Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Συγκλονίζουν οι νέες μαρτυρίες για το Μάτι: «Ο γιος μου εγκλωβίστηκε στο δρόμο του θανάτου» – «Η μητέρα μου είχε μουμιοποιηθεί»

Νέες μαρτυρίες δείχνουν το μέγεθος της τραγωδίας

Με τις μαρτυρίες των ανθρώπων που έχασαν τους αγαπημένους του ή κάηκαν και οι ίδιοι από την πυρκαγιά στο Μάτι τον Ιούλιο του 2018 συνεχίστηκαν χτες και σήμερα οι καταθέσεις στο δικαστήριο.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι σήμερα  την ενόχληση της πολιτικής αγωγής προκάλεσε η απουσία 17 (από τους 21 συνολικά κατηγορούμενους) από τη δίκη. Μάλιστα, υποβλήθηκε αίτημα από την πολιτική αγωγή ώστε οι κατηγορούμενοι να προσέρχονται στη δίκη, με το δικαστήριο να το απορρίπτει. «Είναι δικαίωμά τους να παρίστανται δια πληρεξουσίου δικηγόρου, αν το δικαστήριο κρίνει αναγκαία την παρουσία των κατηγορουμένων θα τη διατάξει», ανέφερε η πρόεδρος με τον συνήγορο πολιτικής αγωγής να κάνει λόγο για απουσία που προσβάλλει το κοινό αίσθημα.

«Δεν μπορούσα να την αναγνωρίσω, είχε φουσκώσει από τα θερμά αέρια» 

Η Παναγιώτα Μαλαίνου έχασε την 73χρονη μητέρα της. Η γυναίκα βρέθηκε στην Αργυρά Ακτή με την ανιψιά της. «Μπήκαν στο νερό για να σωθούν. Στο σώμα τους και το κεφάλι τους έπεφταν αντικείμενα καιόμενα. Ήρθε ένα κύμα σαν σκούπα και τους τράβηξε μέσα. Τους μάζεψε ένα καΐκι. Την Ειρήνη, ημιθανή. Παιδοψυχίατροι την εξετάζουν από τότε», είπε η μάρτυρας. «Πήγα στο Λιμεναρχείο να ρωτήσω για τη μητέρα μου. Μου είπαν ότι ήταν νεκρή, βρήκανε στο τσαντάκι της την ταυτότητα. Έψαχνα όλη τη νύχτα στα καμένα, σε εκείνο το οικόπεδο που βρήκαν τους 26. Περίπου 8-9 ώρες την έψαχνα. Δεν μπορούσα να την αναγνωρίσω. Είχε φουσκώσει από τα θερμά αέρια», ανέφερε.

Για την ανιψιά της, είπε: «Δεν ξέρω πώς να σας μεταφέρω το πόνο της. Ήταν τέσσερις ώρες μέσα στη θάλασσα. Ρωτάει “γιατί μας άφησαν;”. Κάθε χρόνο παίρνω τον καπετάνιο που την έσωσε στη γιορτή του να ευχηθώ. Έσωσε την Ειρήνη, την έφερε ζωντανή…Το παιδί είναι αμίλητο από εκείνη την ημέρα, ένα πανέξυπνο πλάσμα δεν μπορεί να τελειώσει το σχολείο. Δεν ξέρω τι να σας πω…».

