Just in

Όλα τα νέα
Imerodromos logo
 

Οι ταινίες της εβδομάδας (1): Το παιχνίδι με τη φωτιά – Burning

Το παιχνίδι με τη φωτιά – Burning 2018 Διάρκεια: 148’ Σκηνοθεσία: Τσανγκ-Ντογκ Λι Πρωταγωνιστούν: Α-ιν Γιο, Στήβεν Γιέουν, Τζονγκ –..

Το παιχνίδι με τη φωτιά – Burning

2018

Διάρκεια: 148’

Σκηνοθεσία: Τσανγκ-Ντογκ Λι

Πρωταγωνιστούν: Α-ιν Γιο, Στήβεν Γιέουν, Τζονγκ – Σεο Τζουν

Ο Robert McKee, ο καλύτερος παγκοσμίως δάσκαλος συγγραφής σεναρίου, είχε γράψει σε ένα βιβλίο του: «Οι Ασιάτες φτιάχνουν τώρα καλύτερες ταινίες γιατί έχουν καλύτερες ιστορίες να διηγηθούν.» Κι αυ΄τη είναι μία από τις ταινίες που το αποδεικνύουν περίτρανα. Πάνω στο γνωστό μοτίβο φτωχός-νέος-ερωτεύεται-κοπέλα-που-προτιμάει-πλούσιο-πλαίημπου ο Τσανγκ – Ντογκ Λι, με βάση ένα διήγημα του Μουρακάμι, στήνει ένα ατμοσφαιρικό νουάρ με αλληγορικές προεκτάσεις. Η ταινία πήρε το βραβείο κριτικών κινηματογράφου στο περσινό Φεστιβάλ των Καννών με την υψηλότερη βαθμολογία που έχει πάρει ποτέ ταινία: 3,8/4.

Ο Τσανγκ –Ντογκ Λι επικεντρώνει την αφήγηση του στις ιστορίες μικρών, ασήμαντων, ιδιαίτερων ανθρώπων. Ανθρώπων που, ζώντας στο περιθώριο της κοινωνίας, αντιμετωπίζουν τις προσκλήσεις της καθημερινότητας με τον δικό τους απαράμιλλο τρόπο. Ο νοητικά υστερημένος και αντικοινωνικός νέος που ερωτεύεται την κοπέλα που πάσχει από εγκεφαλική παράλυση του ‘Όασις’, η χήρα που χάνει το παιδί της και στρέφεται ενάντια στον Θεό που της το πήρε στην ‘Κρυφή ηλιαχτίδα’, η γλυκύτατη, καλοντυμένη αλλά άφραγκη γιαγιά, που μεγαλώνει με κοινωνικά επιδόματα τον εγγονό της ενώ προσπαθεί να γράψει ένα ποίημα στην αριστουργηματική ‘Ποίηση’, όλοι αυτοί οι άνθρωποι της διπλανής (κορεάτικης) πόρτας που τους προσπερνάμε χωρίς δεύτερη σκέψη αναδεικνύονται σε μυθιστορηματικούς ήρωες και ηρωίδες.

Σε αυτή την ταινία, η οποία παρ’ότι άργησε οκτώ χρόνια αποζημιώνει τους θαυμαστές του, ο σκηνοθέτης στρέφει τον φακό του σε έναν άλλο απόκληρο της ταχείας πορείας της Νότιας Κορέας προς την καπιταλιστική ολοκλήρωση. Ο Λη Τζονγκ Σου έχει κληρονομήσει από τον πατέρα του, έναν περήφανο και πεισματάρη άντρα που βρίσκεται στη φυλακή γιατί επιτέθηκε και τραυμάτισε κρατικό αξιωματούχο (για αδιευκρίνιστους λόγους), χρέη και μια φάρμα με αγελάδες που πασχίζει να συντηρήσει. Απόφοιτος τμήματος Δημιουργικής Γραφής, ενώ ταΐζει τις αγελάδες του ψάχνει στο σανό την έμπνευση για το μυθιστόρημα του. Μια μέρα συναντάει στην Σεούλ την παλιά του γειτόνισσα, Χαεμί, μια όμορφη κοπέλα που ισχυρίζεται πως μεγάλωσαν μαζί στο Παντζού, το χωριό του στα σύνορα με τη Βόρεια Κορέα, και του ζητάει να προσέχει τη γάτα της όσο εκείνη θα λείπει σε ένα ταξίδι στην Αφρική. Ο Τζονγκ Σου, ερωτευμένος, πηγαίνει και ταΐζει το γάτο και αυνανίζεται στο κρεβάτι της Χαεμί.

Μετά από δυο βδομάδες του τηλεφωνάει η Χαεμί και του ζητά να πάει να την πάρει από το αεροδρόμιο. Εκείνος τρέχει με λαχτάρα και τη βρίσκει να τον περιμένει μαζί με τον αινιγματικό Μπεν, έναν νέο πάμπλουτο άντρα που γνώρισε στο αεροδρόμιο της Κένυα. Οι τρεις τους πάνε μαζί για φαγητό και έπειτα η Χαεμί φεύγει με τον Μπεν.            

