Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Το Game of Thrones των Ευρωεκλογών

Τι θα κρίνει το αποτέλεσμα της αναμέτρησης – Οι σιωπηρές συναινέσεις του «Νέου Διπολισμού» Την ερχόμενη Κυριακή τελειώνει το Game..

Τι θα κρίνει το αποτέλεσμα της αναμέτρησης – Οι σιωπηρές συναινέσεις του «Νέου Διπολισμού»

Την ερχόμενη Κυριακή τελειώνει το Game of Thrones, ξεκινά όμως η τελευταία προεκλογική εβδομάδα πριν τις κάλπες της 26ης Μαΐου και ιδίως αυτής των ευρωεκλογών.

Τι κοινό μπορεί να έχουν αυτά τα δύο και αναφέρονται στην ίδια πρόταση; Είναι απλό: Στις συγκρούσεις της δημοφιλούς τηλεοπτικής σειράς για τον «Σιδερένιο Θρόνο», κυριαρχούν οι δολοπλοκίες, οι αιφνιδιασμοί, οι «προσωπικότητες» και τα κόλπα των υποψηφίων βασιλιάδων και των συμβούλων τους. Απουσιάζουν όμως από το προσκήνιο οι υπήκοοι, κατ’ αναλογία οι ψηφοφόροι. Αυτοί χρησιμεύουν απλώς ως κομπάρσοι που υφίστανται τις συνέπειες, είτε πρόκειται για τις φωτιές των δράκων, είτε για τις αντιλαϊκές πολιτικές.

Πάντως στο Game of Thrones υπήρξαν πολλές ανατροπές. Στις ευρωεκλογές αποτελεί ερώτημα το αν θα υλοποιηθεί το «σενάριο» που έχουν (προ)γράψει οι εταιρείες δημοσκοπήσεων.

Οι τακτικές και το μυστικό της κάλπης

Το «μεγάλο μυστικό» αλλά και το μεγάλο ερώτημα της συγκεκριμένης εκλογικής αναμέτρησης είναι ο χρόνος της διεξαγωγής της. Δεν μπορεί να συγκριθεί με τις ευρωεκλογές του 2014, που έγιναν στο  απόγειο των κοινωνικών διεργασιών που προκάλεσε η οικονομική κρίση με τον ΣΥΡΙΖΑ να κεφαλαιοποιεί πολιτικά τη λαϊκή δυσαρέσκεια, με σημαία την αντίθεση στο μνημόνιο. Έχει επίσης διαφορετικά στοιχεία από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, που έγιναν σε ένα έντονο πολιτικό κλίμα με την κοινωνία μεταξύ σφύρας (του «μένουμε Ευρώπη») και άκμονος (της «προσαρμογής» του ΣΥΡΙΖΑ στον «ρεαλισμό»).

Το τρίτο μνημόνιο που εφαρμόστηκε τα τελευταία χρόνια δεν μπορεί να  διαφέρει από τα προηγούμενα δύο ως προς τα κοινωνικά του αποτελέσματα: Οργή και αγανάκτηση στα λαϊκά στρώματα. Όμως τον νέο στοιχείο που προστίθεται είναι η πλήρης πλέον απουσία μιας «κυβερνητικής» διεξόδου, ώστε να διοχετευθεί αυτή η αγανάκτηση. Το «μνημόνιο με κοινωνική ευαισθησία» που προέβαλλε ο ΣΥΡΙΖΑ τον Σεπτέμβριο του 2015 δεν μπορεί να «πιάσει» δεύτερη φορά.

Έτσι, ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ επιχειρούν να διαχειριστούν προς όφελός τους τα δύο αυτά στοιχεία: Οργή και απογοήτευση.