«Τέτοιες εικόνες ούτε σε ταινία» 

Ο Ευάγγελος Κωστόπουλος έχασε τη μητέρα του στο Κόκκινο Λιμανάκι ενώ ο πατέρας του υπέστη εγκαύματα αλλά κατάφερε να ζήσει. «Κάποια στιγμή με πήρε η αδελφή μου και μου είπε: “Τρέχα οι γονείς μας καίγονται”» κατέθεσε ο μάρτυρας. «Στο Κόκκινο Λιμανάκι είδα τον πρώτο καμένο, σε ένα κάμπινγκ. Ένας άλλος τον κοίταζε και στέκονταν ακίνητος δεν μπορούσε να καταλάβει τι έβλεπε. Ήταν ένα κάρβουνο. Το τοπίο ήταν τρομακτικό. Δεν μπορούσες να καταλάβεις πού είναι το σπίτι σου. Τέτοιες εικόνες ούτε σε ταινία. Κοκάλωσα και εγώ. Το διπλανό σπίτι από το δικό μας είχε 20 μέτρα φλόγες. Τα άλλα σπίτια δεν υπήρχαν. Έτρεξα από πίσω από το σπίτι μας. Εκεί που ήξερα ότι κάθεται η μητέρα μου. Ήταν πεσμένη… είχε πεθάνει. Κάηκε από το θερμικό κύμα, είχε μουμιοποιηθεί… Ο πατέρας μου φώναζε μέσα από το σπίτι… καίγονταν η κουζίνα. Κατάφερα να μπω στο σπίτι, είχε πολύ καπνό. Ο πατέρας μου ήταν ξαπλωμένος. Καμένος σε χέρια και πόδια. Τον πήρα στην πλάτη τον έβαλα στο αυτοκίνητο και ξεκινήσαμε… Πήγαμε προς Ραφήνα. Ήταν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Πρώτα πήγαμε στο “Σωτηρία” και μετά στον “Ευαγγελισμό”. Εκεί αμέσως τον διασωλήνωσαν. Χέρια πόδια και πρόσωπο ήταν καμένα. Προσπαθούμε να συνέλθουμε από εκείνη την ημέρα…».

«Στο δρόμο του θανάτου» 

Για την απώλεια του γιου του κατέθεσε ο Ευάγγελος Χαμηλοθώρης. «Πήγαμε στη Νέα Μάκρη και μας ενημέρωσαν πως “δεν φέρνουν εδώ επιζώντες, μόνο στη Ραφήνα”. Πήγαμε στη Ραφήνα, δεν υπήρχε κανένα νέο. Αυτό κράτησε μέχρι το πρωί. Μας είπαν τότε ότι ήρθε και το τελευταίο πλοίο με επιζώντες. Από εκεί άρχισε ο Γολγοθάς μας. Όπως κατάλαβα είχε βρεθεί η σορός αλλά δε μας το λέγανε. Την επόμενη ημέρα μάς ειδοποίησαν να παραλάβουμε τη σορό του παιδιού μου. Ο ανακριτής και ο ιατροδικαστής μάς είπε ότι ο γιος μου δεν υπέφερε. Πρώτα λιποθύμησε από τον καπνό και μετά κάηκε. Ήταν ένα είδος παρηγοριάς για εμάς. Ο γιος μου εγκλωβίστηκε στον δρόμο του θανάτου και εκεί χάθηκαν πολλοί. Είχε ακούσει μάλλον ότι η φωτιά πάει προς τον Άγιο Πέτρο και αποφάσισε να πάει από Μαραθώνος. Τους οδηγούσαν προς αυτό τον δρόμο…». Μετά από τον χαμό του γιου τους, όπως είπε ο μάρτυρας, η σύζυγός του άρχισε να μην είναι καλά: «Ήταν μια υγιής γυναίκα αλλά από εκείνη την ημέρα δεν ήταν καλά. Έπαθε καρδιακή προσβολή. Την έχασα».