Στο επόμενο διάστημα ο Μπεν βγαίνει με τη Χαεμί και αρκετές φορές αναζητούν τον Τζονγκ Σου, ο οποίος τους συνοδεύει σε ακριβά καφέ και εστιατόρια, όπου η Χαεμί διασκεδάζει με τις αφηγήσεις της τους φίλους του, και στο πολυτελές του διαμέρισμα. Μια μέρα επισκέπτονται απροειδοποίητα το σπίτι του Τζονγκ Σου. Η Χαεμί χορεύει μισόγυμνη και πέφτει για ύπνο και ο Τζονγκ Σου εξομολογείται στον Μπεν τον έρωτα του γι’ αυτήν. O Μπεν γελάει αδιάφορα. Μετά του εκμυστηρεύεται το χόμπι του: του αρέσει να καίει εγκαταλελειμμένα θερμοκήπια. Σκέφτεται μάλιστα να κάψει ένα θερμοκήπιο κοντά στο σπίτι του Τζονγκ Σου.

Μετά από μερικές μέρες ο Τζονγκ Σου παίρνει ένα περίεργο τηλεφώνημα της Χαεμί και προσπαθεί να τη βρει, αλλά είναι αδύνατον. Όλα δείχνουν ότι η κοπέλα έχει εξαφανιστεί. Ο Τζονγκ Σου πιστεύει πως υπεύθυνος γι’αυτή την εξαφάνιση είναι ο Μπεν και ξεκινάει μια απεγνωσμένη αναζήτηση της κοπέλας και της αλήθειας πίσω από το μυστήριο του Μπεν.

Μια ερωτική ιστορία, ένα ερωτικό τρίγωνο που οι δυο κορυφές του είναι ο πετυχημένος και ο αποτυχημένος, ο loser, μετατρέπεται σε ένα συναρπαστικό θρίλερ γεμάτο αγωνία. Το αθώο και πικραμένο πρόσωπο του πρωταγωνιστή κυριαρχεί στην οθόνη. Η κάμερα τον ακολουθεί – πάντα σε γωνία χαμηλότερη από το ύψος των ματιών του, κορυφώνοντας την ένταση – στις αδιέξοδες αναζητήσεις  για καμένα θερμοκήπια στα τοπία της κορεάτικης επαρχίας τα οποία κινηματογραφεί ο Κιούνγκ Πχιον Χονγκ ως μετα-αποκαλυπτικούς τόπους, ενώ η μουσική επένδυση της  ταινίας αντιστικτικά αναδεικνύει την ψυχική κατάσταση του ήρωα – ή μάλλον, του αντι-ήρωα. O Τσανγκ –Ντον Λι, επιμένοντας στο να αναδεικνύει τα δραματουργικά στοιχεία στη ζωή των καθημερινών ανθρώπων, φτιάχνει για πρώτη φορά μια ‘γρήγορη’, με δυτικούς όρους, κινημαοτγράφηση, που κρατάει αμείωτο ενδιαφέρον μέχρι το τέλος.

Η ταινία με καθήλωσε σε τέτοιο βαθμό, που μου είναι πραγματικά δύσκολο να βρω λόγια να μεταφέρω αυτό το συναίσθημα, να το κάνω έννοιες. Θα ήταν εύκολη μια ανάλυση βασισμένη στα χαρακτηριστικά του επιθετικού καπιταλισμού στη Νότια Κορέα, που θα εστίαζε στο δίδυμο Τζονγκ Σου – Μπεν, ο ονειροπόλος και ο πραγματιστής, ο μεροκαματιάρης και ο πλούσιος, ο ένας μπαίνει σ’ένα εργοστάσιο για δουλειά και γίνεται το ‘νούμερο τέσσερα’, ο άλλος έχει την πολυτέλεια να μην δουλεύει αλλά να ‘παίζει’, κυρίως με τους ανθρώπους γύρω του, ένας Μεγάλος Γκάτσμπι σε μια χώρα που  ‘έχει γεμίσει Μεγάλους Γκάτσμπι’, όπως εύστοχα παρατηρεί ο λάτρης της λογοτεχνίας Τζονγκ Σου στην αρχή της ταινίας. Είναι ταυτόχρονα και η ιστορία μιας ερωτικής απογοήτευσης που βιώνει με όρους καταστροφής ο πρωταγωνιστής – εκπληκτικός στο ρόλο του ο Α-ιν Γιο. Και ένα θρίλερ βασισμένο στην υπόθεση μιας εξαφάνισης που ο πρωταγωνιστής προσπαθεί να διαλευκάνει – αν και δεν μας πειράζει καθόλου που στο τέλος δεν είμαστε καθόλου σίγουροι για το αν έχει λυθεί. Και μια αλληγορική ταινία με έκδηλους συμβολισμούς: η καθαρτήρια φωτιά ξεπηδάει μέσα στο απόκοσμο μπλε των λιβαδιών, η αμφισβητούμενη ύπαρξη ενός πηγαδιού που πάνω της υφαίνεται μια σχέση στοργής, ο τραγικός εναγκαλισμός του τέλους – μεταφορά για την πάλη των τάξεων; Όλα αυτά και άλλα τόσα που οι εικόνες τους δεν μπορούν να βρουν τις λέξεις! Και δεν είναι απαραίτητο! Τις ταινίες τις βλέπουμε, δεν τις διαβάζουμε.

Απόψεις