματήσουμε να μην απαντάμε για τον πόλεμο του Βιετνάμ, όταν ήμασταν σε περιοδεία με τον Brian Epstein και χρειάστηκε να του πούμε «Θα μιλήσουμε για τον πόλεμο αυτή τη φορά και δεν θ’ αρχίσουμε τις υπεκφυγές». Ηθελα να πω τι σκεφτόμουν για την επανάσταση. Σκεφτόμουν γι’ αυτό πάνω στους λόφους, στην Ινδία. Είχα ακόμη αυτό το αίσθημα «Ο Θεός θα μας σώσει», ότι όλα θα πάνε καλά (ακόμη και τώρα λέω, κρατήσου John, όλα θα πάνε καλά αλλιώς δεν θα κρατηθώ), αλλά αυτός είναι ο λόγος πού το έκανα, ήθελα να μιλήσω, ήθελα να πω το κομμάτι μου για την επανάσταση. Ήθελα να σάς πω, ή σε οποιονδήποτε ακούει, να επικοινωνήσετε να πείτε, «Τι λες; Εγώ λέω αυτό».

«Σε ένα στίχο έλεγα «υπολογίστε κι εμένα», σχετικά σχετικά με τη βία, ναι ή όχι, δεν ήμουν σίγουρος. Αλλά ο στίχος πού τελικά βγάλαμε έλεγε, «Μη με υπολογίζετε», γιατί δεν μ’ αρέσει μια βίαιη επανάσταση. Δε θέλω να πεθάνω. Αλλά αρχίζω να σκέφτομαι, τι άλλο μπορεί να συμβεί, ξέρεις, φαίνεται αναπόφευκτο.»

Το «Imagine», μία διαχρονική έκκληση για την παγκόσμια ειρήνη, για έναν κόσμο χωρίς θεούς, κράτη, ιδιοκτησία και κοινωνικές τάξεις. «Είναι το δικό μου Κομμουνιστικό Μανιφέστο» είχε δηλώσει κάποτε ο Λένον. Στο ίδιο μήκος κύματος το «Ι Don’t Want to Be a Soldier», ένα αντιπολεμικό κομμάτι, σε μια εποχή που μαινόταν ο πόλεμος στο Βιετνάμ.

 

Από μια συνέντευξη του Lennon, με τίτλο «Ο ήρωας της Εργατικής Τάξης»

 

– Ως πού είσαι διατεθειμένος να φτάσεις για την ειρήνη; Αν γινόταν πόλεμος και σε καλούσαν, τι θα έκανες; Θα πολεμούσες ή θα έμπαινες στη φυλακή;

Λ: Ποτέ, σε καμιά περίπτωση, δεν θα πολεμούσα. Θα πήγαινα φυλακή. Μέχρι τα 18 μου υπήρχε επιστράτευση στην Αγγλία και θυμάμαι να ακούω στις ειδήσεις να καλούν τους γεννημένους πριν από το 1940 κι ευχαριστούσα τον Θεό, γιατί δεν ήμουν σίγουρος τι θα έκανα αν έπρεπε να πάω στη Νότια Ιρλανδία (σ.σ. ο παππούς και η γιαγιά του Λένον ήταν ιρλανδικής καταγωγής). Οι χίπηδες και οι ανυπότακτοι δεν ήταν και πολύ δημοφιλείς, ξέρεις… Δεν ξέρω τι θα έκανα, πάντως, ποτέ δεν είχα την πρόθεση να πάω να πολεμήσω. Ποτέ δε θα μπορούσα να επιτεθώ για να σκοτώσω έναν άλλον άνθρωπο. Δεν ξέρω καν αν θα μπορούσα να σκοτώσω κάποιον που προσπαθεί να με δολοφονήσει σ’ αυτό το δωμάτιο… Και βέβαια, αυτό που λέω δεν συγκρίνεται με μια χώρα που προσπαθεί να «σκοτώσει» μιαν άλλη χώρα, γιατί αυτά είναι μεγάλα πολιτικά παιχνίδια, καμία σχέση με κάποιον που μπαίνει στο σπίτι σου και προσπαθεί να σου κάνει κακό. Και ο μόνος τρόπος για να μην ξυπνήσουμε μια μέρα και μάθουμε ότι η Αγγλία είναι σε πόλεμο με την Αμερική ή με όποιον άλλο πολεμήσει αύριο, είναι όλοι εμείς, που μας απασχολεί το θέμα, να συνεχίσουμε να τραγουδάμε και να διαμαρτυρόμαστε και να κάνουμε ό,τι άλλο περνάει από το χέρι μας. Διαφορετικά θα συμβεί, θα ξυπνήσουμε και θα μας πουν ότι πρέπει να πάμε να πολεμήσουμε για να σώσουμε μπλα, μπλα, μπλα… Όλοι μας ρωτούν το ίδιο πράγμα – «τι θα κάνατε αν ένας πόλεμος ξεσπούσε αύριο;». Αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ με αυτούς τους όρους. Η Βρετανία αυτή τη στιγμή δεν βρίσκεται σε πόλεμο και ο μόνος τρόπος για να μη βρεθεί στο μέλλον είναι εμείς να τον προλάβουμε και να αλλάξουμε τον τρόπο που η σημερινή γενιά σκέφτεται για τον πόλεμο· να της δώσουμε να καταλάβει ότι δεν είναι αναπόφευκτος, ότι είναι ένα μεγάλο παιχνίδι για τα λεφτά και τίποτα περισσότερο. Ο πόλεμος δεν έχει να κάνει με τη «σωτηρία μας από τον κομμουνισμό» ή με όποια άλλη ετικέτα θέλουν να του βάζουν.»