«Άρχισε να καίγεται όλο το σώμα μου»

Ο Παναγιώτης Μανέτας, εγκαυματίας, έχασε τη γυναίκα του η οποία ήταν κατάκοιτη με σκλήρυνση κατά πλάκας. «Η ιδιοκτήτρια του σπιτιού που μας φιλοξενούσε είπε να φύγουμε. Πώς να φύγουμε; Και αυτή είχε πρόβλημα στα πόδια της. Βγήκα έξω είδα ένα κύριο με μια μάνικα να προσπαθεί. Είδα δυο πυροσβεστικά να κατεβαίνουν κάτω. Και ένα περιπολικό της Αστυνομίας, από το οποίο κανείς δεν κατέβηκε κάτω να μου πει κάτι. Μου έκαναν απλά νόημα να φύγω σαν να με χαιρετάγανε. Πήγα στο σπίτι. Η φωτιά είχε φτάσει 20 με 30 μέτρα από το σπίτι. Έβαλα τη γυναίκα μου στο καρότσι και βοήθησα και την κυρία Βασιλική. Πήγαμε 30 μέτρα. Ήρθε ένας ιδιώτης με ένα φορτηγάκι που μας είπε να μας βοηθήσει. Να βάλουμε τη γυναίκα μου στη καρότσα. Πώς να σηκώσουμε ένα άνθρωπο 100 κιλά και 1,80 ύψος; Η φωτιά είχε πλησιάσει. Λέω στην κυρία Βασιλική “φύγε εσύ”. Άρχισε να καίγεται όλο το σώμα μου. Σκεφτόμουν να σώσω τη γυναίκα μου. Κράτησα τη ψυχραιμία μου. Δεν ξέρω πού βρήκα το κουράγιο. Την τράβηξα με τα χέρια και τη πήγα σε ένα σπίτι που είχε ένα κενό και την κράτησα εκεί (…) Τελκά ήρθε ένα πυροσβεστικό και την πήρε. Έζησε τέσσερις μέρες και πέθανε…».

Έπαθα κρίση πανικού 

Ο Έκτωρας Διαμαντίδης έχασε τη μητέρα του. «Κάποιος της στέρησε τη δυνατότητα να γνωρίσει την εγγονή της. Η μητέρα μου ήταν στη θάλασσα εκείνη την ημέρα και εγώ στο Μαρούσι εργαζόμουν. Όταν είδα ότι η φωτιά πάει προς Καλλιτεχνούπολη άρχισα να καλώ τη μητέρα μου και δεν απαντούσε. Γύρω στις 6:40 την βρήκα. Κατάλαβα ότι τίποτα δεν πάει καλά. Άκουγα ουρλιαχτά από μέσα. “Έκτωρα τρέχω να σωθώ, καίγομαι” μου είπε. Δεν κατάφερα να επικοινωνήσω, ούτε με την Πυροσβεστική, ούτε με την Αστυνομία… Γύρω στις 9 το βράδυ κατάφερα να βρω τον πατριό μου. Με τρεμάμενη φωνή μού είπε να φανώ δυνατός και ότι η μητέρα μου έχει πεθάνει εντός του σπιτιού… Έπαθα κρίση πανικού, τού ζητούσα να μου τη δώσει να της μιλήσω», εξήγησε. Όπως είπε ο μάρτυρας, το επόμενο πρωί πήγαν τα ΕΜΑΚ στο σπίτι. «Να βλέπεις τη μητέρα σου να βγαίνει σε ένα φορείο πάνω σε πορτοκαλί σακούλι δεν είναι ό,τι πιο ευχάριστο. Δεν ήρθε να τη παραλάβει ασθενοφόρο. Πήγαμε στο Γουδί. Η κατάσταση εκεί ήταν εφιαλτική. Γονείς και άνθρωποι ούρλιαζαν. Τότε μας είπαν να πάμε στο Σχιστό. Μας παίζανε μπαλάκι. Εκεί δεν θα ξεχάσω μια μάνα πανιασμένη να ψάχνει τα παιδιά της. Ήταν 11 παιδιά που πέθαναν… Όταν μετά από μια εβδομάδα πήγα να πάρω τη μητέρα μου, μας είπαν να μην τη δω γιατί ήταν σε αποσύνθεση επειδή ήταν εκτός ψυγείου. Η προσβολή των νεκρών συνεχίζονταν…».

Σχετικά θέματα

Απόψεις