Η Νέα Δημοκρατία επενδύει στην οργή. Παρά το γεγονός ότι προσφέρει ως κυβερνητικό πρόγραμμα ένα συνονθύλευμα ακραίων νεοφιλελεύθερων μέτρων με ακροδεξιό «άρωμα», επιχειρεί η οργή να γίνει «τυφλή» και να μην εστιάσει κανείς σε αυτό. Αντίθετα θέλει να προσανατολίσει τους ψηφοφόρους σε μία αντι-ΣΥΡΙΖΑ λογική εκμεταλλευόμενη όλη τη σημειολογία που προσφέρει η προσαρμογή του κυβερνητικού κόμματος στις κυρίαρχες πολιτικές, χωρίς όμως να αμφισβητεί την ουσία τους. Σε αυτό το «πακέτο» έχει εντάξει και την υπόθεση της Συμφωνίας των Πρεσπών, επιχειρώντας με αυτό τον τρόπο να μπει δυνατά στο παιχνίδι της διεκδίκησης των ψήφων της ακροδεξιάς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ επενδύει στην απογοήτευση που και ο ίδιος προκάλεσε. Δηλώνει ότι οι δεσμεύσεις στα υπερπλεονάσματα – και ό,τι άλλο απορρέει από τις συμφωνίες δεκαετιών για την αποπληρωμή του χρέους και τη συμμόρφωση με τους χρυσούς κανόνες της Ε.Ε  -είναι το όριο που δεν προτίθεται να περάσει.  Με αυτό ως δεδομένο έστησε το αφήγημα της «εξόδου από τα μνημόνια» προκειμένου να διαμορφώσει όμως τον ψηφοφόρο που  ευελπιστεί σε … «ό,τι περισσέψει», που αποδέχεται όλα τα παραπάνω ως αδιαπραγμάτευτες αναγκαιότητες. Έτσι, «ανοίγεται» εντυπωσιακά προς το κέντρο, έχοντας αφήσει στην «αριστερή» πλευρά του, φύλακα, τις ακρότητες του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Κάπου εδώ βρίσκεται και το του εκλογικού αποτελέσματος: Ποια τακτική θα προσεγγίσει πιο αποτελεσματικά τα λαϊκά στρώματα και ποιο αντανακλαστικό θα διεγερθεί περισσότερο, της τυφλής οργής ή της τυφλής απογοήτευσης. Αν θα έχουμε εκλογές της «κιτρινίλας» ή του «φραγκοδίφραγκου».

Οι «αναποφάσιστοι»

Η περίφημη «δεξαμενή των αναποφάσιστων», όπως συνήθως αποκαλείται, σε αυτές τις εκλογές έχει ομολογουμένως μεγάλη χωρητικότητα. Τόσο σε απόλυτους αριθμούς και ποσοστά, όσο και και σε πολιτική υπεραξία, λόγω της πολιτικής συγκυρίας. Με βάση τα ευρήματα των εταιρειών δημοσκοπήσεων το ποσοστό των αναποφάσιστων κυμαίνεται μεταξύ 15 και 20% ακόμη και αυτή την περίοδο. Πρόκειται για καθοριστικό ποσοστό καθοριστικό, αφού ο προσεταιρισμός τους ακόμη και αν δεν καθορίσει το ποιο θα είναι το πρώτο κόμμα (μαθηματικά ένα τέτοιο ποσοστό επαρκεί για να διαμορφώσει το αποτέλεσμα) είναι βέβαιο ότι μπορεί να καθορίσει την διαφορά ανάμεσα σε ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία.

Το ποσοστό των αναποφάσιστων, όπως σε νεκρό πολιτικό χρόνο έχουν παραδεχθεί οι περισσότεροι δημοσκόποι, «δεν διαβάζεται». Είναι, δηλαδή, εξαιρετικά δύσκολο να καθοριστούν οι λόγοι που τους κάνουν διστακτικούς ως προς το να επιλέξουν τι θα ψηφίσουν. Αυτό που μπορεί όμως να προσδιοριστεί είναι ο χώρος της προέλευσής τους. Σύμφωνα λοιπόν πάλι με την πλειοψηφία των εταιρειών δημοσκοπήσεων στο χώρο προέλευσης κυριαρχούν οι πρώην ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, όσοι δηλαδή έχουν ψηφίσει στις προηγούμενες αναμετρήσεις το κυβερνών κόμμα. Το ποσοστό αυτών είναι μεταξύ 30 και 45% ανάλογα με τις εκτιμήσεις κάθε εταιρείας δημοσκοπήσεων. Αντίστοιχα, το ποσοστό ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας αποτιμάται κάπου μεταξύ 10 έως 15%. Αυτά συνάδουν με τα υψηλά ποσοστά συσπείρωσης της αξιωματικής αντιπολίτευσης (80-90%) και τα αισθητά χαμηλότερα του ΣΥΡΙΖΑ (50-60%). Ένα μικρότερο ποσοστό της τάξης του 8% «παίζεται» ανάμεσα στις λεγόμενες «κεντρώες» επιλογές.

