Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Και μας κλέβουν και μας δουλεύουν

Ο Χάρης Θεοχάρης, είναι, πια, γνωστός σε όλη την Ελλάδα, μετά την απόφαση της συγκυβέρνησης Σαμαρά- Βενιζέλου να τον ξηλώσει..

Ο Χάρης Θεοχάρης, είναι, πια, γνωστός σε όλη την Ελλάδα, μετά την απόφαση της συγκυβέρνησης Σαμαρά- Βενιζέλου να τον ξηλώσει από τη θέση του Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Από την Πέμπτη μέχρι σήμερα, ο κύριος Θεοχάρης- μεγάλη η χάρη του- είχε την τιμητική του σε όλα τα τηλεοπτικά κανάλια, καθώς όλοι οι πολιτικοί που είχαν προσκληθεί, καλούνταν να σχολιάσουν τους λόγους αποπομπής του Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων. Να απαντήσουν δηλαδή, αν και σε ποιο βαθμό ο κύριος Θεοχάρης εκπλήρωσε το έργο που είχε αναλάβει. Το σκηνικό, ήταν όμορφα στημένο. Να θυμίσουμε, εδώ, ότι ο κύριος Θεοχάρης, διορίστηκε επικεφαλής στη ΓΓ Εσόδων το Γενάρη του 2013, με απόφαση του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα. Η θητεία του ορίστηκε για 5 χρόνια, καθώς Τρόικα και κυβέρνηση επιθυμούσαν να υπάρχει μόνιμο στέλεχος σε αυτή τη νευραλγική θέση. Ουσιαστικά, ο κύριος Θεοχάρης, επιλέχτηκε ως ο «καταλληλότερος» άνθρωπος για να κλείσει τη μαύρη τρύπα των κρατικών ελλειμμάτων, που εν μέρει οφείλεται και στο χρόνιο πρόβλημα της εκτεταμένης φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. Και εύλογα, τίθεται το ερώτημα: Εκπλήρωσε ο κύριος Θεοχάρης το έργο που είχε αναλάβει; Και αν ναι, τότε γιατί τον ξήλωσαν, εκείνοι που τον διόρισαν σ’ αυτή τη θέση; Για να δούμε τι κρύβεται πίσω από την αποπομπή του Γραμματέα Δημόσιων Εσόδων και το σίριαλ που παίζεται αυτές τις μέρες από τα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα μαζικής ενημέρωσης, πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους και να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή το εξής: Ο κύριος Θεοχάρης, διορίστηκε στο συγκεκριμένο πόστο  προκειμένου να αυξήσει τα δημόσια έσοδα. Μόνο που η αύξηση των εσόδων θα έπρεπε να γίνει με βάση τις αντιλαϊκές πολιτικές που έχει επιλέξει να εφαρμόσει η συγκυβέρνηση Σαμαρά- Βενιζέλου και όχι με τον τρόπο που θα επέλεγε ο ίδιος. Άρα, δέχτηκε και ο ίδιος- με το αζημίωτο βέβαια- να κλείσει τις μαύρες τρύπες του δημοσίου με την αύξηση των εσόδων, με βάση τους φοροεισπρακτικούς και άλλους αντιλαϊκούς νόμους που ψήφιζαν οι βουλευτές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, με πρόσχημα τη «σωτηρία» της οικονομίας. Μια σύντομη ματιά στους νόμους που ψηφίστηκαν την τελευταία τετραετία, με στόχο την αύξηση των δημόσιων εσόδων, υποχρέωναν τον κύριο Θεοχάρη να κυνηγάει τη «μαρίδα» (δηλαδή τους εργαζόμενους και τα οικονομικά ασθενέστερα στρώματα) και να αφήνει στο απυρόβλητο το μεγάλο κεφάλαιο και εν γένει τους χρυσοκάνθαρους του πλούτου. Εφαρμόζοντας, λοιπόν τη συμφωνία που είχε κάνει με την κυβέρνηση, ο κύριος Θεοχάρης, δεν δίστασε να αξιοποιήσει όλα τα εργαλεία (νόμους και άλλες αντιλαϊκές διατάξεις) για να πετύχει το στόχο του. Δηλαδή να εισπράξει τους φουσκωμένους φόρους και κάθε είδους χαράτσια που ψήφισαν τα κόμματα της συγκυβέρνησης στην τελευταία τετραετία. Αυτό το στόχο, ο κύριος Θεοχάρης, τον εκπλήρωσε στο ακέραιο με την εφαρμογή των νόμων που έκοβαν το ηλεκτρικά ρεύμα σε όσους δεν πλήρωναν τα χαράτσια, έκαναν κατάσχεση της σύνταξης σε εκείνους που αδυνατούσαν να πληρώσουν τα χρέη στο δημόσιο κλπ. Εξάλλου