 

Για τη μουσική:


«Η μουσική είναι κτήμα όλων. Μόνο οι παραγωγοί πιστεύουν ότι ανήκει σε ανθρώπους».

«Η συγγραφή τραγουδιών έχει να κάνει με το να βγάλεις το δαίμονα από μέσα σου. Είναι σα να είσαι δαιμονισμένος. Προσπαθείς να πας για ύπνο, αλλά το τραγούδι δε σ’ αφήνει. Έτσι πρέπει να σηκωθείς και να το κάνεις κάτι και μόνο τότε θα μπορέσεις να κοιμηθείς. Συμβαίνει πάντα στη μέση της νύχτας, που είσαι μισοκοιμισμένος ή κουρασμένος, τότε που όλοι οι κριτικοί σου μηχανισμοί βρίσκονται εκτός λειτουργίας. Το θέμα δηλαδή είναι να αφεθείς. Κάθε φορά που προσπαθείς να το καθοδηγήσεις, ξεγλιστράει. Ανάβεις τα φώτα και οι κατσαρίδες το βάζουν στα πόδια. Ποτέ δεν μπορείς να τις πιάσεις»

«Ακόμα δεν ξέρω πώς να εκφράζω τα πολύ λεπτά προσωπικά πράγματα. Ο κόσμος πιστεύει ότι το Plastic Ono είναι πολύ προσωπικό, αλλά υπάρχουν κάποιες λεπτές συναισθηματικές αποχρώσεις που δεν μπορώ να εκφράσω μέσα από την ποπ μουσική και αυτό με συγχύζει. Ίσως γι’ αυτό ακόμα ψάχνω άλλους τρόπους για να εκφραστώ. Η συγγραφή τραγουδιών είναι μία περιορισμένη εμπειρία κατά κάποιον τρόπο -γράφεις λέξεις που πρέπει να ομοιοκαταληκτούν»

«Όταν συλλαμβάνω την αληθινή μουσική -τη μουσική των σφαιρών, τη μουσική που ξεπερνά την αντίληψη-, δεν έχει καμία σχέση με εμένα, γιατί είμαι μόνο ο δίαυλος. Η μόνη απόλαυση για μένα είναι που μου δόθηκε και που τη μεταγράφω ως ένα μέσο. γι’ αυτές τις στιγμές ζω»

«Για πολύ καιρό δεν άκουγα μουσική, ό,τι ροκ εν ρολ έπαιζε το ραδιόφωνο, γιατί με έκανε να ιδρώνω. Επανέφερε αναμνήσεις που δεν ήθελα να θυμάμαι ή είχα την αίσθηση ότι δεν είμαι ζωντανός επειδή αυτή τη μουσική [που άκουγα] δεν την είχα φτιάξει εγώ. Και αν ήταν καλή, το μισούσα γιατί δεν την είχα φτιάξει εγώ. Και αν ήταν κακή, οργιζόμουν γιατί εγώ θα τα είχα καταφέρει καλύτερα.»

Στις 8 Δεκεμβρίου 1980 το νήμα της ζωής του κόπηκε από τις σφαίρες του Μαρκ Τσάπμαν, στον οποίον νωρίτερα είχε υπογράψει ένα αυτόγραφο πάνω στο νέο του άλμπουμ (φωτό). Ο ίδιος, με το μακάριο χιούμορ που τον διέκρινε, μας είχε προϊδεάσει για το τέλος του: «Να δείτε που θα πάω είτε από αεροπορικό ατύχημα, είτε από σφαίρα κάποιου τρελού θαυμαστή μου» είχε πει σε μια του συνέντευξη πριν από χρόνια.

Έξω από το κτίριο Ντακότα, ο John Lennon και η Γιόκο Όνο κατευθύνονταν προς το διαμέρισμά τους. Ο Τσάπμαν που τους ακολουθούσε πυροβόλησε τον 40χρονο Lennon πέντε φορές στην πλάτη και τους ώμους. Εκείνος, αναφώνησε με έκπληξη «με πυροβόλησαν».

Ο Τσάπμαν καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη. Τα τελευταία 22 χρόνια και κάθε δύο χρόνια καταθέτει αίτηση αποφυλάκισης. Τον περασμένο Αύγουστο για 11η φορά δεν έγινε αποδεκτή. Κάθε φορά που ο Τσάπμαν υπέβαλε αίτηση για απαλλαγή, η σύζυγος του Λένον Γιόκο Ονο έστελνε επιστολή στο συμβούλιο της απαλλαγής λέγοντας ότι η απελευθέρωση του Τσάπμαν θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια και τους δύο γιους του Λένον.

 

 

Απόψεις