Στο χώρο των αναποφάσιστων όμως πολύ υψηλό ποσοστό – κυμαίνεται περίπου στο 40% – καταγράφεται και αφορά αυτούς που αποστρέφονται το σημερινό μοντέλο πολιτικής, είτε αυτό εκφράζεται με την αποχή, είτε με το «λευκό», είτε με την αναζήτηση σε σχήματα εκτός των κομμάτων που βρίσκονται στην Βουλή. Ο χώρος αυτός είναι εξαιρετικά δύσκολο να «χαρτογραφηθεί» πολιτικά, ώστε να εκτιμηθεί σε ποια πλευρά του πολιτικού φάσματος κινείται. Με δεδομένα τα εξαιρετικά υψηλά ποσοστά αποχής που καταγράφονται διαχρονικά στις ευρωεκλογές είναι πιθανό να μην φθάσει έως την κάλπη. Αν όμως επιλέξει να συμμετάσχει αποτελεί έναν άγνωστο παράγοντα. 

Θηράματα

Η συγκεκριμένη κατηγορία ψηφοφόρων, οι αναποφάσιστοι, αντιμετωπίζεται τόσο από τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και την Νέα Δημοκρατία ως «θήραμα», ιδίως μάλιστα από το κυβερνών κόμμα που θεωρεί ότι έχει προνομιακή θέση για την διεκδίκηση της συγκεκριμένης ψήφου. Φυσικά από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ ουδεμία δημόσια ερμηνεία υπάρχει ως προς το γιατί από τις τάξεις του έχει τροφοδοτηθεί η συγκεκριμένη δεξαμενή. Ο λόγος; Κυρίως γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε αυτόματα συζήτηση για τις προσδοκίες που καλλιέργησε και τις στρατηγικές επιλογές του. Είναι σαφές ότι οι εξελίξεις του καλοκαιριού του 2015 – όταν ο ΣΥΡΙΖΑ σε απόλυτους αριθμούς έχασε 350.000 ψηφοφόρους – δεν είναι άσχετες με το σημερινό φαινόμενο των μεγάλων ποσοστών των αναποφάσιστων. Η ηγεσία του κόμματος όμως έχει εδώ και καιρό «κλείσει» αυτή τη συζήτηση,  εστιάζοντας στην περίφημη στρατηγική του «προοδευτικού πόλου» και τις γνωστές κινήσεις «διεύρυνσης» που έχει κάνει.

Η Νέα Δημοκρατία, από την πλευρά της, εστιάζει την τακτική της στη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση του κόμματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε κάθε ομιλία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης βάλει κατά της «χαμένης ψήφου», αν αυτή πάει σε μικρότερους σχηματισμούς δεξιάς απόχρωσης, και κυρίως εναντίον της αποχής. Πάντως δεν φαίνεται για τη Νέα Δημοκρατία να υπάρχει ο κίνδυνος δημιουργίας σχηματισμού «κεντροδεξιού» σχήματος που θα μπορούσε να της αποκόψει ψήφους. Κάτι τέτοιο επιδιώχθηκε από πρώην στελέχη της (Παπακώστα-Τσιτουρίδης – Σπηλιωτόπουλος –  Αντώναρος κ.λ.π) και είχε τη φανερή (Παπακώστα) ή σιωπηρή επιδοκιμασία της κυβέρνησης, αλλά δεν απέδωσε καρπούς.