του το αναγνώρισε τόσο ο Γ. Στουρνάρας, που ήταν ο πολιτικός του προϊστάμενος όσο και το διευθυντήριο των Βρυξελλών, με σχετικές δηλώσεις που συνόδευσαν την «παραίτηση» του κ. Θεοχάρη. Ακόμη και να ήθελε ο κύριος Θεοχάρης να «βάλει χέρι» στους οικονομικά ισχυρούς- δηλαδή όλους εκείνους που θησαυρίζουν άμεσα ή έμμεσα από τη άγρια εκμετάλλευση των εργαζομένων- δεν θα μπορούσε. Και δεν θα μπορούσε, για τον απλό λόγο ότι η φορολογική ασυλία και η κερδοσκοπική ασυδοσία που ίσχυε για τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και τους μεγαλομετόχους, ενισχύθηκε παραπέρα στην τετραετία που πέρασε, με μια σειρά νέους νόμους που ψήφισαν οι κυβερνώντες. Στα πλαίσια αυτά, εντάσσονται και οι νόμοι για την παραπέρα μείωση των συντελεστών φορολογίας των κερδών, την αύξηση των φοροαπαλλαγών και μιας σειράς άλλων κινήτρων. Μέχρι και νόμο για το «επαναπατρισμό» των κεφαλαίων ψήφισαν για να ξαναφέρουν στην Ελλάδα, τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ, οι χρυσοκάνθαροι του πλούτου που τα είχαν φυγαδεύσει στις τράπεζες της Ελβετίας και άλλους φορολογικούς παραδείσους. Του λόγου το αληθές, βεβαιώνει και το ότι δεν έγινε τίποτε για τις διάφορες λίστες (Λαγκάρτ, μεγαλοοφειλέτες κλπ) με τα ονόματα των διαφόρων μεγαλοσχημόνων, που είχαν καταληστεύσει με διάφορους τρόπους το δημόσιο χρήμα. Σε όλους αυτούς, που δεν πλήρωναν τους φόρους και τις εισφορές στο δημόσιο (χρήματα που είχαν παρακρατήσει από τους καταναλωτές και τους μισθωτούς κλπ) ή ακόμη και τα δάνεια στις τράπεζες (στο όνομα των επιχειρήσεών τους), δεν επιβλήθηκε καμία τιμωρία. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι η φοροδιαφυγή, η φοροκλοπή, η εισφοροδιαφυγή και άλλες μορφές καταλήστευσης του δημόσιου χρήματος- από εκείνους που θεωρούν αυτή τη μορφή εύκολου πλουτισμού «εθνικό σπορ«- ζει και βασιλεύει, από την εποχή του Κωλέτη μέχρι σήμερα. Η φοροδιαφυγή, η φοροκλοπή και οι ποικιλόμορφες φοροαπαλλαγές στο μεγάλο κεφάλαιο, μερικά από τα βασικά «αγαθά» των καπιταλιστικών κρατών,  οδηγούν τους κυβερνώντες (πολιτικούς υπηρέτες αυτού του συστήματος) να αναζητούν την αύξηση των κρατικών ελλειμμάτων και του δημόσιου χρέους με την επιβολή νέων φορολογικών και άλλων βαρών στα συνήθη υποζύγια. Τους ανθρώπους του μόχθου και της δουλειάς. Η όποια εξαίρεση, απλά επιβεβαιώνει τον κανόνα. Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι με την «καρατόμηση» Θεοχάρη, η συγκυβέρνηση προσπαθεί να θολώσει τα νερά. Επιδιώκει να μεταθέσει τις ευθύνες για την ανάλγητη αντιλαϊκή πολιτική της απέναντι στους ανθρώπους του μόχθου και της δουλειάς (μισθωτούς, συνταξιούχους, ανέργους, μικρομεσαία νοικοικυριά επαγγελματοβιοτεχνών- αγροτών- εμπόρων κλπ), σε έναν άνθρωπο που απλά εκτελούσε τις εντολές του πρωθυπουργού και πρόεδρου της ΝΔ Αντ. Σαμαρά και του αντιπροέδρους της κυβέρνησης και προέδρου του ΠΑΣΟΚ  Β. Βενιζέλου. Μ’ αυτό τον τρόπο, προσπαθούν να δικαιολογήσουν και τις εκλογικές απώλειες που είχαν η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες εκλογές. Τον ίδιο στόχο, έχει και ο επικείμενος ανασχηματισμός, καθώς η κυβέρνηση- με την αλλαγή προσώπων- θα επιχειρήσει να πείσει την κοινή γνώμη ότι «αλλάζει και πολιτική». Αν και σε ποιο βαθμό θα τα καταφέρουν, αυτό θα αποδειχτεί σύντομα και ειδικότερα, στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση, που θα είναι οι βουλευτικές εκλογές.      

Απόψεις