Σιωπηρές συναινέσεις

Ο λεγόμενος Νέος Διπολισμός, επιχείρησε σε αυτές τις ευρωεκλογές να εξοβελίσει από την πολιτική συζήτηση αυτό που θα έπρεπε να είναι το βασικό επίδικο: Δηλαδή οι πολιτικές που διαμορφώνονται και θα ακολουθηθούν το επόμενο διάστημα στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Στην επίτευξη του στόχου αυτού συμπράττουν με αξιοπρόσεκτο ζήλο τόσο ο ΣΥΡΙΖΑ όσο και η Νέα Δημοκρατία, αξιοποιώντας τη σαφέστατη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και τις επερχόμενες εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης. «Πετούν» όμως εκτός συζήτηση το γεγονός ότι τα πολιτικά προγράμματα – και τους ενός και του άλλου κόμματος – είναι διαμορφωμένα με βάση τις δεσμεύσεις και τα όρια που διαμορφώνει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αποφεύγουν, λοιπόν, αυτό το πεδίο συστηματικά ακριβώς γιατί αν επικεντρώνονταν εκεί ο πολιτικός προβληματισμός θα δρομολογούνταν μια συζήτηση που γειτνιάζει «απειλητικά» με την συζήτηση για τον ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Είναι το επίδικο που αμφότεροι είναι «ορκισμένοι» (κυριολεκτικά και μεταφορικά) να εξαφανίσουν, ακριβώς γιατί έχουν βάλει την υπογραφή τους στην τήρηση αυτών των κατευθύνσεων. Θέλουν να εξαφανιστεί, παρότι, ακόμα και στις δημοσκοπήσεις που γίνονται – από εταιρίες που στον ένα ή τον άλλο βαθμό σχετίζονται με αυτά τα κόμματα – τα ποσοστά αμφισβήτησης της ωφέλειας της συμμετοχής της χώρας στην Ε.Ε παραμένουν υψηλά.

Τη σιωπηρή συναίνεση ΣΥΡΙΖΑ και Νέας Δημοκρατίας όμως φαίνεται να έχει αποσπάσει και η –συγκριτικά με άλλες χρονιές- υποβάθμιση των δημοτικών εκλογών. Η Ν.Δ αρκείται να δηλώνει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα εκλέξει κανέναν δήμαρχο σε μεγάλο δήμο, χωρίς όμως να έχει το θέμα αυτό προμετωπίδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλι διατηρεί χαμηλούς τόνους με απλές αναφορές στους υποψηφίους του. 

Εδώ παρεμβαίνουν αρκετοί παράγοντες. Για παράδειγμα, δεν λείπουν οι φωνές στο κυβερνητικό στρατόπεδο που λένε ότι μια νίκη του Κώστα Μπακογιάννη στην Αθήνα δεν συνιστά απαραίτητα και μια νίκη της Νέας Δημοκρατίας του Κυριάκου Μητσοτάκη. Κάτι τέτοιο επιβεβαιώνεται και από την πλήρη απουσία του ονόματος «Κώστας Μπακογιάννης»  στις προεκλογικές ομιλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη, παρότι ο υποψήφιος της Ν.Δ προηγείται δημοσκοπικά. Σε άλλους μεγάλους δήμους της χώρας παρατηρείται το φαινόμενο της σιωπής των κεντρικών μηχανισμών των δύο κομμάτων απέναντι σε υποψήφιους που στηρίζουν μεγάλα οικονομικά συμφέροντα που έχουν στους εν λόγω δήμους την «έδρα τους».

Στους καναπέδες

Όπως αναφέραμε και στην αρχή την ερχόμενη Κυριακή τελειώνει το Game of Thrones. Ακόμη και για τους φανατικούς θεατές της σειράς δεν θα αφήσει κάποιο δυσαναπλήρωτο κενό. Η πολιτισμική βιομηχανία του δυτικού κόσμου θα παράξει σύντομα ένα αντίστοιχο προϊόν, που θα ταξιδέψει το κοινό σε άλλους, φανταστικούς κόσμους, «παίζοντας», ενίοτε μαεστρικά, με τις έννοιες του «καλού» και του «κακού». Θα δώσει σε άλλους έναν λόγο και σε κάποιους άλλους μια αφορμή να αράξουν αναπαυτικά στους καναπέδες τους.

Την αμέσως επόμενη Κυριακή, πάντως, στις οθόνες θα μπορούμε να δούμε τα αποτελέσματα των εκλογών. Θα έχει, εγγυημένα, αρκετούς (πολιτικούς) δράκους…

 

Σχετικά θέματα

Απόψεις